Η πολιτικοποίηση του… πένθους

Η πολιτικοποίηση του… πένθους
ΦΩΤΟ / EUROKINISSI)

Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι η απώλεια ενός κοντινού ανθρώπου μπορεί να σπρώξει κάποιον στην πολιτική, είτε για να βρει δικαιοσύνη είτε για να συνεχίσει την κληρονομιά του θανόντος….

Ωστόσο η εκμετάλλευση του πένθους μπορεί να χαρίσει γρήγορα τη συμπάθεια και την υποστήριξη του κοινού, αλλά μακροπρόθεσμα προκαλεί σοβαρή ζημιά στη δημοκρατία και στην εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς. Έρευνες δείχνουν ότι η χειραγώγηση της θλίψης αυξάνει την κοινωνική διχόνοια, περιορίζει τις δημοκρατικές ελευθερίες και οδηγεί σε απομόνωση και δυσπιστία.

Ιστορικά παραδείγματα

Aρκετοί έχουν χρησιμοποιήσει προσωπικές ή συλλογικές απώλειες,  για να συνδεθούν συναισθηματικά με τον κόσμο. Μέσα από ιστορίες θυσίας και δικαίωσης, κερδίζουν εμπιστοσύνη και διεκδικούν την είσοδο στην πολιτική και στη διαχείριση της εξουσίας.  Στην Ινδία, η Ιντίρα Γκάντι έγινε πρωθυπουργός  μετά τον θάνατο του πρωθυπουργού Λαλ Μπαχάντουρ Σάστρι. Αξιοποιώντας το εθνικό πένθος, ένωσε το Κόμμα του Κογκρέσου, κερδίζοντας 355 κοινοβουλευτικές έδρες  και προωθώντας μεταρρυθμίσεις. Στις ΗΠΑ, ο Λίντον Τζόνσον έγινε πρόεδρος μετά τη δολοφονία του Τζον Κένεντι. Χρησιμοποιώντας το… σοκ της χώρας, πέρασε τον Νόμο Πολιτικών Δικαιωμάτων και κέρδισε τις εκλογές του 1964 με 61%. Ο δε Κένεντι είχε χάσει την κόρη του Αραμπέλα  και τον γιο του Πάτρικ γεγονότα που ενίσχυσαν την εικόνα του πριν τις εκλογές όπου κέρδισε με 49,7%.  Στη Σρι Λάνκα, η Σιριμάβο Μπανταραναϊκέ έγινε πρωθυπουργός μετά τη δολοφονία του συζύγου της οδηγώντας το Κόμμα Ελευθερίας σε νίκη με 44% και υπηρετώντας τρεις θητείες . Η κόρη της, Τσαντρικά Κουμαρατούγκα, έγινε πρόεδρος μετά τη δολοφονία του συζύγου της και τον θάνατο του γιου της  κερδίζοντας 62% και προωθώντας ειρηνευτικές συνομιλίες. Στην Αργεντινή, η Ιζαμπέλ Περόν ανέλαβε την προεδρία μετά τον θάνατο του συζύγου της  κυβερνώντας μέχρι το πραξικόπημα του 1976. Στις Φιλιππίνες, ο Μπενίγκνο Ακίνο Γ’ έγινε πρόεδρος μετά τον θάνατο της μητέρας του, Κορασόν Ακίνο  αξιοποιώντας την κληρονομιά της και τη δολοφονία του πατέρα του κερδίζοντας 42%.

Ηθικά προβλήματα

Ωστόσο η εκμετάλλευση του πένθους έχει σοβαρές ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες, που τεκμηριώνουν τη ζημιά στη δημοκρατία. Έρευνες από το Journal of Political Psychology (2018) και το American Political Science Review (2020) δείχνουν ότι η απώλεια ενός κοντινού ανθρώπου μπορεί να σπρώξει κάποιον στην πολιτική, είτε για να βρει δικαιοσύνη είτε για να συνεχίσει την κληρονομιά του θανόντος. Όμως, το International Studies Quarterly (2021) προειδοποιεί ότι η χειραγώγηση της θλίψης για ψήφους θέτει ηθικά προβλήματα. Η ψυχολόγος Leeat Granek από το Πανεπιστήμιο Ben-Gurion, σε μελέτη του 2014 στο Review of General Psychology, χωρίζει την εκμετάλλευση του πένθους σε τρεις τύπους.  Αυτόν που μετατρέπει την οργή για κοινωνικές αδικίες σε προσωπικό πρόβλημα, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των ισχυρών, αυτόν που ενισχύει τον εθνικισμό και τέλος αυτόν που χρησιμοποιείται ως αντίσταση, αλλά μπορεί να χειραγωγηθεί από την εξουσία. “Αυτές οι τακτικές μειώνουν την κριτική σκέψη και κάνουν την κοινωνία πιο… παθητική”

Ο ύπουλος διχασμός

Η πολιτικοποίηση του πένθους αποδυναμώνει τη δημοκρατία με πολλούς τρόπους, όπως δείχνουν οι έρευνες. Μια μελέτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης το 2020 (Oxford Internet Institute) αποκαλύπτει ότι στα κοινωνικά δίκτυα, ψεύτικοι λογαριασμοί ενισχύουν τη θλίψη για να διχάσουν τον κόσμο, αυξάνοντας την πόλωση κατά 25-30%. Αυτό κάνει πιο δύσκολη τη συνεργασία και τη συναίνεση, ενώ προκαλεί ψυχολογικά προβλήματα, όπως άγχος και δυσπιστία προς τους θεσμούς. Η Isabela Mares από το Πανεπιστήμιο Yale, στο βιβλίο της From Open Secrets to Secret Voting (2015), δείχνει ότι το πένθος από βία, όπως δολοφονίες πολιτικών, χρησιμοποιείται για να δικαιολογηθούν σκληρά μέτρα, περιορίζοντας τις δημοκρατικές ελευθερίες. Αυτό οδηγεί σε «μη αναγνωρισμένο πένθος», που προκαλεί κατάθλιψη και πολιτική αδιαφορία, ειδικά σε μειονότητες, μειώνοντας τη συμμετοχή τους στις εκλογές.

Η άλλη πλευρά του πένθους

Ο George Bonanno από το Columbia, σε μελέτες του 2009 (The Other Side of Sadness), δείχνει ότι η χειραγώγηση του πένθους, όπως μετά την 11η Σεπτεμβρίου, αυξάνει τον κίνδυνο διαταραχής μετατραυματικού στρες κατά 40%, ενώ ο Darcy Harris από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο, σε άρθρο του 2022 (Political Grief), λέει ότι το «μη αναγνωρισμένο πένθος» από κρίσεις όπως το Brexit φέρνει κατάθλιψη και απομόνωση, απομακρύνοντας τον κόσμο από την πολιτική. Η μελέτη της Οξφόρδης δείχνει ότι η πόλωση από τη χειραγώγηση της θλίψης δυσκολεύει τη συνεργασία μεταξύ πολιτών και κομμάτων. Η έρευνα της Mares αποδεικνύει ότι τέτοιες τακτικές οδηγούν σε αυταρχισμό, περιορίζοντας δικαιώματα όπως η ελευθερία του λόγου. Το «μη αναγνωρισμένο πένθος» που περιγράφει ο Harris αποκλείει μειονότητες από τη δημοκρατική διαδικασία, καθώς νιώθουν ότι ο πόνος τους δεν αναγνωρίζεται, οδηγώντας σε… απάθεια.

Όλα αυτά δείχνουν ότι, ενώ η εκμετάλλευση του πένθους εξασφαλίζει γρήγορη και εξασφαλισμένη εξουσία, μακροπρόθεσμα όμως φθείρει την εμπιστοσύνη και τη συμμετοχή των πολιτών, κάνοντας τη δημοκρατία ακόμη πιο αδύναμη…