Τεχνητή νοημοσύνη, μηχανική μαθηση, εικονική και επαυξημένη πραγματικότητα, διαδίκτυο των πραγμάτων… Άγνωστες λέξεις και ορολογίες έχουν κατακλύσει τα τελευταία χρόνια, μετά την ψηφιακή επανάσταση, την καθημερινότητά μας, έννοιες που προς το παρόν οι περισσότεροι αντιμετωπίζουμε σαν παιχνίδι.
Τι γίνεται όμως όταν αυτά τα νέα ψηφιακά συστήματα και οι τεχνολογίες αρχίζουν να επηρεάζουν το μέλλον μας στην αγορά εργασίας; Πόσο σίγουροι είμαστε ότι με την ταχύτητα που εξελίσσονται όλα αυτά τα νέα συστήματα, δεν θα βρεθούμε αντιμέτωποι όχι μόνο με τον έλεγχο της εργασίας μας αλλά μακροπρόθεσμα και με την ανεργία; Πόσο σίγουροι είμαστε ότι οι γνώσεις και η εμπειρία μας δεν θα μπορούν να αντικατασταθούν με ένα… απλό ερώτημα στο περίφημο ChatGPT που… μοιάζει να ξέρει τα πάντα;
Η τεχνητή νοημοσύνη, άλλωστε, είναι πολύ πιο κοντά από ό,τι πιστεύουμε. Η έρευνα διεθνών οργανισμών που ασχολούνται με το θέμα έδειξε ότι περίπου το 40% των τμημάτων ανθρώπινου δυναμικού ήδη χρησιμοποιεί εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης και το 70% θεωρεί ότι αυτό αποτελεί υψηλή προτεραιότητα για την οργάνωσή τους!
Σε γενικές γραμμές, η τεχνητή νοημοσύνη είναι η κατασκευή προγραμμάτων που μπορούν να εκτελούν εργασίες που συνήθως απαιτούν ανθρώπινη νοημοσύνη (επίλυση προβλημάτων, γραφή κειμένων κ.α.). Επειδή, όμως είναι τεχνητή έχει τη δυνατότητα να «διαβάζει» τεράστιες ποσότητες δεδομένων και να «απαντά» πιο έξυπνα, πιο περιεκτικά. Ήδη, νέοι και νέες τη χρησιμοποιούν για τη σύνταξη κειμένων, ακόμη και για τη σύνταξη βιογραφικού. Τι γίνεται όμως με τις θέσεις εργασίας;
Το TheOpinion έθεσε αυτούς τους προβληματισμούς του στον Ανδρέα Στοϊμενίδη, πρόεδρο στην Ομοσπονδία Συλλόγων Εργαζομένων Τεχνικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΟΣΕΤΕΕ) και πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία.
«Οι νέες τεχνολογίες επικοινωνίας και πληροφοριών έχουν αλλάξει δραστικά το εργασιακό περιβάλλον τα τελευταία χρόνια. Η αυτοματοποίηση των εργασιών ήταν πάντα θέμα συζήτησης για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία (ΥΑΕ), είτε με τη θετική της πτυχή, όσον αφορά τη μείωση της έκθεσης σε κινδύνους, είτε με την αρνητική της, που είναι οι νέοι και απρόβλεπτοι κίνδυνοι που ανακύπτουν όπως και τα ζητήματα ελέγχου της εργασίας και των εργαζομένων», μάς λέει ο κ. Στοϊμενίδης.
Έλεγχος της εργασίας και των εργαζομένων
Πράγματι, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, οι εργαζόμενοι παρακολουθούνται ολοένα και περισσότερο από τεχνολογίες και αλγόριθμους, και μπορεί να είναι αντικείμενο ελέγχου από «έξυπνες μηχανές». Ωστόσο, αυτή η συνεχής παρακολούθηση των εργαζομένων μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη πίεση απόδοσης, αποξένωση και σε επιβλαβείς επιπτώσεις στην ψυχική μας υγεία.
«Θα πρέπει να εξηγήσουμε ότι αυτοματοποίηση δεν σημαίνει απουσία ανθρώπων από τα συστήματα: σημαίνει διαφορετικό ρόλο του ανθρώπου στα συστήματα. Καθώς προχωράμε στην προηγμένη ρομποτική και τα συστήματα που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη, αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις φαίνεται να εντείνονται», τονίζει ο κ. Στοϊμενίδης.
Ελαστικές μορφές απασχόλησης
Ενώ τα ψηφιακά εργαλεία προσφέρουν ευελιξία και ελευθερία, μπορεί να δημιουργηθεί απουσία ορίων που οδηγεί σε υπερβολική παρέμβαση μεταξύ των εργασιακών απαιτήσεων και της ιδιωτικής ζωής των εργαζομένων. Η τηλεργασία έχει αποδειχθεί ότι θολώνει τα όρια του χρόνου και του χώρου εργασίας.
Παράλληλα, όπως εξηγεί ο κ. Στοϊμενίδης, η ψηφιοποίηση μπορεί να αποτελέσει κινητήρια δύναμη για την λεγόμενη «ευελιξία της εργασίας», δηλαδή να αυξήσει μορφές απασχόλησης όπως η μερική απασχόληση ή η προσωρινή εργασία, οι συμβάσεις «μηδενικής ώρας» και άλλες μορφές επισφαλούς απασχόλησης, οι οποίες οδηγούν σε μεγάλη αβεβαιότητα τον εργαζόμενο σε σχέση με την δουλειά του και του προκαλούν αρνητικά συναισθήματα ότι δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις μεγάλες αλλαγές και την πλήρη ελαστικοποίηση της εργασίας.
Σύμφωνα με τον δρ. Ανδρέα Στοϊμενίδη, «όλα αυτά αποτελούν ήδη αντικείμενο μεγάλης συζήτησης που έχει ανοίξει στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο του τριμερούς διαλόγου ανάμεσα στις Κυβερνήσεις, τα Συνδικάτα και τις Εργοδοτικές Οργανώσεις όπως αυτός αναπτύσσεται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία και την αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή της Κομισιόν.
Εξαιρετικά σημαντική, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η συνεργασία και αλληλεπίδραση μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και η σε βάθος εκπαίδευση των εργαζομένων σχετικά με το πώς να χειρίζονται συστήματα που βασίζονται σε τεχνητή νοημοσύνη.
«Ανοίγουμε αυτή τη συζήτηση και στην χώρα μας με την επιφύλαξη της συνεχούς οπισθοδρόμησης στα ζητήματα της προστασίας της Υγείας και της Ασφάλειας των Εργαζομένων αλλά με την ελπίδα ότι η τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης θα συνεισφέρουν στην ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, στην ανακίνηση του ζητήματος και στην πολιτική του προτεραιοποίηση», προσθέτει.