Νέα συγκλονιστική κατάθεση για την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής ήρθε σήμερα στο φως.
«Σαν την καταστροφή της Σμύρνης» παρομοίασε όσα βίωσε κατά τη διάρκεια της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι η Αναστασία Χριστιάννα Φράγκου, ιδιοκτήτρια του οικοπέδου της φρίκης, στο οποίο βρέθηκαν απανθρακωμένα 26 άτομα.
«Προσπάθησα να κινητοποιήσω την οικογένεια μου, μάζευα τα ζώα μας, έδιωξα τους φίλους του γιου μου…. Καμία ειδοποιήση, καμία σειρήνα, το απόλυτο τίποτα. Ξαφνικά έγινε μια τεράστια έκρηξη πεύκου. Και λαμπάδιασε αμέσως. Συνταρακτικό. Σε δευτερόλεπτα αρχίζει καίγεται κόσμος φωνάζοντας προς τα εμάς. Όλων των ηλικιών, φωνάζοντας βοήθεια. Νέοι, γέροι, όλοι….. φώναξε ο σύζυγος μου, ελάτε, να σωθούμε από το γκρεμό, άνοιξε την πόρτα του οικοπέδου και τρέξαμε όλοι προς το γκρεμό. Πολλοί έπεσαν στη θάλασσα. Μεταξύ αυτών και ο γιος μου που χάθηκε για δυόμιση ώρες. Σώθηκαν από τη διαφορά ύψους που έχει το σπίτι από τα βράχια. Για δυο δυόμιση ώρες δεν είχε καμία ορατότητα» είπε η μάρτυρας.
Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ο ουρανός σκοτείνιασε και όσοι πρόλαβαν να κατέβουν στο γκρεμό βυθίστηκαν στο απόλυτο σκοτάδι. «Δεν ξαναείδαμε τίποτα και μείναμε εκεί μέχρι τις 12 ώρα που ήρθε μια βάρκα. Σαν την καταστροφή της Σμύρνης. Που περιμέναμε εκεί μια κάποια σωτηρία. Αν ο παππούς μου δεν είχε σμιλέψει τα σκαλοπάτια θα είχαν καεί όλοι, δεν είχε σκαλοπάτια» ανέφερε η κ. Φράγκου.
Η μάρτυρας χαρακτήρισε «καθήκον» της οικογένειας να ανοίξει τις πόρτες του κτήματος για να σωθεί ο κόσμος.
«Νόμιζα ότι σπρώχνω ξύλο και ήταν πτώμα»
Έξι ώρες πάλευε με τα κύματα μέσα στο απόλυτο σκοτάδι η Σουμέλα Χατζηλαζαρίδου, που βρέθηκε από την Αργυρά Ακτή κοντά στην Αρτέμιδα, όταν την έσωσε ένα καΐκι.
«Κατά τις πέντε πήγα να πάρω το μαγιό μου από την απλώστρα για και διαπίστωσα ότι η ατμόσφαιρα ήταν βαριά. Έβαλα την τηλεόραση και είδα μόνο για φωτιά στην Κινέτα. Πήρα τα παιδιά μου μήπως έχουν ακούσει κάτι. Όσο μιλούσα με την κόρη μου έγινε διακοπή ρεύματος. Βγαίνω έξω, κοιτάζω και η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη σε σχέση με 20 λεπτά νωρίτερα. Φωνάζω τη γειτόνισσα, μου λέει «λένε για φωτιά στην Καλλιτεχνούπολη». Ξαφνικά είδα καύτρες και τους λέω φεύγουμε, ετοιμαστείτε. Θα έπαιρνα κι εγώ κάποιους γιατί έμεναν 6 ενήλικες σε εκείνο το σπίτι 68 ετών και άνω και μια γυναίκα με κινητικά, την οποία αφήσαμε πίσω» είπε η μάρτυρας.
Επιχείρησαν διάφορες διαδρομές προκειμένου να φύγουν από την περιοχή, αλλά όλοι δρόμοι ήταν μποτιλιαρισμένοι. «Τους λέω βγαίνουμε από τα αμάξια και πάμε στη θάλασσα. Έφυγαν τρέχοντας, εγώ έφτασα λίγο αργότερα. Φώναζα τα ονόματα τους για να τους βρω. Είχε παρά πολύ κόσμο. Η κατάσταση στην παραλία της Αργυράς Ακτής ήταν τραγική. Η παραλία χωράει 50 άτομα και είχε 300. Δεν τους έβρισκα. Πετάγονταν παντού πυρακτωμένα σίδερα, ξύλα, πιάνει φωτιά κι ένα εστιατόριο στην παραλία. Άρχισαν εκρήξεις. Μπήκα με τις παντόφλες στη θάλασσα και μιλούσα με κόσμο που με ρωτούσε αν έχω δει τους δικούς τους».