Ο Paul Auster βλέποντας τις φωτογραφίες του Σπένσερ Οστράντερ είχε ήδη σχεδιάσει στο μυαλό του τη δομή αυτού του σημαντικού βιβλίου που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά (μετάφραση Ιωάννα Ηλιάδη) από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Ήδη από το εξώφυλλο ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα πρώτο σοκ. Το μπροστινό μέρος ουσιαστικά μοιράζεται το περιεχόμενο του οπισθόφυλλου δίχως να υπάρχει κάποια εικόνα παρά μόνο ο τίτλος, ενώ τα γράμματα είναι μαύρα και κόκκινα, δηλαδή στο χρώμα του αίματος. Κανείς δε θέλει να ωραιοποιήσει καταστάσεις. Είναι ένα ταξίδι στον χρόνο, με όπλο τη μνήμη και συγχρόνως ένα μάθημα – μία πρόταση για το τι πρέπει να αλλάξει ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Πριν φτάσουμε στην πρώτη σελίδα γνωρίζουμε ότι πάνω από 40.000 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους κάθε χρόνο εξαιτίας της οπλοκατοχής. Έχουμε δολοφονίες και φυσικά αυτοκτονίες. Ο αριθμός στις ΗΠΑ είναι παρόμοιος με τον αντίστοιχο που αφορά τα τροχαία δυστυχήματα. Από εκεί και πέρα ξεκινάει μία αφήγηση που έχει στόχο να δώσει ιστορικές, κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις στο φαινόμενο. Φτάνουμε ξετυλίγοντας το κουβάρι στους κατακτητές από την Ευρώπη που επιβλήθηκαν στους γηγενείς κατοίκους με τη δύναμη των όπλων και κάπως έτσι δίνεται μία αφετηρία στο φαινόμενο μέσα από γεγονότα που σημάδεψαν τους αιώνες μέχρι το χρονικό παρόν.
Οι φωτογραφίες, παγωμένες δίχως χρώμα. Παντελής η απουσία ανθρώπων από αυτές. Συμβολίζουν καθεμία και ένα μακελειό με δεκάδες θύματα. Μία άσκηση θύμησης, μία προσπάθεια να γεμίσουν οι κάννες των όπλων με τριαντάφυλλα κι όχι με σφαίρες. Μπορεί όλα αυτά να φαντάζουν ρομαντικά, αλλά ο άνθρωπος λειτουργεί όπως μάθει. Αν τα βιώματά του είναι ειρηνικά, αν αποκτήσει αυτό που για χρόνια λέγαμε ευρωπαϊκή κι έγινε δυτική παιδεία το πιθανότερο είναι να μη χρειαστεί τα κενά του να καλύψουν τα όπλα. Σε αντίθεση με τα παραπάνω οντότητες που άγονται και φέρονται από άγρια ένστικτα είναι πιθανότερο να κυλήσουν και να γίνουν θύτες εγκλημάτων.
Αρκετοί γνωρίζουν ότι ο Auster κουβαλάει ένα βαρύ οικογενειακό τραύμα. Δε διστάζει όμως να ρίξει αλάτι στις δικές του πληγές και να γράψει για να λυτρωθεί. Αξιοποιεί ιδανικά τη διετή δουλειά του Οστράντερ και στέλνει σαφές μήνυμα προς ποια κατεύθυνση οφείλουμε να κινηθούμε στο παρόν και το μέλλον. Δεν αφήνει περιθώρια για αμφισβητήσεις σχετικά με τα δεινά που προκαλεί η οπλοκατοχή. Τις περισσότερες φορές όμως τα αντανακλαστικά της κοινωνίας λειτουργούν με καθυστέρηση μετά το μοιραίο. Ας δούμε τρόπους πρόληψης και αυστηροποίησης της χορήγησης αδειών.
Με τις εκλογές στην Αμερική να πλησιάζουν κανείς δε θέλει να ζήσει στιγμές ανάλογες του 2020 με τους οπαδούς του Ντόναλντ Τραμπ να προσπαθούν να καταλάβουν το Καπιτώλιο εμποτισμένοι με μίσος από τις εμπρηστικές δηλώσεις του ηγέτη τους. Στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, γι΄αυτό και πρέπει να διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο που θα έχει σαφή όρια για να αποφύγουμε να χαρακτηρίσουμε ένα ολόκληρο έθνος αιματοβαμμένο. Ήδη έχει κυλήσει πολύ αίμα κι από σεβασμό στους εκλιπόντες ήρθε η στιγμή να αναζητήσουμε λύσεις μέσω του διαλόγου πέρα από κορόνες φανατισμού που προάγουν σύγχρονοι δημαγωγοί.
Τα ξεθωριασμένα κτίρια – σύμβολα στον χρόνο – δίνουν το στίγμα της διαρκούς επαγρύπνησης. Όσοι επαναπαύονται ως έναν βαθμό μετατρέπονται σε συνένοχους, καθώς πλέον όλοι γνωρίζουμε. Το μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων με αυτό του το βιβλίο παίρνει θέση σε μία κρίσιμη περίοδο τεκτονικών αλλαγών για την ανθρωπότητα. Είναι στην πρώτη γραμμή και βάζει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση προκειμένου να μπουν οι βάσεις για την πολυπόθητη αλλαγή. Αναγκαίο και κατατοπιστικό αυτό το έργο μένει να φανεί κατά πόσο μπορεί να διεισδύσει σε ευρύτερο κοινό την εποχή των επικράτησης της “χυδαίας ασημαντότητας” που κατακλύζει τις ζωές μας.