Λάμπρος Φισφής στο TheOpinion: «Το Stand-up έχει πιάσει στην Ελλάδα»
Ο Λάμπρος Φισφής έρχεται στη Θεσσαλονίκη και μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη
Ο Λάμπρος Φισφής παρουσιάζει την τρίτη solo Stand-up παράστασή του «Να το Φως» το Σάββατο, 23 Σεπτεμβρίου, στο Θέατρο Δάσους.
Η Θεσσαλονίκη αποτελεί για τον Λάμπρο Φισφή ένα δεύτερο θεατρικό σπίτι. «Είναι ένας τακτικός προορισμός, κάθε χρόνο, πολλές φορές», όπως παραδέχεται στο TheOpinion.
Μετά από δύο sold out σεζόν στην Αθήνα και πάνω από 15.000 θεατές, ο αγαπημένος κωμικός έρχεται και στην πόλη μας για να «φωτίσει» την κωμωδία που κρύβεται στα μικρά που μας τσαντίζουν, μας κάνουν να χαμογελάμε και, τελικά, μας ενώνουν.
Λάμπρο, αν σου ζητούσα έναν αυτοχαρακτηρισμό, πώς θα μου περιέγραφες τον εαυτό σου;
Αν θες να σου πω επάγγελμα, θα σου πω κωμικός. Αν θες να σου πω πώς χαρακτηρίζω τον εαυτό μου, θα σου πω γεροπαράξενο.
Είμαι τύπου ένας σαραντάρης, με ψυχή ενός γεροπαράξενου ογδοντάρη. Με ενοχλούν τα πάντα. Με εκνευρίζουν τα πάντα. Είμαι πολύ μεγαλύτερος από την ηλικία μου, από ό, τι φαίνεται στην ψυχή. Και αυτό όλο το διοχετεύω στο Stand-up.
Πιστεύεις ότι το χιούμορ είναι έμφυτο ή επίκτητο χαρακτηριστικό;
Θα πω επίκτητο. Και μετά θα πάω να ψάξω τι σημαίνει στο λεξικό… Ελπίζω να ‘χω δώσει τη σωστή απάντηση!
Είμαι σχετικά απόλυτος πάνω στο συγκεκριμένο κομμάτι. Δεν ξέρω ακριβώς και τι σημαίνει ταλέντο, γιατί δεν πολυπιστεύω στα ταλέντα. Εκτός αν ταλέντο είναι ότι γεννήθηκες με μεγάλα πόδια και τρέχεις γρήγορα ή με ιδιαίτερες φωνητικές χορδές, όλα τα άλλα κομμάτια θεωρώ ότι έχουν να κάνουν, κυρίως, με δουλειά. Πολλή και συστηματική δουλειά.
Αυτό το αποδεικνύει κι η ιστορία. Πάρα πολλές φορές έχουμε πει για ανθρώπους ότι «Αυτός έχει ταλέντο, αλλά δεν δούλεψε και δεν τα κατάφερε». Και κάποιοι που, ίσως, δεν είχαν το ίδιο ταλέντο με τους άλλους, δούλεψαν και τα κατάφεραν.

Αυτήν τη φορά, λοιπόν, ποιες πτυχές έρχεσαι να μας «φωτίσεις»;
Το γενικό πλαίσιο είναι πάντα το ίδιο. Από τότε που ξεκίνησα, αυτό με τράβηξε· να καταπιάνομαι με την καθημερινότητα, τη ζωή μας και τις συνήθειές μας. Τις μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας, τις οποίες κάπως προσπερνάμε και δεν βλέπουμε την κωμωδία σ’ αυτές.
Όχι την επικαιρότητα, αλλά την καθημερινότητα· το να πας να φας κάπου, να κολλήσεις στην κίνηση, να πας επίσκεψη σε ένα φιλικό σπίτι, να έχεις παιδιά, να συγκατοικείς και να είσαι παντρεμένος. Όλα αυτά που είναι η ζωή.
Υπάρχει κάποιο θέμα που, για τους δικούς σου λόγους, δεν μπορείς να θίξεις, να «αγγίξεις» σε παράστασή σου;
Ξέρεις, πρέπει να πιάνεις θέματα τα οποία σε απασχολούν, με την έννοια ότι έχεις ένα ισχυρό συναίσθημα για αυτά. Μπορεί να είναι πάθος, μπορεί να είναι και εκνευρισμός. Και πρέπει να σε ενδιαφέρει να μιλήσεις για αυτά.
Οπότε, με αυτήν την έννοια, υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα που δεν θίγω. Γιατί δεν έχω κάτι να πω. Είτε αυτό μπορεί να είναι η πολιτική κατάσταση της Ελλάδας είτε είναι σεξουαλικά θέματα, παραδείγματος χάρη.
Μήπως, σε αυτήν την περίπτωση, ισχύει και το κατά πόσο «έτοιμο» είναι ένα κοινό να αποδεχτεί κάποιες καταστάσεις, ώστε, ας πούμε, να μην υπάρχουν αντιδράσεις;
Όταν κάνεις αυτήν τη δουλειά, αυτό που θες να πεις εσύ, πρέπει να το πεις με έναν τρόπο που το κοινό θα το δεχτεί. Κι όχι απλώς θα το δεχτεί, θα γελάσει. Δεν πάμε να κάνουμε φιλοσοφία ή TED ομιλία, πάμε να κάνουμε τον κόσμο να γελάσει.
Άρα, πρέπει να βρεις τη λεπτή γραμμή ανάμεσα σε αυτό που θέλεις να πεις εσύ και στο πώς μπορεί να το δεχτεί ο κόσμος· πώς θα μπει, ουσιαστικά, στο μυαλό και στη σκέψη σου. Και πώς, μέσα από αυτό, θα τον κάνεις να γελάσει.
Μπορεί κάτι από αυτά τα πράγματα να μην υπάρχει σαν στοιχείο μέσα στη «συνταγή» και να χαθεί. Μπορεί εσύ να ‘χεις πολύ καλά γραμμένο το αστείο, αλλά να μην το καταλάβει ο άλλος. Μπορεί, επίσης, να το καταλάβει, αλλά να μην είναι αστείο. Μπορεί όλο το μείγμα να χαλάσει ανά πάσα στιγμή.
To Stand-up comedy, πιστεύεις ότι παραμένει κάτι…«ξενόφερτο» για τα εγχώρια δεδομένα;
Όχι. Ποτέ δεν ήμουν υποστηρικτής αυτής της άποψης. Για να είμαστε τυπικοί, βέβαια, ξεκάθαρα είναι κάτι ξενόφερτο, από την άποψη ότι είναι ένα θεατρικό είδος το οποίο, προφανώς, δεν υπήρχε στην Ελλάδα. Το είδαμε και το φέραμε στην Ελλάδα.
Δεν θεωρώ ότι είναι ξενόφερτο με την έννοια ότι είτε δεν ταιριάζει είτε χρειάζεται χρόνο για να το καταλάβεις. Είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος μιλάει και λέει αστεία. Δεν είναι κάτι το ιδιαίτερα δύσκολο για να μπεις στη φόρμα του και να σε κάνει να γελάσεις. Γι’ αυτό, ακόμα και στις παραστάσεις, εξαρχής, όταν είχαμε κοινό το οποίο δεν είχε ξαναδεί Stand-up, άντε να του ‘παιρνε πέντε ή οχτώ λεπτά για να καταλάβει τι γίνεται.
Το να φας ινδικό φαγητό, αυτό είναι κάτι ξενόφερτο. Για να συνηθίσεις, ας πούμε, τα καυτερά, μπορεί να σου πάρει και σαράντα φορές. Και να πεις «Ξέρεις τι; Αυτό δεν ταιριάζει στην παλέτα του Έλληνα, παραείναι καυτερό. Εδώ τρώω δύο μήνες και ακόμη καίγομαι».
Τώρα, άμα μπαίνεις σε μια αίθουσα που γίνεται μια παράσταση Stand-up comedy, λες ότι «Δεν το έχω ξαναδεί» και στα πέντε λεπτά έχεις μπει στο κλίμα και γελάς, ε δεν μπορείς να το πεις ξένο αυτό το πράγμα.
Χαίρομαι που το ρωτάς, πάντως. Έχουμε βαρεθεί να ακούμε –μια μειοψηφία, φυσικά, πλέον- να λέει ότι το Stand-up δεν θα πιάσει ποτέ στην Ελλάδα. Αυτό είναι χαζό! Το Stand-up έχει πιάσει στην Ελλάδα. Και σε όλη την Ελλάδα, όχι σε κάποια δημογραφικά συγκεκριμένα. Πλέον, στις παραστάσεις βλέπεις από παιδιά 10 – 12 χρονών μέχρι ανθρώπους 60 – 70 χρονών. Άρα δεν είναι κάτι για το οποίο υπάρχει ερωτηματικό αν θα πιάσει…

Εν τω μεταξύ, όταν έμαθα ότι θα τα πούμε, είχα την εντύπωση, αρχικά, ότι θα μου μιλήσεις με την ιδιότητα του σκηνοθέτη. Τυγχάνει να «απασχολείς» τη Θεσσαλονίκη και με άλλον τρόπο. Έρχεστε και στο Θέατρο Σοφούλη, με τη «Βασίλισσα των πάντων». Και να που μου δίνεται η ευκαιρία να τα συνδυάσω…
Ναι ναι, κι εγώ αυτό έκανα ακριβώς… Συνδύασα και τα δύο, σε ένα Σαββατοκύριακο.
«Η Βασίλισσα των πάντων» είναι, ουσιαστικά, ένα θεατρικό έργο για βρέφη. Είναι πολύ ιδιαίτερο. Η παράσταση είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε να μπορεί να την παρακολουθήσει ένα μωρό, βρέφος, 10 μηνών έως 3 ετών. Είναι μια πολύ διαφορετική κατάσταση από μια παράσταση που πάει ένα παιδί 5 χρονών να δει στο θέατρο.
Είναι κάτι που ξεκινήσαμε με τη Σάρα, τη γυναίκα μου, που το έχει γράψει και παίζει· είναι η Βασίλισσα. Είναι μια δουλειά που την ξεκινήσαμε, περίπου, πριν 7 χρόνια. Είναι πολύ ωραίο και πολύ δύσκολο πράγμα να κρατήσεις την προσοχή των μωρών. Είναι, δηλαδή, ό, τι πιο υπερπαραγωγή έχω κάνει και μπορεί να δει ο κόσμος στο θέατρο, γιατί για να καταφέρεις να κρατήσεις την προσοχή τους για σαράντα λεπτά, επιστρατεύεις ό, τι υπάρχει από πλευράς παραγωγής και σκηνικών, κοστουμιών, φώτα…
Αλλά είναι πολύ όμορφο να το ζεις. Και είναι μια εμπειρία την οποία οι γονείς βιώνουν μαζί με τα παιδιά, σαν την πρώτη τους, ας το πούμε, θεατρική εμπειρία. Συνήθως τα παιδιά βλέπουν την παράσταση και οι γονείς τα παιδιά… Έτσι λειτουργεί.
Η Θεσσαλονίκη δεν μας έχει απογοητεύσει ποτέ. Και πάντα στηρίζει τις δικές μας δουλειές, τουλάχιστον. Χαιρόμαστε πολύ, καθώς στήριξε την ενέργεια να φέρουμε το έργο και γέμισε τις παραστάσεις. Ελπίζουμε να το κανονίσουμε ξανά σύντομα, καθώς έδειξε ενδιαφέρον η πόλη.
Γενικά, δεν είσαι πολύ των συνεντεύξεων. Οπότε, θέλω να σε ρωτήσω αν υπάρχει κάποια ερώτηση που δεν σου έκανε ποτέ ένας δημοσιογράφος, την οποία, όμως, θα ήθελες να απαντήσεις. Ενδεχομένως, να αναφερθείς σε κάτι…
Δεν ξέρω… Αν με ρωτήσεις, ας πούμε, αν έχω πάει στη Χαλκιδική κι αν όντως, πιστεύω, ότι σαν τη Χαλκιδική δεν έχει και να δώσω μια απάντηση και να μην έρθει κανείς στην παράσταση…
Μ’ αρέσει να μιλάω για την κωμωδία. Υπάρχουν ερωτήσεις που, ίσως, τις έχω απαντήσει αρκετές φορές, αλλά πάντα μου αρέσει να τις απαντάω. Τη συνέντευξη δεν την κάνεις για ‘σένα, την κάνεις γι’ αυτόν που θα τη διαβάσει. Οπότε, δεν είναι κάτι που έχει σαν στόχο να πω εγώ αυτά που θέλω. Έχει σαν στόχο να απαντήσω σε αυτά που, ίσως, κάποιος θα ήθελε να μάθει. Αν, τώρα, δεν έχει τύχει να διαβάσει την απάντηση σε κάποια άλλη συνέντευξη, με χαρά να απαντήσω ξανά και ξανά…
Εσύ ωραία τα λες, εγώ το έχασα το «λαβράκι» όμως…
Κάτσε… Υπάρχει κάτι που θα ήθελα να πω, μπορείς μετά να σκεφτείς εσύ ποια θα ήταν η ερώτηση!
Οι κωμικοί, γενικά, στη Stand-up κωμωδία, προφανώς παίζουν τον εαυτό τους. Παρουσιάζουν τον κόσμο τους, τη ζωή τους. Κι εννοείται ότι αυτό έχει μέσα μια υπερβολή, έτσι ώστε να κάνουν και τον κόσμο να γελάσει. Αλλά αρκετός κόσμος, ίσως, δεν καταλαβαίνει ότι έχει μέσα και μια άλλη εκδοχή των ανθρώπων που βρίσκονται στη ζωή τους. Δηλαδή, μπορεί να μιλάς για τη μάνα σου, αλλά δεν είναι η μητέρα σου. Είναι η θεατρική μητέρα σου. Προφανώς κάποια στοιχεία είναι αληθινά. Αλλά πολλά άλλα μπορεί να είναι υπερβολικά, με στόχο να προκαλέσουν το γέλιο. Και το ίδιο ισχύει και για όλους τους χαρακτήρες που παρουσιάζεις στην παράσταση.
Αυτό, ίσως, είναι κάτι που έχει ενδιαφέρον να το ακούσει κάποιος και…ίσως δεν με έχει ρωτήσει ποτέ και κανείς.
Πληροφορίες
Λάμπρος Φισφής
«Να το Φως»
Θέατρο Δάσους
Σάββατο, 23 Σεπτεμβρίου και ώρα 21.30
Εισιτήρια: Προπώληση 10€ (Σάρωθρον Café Bar, Διώροφον Café Bar, Ηλιοτρόπιο Καφέ), 13€ (more.com, στο ταμείο την ημέρα της συναυλίας και στα Public σε: Τσιμισκή 24, Mediterranean Cosmos, Λαγκαδά 341 – Σταυρούπολη, Ποσειδώνος 30 -Πυλαία και Νέα Δυτική Είσοδος Κωλέττη)