Ο Διογένης Δασκάλου με τους Monie & Monie Conniente στην Πλαζ Αρετσούς, την Παρασκευή, 23 Σεπτεμβρίου, στην παράσταση «Όλοι Μαζί Ακούμε».
Τον Διογένη Δασκάλου σίγουρα τον έχεις συναντήσει στον «αέρα» των ερτζιανών της Θεσσαλονίκης. Ενδεχομένως, να τον έχεις διαβάσει ή, ακόμα καλύτερα, να σου έχει προσφέρει αυθεντικές στιγμές σάτιρας και γέλιου μέσω των παραστάσεών του.
Ο Διογένης Δασκάλου, ωστόσο, είναι μουσικός· αυτό αναγράφει η ταυτότητά του. «Ακούω και πλάθω τον λόγο σαν μουσική, και μεταφράζω σε λόγο τη μουσική που ακούω», μου ανέφερε κατά τη διάρκεια της συζήτησής μας. Βαθιά μέσα του πιστεύει ότι είναι αυτό που ήταν και ο Διογένης ο Σινωπεύς· αναζητά, στην ουσία, για έναν άνθρωπο με τον οποίο να μπορεί να συνεννοηθεί. «Πράγμα αδύνατο, αλλά μαγευτικά ουτοπικό», όπως, χαρακτηριστικά, δηλώνει.
Με τους Monie & Monie Conniente, από τους οποίους παραδέχεται ότι πέρασε πολύς κόσμος (βλ. Λάκης Λαζόπουλος, Πέμη Ζούνη), συμπληρώνουν σχεδόν τριάντα χρόνια κοινής πορείας και όλοι μαζί θα έχουμε την ευκαιρία να τους ακούσουμε την Παρασκευή, 23 Σεπτεμβρίου, στην Πλαζ Αρετσούς.
Τι είναι αυτό που θα «ακούσουμε όλοι μαζί» την Παρασκευή, 23 Σεπτεμβρίου, στην Πλαζ Αρετσούς;
Αυτό που θα «ακούσουμε όλοι μαζί» αν το αναλύσουμε με τη λογική, θα χάσει το φαντασιακό του ενδιαφέρον. Αλλά βασίζεται πάνω σε επισυνδέσεις, στις αποσυνδέσεις, στις υποκλοπές, στο «προσαρμογή και θάνατος» -που είναι το τελευταίο, έτσι, κωμικό στοιχείο απ’ τις εξαγγελίες τις κυβερνητικές του κυρίου Πέτσα μέχρι τον κ. Κωλοτούμπα. Και ποιος δεν είναι «κωλοτούμπας»… Απ’ τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ μέχρι και το ποιος μίλησε για σύνορα στο Αιγαίο, απ’ τη στιγμή που είναι πολύ νωπό και δεν μπορεί να ξεχαστεί, απ’ τον Αλέξη τον Τσίπρα.
Άλλα θέματα που υπάρχουν, φυσικά, είναι η θέρμανση και το silver alert αυτής. Πού να πας χωρίς pass· που το pass, πλέον, έχει γίνει ένα άλλου είδους κομμουνιστικού δελτίου, το οποίο έχει «βαφτιστεί» από τη φιλελεύθερη παράταξη τρόπος προσαρμογής, κατά κάποιον τρόπο.
Όλα τα υπόλοιπα, εννοείται, ότι είναι με μια ματιά παρακολούθησης, σαν τον Δήμο Σταρένιο που είναι σε όλες τις τηλεφωνικές γραμμές… Και φυσικά γιατί πρέπει να υπάρχουν extra bonus για τους ανθρώπους του δημοσίου, ενδεχομένως, που θα έχουν extra ρεπό, σε περίπτωση που κάνουν οικονομία φεύγοντας από την υπηρεσία και σβήνοντας τα φώτα. Μέχρι και ποινές στους ανθρώπους που είναι αμελείς και αδιάφοροι προς το ζήτημα, όπως ένα ταξίδι δώρο –που θα είναι τιμωρία, στην ουσία, για ένα βράδυ, ένα δίκλινο με έναν άνθρωπο της πολιτικής που σιχαίνεται περισσότερο απ΄ τους άλλους.
Καταλαβαίνετε ότι αυτά βασίζονται στον αυτοσχεδιασμό περισσότερο. Η θεματολογία είναι πολύ πλούσια. Και φυσικά όχι πάντα αρνητική, γιατί έχουμε και την περίπτωση του ζευγαριού του νεόνυμφου που, αντί να κάνει γλέντι γάμου, προτίμησε να κάνει τραπέζι σε άστεγους. Όλα αυτά, καλείσαι, σε μία σατιρική παράσταση, να τα μπλέξεις με έναν τρόπο που να βγάζουν έναν κλαυσίγελο. Και φυσικά καταλήγοντας, πάντα, στη «λαϊκή ώρα», όσον αφορά στην πρόζα εννοώ κι όχι στο πρόγραμμα, που έχει να κάνει με το γέλιο. Δηλαδή, μια κορύφωση που πρέπει να έχει η σάτιρα είναι το γέλιο, δεν μπορεί να έχει σαν κορύφωση το δράμα· αυτό ονομάζω εγώ «λαϊκή ώρα» στην πρόζα. Αυτό που σε απελευθερώνει, τελικά, από τα βάσανα που περνάς, με όλες τις δυσκολίες που έχει η ζωή.
«Υπερτροφή» για το stand-up comedy αποτελεί, κυρίως, ο κλάδος της πολιτικής…
Ένα target group, γιατί αυτή τη στιγμή υπάρχουν πολλών ειδών stand-up comedies· από βωμολοχικά, αδιάφορα, εύκολα, επιφανειακά…μέχρι ό, τι μπορεί να φανταστεί κανείς.
Εγώ είμαι σχεδόν τριάντα χρόνια στο είδος που, δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν μπορώ να κάνω άλλους είδους σάτιρα. Δηλαδή, κάνω κοινωνική – πολιτική σάτιρα και δεν μπορώ να κάνω, ας πούμε, μια σάτιρα του τύπου “Aχ πώς πάχυνα και πώς θ’ αδυνατίσω”… Είναι πράγματα τα οποία, μάλλον, απασχολούν περισσότερο έναν άλλου είδους κόσμο.
Τις κοινωνικο-πολιτικές εξελίξεις, όμως, μπορείτε να τις προλάβετε;
Να τις μαντέψω… Να τις προλάβω, δεν γίνεται γιατί…προλάβω – τρολάρω πέφτει το ένα καπάκι πίσω απ’ το άλλο. Όλα αυτά είναι πράγματα τα οποία μόνον σε μία πολύ καλά ρολαριστή ζωή μπορείς να τα προλάβεις, γιατί θα έχεις το γεγονός το μεσημέρι και το βράδυ την παράσταση.
Το είδος της κωμωδίας που υποστηρίζετε, πιστεύετε ότι έχει όρια;
Το είδος της σάτιρας που κάνω -κι όχι που υποστηρίζω, γιατί κρύβει δόλο η υποστήριξη, τουλάχιστον κατ’ εμέ, έτσι όπως ακούγεται. Τα πράγματα έχουν γίνει πολύ περίεργα. Αυτό αφορά και στην ερώτηση που μου κάνετε. Πότε άλλοτε θα υπήρχε, ας πούμε, τόσος κόσμος που να στηρίζει τη φράση «Μητσιέσαι Γαμιοτάκη» και θα το εκλάμβανε σαν σάτιρα; Το θεωρώ εντελώς κενό, το θεωρώ πολύ αγκαζέ με την κουλτούρα της κοινωνίας που έχουμε σήμερα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να το ενστερνιστώ και να το ακολουθήσω.
Το stand-up comedy δομείται σε μία βάση, αλλά απαιτεί, όπως προαναφέρατε, αυτοσχεδιασμό και διάδραση με το κοινό. Σας έχει τύχει ποτέ «παγωμένο» κοινό; Που να μην ανταποκρίνεται ή να μην δέχεται, ενδεχομένως, το χιούμορ σας; Κι αν ναι, πώς αντιδράσατε;
Σίγουρα δεν ήταν μια καλή στιγμή αυτή. Έχει τύχει κάποιες στιγμές, κάτι για το οποίο δεν είναι αποκλειστικά υπεύθυνο το κοινό και το ότι αυτό δεν ήταν «ταλαντούχο», όπως έλεγαν παλιά κοροϊδεύοντας. Ξέρετε, όταν δεν συμμετείχε το κοινό, όλοι λέγανε –ειρωνικά, βέβαια, με λοξή ματιά- ότι αυτό δεν είχε «ταλέντο», για να μπορούν να αισθάνονται καλύτερα οι ίδιοι.
Εγώ τι καλούμαι να κάνω… Προσπαθώ αφενός να χαρτογραφήσω το τι συμβαίνει στην κοινωνία, για να γράψω τα κείμενα και να πω αυτά που είναι να πω, και μετά να δω, στο τέλος -από μια κρυφή κουίντα ή περιφερόμενος μέσα στον κόσμο που συσσωρεύεται- ποιο είναι το μέσο θέμα που θα τον αγγίξει περισσότερο, για να ξεκινήσω με αυτό. Είναι μια πολύ δύσκολη και ψηλαφιστή χαρτογράφηση συναισθημάτων, που πρέπει να είσαι και φυσιογνωμιστής, κι αν υπερτερούν -να το πω έτσι πολύ ξερά- συντηρητικοί άνθρωποι, πώς θα τους ξεκινήσεις. Αν οι άνθρωποι αυτοί που αποτελούν το σύνολο, το μεγαλύτερο κομμάτι του συνόλου, είναι πιο «ανοιχτοί», επίσης έχεις έναν μπούσουλα για το πώς θα κάνεις την εισαγωγή σου.
Μετά, αν έχεις το ταλέντο μπορείς να τους πας εκεί που έχεις πιο πολύ δουλεμένο το κείμενό σου. Εκεί, λοιπόν, μπαίνει κι ο παράγοντας αυτοσχεδιασμός. Δηλαδή το improvise, σε αυτή την κατάσταση, είναι το νούμερο ένα. Αν παραιτηθείς στην πρώτη παγωμάρα-δυσκολία-αμηχανία, δεν είσαι για αυτή τη δουλειά.
Το ‘χω πληρώσει ακριβά, γιατί, ξέρετε, το πιο σημαντικό σε αυτά είναι τα πρώτα δέκα λεπτά επί σκηνής. Όσο μεγαλώνω, βέβαια, μειώνονται τα λεπτά· γίνονται πέντε, τρία… Φαντάζομαι δεν μπορoύν να φτάσουν στο μηδέν. Πάντα, αν δεν είσαι αναίσθητος, έχεις άγχος. Αυτό το άγχος που τραβάς, βέβαια, μέχρι να ανέβεις, είναι η χαρτογράφηση που σας περιέγραψα πριν.
Πόσο κόπο απαιτεί η προετοιμασία μιας τέτοιας παράστασης; Πόσο διάβασμα κι ενημέρωση;
Το ένα είναι ότι πρέπει να το ‘χεις! Δηλαδή, αυτό το πράγμα δεν διδάσκεται. Και το βλέπουμε σε πολλούς που προσπαθούν να το κάνουν· από ηθοποιούς που νομίζουν ότι, επειδή διαθέτουν την τέχνη της υποκριτικής, μπορούν να κάνουν και αυτό, μέχρι ανθρώπους που πιστεύουν ότι, επειδή γελάει η παρέα με δυο-τρία πράγματα που λένε, μπορούν να το κάνουν επάγγελμα.
Το δεύτερο βήμα είναι –πηγαίνει ταυτόχρονα και με το πρώτο- η παρατήρηση. Χωρίς την παρατήρηση και επαναπαυμένος ότι το ‘χεις, στο τέλος κάνεις μια τρύπα στο νερό. Πρέπει συνέχεια, μέχρι την τελευταία στιγμή, να ενημερώνεσαι, να βλέπεις δελτία ειδήσεων, να διαβάζεις και να «ξεκοκαλίζεις» πράγματα, όπως τι είναι η κωμωδία, ποιες είναι οι τεχνικές της, πώς γίνεται, ποιος είναι ο μηχανισμός του γέλιου; Αυτά όλα, φυσικά, διαβάζοντάς τα και μελετώντας τα, σε πολλά σημεία βρήκα ότι δεν τα ήξερα, αλλά τα αισθανόμουν. Αυτή είναι η μελέτη, ότι προσπαθείς να βάλεις αγκαζέ το χάρισμα που έχεις και να μάθεις από ανθρώπους που το είχαν πριν από ‘σένα.
Είναι κάτι που δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να το κάνεις σωστά. Σημαίνει, δηλαδή, ότι μελετάς, διαβάζεις, παρατηρείς όλη την ημέρα… Μεγάλο ρόλο σε όλο αυτό έχει το να γνωρίζεις καλά ελληνικά. Που σημαίνει ότι γνωρίζοντας συντακτικό, καλά ελληνικά, ένα πλούσιο «οπλοστάσιο» λέξεων, σε βοηθάει πάρα πολύ. Γι΄ αυτό κι επιμένω, ειδικά στα μικρότερα παιδιά, να διαβάζουν. Σε βοηθάει να εκφράσεις τα συναισθήματά σου· γιατί μία λέξη, μία πρόταση, είναι η «βιτρίνα» ενός συναισθήματος που υπάρχει στην αποθήκη ενός καταστήματος. Το θέμα είναι να μπορείς να βρεις ποια είναι η μία πιο σωστή λέξη που επικρατεί ανάμεσα στις τόσες που μπορείς να χρησιμοποιήσεις. Η ελληνική γλώσσα είναι η «μητέρα» των γλωσσών. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί πιο «έξυπνοι», πιο «επιτήδειοι» άνθρωποι και λαοί, κράτη και χώρες, έχουν εντάξει μέσα στην εκπαίδευσή τους την ελληνική γλώσσα κι εμείς δεν μπορούμε να το καταφέρουμε αυτό, ενώ είναι αυτονόητο.
Επειδή τυχαίνει να γνωρίζω πολύ καλά τον κόσμο των μίντια. Να έχω πολλούς φίλους δημοσιογράφους, πολλούς εχθρούς δημοσιογράφους… Πολλούς ανθρώπους μουσικούς που είναι πολύ φίλοι ή πολύ εχθροί μουσικοί… Υπάρχει, λοιπόν σ’ αυτό, μετά από χρόνια που συναναστρέφεσαι έναν ολόκληρο κόσμο, αυτό που λέγεται ελαστικότητα. Δηλαδή, πρέπει να καταλαβαίνεις ως συριζαίος τι είναι αυτό που κάνει έναν νεοδημοκράτη να μιλάει με αυτόν τον τρόπο, όπως και το ανάποδο. Να καταλαβαίνεις ποια είναι, ας πούμε, η ανάγκη κάποιοι άνθρωποι να βρίσκονται στο κέντρο κι αν είναι «χαμαιλέοντες» και το κάνουν επειδή το πιστεύουν ή επειδή έχουν γνώσεις πάνω στο θέμα ή γιατί θέλουν να μεταπηδούν στην πρώτη δύσκολη κατάσταση. Και δεν είναι μόνον αυτά. Είναι και ο ψυχισμός των ανθρώπων. Δηλαδή, τι κάνει τους ανθρώπους να ανήκουν σε μια πολιτική ομάδα ή σε μια αθλητική ομάδα. Ενδεχομένως, να είναι τυχαίο γεγονός που οι περισσότεροι γνωστοί τους, που συναθροίζονται κοινωνικά, είναι τέτοιοι, και με αυτό το κριτήριο δεν προχωράνε πιο κάτω.
Ποιον θα τοποθετούσατε στο Νο1 της λίστας των Ελλήνων stand-up comedians;
Πλέον υπάρχουν πολλά παιδιά καινούρια, που είναι πολύ καλοί. Εγώ διαφωνώ με τη θεματολογία τους, δεν θέλω να πω, δηλαδή, ποιος είναι αυτός που προτιμώ. Γιατί, αμέσως, θα αυτοτοποθετηθώ σε έναν πολιτικό χώρο. Έτσι συνηθίζεται να γίνεται στην Ελλάδα.
Αν πεις ότι είμαι, ας πούμε, υπέρ του Σεραφείμ Σίλα, θα πούνε: «Α, αυτός που έχει εκπομπή στην ΕΡΤ, που είναι φιλελεύθερος, άρα κι εσύ είσαι δικός του». Αν πεις ότι αυτός που σου αρέσει είναι ο Τσολιάς απ’ την «Ελληνοφρένεια»: «Α, καταλάβαμε. Κρυφοκομμούνι!». Κανείς δεν μπορεί να σκεφτεί ότι εγώ μπορεί -όπως και έγινε- να έχω μεγαλώσει με τον Λεωνίδα Χρηστάκη, διαβάζοντας το «Ιδεοδρόμιο», διαβάζοντας Μπέκετ ή οτιδήποτε άλλο, κι αυτό επειδή είχα και τη μοναδική ικανότητα –αυτό που ονομάζω εγώ «λαϊκής αριστοκρατίας»- να τα μεταφράζω σε ένα είδος τέχνης που λέγεται stand-up comedy· όρος που με εκνευρίζει και θεωρώ ότι κάνω πρόζα, όπως ονομαζόταν στην Ελλάδα όλο αυτό. Κι όμως το ‘καναν κι οι γιαγιάδες στα σκαλοπάτια, στα χωριά, σε νησιά· αυτό που λέμε κοινωνικό gossip. Αν πεις ότι διαβάζεις και μεγάλωσες με τον Κορνήλιο Καστοριάδη, θα πουν: «Έλα, αυτός είναι σίγουρα αριστερός, αλλά θέλει να το καλύψει με μία πιο αναρχο-αυτόνομη ματιά». Αν πεις ότι σ’ αρέσει ο Ζάχος Χατζηφωτίου, θα είσαι βασιλόφρων. Εμένα τυχαίνει, όμως, να μ’ αρέσουν όλοι αυτοί που προανέφερα. Κι όχι μόνο αυτοί με τους οποίους μεγάλωσα αλλά κι αυτοί τους οποίους έμαθα μετά. Δηλαδή, απ’ τον Ζαμπούνη έχω μάθει αρκετά πράγματα.
Ίσως κλέψω λίγη «αίγλη» από την παράστασή σας, αλλά δεν θα μπορούσα να μην ζητήσω να μου σχολιάσατε μία πρόσφατη δήλωση που έκανε «κρότο» μεγάλο: «Όποιος αρνείται να προσαρμοστεί, δυστυχώς πεθαίνει».
Αντικειμενικά, τώρα εδώ, δεν φταίω εγώ που θα ακουστώ σαν αριστερός, κομμουνιστής ή οτιδήποτε άλλο. Αλλά μια ζωή καλούνται να προσαρμοστούν αυτοί που δεν μπορούν. Η δήλωση ήταν ατυχής, όσο ατυχής ήταν κι η δήλωση του κυρίου Τσίπρα με το θέμα των συνόρων στο Αιγαίο. Δεν μπορεί να επενδύεις τόσο στο μπλάνκο που καταπίνουμε για να ξεχνάει ο εγκέφαλος αυτά που έχει καταγράψει και που υπάρχουν και στα social media. Αμέσως μόλις το λες, βλέπεις ότι τα «τσακάλια της τεμπελιάς», που ασχολούνται μόνο με αυτό, σου βγάζουν το αντίστοιχο που είπες πριν ένα, δύο, τρία χρόνια… Επίσης, δεν μπορώ να καταλάβω την ομάδα επικοινωνίας του κυρίου Τσίπρα που στέλνει Δελτίο Τύπου και τον αναφέρει ως «Τσίρπας». Δηλαδή, αυτά ξεπερνάνε το λεκτικό «οπλοστάσιο». Δεν μπορώ να καταλάβω πώς γίνονται αυτά τα πράγματα ούτε πώς λέει κάποιος άνθρωπος ότι δεν είμαι «κωλοτούμπας»· ενώ μας έχει πει ότι δεν πρόκειται να «χαιρετίσει», να ονοματίσει, να κάνει οτιδήποτε άλλο με το ζήτημα του Μακεδονικού. Τι θα πει δεν είμαι «κωλοτούμπας»; Δεν το λες γενικά όταν το έχεις κάνει.
INFO
«Όλοι Μαζί Ακούμε»
(Διογένης Δασκάλου- Monie & Monie Conniente)
Παρασκευή, 23 Σεπτεμβρίου – Ώρα 21.00
Πλαζ Αρετσούς, Καλαμαριά
Monie & Monie Conniente
Σωτήρης Δασκάλου (τενόρο σαξόφωνο),
Λεωνίδας Βλάχος (τρομπέτα),
Φώτης Μίγγας (τρομπόνι),
Βίκυ Βογιατζόγλου (φωνή),
Δημήτρης Κρανιδιώτης (φωνή)
Παύλος Παφρανίδης (νυκτά έγχορδα)