Μέχρι το τέλος του 2023, όποιος ήθελε να επιπλώσει σπίτι με λίγα χρήματα, μπορούσε απλά να κάνει μια βόλτα στους δρόμους της Θεσσαλονίκης. Αρκεί να… έπιανε το χέρι του!
Καναπέδες, τραπεζάκια, καρέκλες, μπουφέδες, πολυθρόνες, βιβλιοθήκες σε όλα τα μεγέθη, καθώς και άλλα αντικείμενα παρέμεναν επί εβδομάδες στα πεζοδρόμια, συνήθως δίπλα στους κάδους.
Με την αλλαγή στο «τιμόνι» του δήμου, η διαφορά έγινε άμεσα εμφανής. Ως δια μαγείας, οτιδήποτε ήταν πεταμένο στα πεζοδρόμια σε όλες τις γειτονιές της πόλης, ξαφνικά, εντός ολίγων ημερών εξαφανίστηκε. Τι έγινε; Βρέθηκαν οι εργαζόμενοι που έλειπαν για κάποιον λόγο όλο το προηγούμενο διάστημα; Βρέθηκε μήπως κάποιος να τους οργανώσει; Ή μήπως είναι η ορμή των πρώτων ημερών της νέας διοίκησης του δήμου Θεσσαλονίκης; Θα δείξει.
Αυτή την εβδομάδα, θέλησα να κατεβάσω στον κάδο ένα παιδικό κρεβάτι, που είχα αποσυναρμολογήσει και αμπαλάρει για να είναι «συμμαζεμένο». Έμενε εκεί, σε μια γωνιά στην αποθήκη, γιατί, αν και πέρυσι, είχα καλέσει στα τηλέφωνα των ογκωδών, για να το κατεβάσω, ποτέ δεν έβγαζα άκρη. Κάθε φορά το ίδιο: «σε ποια περιοχή είστε;», «α, η οδός σας δεν ανήκει σε μας, ανήκει σε αυτή την εποπτεία καθαριότητας, πάρτε στο τάδε τηλέφωνο». Καλούσα: «όχι, όχι, δεν ανήκετε σε μας, καλέστε στο τάδε τηλέφωνο»… Και μαντέψτε: το «τάδε» τηλέφωνο δεν το σήκωνε ποτέ κανείς!
Την Τετάρτη, διαβάζω μια σχετική ανάρτηση στους Φίλους του Ιστορικού Κέντρου, όπου ανέφεραν κάτι σχετικό μαζί με ένα και μόνο αριθμό τηλεφώνου για τα ογκώδη. «Βρε, λες;» σκέφτηκα και αμέσως τηλεφώνησα. Η κυρία που απάντησε δεν με παρέπεμψε καν σε άλλο τηλέφωνο.«Μπορείτε να το κατεβάσετε τώρα για να στείλουμε τους συναδέλφους να το πάρουν κατά τη 1 το μεσημέρι;», με ρώτησε αμέσως. Έμεινα άφωνη.
«Τόσο γρήγορα; Είμαι στη δουλειά μου, δεν προλαβαίνω», ψέλλισα, σκεφτόμενη ότι κάποιος μου κάνει πλάκα. «Ε, τότε, κατεβάστε το αύριο το πρωί και τηλεφωνήστε μας ξανά για να κανονίσουμε με τους συναδέλφους…».
Το ογκώδες αντικείμενο που κατέβασα νωρίς το πρωί της Πέμπτης, το μεσημέρι της ίδιας μέρας δεν ήταν εκεί. «Ήρθαν και το πήραν από το δήμο νωρίς», μου είπε η κυρία στον φούρνο απέναντι, που ήξερε την ιστορία.
Εντυπωσιάστηκα.
Λίγο μετά, όμως, εκνευρίστηκα που εντυπωσιάστηκα. Όχι γιατί οι άνθρωποι δεν έκαναν τη δουλειά τους, αλλά γιατί έτυχε να μιλήσω για τις ανάγκες ενός ρεπορτάζ με τον αντιδήμαρχο Καθαριότητας, τον Γιώργο Δημαρέλο.
«Νομίζω», μου είπε, «ότι οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης πρέπει πια να σταματήσουμε να εντυπωσιαζόμαστε με τα αυτονόητα, όπως το να μαζεύει κάποιος τα ογκώδη με οργάνωση και συνέπεια ή το να πλένουν τα συνεργεία του δήμου τους δρόμους και τους κάδους. Αυτονόητα δεν είναι όλα αυτά;», με ρώτησε και εγώ έμεινα άφωνη. Και πάλι. Για δεύτερη φορά μέσα σε μία εβδομάδα.