Solmeister στο TheOpinion: «Η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσής μου είναι τα πράγματα τα οποία σε κάνουν να θες να κρυφτείς σε ένα καταφύγιο»
Ο Solmeister έρχεται στο Φεστιβάλ της Μονής Λαζαριστών και μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη
Σε ένα μουσικό show το Σάββατο, 8 Ιουλίου, στη Μονή Λαζαριστών, ο Solmeister με τη Marseaux επιχειρούν και πάλι ένα tribute στα όσα συνέβησαν. Μια ωδή στα όσα συμβαίνουν. Και μια ενδοσκοπική ματιά στα όσα πρόκειται να συμβούν.
Ο Solmeister δηλώνει πανέτοιμος να «αφεθεί» στον κόσμο της Θεσσαλονίκης και να μοιραστεί μαζί του όσα βοήθησαν τον ίδιο να ξεφύγει από το «σκοτάδι». Είστε, λοιπόν, έτοιμοι να ζήσετε ένα πολύ μεγάλο συναισθηματικό roller coaster;
Ο Solmeister και η Marseaux επιστρέφουν στον δρόμο, για μία καλοκαιρινή περιοδεία, με όλα τα αγαπημένα hits! Κι όπως παραδέχεται στο TheOpinion: «Αναμείνατε στα ακουστικά σας», καθώς νέα μουσικά πράγματα έρχονται…
Ξεκινώντας, θέλω να σου πω ότι δεν ξέρω πώς να σου απευθυνθώ. Solmeister ή Μανώλη;
Ό, τι εξυπηρετεί! Γυρνάω και στα δύο!
Οι ακόλουθοί σου γνωρίζουν το πραγματικό σου όνομα;
Ναι, εννοείται! Το λέω μέσα και στα τραγούδια.
Αλλά σε αποκαλούν με το καλλιτεχνικό…
Με τη μικρή version, το Sol. Είναι το πιο συνηθισμένο.
Και πώς προέκυψε;
Το Sol- είναι από το επίθετό μου, που είναι Σολιδάκης. Και το –meister κόλλησε γιατί, όταν ήμουν μικρός, είχα δει το American Pie. Και μου φαινόταν πολύ κουλ ένας τύπος που το επίθετό του το είχε κάνει, από Stifler, Stifmeister. Ε, και λέω θα κάνω κι εγώ το αντίστοιχο.
Μίλησέ μου για ‘σένα… Πού μεγάλωσες; Ποια τα μουσικά ερεθίσματα με τα οποία μεγάλωσες;
Μεγάλωσα στην Αθήνα, στο Μαρούσι συγκεκριμένα.
Ο πατέρας μου άκουγε πάρα πολύ αμερικάνικο ραπ. Μεγάλωσα με αυτήν τη μουσική μέσα στο σπίτι. Και, μάλιστα, με κάποιον «σνομπισμό» για το ελληνικό. Ενώ ραπ άκουγα από μικρός, ελληνικό ραπ άκουσα, πρώτη φορά, στο Γυμνάσιο.
Μεγαλώνοντας ανακάλυψα τους ΖΝ κι εκεί πήρε μορφή η όλη φάση.

Αυτό θα έλεγες, επομένως, ότι ήταν το κίνητρο για να κάνεις μουσική;
Η μεγάλη πλάκα είναι ότι, το πραγματικό κίνητρο για να κάνω μουσική, ήταν μια μαθητική συναυλία που είχαμε κάνει στο σχολείο. Είχαν ανέβει τρεις τύποι να ραπάρουν και ήταν ψιλοάσχετοι. Οπότε, σκέφτηκα από ‘μέσα μου: «Εντάξει! Για να μπορούν αυτοί, σίγουρα μπορώ κι εγώ». Κάπως έτσι ξεκίνησε…
Α, θεωρούσες τον εαυτό σου άσχετο… Που να φανταζόσουν τι θα ακολουθούσε! Κι αν σου έλεγα, λοιπόν, για ποιον λόγο κάνεις μουσική; Τι θα μου απαντούσες; Ποια είναι η πηγή έμπνευσής σου;
Στην αρχή ναι, εννοείται.
Αυτό που συνειδητοποίησα είναι ότι -ενώ ξεκίνησα να κάνω μουσική για πλάκα- όταν, για πρώτη φορά, «ράγισε» ένα κορίτσι την καρδιά μου, είχα στα χέρια μου ένα μεγάλο εργαλείο έκφρασης. Κι έκτοτε, χρησιμοποιώ τη μουσική σαν ψυχοθεραπεία, σαν έναν τρόπο να «ξορκίσω» το κακό, ας πούμε, από μέσα μου. Να τα βγάλω, να μην τα κουβαλάω. Γι’ αυτό κι ο στίχος μου είναι και πάρα πολύ προσωπικός.
Όσο στενάχωρο κι αν ακούγεται, ο πόνος είναι η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσης. Από πολύ μικρός παρατήρησα ότι δεν ακούω χαρούμενα τραγούδια. Τα πιο χαρούμενα είναι τα πιο «ειρωνικά». Τα «Ημισκούμπρια», ας πούμε. Είναι εύθυμα μεν, αλλά σου «κλείνουν» και το μάτι. Συνειδητοποίησα ότι η μουσική ήταν καταφύγιο, ως επί το πλείστον. Και η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσής μου είναι τα πράγματα τα οποία σε κάνουν να θες να κρυφτείς σε ένα καταφύγιο, στην πραγματικότητα.
Ακούγοντας τα τραγούδια σου, πράγματι εξέλαβα αυτό το πιο βιωματικό στοιχείο.
Αυτό ενισχύει πάρα πολύ την ταυτότητα του στίχου μου, γενικά.
Και με τον οποίο ταυτίζονται κι άλλοι τόσοι νέοι…
Στην ανθρώπινη εμπειρία, ρε παιδί μου, ο πόνος είναι αναπόφευκτο κομμάτι της. Και οι εμπειρίες, μεταξύ τους, μπορεί να μην είναι ίδιες, αλλά σίγουρα έχουν κοινές αρχές.
Ισχύει ότι τα κάνεις όλα μόνος σου; Δηλαδή γράφεις, σκηνοθετείς, μοντάρεις…;
Αυτό ξεκίνησε, στην αρχή, ως μία προσπάθεια να γλυτώσουμε λεφτά. Στη μουσική ξεκίνησε, γιατί ποτέ δεν μπορούσα να βρω το beat που μου αρέσει. Οπότε ξεκίνησε με τη λογική ότι, αφού δεν μπορείς να το βρεις, μάθε να το κάνεις εσύ.
Όταν ήρθε η ώρα να κάνουμε το πρώτο video clip, λέγαμε ποιος θα μας το κάνει… Δεν τα ‘χαμε αυτά, οπότε…κάτσε να το κάνουμε εμείς. Και με τα χρόνια, επειδή, ακριβώς, είμαι πολύ ιδιοσυγκρασιακός και μ’ αρέσει να περνούν όλα από το χέρι μου, θέλω να ξέρει ο άνθρωπος ο οποίος επενδύει τον χρόνο του σε ‘μένα ότι, αυτό που παίρνει, είναι πραγματικά το όραμά μου, 100%· από την πρώτη νότα μέχρι την τελευταία εικόνα.
Δύσκολο αυτό που κάνεις, αλλά τίμιο.
Είναι δύσκολο, είναι ανηφόρι. Δεν το συστήνω. Πιο πολύ σε βγάζει από τη συγκέντρωσή σου, παρά σε βοηθάει να συγκεντρωθείς. Θέλει, πραγματικά, πολύ μεγαλύτερη αφοσίωση να μπορείς να κάνεις τα πάντα.
Και, ταυτόχρονα, συνειδητοποιείς ότι είσαι και τραγουδιστής· ότι πρέπει να φροντίσω την εικόνα μου κι ως τραγουδιστής. Δεν είμαι μόνον «πολυεργαλείο» behind the scenes.
Τις ικανότητες αυτές τις έχεις αξιοποιήσει, ενδεχομένως, κι εκτός μουσικού χώρου;
Όλα αυτά τα μικρά πράγματα που είχα μάθει από τη μουσική, όπως, ας πούμε, το πώς μοντάρεις ένα βίντεο, το πώς φτιάχνεις ένα website, τα είχα χρησιμοποιήσει φουλ στη δουλειά που έκανα. Δούλευα στο Marketing, φαντάσου.
Αλλά, ανέκαθεν, ο σκοπός μου ήταν να ασχοληθώ με την τέχνη. Δεν θα σου πω με τη μουσική υποχρεωτικά. Γιατί, όντως, νιώθω μεγάλη έλξη και προς άλλες μορφές τέχνης. Έχω γράψει και βιβλία, για να καταλάβεις, το οποίο προέκυψε μόνο και μόνο από τη σκέψη ότι «Θέλω να γράψω ένα βιβλίο. Έχω κάποια πράγματα που θέλω να πω, που δεν μπορώ να τα κάνω στίχο».
Περίμενε… Τι βιβλία; Έχουν εκδοθεί;
Θα σου πω, κιόλας, ότι το αστείο με τα βιβλία μου είναι πως είναι αυτοέκδοση. Έχω ήδη ένα κοινό μέσω της μουσικής, δεν χρειάζομαι τη διαφήμιση από ένα βιβλιοπωλείο για να «σπρώξω» το βιβλίο μου.
Και με τις μετρήσεις, ας πούμε, που θα έκανα αν είχε εκδοθεί, θα θεωρούνταν και best seller. Το πρώτο μου βιβλίο, δηλαδή, έχει κάνει 10.000 – 11.000 αντίτυπα.
Δηλαδή, πόσα βιβλία έχεις γράψει;
Έχω γράψει μία νουβέλα, ένα μικρό μυθιστόρημα. Άλλο ένα για τον δεύτερό μου δίσκο, «Το Χάρτινο Βασίλειο», το οποίο έχει κι ένα μικρό μυθιστορηματικό μέρος αλλά κι αναλύσεις στον στίχο, στο πώς μας ήρθε, στο πώς το γράψαμε…
Και η πρώτη πρώτη μου απόπειρα, που έχει κυκλοφορήσει σε πολύ λίγα τεμάχια για τους πολύ παλιούς, ήταν ένα μικρό εγχειρίδιο του πρώτου μου δίσκου, του «Cool Kids Never Die». Είχε μικρά νοήματα πίσω από τον στίχο, ήταν ανθολογιάκι. Πολύ μικρό, 50 σελίδες.
Καμιά φορά, χρειάζεται και το κοινό μια τέτοιου είδους «επεξήγηση»… Τι είναι αυτό που ακούει, για παράδειγμα.
Συγκεκριμένα, για τη μουσική τη δική μου και τη δική μας –και με τη Marseaux και με τους WNC- ακριβώς επειδή είναι τόσο προσωπικά και νιώθεις ότι αυτός ο άνθρωπος αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη εμπειρία κι όχι μόνον στο συναίσθημα, το να ακούσει ο άλλος την ιστορία πέρα από το τραγούδι το ίδιο, του ενισχύει την εικόνα και το δέσιμο που έχει για το τραγούδι.
Από την προσωπική σου δισκογραφία, ποιο θεωρείς το τραγούδι – σταθμό στη μέχρι τώρα πορεία σου;
Νομίζω ότι είναι από το «Cool Kids Never Die», το «Σελήνη». Εκεί πέρα συναντήθηκαν, πραγματικά, τα πράγματα τα οποία χαρακτηρίζουν εμένα ως μουσικό στο σύνολο. Γιατί έχει και το ραπ, το οποίο είναι οι καταβολές μου προφανώς. Έχει και τραγουδιστό ρεφρέν και λίγο πιο ροκ παραγωγή, που είναι η συνέχεια της μουσικής μου πορείας. Και, ταυτόχρονα, ο στίχος είναι αυτό που λέμε story telling· δηλαδή, σου διηγείται μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος.
Το είχα πάρα πολύ και πάντα με ενθουσίαζαν τέτοιου τύπου τραγούδια. Και παλαιότερα, δηλαδή, όταν άκουγα ραπ. Τα «Δύο Ξαδέρφια» του Τάκι Τσαν θα σου πω, φέρνω ένα παράδειγμα σε τελείως άλλο ύφος, αλλά είναι ένα τραγούδι που λέει μία ιστορία. Αυτό, εμένα, ανέκαθεν με ενθουσίαζε πάρα πολύ να το ακούω. Και συνειδητοποίησα ότι στον στίχο μου, σε κάποια φάση, ενώ είχα αυτήν την τάση, συνήθως έτεινα να μην τα κυκλοφορώ αυτά τα τραγούδια. Γιατί πάντα, όταν έγραφα ένα τραγούδι με ιστορία, σκεφτόμουν από μέσα μου: «Αυτό είναι πολύ διαφορετικό από οτιδήποτε άλλο κυκλοφορεί. Δεν θα θέλει κανένας να το ακούσει». Και το «Cool Kids» ήταν η πρώτη φορά που είπα ότι δεν με νοιάζει! Θα το κάνω κι όποιου τα αυτιά είναι να βρει, ας τα βρει. Και τα βρήκε, εν τέλει.
Σε αυτήν τη φάση που μιλάμε, μουσικά πού τοποθετείσαι; Θέλω να πω ότι παρατήρησα μια διαφοροποίηση από την αρχή της καριέρας σου. «Ακουμπάς» περισσότερο, πια, προς την τραπ;
Το κοινό χαρακτηριστικό που έχουν οι δίσκοι μου είναι ότι κανένας δεν έχει κοινά χαρακτηριστικά με τους υπόλοιπους.
Άμα το πιάσεις από την επίσημη δισκογραφία μου, το «Νύχτες Πρεμιέρας» είναι ραπ. Ξερό ραπ, όμως, καθαρό. Το «Cool Kids Never Die» είναι ο πρώτος πειραματισμός που έκανα, προσπαθώντας να εισαγάγω πιο emo και ποπ πανκ στοιχεία. Το «Χάρτινο Βασίλειο» είναι μια ροκ όπερα· είναι ένας δίσκος που, από την αρχή μέχρι το τέλος, είναι σαν θεατρικό τρόπον τινά. Το «Τα Λέμε στην Κόλαση» είναι πιο «σκοτεινό» και πιο heavy από ό, τι είναι το «Cool Kids». Και τώρα στο τελευταίο που έκανα, το «Solmeister Is Dead», ήθελα να «ξυπνήσω», κάπως, τη δημιουργικότητά μου ξανά με το να βαδίσω ένα μονοπάτι που δεν το είχα βαδίσει. Γι’ αυτό δανείστηκα πάρα πολλά στοιχεία, παραγωγικά και μουσικά, από αυτό που λέμε τραπ. Όπως είναι τα ηλεκτρονικά ντραμς. Το «Eight», το πολύ χαρακτηριστικό μπάσο που έχει η τραπ, και το Auto – Tune, για να τα χρησιμοποιήσω επάνω στη δική μου φόρμα, να δω τι μπορώ να δημιουργήσω μέσα από αυτό.

Στην περιοδεία αυτήν δεν είσαι μόνος. Είσαι με τη Marseaux, για την οποία γράφεις μουσική και στίχους; Συνεργάζεστε χρόνια;
Όλα μου τα ταλέντα, τα βάζω κι εκεί πέρα. Μουσική, στίχους, τα βίντεο. Πάλι όλο το πακέτο.
Συνεργαζόμαστε αποκλειστικά. Η Marseaux ξεκίνησε να τραγουδάει στο συγκρότημα WNC, που είναι ένα συγκρότημα του οποίου είχα την καλλιτεχνική επιμέλεια. Δεν ήμουν ακριβώς μέλος. Ήταν διάφοροι φίλοι οι οποίοι όλοι τους έκαναν μουσική κι εγώ, κάπως, τους «ένωσα».
Σε κάποια φάση τους είπα ότι, το επόμενό τους βήμα, ήταν να βρούμε μία γυναικεία φωνή. Και όλως τυχαίως, πραγματικά, ρωτήσαμε δυο φίλους και μας τη σύστησαν. Κάπως έτσι ήρθε η Marseaux στη ζωή μας κι έκτοτε είμαστε αυτοκόλλητοι.
Πληροφορίες
Solmeister & Marseaux present “Summer Night Shadows”
Μονή Λαζαριστών (Κολοκοτρώνη 21, Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης)
Σάββατο, 8 Ιουλίου και ώρα 21.00 (ώρα προσέλευσης 19.00)
Τιμές εισιτηρίων: Προπώληση 12€, Ταμείο 15€
Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr και σε όλα τα Viva Spots (Public, Media Markt, My Market, Nova), Τηλεφωνικά: 211 7700000