Η Σοφία Φιλιππίδου βρέθηκε στην Θεσσαλονίκη για την παρουσίαση του νέου της βιβλίου και είχα την χαρά να συναντηθούμε μαζί με τον κ. Τέλλο Φίλη για μια πρώτη γνωριμία στο Πράσινο Δωμάτιο στον 1ο όροφο του Ολύμπιον.
Τίτλος του βιβλίου «Το τραγούδι της μαύρης τρύπας» από τις εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ. Πρόκειται για μικρά κείμενα με τίτλους και υποσημειώσεις όπως γράφει υπότιτλος. Στη συνέχεια περπατήσαμε μέχρι το ίδρυμα πολιτισμού Υδρία, του Τάσου Φαλκού Αρβανιτάκη και Τιτίκας Αρβανιτάκη στην οδό Παπαμάρκου, ένα στενό πλακόστρωτο γεμάτο τέχνη που αποτελεί σημείο συνάντησης πολλών καλλιτεχνικών γεγονότων όλες τις εποχές του χρόνου.
Στρίβοντας από την Ερμού μαζί με τις αιώνιες μυρωδιές της Άθωνος μας υποδέχτηκαν οι πνοές ενός σαξοφωνίστα κι αυτόματα διεισδύσαμε σε μια χρονική παρένθεση, μεταφερθήκαμε προετοιμασμένοι στο επίκεντρο της βραδιάς έχοντας αποφορτιστεί από την αστική φασαρία.
Το βιβλίο και την κ. Σοφία Φιλιππίδου προλόγισε σύντομα η οικοδέσποινα κ. Τιτίκα Αρβανιτάκη, ο νομικός και συγγραφέας κ. Άκης Δήμου αποδίδοντας εξαιρετικά τη συγγραφική διάστασή της, ο κ. Τέλλος Φίλης πάντα ευαίσθητος και βιωματικός, ενώ επιλεγμένα αποσπάσματα διάβασε με μοναδική απόδοση η ηθοποιός Πολυξένη Σπυροπούλου.
Η ώρα κύλισε πολύ ευχάριστα, ήταν μια διαφορετική παρουσίαση μέσα σε ένα ζεστό κλίμα γεμάτο αντιθέσεις.
Από την μια το γέλιο, καθώς το πηγαίο χιούμορ χαρακτηρίζει την κ. Φιλιππίδου και από την άλλη πολλή συγκίνηση με δάκρυα ακόμη που ήρθαν αβίαστα στις πιο λεπτές ψυχές που αντιλήφθηκαν τις βαθύτερες αγωνίες που μοιράζεται η συγγραφέας. Όλη η διαδικασία ήταν μια μοιρασιά σε αλληλεπίδραση με ό,τι πιο εξομολογητικό μπορεί να κατατεθεί σε μια τέτοια συγκυρία από όλες τις μεριές αμφίδρομα, τόσο από τους ομιλητές όσο και από το κοινό.
Παρά την κούραση της επίσκεψης στην πόλη μας και την εμπειρία της παρουσίασης, η κ. Σοφία με τίμησε με μια εμβόλιμη στο πρόγραμμά της μικρή συνέντευξη στο τέλος της βραδιάς.
Τι ορίζει ο τίτλος του βιβλίου; Είναι κάτι το οποίο αναφέρατε και στην παρουσίαση.
-«Ο τίτλος είναι μια έμπνευση που είχα γράφοντας ένα κείμενο προσπαθώντας να πω για την φασαρία που κάνουμε καμιά φορά, την φλυαρία μας όταν μιλάμε αλλά δεν λέμε αυτό που θέλουμε ακριβώς και γυρίζουμε γύρω γύρω από το θέμα, που δεν έχουμε καλή σχέση με την αλήθεια, που φλερτάρουμε με το ψέμα. Σκέφτηκα πως αν επιτέλους σταματήσουμε κάποια στιγμή να λέμε ψέματα στους εαυτούς μας και δεν κάναμε τόση φασαρία άνευ λόγου αποφεύγοντας το θέμα και την αληθινή ουσία, τότε σε ένα άλλο επίπεδο φαντασίας και ονείρου θα μπορούσαμε να ακούσουμε τον ήχο που ανακάλυψαν και κατέγραψαν οι επιστήμονες γύρω από την μαύρη τρύπα. Αυτοί τον είπαν ήχο, εγώ το ονόμασα τραγούδι κι έγινε κι ο τίτλος του βιβλίου μου.
Επιθυμώ πολύ να συνδεθώ με αυτό που νομίζω ότι ανήκω, όπως όλοι οι άνθρωποι πιστεύω ότι ανήκουμε σε αυτό το όλον. Είμαστε δηλαδή κομμάτια, ψήγματα του όλου και ζούμε σε ένα θαύμα, κατά τη δική μου άποψη, έτσι μ΄ αρέσει να το φαντάζομαι, ένα θαύμα εκατομμυρίων χρόνων σε εξέλιξη κι εμείς είμαστε κομμάτι αυτού του θαύματος που δεν έχει τελειώσει. Αυτή η σκέψη με ηρεμεί, με γαληνεύει και με γεμίζει αισιοδοξία και χαρά ότι εγώ στη δική μου ζωή, την μικρή μου ζωούλα δηλαδή, κατάφερα να συμμετέχω σε αυτό το θαύμα».
Σε πρώτη επαφή ο τίτλος είναι σοβαρός, μέσα όμως συναντούμε πολύ χιούμορ. Αυτήν την αντίφαση τη ζήσαμε και στην παρουσίαση,βαδίζαμε ανάμεσα στο γέλιο και τη συγκίνηση. Κάνατε το χαριτωμένο λογοπαίγνιο πως ήταν σαν ένας μικρός θάνατος που μετά όμως έρχεται η Ανάσταση.
-«Ναι έκανα το λογοπαίγνιο αυτό…ένιωσα κι εγώ τη συγκίνηση. Είδα με τα μάτια μου αυτή τη συγκίνηση να συμβαίνει καθώς διάβαζε και ο Άκης και η Πολυξένη και ο Τέλλος και κάποια στιγμή είχα μια μικρή παραίσθηση ότι είμαι πεθαμένη κι ότι είναι ο επικήδειός μου αυτά που ακούω. Δεν τρόμαζα όμως. Ήμουν χαρούμενη. Μιλούσαν για μένα οι φίλοι μου που τους αγαπώ, δεν ήταν ψεύτικα λόγια, ήταν λόγια αληθινά. Ένιωσα ότι έχω φύγει και μιλούν οι άλλοι από πάνω μου αλλά αφού είμαι στη ζωή», είπε γελώντας, «μέσα από την παρουσίαση του βιβλίου είναι σαν να αναγεννήθηκα».
Ήταν έντονη η συναισθηματική φόρτιση το ζήσαμε κι εμείς από κάτω το ίδιο! Να κάνω μια σύνδεση με την πρώτη συζήτησή μας στο Ολύμπιον, είπατε μια όμορφη κουβέντα με την οποία κι εγώ ταυτίζομαι. Είπατε «είμαι ερασιτέχνης». Είναι στάση ζωής αυτό, είναι αισθητική, είναι κάτι πιο υπαρξιακό; Είστε επαγγελματίας τη δουλειά σας και οργανωτική, οπότε θέλετε να μας πείτε τι εννοείτε;
-«Ναι είπα αυτή τη λέξη αλλά είναι λίγο επικίνδυνη. Ήθελα να πω πως δεν έχω ακόμη ανακαλύψει κάτι που να το έχω «πετύχει», σε εισαγωγικά ο όρος. Δεν εννοώ με τους δικούς μου κανόνες. Εγώ η ίδια πιστεύω ότι έχω κάνει μεγάλες επιτυχίες, το νιώθω μέσα μου, γιατί παίρνω μεγάλη χαρά κι εξελίσσομαι. Περνάω κάθε φορά σε άλλο στάδιο και αυτά είναι μικρές δικές μου επιτυχίες. Αυτές οι επιτυχίες όμως δεν είναι μετρήσιμες στην αγορά. Αυτό εννοώ. Δεν έχω παραγάγει ένα προϊόν ή να έχω κάνει ένα ρόλο κι επειδή αυτός έκανε επιτυχία, που έχω κάνει πάρα πολλά, μετά αυτό να το πουλάω συνέχεια. Με αυτήν τη έννοια παραμένω στα όρια του έρωτα και της χαράς της δημιουργίας, θέλω να την παίρνω συνέχεια. Δεν θέλω αυτό το προϊόν να έχει τόση μεγάλη επιτυχία στη αγορά ώστε να είμαι αναγκασμένη μετά να κάνω στη συνέχεια πολλά τέτοια πράγματα, αυτό με αγχώνει. Και μάλλον προκαλώ μόνη μου αυτό το «πίσω», ότι όχι δεν θα κάνουμε ξανά το ίδιο. Δεν θα κάνουμε αντίτυπα του προϊόντος, θα ψάξουμε έναν άλλο δημιουργικό δρόμο επικοινωνίας. Με αυτήν την έννοια λοιπόν, είμαι ερασιτέχνης, έχω έρωτα με την αναζήτηση της δημιουργικής χαράς. Όπου υπάρχει, όπου μπορώ να τη βρω. Γιατί το άλλο δεν μου δίνει χαρά. Δηλαδή το να κάνω μία επιτυχία που πρέπει να την παίζω κάθε μέρα για δύο χρόνια είναι πολύ κουραστικό, είναι επώδυνο, το βράδυ πονάει όλο το σώμα μου και πια η χαρά σταματά. Γίνεται μια αγγαρεία. Κι επειδή είμαι φιλότιμη πονάω».
Αν μου επιτρέπετε να το συνδέσω και με κάτι άλλο που είπατε, ότι εμείς οι ηθοποιοί καλούμαστε σε μια ψεύτικη συνθήκη, που είναι το θέατρο, να είμαστε ειλικρινείς. Έχει να κάνει και με αυτό το επαναλαμβανόμενο, εμπορεύσιμο και εν τέλει αναλώσιμο προϊόν;
-«Ναι ακριβώς όπως το λέτε. Σε αυτή τη διαδικασία έχω μπει, την έχω δοκιμάσει, ξέρω πόσο επώδυνη είναι. Δεν μπορώ να υπηρετήσω την αγορά η οποία θέλει αναλώσιμα προϊόντα, ούτε να μπω σε ένα ράφι επειδή πουλάω. Να είμαι μία ηρωίδα η οποία πουλάω αυτό το προϊόν. Δεν το δέχομαι, δεν θα κάνω αυτό το κακό στον εαυτό μου γιατί γνωρίζω πως η δημιουργική χαρά είναι κρυμμένη αλλού. Είναι κρυμμένη στη διαρκή αναζήτηση».
Ο κ. Άκης Δήμου πριν μιλώντας για σας είπε ότι σας γνωρίζουμε όλοι σαν ηθοποιό αλλά μας λείπουν τα βιβλία σας. Σήμερα άνθρωποι μας είπαν ότι τους λείπετε και στο θέατρο»
-«Κοιτάξτε, η τελευταία παράσταση με τον Σταμάτη Κραουνάκη, οι Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη, η οπερέτα που κάναμε ήταν μεγάλη, ήταν σπουδαία, απευθύνονταν σε πολύ κόσμο, παίχτηκε στο Ηρώδειο. Δεν ήταν σε κάποιον από τους μικρούς χώρους που καταφεύγω τα τελευταία χρόνια που επιζητώ κάτι πιο ήσυχο. Όταν έχω την ευκαιρία να συνεργάζομαι με κάποιους μεγάλους καλλιτέχνες σε μεγάλα έργα το κάνω, αλλά αυτό δεν είναι κάτι επίσης που νιώθω ότι θα έπρεπε να το παίζω μεγάλο χρονικό διάστημα. Ήταν κάτι μεγάλο, με σπουδαίους συνεργάτες, παίχτηκε στην Εθνική Λυρική Σκηνή και τελείωσε. Ήταν κάτι καλλιτεχνικό, που όμως δεν έβαλε τον καλλιτέχνη στη διαδικασία της απομύζησης και της κόπωσης. Σε τέτοιες συνεργασίες λέω ναι. Είναι θεάματα που αγαπούν τον ηθοποιό, αγαπούν την τέχνη και μας σέβονται, σεβόμαστε ο ένας τον άλλον».
Υπάρχει ζήτημα χημείας με τον ρόλο; Πώς συνδέεται ο ηθοποιός με κάποιον χαρακτήρα; Υποτάσσεται ο ηθοποιός στον ρόλο, τον αγκαλιάζει ή είναι κάτι προσωπικό για τον καθένα;
-«Αν υπάρχει η λέξη της χημείας στο θέατρο, αφορά στους θεατές κι όχι στο ρόλο. Δηλαδή το ερωτικό στοιχείο μπαίνει όταν παίζουμε για να επικοινωνήσουμε με τους θεατές σε επίπεδο έρωτος και χαράς. Ακριβώς εκεί μπαίνει. Με τον ρόλο όμως είναι επώδυνη η αναζήτηση του άλλου, ο οποίος κατοικεί μέσα μας. Γιατί βέβαια αυτά που κάνουμε δεν είναι κάποιων άλλων. Μπορεί πού και πού κάπου να χρειάζεται να μιμηθείς κάτι γιατί είμαστε και μιμητικά όντα, όμως ένας καλός ηθοποιός πρέπει να σκύψει και να αναζητήσει μέσα του δικά του στοιχεία, επομένως αρχίζει ήδη από πολύ νωρίς η αυτογνωσία, δηλαδή να βρει ο καθένας ποιος είναι. Έπειτα πρέπει διεγείρει και να «ξύσει» μέσα του αυτόν τον ήρωα με τα στοιχεία που λέει ο συγγραφέας αλλά να είναι δικά του για να είναι αληθινά. Δεν μπορούμε για παράδειγμα να μιμηθούμε τη συγκίνηση ενός άλλου. Ή να ερωτευθούμε όπως ένας ξένος. Αν δεν βρούμε αυτά τα πράγματα μέσα μας δεν μπορούμε να φτιάξουμε έναν ρόλο. Ο ρόλος θα έρθει να μας βρει, όταν εμείς καταλάβουμε τα λόγια του έργου, τον συγγραφέα, την εποχή, αν μελετήσουμε τον τόπο, τις συνθήκες τις κοινωνικές, τις πολιτικές, τους άλλους ήρωες του έργου και τότε τα δικά μας λόγια τα καταλάβουμε, τα πούμε στο διπλανό μας για να τα καταλάβει και τότε όλοι μαζί τα πούμε στο κοινό για να τα επικοινωνήσουμε τότε γίνεται ο ρόλος, ρόλος».
Η τέχνη είναι λύτρωση, είναι ανάγκη, πώς το βιώνετε εσείς;
-«Πιστεύω πολύ στην τέχνη και στην ανάγκη σαν δύο δυνάμεις που μας μαθαίνουν να ζούμε. Πρώτα η ανάγκη που την έχουμε παραμελήσει. Ουσιαστικά ακόμη δεν βρεθήκαμε σε μεγάλη ανάγκη. Σε ανάγκη μεγάλη βρέθηκαν οι λαοί που έζησαν πόλεμο, πείνα, ασθένειες. Ακόμη και η πανδημία δεν στάθηκε δυνατή να γίνει μια μεγάλη ανάγκη για αλλαγή, αλλιώς θα είχαμε αλλάξει και δεν θα βγάζαμε το χειρότερό μας εαυτό. Η πιο μεγάλη τέχνη είναι η ίδια η ζωή, να κάνεις την ίδια σου τη ζωή έργο τέχνης. Εάν αυτό επιτευχθεί εκεί μέσα ανακαλύπτεις και χαρά».
Επώδυνο αλλά αξίζει τον κόπο.
– «Ναι, είναι δύσκολο αλλά αξίζει. Όπως είπα και σε ένα κείμενό μου, μπορεί εμείς οι συγγραφείς να νιώθουμε το σώμα μας να πονάει γράφοντας, οι ηθοποιοί να πονάμε παίζοντας, όμως όταν έρχεται η ευλογημένη στιγμή που παίρνεις χαρά, έρχεσαι σε επαφή με αυτό που λέμε ευτυχία. Κι εν τέλει λες, ναι, ευτυχία υπάρχει».
Σαν τις οδύνες μιας γέννας, που μετά παίρνοντας αγκαλιά το παιδί ξεχνάς τον πόνο.
-«Ναι, γι΄ αυτό λένε οι μαμάδες πόνεσα πολύ αλλά μετά όλα φύγανε».
Μιας που μιλήσαμε για την περίοδο της πανδημίας, επιδείνωσε τις αρνητικές ροπές μας, μας έφτασε σε επισφαλείς επιλογές, ήταν κάτι που επηρέασε την αισθητική μας;
-«Τα ζητήματα αισθητικής είναι τόσο μεγάλα και τόσο παλιά που είναι κρίμα να τα στριμώξουμε στην πανδημία. Δίπλα μας, πλάι μας, γύρω μας υπάρχουν ζητήματα αισθητικής από πολύ πριν. Από τα σπίτια μας, τις πολυκατοικίες, τον τρόπο που ζούμε, την κακογουστιά, τον νεοπλουτισμό και χίλια δυο. Για να μην πάμε σε άλλες εποχές κι άλλους αιώνες γιατί πάντα τίθεται αυτό το θέμα, στην εποχή μας αναδύεται από τη δεκαετία του ΄90 όπου χάθηκε το μέτρο με την ευημερία, τα δάνεια και τα πολλά λεφτά».
Υπάρχει και πολιτική ευθύνη σε αυτό;
-«Η ευθύνη είναι όλων.»
Και ως κοινωνία και ως άτομα.
-«Ναι βέβαια, γιατί μπορεί οι πολιτικοί να δίνουν το μέτρο και τον ρυθμό με τα λόγια, αλλά οι άνθρωποι είμαστε υπεύθυνοι γιατί ακολουθούμε, όσοι δεν αντιστέκονται. Υπάρχει κόσμος που πιστεύει κι ακολουθεί, άρα τα θέματα αισθητικής είναι υπαρκτά και σηκώνει μεγάλη κουβέντα το ζήτημα της αισθητικής στο σπίτι, στις σχέσεις, στην τέχνη, στο θέατρο οπωσδήποτε και στον έρωτα ακόμα. Είναι μεγάλη αξία, μεγάλο κομμάτι αυτό. Και δεν πιστεύω ότι αυτό επηρεάστηκε κατά τον εγκλεισμό και την πανδημία, όσο ο ίδιος βαθιά ο χαρακτήρας μας. Ο τρόμος έφερε στην επιφάνεια κάποια κακά στοιχεία από μέσα μας. Ίσως να προέκυψαν από το φόβο του θανάτου. Στο μέλλον θα αξιολογηθούν αυτά».
Τόσο κατά την πανδημία αλλά και γενικότερα, για να μην επιμείνω άλλο στην καραντίνα, ο κόσμος ένιωθε και νιώθει την αμεσότητα της επικοινωνίας με εσάς μέσω του διαδικτύου κλπ..
-«Αυτό είναι κάτι που το καλλιεργώ. Κάτι σαν τις γλάστρες μου. Παράλληλα με ό,τι άλλο με ενδιαφέρει καλλιεργώ και αυτό το κομμάτι. Με πολλή αγάπη κι έγνοια, ουσιαστικά πάντα, στοχεύοντας στην αλήθεια και στην αυθεντικότητα. Λείπει από την εποχή μας και θέλω να θυμίζω, όχι να συμβουλεύσω ή να υποδείξω σε κανέναν τι να κάνει αλλά δείχνω έναν τρόπο που κάπως εμένα μου δίνει μια μικρή χαρά. Τα λουλούδια μου, η μαγειρική μου, το γράψιμο, οι γάτες μου, η φύση, ο ουρανός. Εκεί στον μικρό χώρο που ζω, σε ό,τι μου ανήκει και είναι δικό μου. Υπάρχει παντού κρυμμένο ένα θαύμα».
Επιστρέφουμε σε αυτό που μου είπατε στην αρχή, ότι είμαστε μέρος ενός θαύματος.
-«Ναι ακριβώς, το βλέπω στη γλάστρα μου. Ξαφνικά ένα ξεραμένο κλαδάκι, που είναι ένα πεθαμένο κούτσουρο έτοιμο να το θάψεις, ξαφνικά ζωντανεύει. Παρατηρώ, παρατηρώ τα πάντα. Παίρνω ένα λουλούδι από τα σκουπίδια το περιποιούμαι κι αυτό ζωντανεύει. Για μένα αυτό είναι θαύμα, αλλά εξαρτάται και τι θεωρεί κανείς θαύμα. Μπορεί κάποιος να θεωρεί θαύμα να έχει ένα πολύ ακριβό αυτοκίνητο. Εγώ χαίρομαι με το κλαράκι. Κι αυτά τα δείχνω γιατί θέλω να τα μοιράζομαι. Αυτό προέρχεται από την παιδική μου ηλικία. Όταν ήμουν παιδί μου έλεγε η μάνα μου ότι άδειαζα όλα τα ντουλάπια, ό,τι είχαν τα έβαζα στις τσέπες μου και τα μοίραζα στα άλλα παιδιά. Είναι το ίδιο. Μοίραζα μικρή αυτά που είχα, μετά μοίραζα τα λόγια και αυτά που ήξερα. Μοίραζα ό,τι άκουγα. Ενώ κάποια πράγματα ήταν μυστικά, εγώ τα μοίραζα».
Τελικά ό,τι μοιράζεται πολλαπλασιάζεται;
-«Δεν ξέρω. Πάντως εγώ τα μοιράζομαι. Δεν ξέρω αν πολλαπλασιάζεται, ελπίζω όμως ότι μπορούμε με έναν τέτοιο τρόπο να φύγουμε από το μικρό μας εγώ και αν ενωθούμε να συμβεί ένα πιο μεγάλο θαύμα».
Ζείτε στα Εξάρχεια. Πώς είναι η ζωή εκεί τώρα με όλα αυτά που συμβαίνουν;
-«Από τότε που είμαι στα Εξάρχεια κάτι πάντα γίνεται. Δηλαδή εντάξει γίνανε όλα αυτά που γίνανε να μην τα ξαναλέμε, διαδηλώσεις, καψίματα, αναρχικοί κουκουλοφόροι. Όμως να μην ξεχνάμε ότι τα Εξάρχεια είναι ο τόπος των βιβλιοπωλείων, των λογοτεχνών, των συγγραφέων, των ποιητών, του εναλλακτικού θεάτρου, της ελευθερίας, της επανάστασης όπως εκφράζεται αυτή με διάφορες μορφές, άναρχα, ήρεμα, άγρια τέλος πάντων και αυτό πρέπει να το διαφυλάξουμε γιατί είναι η ιστορική μας μνήμη. Τα Εξάρχεια έχουν μια παράδοση και είναι σημείο αναφοράς. Εγώ είμαι πολύ χαρούμενη που αξιώθηκα να μείνω εκεί και να γνωρίσω τόσους σημαντικούς ανθρώπους και η αλήθεια είναι προσωπικά δεν ταλαιπωρήθηκα όσο ισχυρίζονται άλλοι άνθρωποι που τα εγκατέλειψαν. Ίσως επειδή είχαν παιδιά κι εγώ δεν είχα, δεν χρειάστηκε να νιώσω ότι πρέπει να προστατέψω τα παιδιά μου. Καταλαβαίνω ότι οι οικογένειες φοβούνται από τις ειδήσεις, όπως λέγονται οι ειδήσεις. Δυστυχώς εγκατέλειψαν τη γειτονιά και πέρασε σε χέρια άλλων».
Κάτι τελευταίο, αν και η κουβέντα μαζί σας είναι απολαυστική όμως σέβομαι ότι δεν υπάρχει χρόνος. Νιώθετε ενήλικας ή παιδί;
-«Ούτε το ένα ούτε το άλλο. Παιδί οπωσδήποτε όχι και σίγουρα όχι ενήλικας. Είμαι κάτι απροσδιόριστο, δεν ξέρω. Πάντως ξέρω πάρα πολύ καλά ότι μεγάλωσα, καταλαβαίνω πολύ καλά ότι εξελίχτηκα, κοιτάζω πίσω μου τις γυναίκες που υπήρξα, τα περάσματά μου και τις κατανοώ, γιατί παλιότερα η αλήθεια είναι δεν τις γούσταρα. Δεν γούσταρα τον εαυτό μου σε άλλες μορφές και ηλικίες. Άρχισα σιγά σιγά να τον συγχωρώ, μαζί και τα λάθη που έχω κάνει στη ζωή μου, γιατί πάντα αναλαμβάνω τις ευθύνες μου κι άρχισα να συμπαθώ το παιδί των δεκαέξι, μετά εκείνη τη γυναίκα των είκοσι χρονών, την άλλη στα τριάντα και τα σαράντα που έκανε εκείνα κι εκείνα. Οι εικόνες μου δεν μου ήταν αγαπητές εξαιτίας των λαθών, γιατί πάντα πίστευα ότι εγώ φταίω. Τώρα όμως αρχίζω να μοιράζω τις ευθύνες, παίρνω τις δικές μου και προσπαθώ και μέσα από τα βιβλία μου να πω ότι δεν φταίω μόνο εγώ. Έτσι αγάπησα και αυτές τις γυναίκες του εαυτού μου. Συμφιλιώθηκα με το παρελθόν επομένως και βαδίζω ήρεμα, προσπαθώντας τώρα να συμφιλιωθώ με το θάνατο».
Σας ευχαριστώ πολύ.
Θέλω να σας μιλήσω για την ήρεμη φωνή που μου μιλούσε παρά το ότι δεν είχαμε πολύ χρόνο. Θέλω να εκφράσω αυτά που έμειναν μετά όταν επέστρεψα στο σπίτι. «Δεν μπορώ να συνεχίσω να περιορίζομαι σε εικόνες και τώρα είμαι έτοιμη να σου επιβάλλω διαύγεια» αναφέρει κάπου στο βιβλίο. Κι αυτό συντελέστηκε. Μια πνευματική, ποιητική, παντοδύναμη διαύγεια στην αντάρα του μυαλού μου.
Το είπε και ο κ. Τέλλος Φίλης στο κλείσιμο της παρουσίασης λίγο πριν. Για την ακρίβεια είπε: «Πόση δύναμη μπορεί να έχει ο λόγος της ώστε να αλλάξει τη ζωή σε έναν εξηντάρη». Με λίγα λόγια, μια επίδραση μοναδική, μια αλλοίωση που αν την αναζητάς στην ειλικρίνεια, τη χαρά, τον έρωτα και στον θαύμα, θα το βρεις στο «Τραγούδι της μαύρης τρύπας» και της συγγραφέως του.
Δείτε φωτογραφίες από την παρουσίαση: