Σε κάποια αποστροφή του λόγου του ο νυν πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν ήταν ακόμα στην αντιπολίτευση είχε πει πως τον ενδιαφέρει η «επικοινωνία κι όχι η ουσία». Γλώσσα λανθάνουσα την αλήθεια λέγει, σημείωναν οι αρχαίοι και ο θυμόσοφος λαός.
Η πολιτική που ακολούθησε μεταξύ «τυμβωρυχίας» της τραγωδίας στο Μάτι και «καπήλευσης» των εθνικιστικών κορωνών που άγγιξαν τα υψηλότερα ντεσιμπέλ κατά την περίοδο της συμφωνίας των Πρεσπών, τον οδήγησε στην εξουσία. Έλαβε ένα ποσοστό που άγγιξε το 40% που του έδωσε την κυβερνητική πλειοψηφία με 158 βουλευτές σε σύνολο 300.
Ακολούθησε μία τετραετία που χωρίζεται σε τρία διαστήματα. Το πρώτο εξάμηνο της ξεγνοιασιάς, την περίοδο της οξείας φάσης της πανδημίας και τη συνέχεια που έχει μέσα της αρνητικές πρωτιές (θάνατοι ανά εκατομμύριο κατοίκων από τον COVID-19, ανεργία νέων και επίσημα), σκάνδαλα διαφθοράς, πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, υποκλοπές και φυσικά την τραγωδία των Τεμπών. Οι νέοι δείχνουν πως ξυπνούν από τον λήθαργο του προηγούμενου διαστήματος. Η κοινωνία στο πλευρό τους ολοένα και περισσότερο ζητείται από τα κόμματα εξουσίας όχι χυδαία προπαγάνδα, αλλά προγράμματα με σαφείς λύσεις. Ένα τέτοιο βήμα έκανε χθες ο ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, παρουσιάζοντας το πρόγραμμα – ανάσα σχετικά με την προστασία της πρώτης κατοικίας. Μία ουσιαστική πρόταση, μελετημένη και κοστολογημένη που αγγίζει 700.000 οικογένειες συμπολιτών μας, που είναι αντιμέτωποι με το φάντασμα των εξώσεων, καθώς τα funds δεν έχουν διαθέσεις για περαιτέρω συζητήσεις.
Την ώρα λοιπόν που ο κόσμος ζητάει λύσεις για τα καθημερινά προβλήματα, εκτιμώ πως ατυχώς τον βομβαρδίζουν με φράχτες, βίλες και πάσης φύσεως δευτερευούσης σημασίας θέματα που δεν τον αγγίζουν. Η πλειοψηφία ζητάει εδώ και τώρα βελτίωση των συνθηκών ζωής. Δεν μπορούν άλλο, δεν αντέχουν άλλο από τις 20 του μήνα να ασθμαίνουν. Την ίδια στιγμή Υπουργοί σε πάνελ προσπαθούν να κάνουν το άσπρο-μαύρο. Αυτή τη φορά όμως στην εξουσία δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, αλλά η Νέα Δημοκρατία, που κάνει μία «ιδιότυπη αντιπολίτευση» στα πεπραγμένα του 2015-2018, σαν να βρίσκεται ακόμα στην κυβέρνηση το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα. Πρόκειται για μία βαθιά αναντιστοιχία πραγματικότητας και αφηγήματος, που δε φαίνεται να αγγίζει κανέναν. Ελάχιστους, ιδιαιτέρως ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας αγγίζουν τα πάσης μορφής «pass». Το διακύβευμα όμως πρέπει να αφορά μια αλλαγή, μία ανατροπή. Να έρθει δηλαδή η μείωση του ειδικού φόρου στα καύσιμα, αντιστοίχως η μείωση του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης στα supermarket, να αυξηθεί ο κατώτερος μισθός πάνω από τα 800 ευρώ, ώστε να ισοσταθμίσει όσο μπορεί τον καλπάζοντα πληθωρισμό. Η επικοινωνία (MRB ποιοτικά χαρακτηριστικά) φαίνεται πως ατονεί σε όλες τις ηλικίες, πλην των συνταξιούχων άνω των 67, που βρίσκονται στην πλειοψηφία τους καθηλωμένοι μπροστά στην τηλεόραση και δέχονται μία άνευ προηγουμένου «πλύση εγκεφάλου». Προφανώς κάποιοι θα πειστούν. Το ζήτημα είναι όμως πως στις παραγωγικές ηλικίες και στην μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα έχουμε μία αλλαγή πλεύσης σε σύγκριση με το 2019, ενώ περίπου 700.000 νέοι ψηφοφόροι γεννημένοι μέχρι και το 1996 μπαίνουν για πρώτη φορά στην κάλπη.
Όλα αυτά μας φέρνουν προ των ευθυνών μας. Ο αναβρασμός μεγάλος και η σύγχυση μεγαλύτερη, ενώ ένα μεγάλο μέρος της Δεξιάς πολυκατοικίας αφήνει το κυβερνόν κόμμα και στρέφεται στα δεξιά της με την «Ελληνική Λύση» και τους «Έλληνες για την Πατρίδα» να παίρνουν την μερίδα του λέοντος. Τα «Τέμπη δε θα ξεχαστούν». 21 Μάη θα κλείνουμε τρεις μήνες από την τραγωδία. Οι προοδευτικοί πολίτες οφείλουν πρώτα απ΄όλα στον εαυτό τους να έχουν στείλει μήνυμα υπέρ της ουσίας και της συνεργασίας. Σε διαφορετική περίπτωση μας περιμένει μία πολύ δυσκολότερη, σε όλα τα επίπεδα τετραετία.