“Μπαλάκι” μεταξύ εμπόρων και δασικών συνεταιρισμών οι ευθύνες για τις “τρελές” αυξήσεις και στην αγορά καυσόξυλων.
Μπορεί η ελεύθερη αγορά να βασίζεται στον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, ωστόσο το εξωπραγματικό ράλι τιμών και σε αυτόν τον τομέα – που ξεκίνησε μάλιστα από τον Αύγουστο – δεν μπορεί να εξηγηθεί εύκολα. Μάλιστα το πλαφόν, που επιβλήθηκε πριν λίγες μέρες, ήρθε να αποκαλύψει το μεγάλο πρόβλημα της έλλειψης ξύλων, πίσω από το οποίο βρίσκεται και πάλι… το κράτος που δεν στελεχώνει τα δασαρχεία!
Φέτος τα καυσόξυλα κοστίζουν περί τα 130-160 ευρώ ανά κυβικό από 100-120 ευρώ πέρυσι, ανάλογα πάντα με το είδος του ξύλου. Όπως είχε προαναγγελθεί, οι αυξήσεις αυτές οδήγησαν στην επιβολή πλαφόν στο περιθώριο κέρδους από την πώληση καυσόξυλων, πέλετ και άλλων στερεών καυσίμων που χρησιμοποιούνται για θέρμανση.
Η ρύθμιση προβλέπει πως “έως την 31η.12.2022, απαγορεύεται η αποκόμιση μικτού κέρδους από την πώληση στερεών καυσίμων κάθε είδους που χρησιμοποιούνται για θέρμανση χώρων, όταν το περιθώριο μικτού κέρδους ανά μονάδα όγκου ή βάρους, ανάλογα με τον τρόπο πώλησης, υπερβαίνει το αντίστοιχο περιθώριο μικτού κέρδους της 1ης.11.2021”. Στην ουσία δηλαδή, όπως εξηγούν στο TheOpinion οι έμποροι, το πλαφόν επιβλήθηκε στο περιθώριο κέρδους και όχι απευθείας στην τιμή, καθώς, το ξύλο είναι προϊόν διεθνώς εμπορεύσιμο, επομένως δεν τίθεται θέμα διατίμησης.
Οι έμποροι
“Το πλαφόν έπρεπε να επιβληθεί στη χονδρική και όχι στη λιανική”, τονίζουν από την πλευρά τους οι έμποροι που δραστηριοποιούνται στον τομέα του ξύλου στη Βόρεια Ελλάδα. “Ας δουν τι γίνεται στις δημοπρασίες των διαθέσιμων ποσοτήτων ξύλου που γίνονται στο βουνό. Σφαγή”, προσθέτουν και ζητούν το πλαφόν να μην επιβληθεί αποκλειστικά στο εμπόριο, που είναι ο τελευταίος κρίκος μιας αλυσίδας, που ξεκινά από το βουνό.
Η ιστορία έχει ως εξής, όπως μας επισήμανε έμπορος ξύλου που δραστηριοποιείται στα ανατολικά του νομού Θεσσαλονίκης:
“Στη Βόρεια Ελλάδα, είχαμε φθηνό και καλό ξύλο. Μιλάμε για οξιά και δρυ, ενώ τα πεύκα χρησιμοποιούνται για πέλλετ. Μέχρι τώρα, οι ελλείψεις στην αγορά καλύπτονταν με ξυλεία από τη Βουλγαρία, η οποία κατευθυνόταν κυρίως στην Αττική. Ωστόσο, φέτος που η Βουλγαρία σταμάτησε να εξάγει, η αγορά της Αττικής έχει ελλείψεις, που γιγαντώθηκαν λόγω της κατακόρυφης αύξησης της ζήτησης. Έτσι, οι έμποροι της Αττικής στράφηκαν στη διαθέσιμη ξυλεία στη Βόρεια Ελλάδα και στις δημοπρασίες που γίνονται στο βουνό ‘’χτυπούν’’ τα διαθέσιμα ξύλα σε υψηλή τιμή, με αποτέλεσμα η αγορά να ακολουθεί αυτό το γαϊτανάκι των αυξήσεων. Εάν επιβαλλόταν πλαφόν εκεί, στις δημοπρασίες που γίνονται από τους δασικούς συνεταιρισμούς, τότε οι τιμές θα ήταν χαμηλότερες. Στην πηγή θα πρέπει να επιβληθεί το πλαφόν, όχι στην αγορά”.
“Με ΦΠΑ στο 24% και βενζίνη για τις μετακινήσεις στα ύψη, αλλά και με αύξηση στους γερανούς και τα φορτωτικά, καταλαβαίνετε πόσα μένουν στον έμπορο. Προσωπικά έχω έξι φορτηγά στο όνομά μου, με ασφάλιστρα, τέλη κυκλοφορίας κλπ τα οποία, φέτος με την έλλειψη ξύλων, θα εξακολουθώ να διατηρώ αλλά δεν θα τα χρησιμοποιήσω. Είμαστε ένα βήμα πριν κλείσουμε. Άλλωστε, πλέον, δεν έχουμε ξύλα να δώσουμε στον κόσμο”, περιγράφει έμπορος που δραστηριοποιείται στην Πυλαία.
Οι δασικοί συνεταιρισμοί
“Το πρόβλημα αφορά άμεσα και ξεκάθαρα την προσφορά της ξυλείας”, ξεκαθαρίζει μιλώντας στο TheOpinion ο πρόεδρος του Σωματείου Δασεργατών Μακεδονίας – Θράκης, Αλέξανδρος Τσουραλάκης, εκπρόσωπος του Δασικού Συνεταιρισμού Σταυρού.
“Πριν από μας, ήταν οι πατεράδες μας που έκαναν αυτή τη δουλειά. Ο Δασικός Συνεταιρισμός Σταυρού είναι από τους παλαιότερους, λειτουργεί από το 1935. Κι όμως αυτό που συμβαίνει φέτος, δεν το έχουμε ξαναδεί. Έχω συμπληρώσει 30 χρόνια σε αυτή τη δουλειά, αυτό που γίνεται φέτος με τις δημοπρασίες των διαθέσιμων ξύλων στο βουνό, δεν το έχω ξαναδεί”, τονίζει.
“Καταλαβαίνω τι λένε οι έμποροι, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι. Κόβουμε τα ξύλα από τις περιοχές που μας επιτρέπεται και τα βγάζουμε σε δημοπρασία. Προχτές στο βουνό είχαμε δημοπρασία πεύκου, που είναι πιο φθηνό. Εμείς ξεκινήσαμε ως δασικός συνεταιρισμός τη δημοπρασία από εκεί που την ξεκινούσαμε πάντα: στα 28 ευρώ το χωρικό (σ.σ. κυβικό μέτρο). Τελικά η τιμή πώλησης έφτασε στα 50 ευρώ το χωρικό! Ποτέ δεν έφτανε τόσο. Η ζήτηση ήταν μεγάλη, είναι ελεύθερη αγορά, δεν μπορούμε εμείς να κάνουμε κάτι”, εξηγεί. Όσο για οξιά και δρυ, που θεωρούνται τα καλύτερα ποιοτικά ξύλα για θέρμανση, όταν πέρυσι η τιμή πώλησης στο βουνό ήταν 35 και 40 ευρώ, πριν δυο μήνες είχε φτάσει στα 58 και τώρα φτάνει και στα 70 ευρώ.
Σύμφωνα με τον κ. Τσουραλάκη, το βασικό πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν ξύλα. Η ερώτηση ίσως αφελής και μάλλον αντιοικολογική: “αφού δεν φτάνουν τα ξύλα που κόβετε, γιατί δεν κόβετε περισσότερα;”.
“Για να κόψουμε ξύλα, πρέπει να γίνει προσήμανση στο δάσος, να γίνουν διαχειριστικές μελέτες και ορισμός νέων περιοχών υλοτομίας, να γίνουν πίνακες υλοτομίας. Η υλοτομία επιτρέπεται σε μέρη με ξυλομάζα που πλεονάζει, για να κάνουμε και αποψίλωση. Για να γίνουν όλα αυτά πρέπει να στελεχωθούν τα δασαρχεία, τα οποία είναι υποστελεχωμένα. Είναι δραματικά υποστελεχωμένα. Έφυγαν πολλοί υπάλληλοι με σύνταξη, οι οποίοι δεν αντικαταστάθηκαν ποτέ, εδώ και δέκα δχρόνια δεν γίνονται προσλήψεις, παρά τις υποσχέσεις όλων των κυβερνήσεων διαχρονικά. Στο δασαρχείο του Σταυρού έμειναν τρία άτομα, πώς να ανταπεξέλθει;”, απαντά ο κ. Τσουραλάκης.