Ο Πληθωρισμός Επιμένει: Πώς αλλάζει η στρατηγική των κεντρικών τραπεζών;

Ο πληθωρισμός, άλλοτε προσωρινό φαινόμενο της μεταπανδημικής εποχής, έχει πλέον εδραιωθεί ως μία από τις βασικότερες προκλήσεις της διεθνούς οικονομίας.

Ο Πληθωρισμός Επιμένει: Πώς αλλάζει η στρατηγική των κεντρικών τραπεζών;
(ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/EUROKINISSI)

Ο πληθωρισμός, άλλοτε προσωρινό φαινόμενο της μεταπανδημικής εποχής, έχει πλέον εδραιωθεί ως μία από τις βασικότερες προκλήσεις της διεθνούς οικονομίας.

Παρά τις επιθετικές παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών, η αποκλιμάκωση των τιμών αποδεικνύεται αργή και ανομοιογενής, ενώ η μετάβαση σε μια νέα νομισματική ισορροπία συνοδεύεται από έντονες αναταράξεις στην αγορά εργασίας, στον τραπεζικό δανεισμό και στην πραγματική οικονομία. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και οι υπόλοιποι μεγάλοι νομισματικοί θεσμοί βρίσκονται πλέον αντιμέτωποι με το εξής δίλημμα: διατήρηση υψηλών επιτοκίων για να εδραιωθεί η πτώση του πληθωρισμού ή σταδιακή χαλάρωση για την αποφυγή ύφεσης και χρηματοοικονομικής ασφυξίας.

Η στρατηγική των τελευταίων δύο ετών, με συνεχόμενες αυξήσεις επιτοκίων, πέτυχε μερικώς τον στόχο της συγκράτησης των τιμών. Ο δομικός πληθωρισμός στην Ευρωζώνη, αν και μειωμένος, παραμένει σε επίπεδα άνω του 2%, με επίμονες πιέσεις στα τρόφιμα, στις υπηρεσίες και στην ενέργεια. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο δείκτης τιμών καταναλωτή κινείται σταθερά πάνω από τον στόχο της Fed, παρά τη δραστική αύξηση του βασικού επιτοκίου στο 5,25%-5,50%, το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 22 ετών. Οι αγορές, αντί να καθησυχάζονται, βρίσκονται σε διαρκή αναμονή για το πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις θα ξεκινήσει η σταδιακή αντιστροφή της νομισματικής πολιτικής.

Η επιμονή του πληθωρισμού έχει άμεσες επιπτώσεις στην καθημερινότητα των πολιτών και των επιχειρήσεων. Τα υψηλά επιτόκια καθιστούν τον τραπεζικό δανεισμό δυσκολότερο και ακριβότερο, τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις. Τα στεγαστικά δάνεια επιβαρύνονται με υψηλότερες δόσεις, ενώ η πρόσβαση σε επιχειρηματικά κεφάλαια περιορίζεται, με αποτέλεσμα να επιβραδύνεται η επενδυτική δραστηριότητα και να αυξάνονται οι καθυστερήσεις στην εκτέλεση έργων. Παράλληλα, οι καταθέτες ωφελούνται σε ονομαστικούς όρους από τα υψηλότερα επιτόκια, όμως οι πραγματικές αποδόσεις τους παραμένουν περιορισμένες όταν ο πληθωρισμός διατηρείται σε επίπεδα άνω του 3%-4%. Σε αυτό το περιβάλλον, η αποταμίευση δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση και η καταναλωτική συμπεριφορά παραμένει επιφυλακτική.

Οι επιδράσεις στον κόσμο της εργασίας είναι ακόμη πιο σύνθετες. Ο πληθωρισμός διαβρώνει την αγοραστική δύναμη των μισθών, με αποτέλεσμα να εντείνονται οι διαπραγματεύσεις για αυξήσεις, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα. Σε πολλές χώρες, παρατηρούνται αυξημένες κινητοποιήσεις και συγκρούσεις γύρω από τα εργασιακά δικαιώματα, με βασικό αίτημα την αντιστάθμιση του αυξημένου κόστους διαβίωσης. Την ίδια στιγμή, οι επιχειρήσεις, ιδιαίτερα οι μικρομεσαίες, βρίσκονται υπό πίεση να συγκρατήσουν το λειτουργικό τους κόστος, γεγονός που περιορίζει τις δυνατότητες προσλήψεων ή αυξήσεων, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο αβεβαιότητας και καθυστέρησης στη διάχυση της ανάπτυξης.

Σε επενδυτικό επίπεδο, η επιμονή του πληθωρισμού και η πολιτική των υψηλών επιτοκίων δημιουργούν ένα ιδιόμορφο περιβάλλον: τα παραδοσιακά εργαλεία διαχείρισης κεφαλαίου, όπως τα κρατικά ομόλογα, προσφέρουν ελκυστικές ονομαστικές αποδόσεις, ενισχύοντας την επιστροφή του επενδυτικού ενδιαφέροντος σε τίτλους χαμηλού ρίσκου. Αντιθέτως, οι μετοχικές αγορές επηρεάζονται αρνητικά από το κόστος του χρήματος, ενώ ο κλάδος του real estate εμφανίζει σημάδια επιβράδυνσης σε πολλές χώρες λόγω του αυξημένου κόστους χρηματοδότησης. Οι εναλλακτικές μορφές επένδυσης, όπως τα εμπορεύματα και οι τομείς υψηλής τεχνολογίας, εμφανίζουν μεταβλητότητα και αβεβαιότητα, καθιστώντας τη διαχείριση χαρτοφυλακίου πιο σύνθετη από ποτέ.

Οι κεντρικές τράπεζες, πλέον, φαίνεται να κινούνται με μεγαλύτερη προσοχή, εξετάζοντας κάθε νέα ένδειξη από την πραγματική οικονομία προτού προχωρήσουν σε νέα βήματα. Η ΕΚΤ, για παράδειγμα, αν και διατηρεί τη ρητορική της αποφασιστικότητας, έχει περιορίσει τη συχνότητα των παρεμβάσεών της και εξετάζει τη δυναμική των μισθών και της πιστωτικής επέκτασης πριν προχωρήσει σε αλλαγές. Η Fed, από την πλευρά της, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο παρατεταμένης στασιμότητας στα επιτόκια, με στόχο να εδραιώσει την πτώση του πληθωρισμού χωρίς να προκαλέσει απότομη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας.

Το τοπίο της παγκόσμιας νομισματικής πολιτικής διαμορφώνεται πλέον σε μια νέα βάση: εκείνη της διαρκούς διαπραγμάτευσης μεταξύ τιμών, ανάπτυξης και σταθερότητας. Η εποχή του “φθηνού χρήματος” μοιάζει να έχει παρέλθει, και η νέα περίοδος απαιτεί περισσότερο προσαρμοστικότητα, τεχνοκρατική ακρίβεια και ρεαλιστικές προσδοκίες. Για νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κυβερνήσεις, το ζητούμενο δεν είναι πια η επιστροφή στο προηγούμενο μοντέλο, αλλά η αναζήτηση ισορροπίας σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο, όπου ο πληθωρισμός δεν αποτελεί προσωρινή παρέκκλιση, αλλά ενδεχομένως, μια διαρκής συνιστώσα του νέου κανονικού.