«Κακές Ιδέες»: Η ελληνική κωμωδία που τόλμησε να ξεφύγει από τα τετριμμένα και με κέρδισε (VIDEO)

Επιτέλους ένιωσα πως κάποιος στην ελληνική τηλεόραση τόλμησε κάτι διαφορετικό – και αυτό, από μόνο του, είναι μια καλή (και όχι κακή) ιδέα.

«Κακές Ιδέες»: Η ελληνική κωμωδία που τόλμησε να ξεφύγει από τα τετριμμένα και με κέρδισε (VIDEO)

Η ελληνική τηλεόραση δεν φημίζεται για τις ανατροπές της. Οι περισσότερες σειρές ακολουθούν ασφαλείς διαδρομές: ρομάντζο, οικογενειακά δράματα, λίγο crime, πολλή νοσταλγία.

Είχαμε πολλές πρεμιέρες αλλά η μόνη που όντως μου κίνησε το ενδιαφέρον να δω ήταν οι «Κακές Ιδέες» σε σενάριο των Διονύση Ατζαράκη και Θωμά Ζάμπρα, η οποία έρχεται σχεδόν σαν μικρή επανάσταση — ή τουλάχιστον σαν πείραμα που αξίζει να δεις.

Πρόκειται για μια κωμωδία έξι επεισοδίων (άλλο ένα στοιχείο που σε κερδίζει με τις σειρές που διαρκούν 200 επεισόδια) με στοιχεία δράσης, σουρεαλισμού και υπερβολής, που παρακολουθεί τον Αλέξη (Διονύσης Ατζαράκης), έναν βαριεστημένο υπάλληλο γραφείου που μισεί τη ζωή του, τη δουλειά του, τη μάνα του και, κατά βάθος, και τον ίδιο του τον εαυτό. Όλα αλλάζουν όταν ένα παλιό οικογενειακό χρέος χτυπάει την πόρτα του με τη μορφή ενός μαφιόζου (Θανάσης Αλευράς), ο οποίος απαιτεί να ξεπληρωθεί – και μάλιστα γρήγορα. Ο Αλέξης αποφασίζει να κάνει μια ληστεία για να σωθεί, και κάπου εκεί ξεκινά η κατρακύλα: τίποτα δεν πάει καλά, και το χάος ξεδιπλώνεται με κωμικά — και όχι μόνο — αποτελέσματα.

Η σειρά δεν επιχειρεί να πλασαριστεί ως κάτι «μεγάλο». Το χιούμορ της είναι δηλωμένα καμένο, το στυλ της φλερτάρει με το αυτοσαρκαστικό pastiche τύπου Brooklyn Nine-Nine, ενώ οι χαρακτήρες λειτουργούν περισσότερο ως καρικατούρες παρά ως ρεαλιστικά πρόσωπα. Κι όμως, μέσα σε αυτή τη χαοτική ελαφρότητα, υπάρχει μια καλοδουλεμένη πρόθεση: να γελάσουμε όχι απλώς με τις ατάκες, αλλά με την ίδια την κατάσταση, το χτίσιμο των σκηνών, τα cutaways, τα βλέμματα στην κάμερα, τις μεταφορές που γίνονται κυριολεξία. Το χιούμορ δεν βασίζεται αποκλειστικά σε punchlines, αλλά και στο πώς ο Ατζαράκης και ο Ζάμπρας καταφέρνουν να διαχειριστούν την αμηχανία, την ένταση και την υπερβολή.

Από πλευράς παραγωγής, οι Κακές Ιδέες είναι απροσδόκητα προσεγμένες. Τα πλάνα είναι καλά στημένα, το μοντάζ γρήγορο και «κοφτό» όταν πρέπει, ενώ οι σκηνές δράσης – παρότι σε στιγμές μοιάζουν ελαφρώς στημένες – υπηρετούν πλήρως το ύφος της σειράς. Δεν διεκδικούν ρεαλισμό, ούτε το χρειάζονται. Αντιθέτως, ενισχύουν το στυλιζαρισμένο αποτέλεσμα, θυμίζοντας περισσότερο τηλεοπτική σάτιρα με σινεφιλικές αναφορές, παρά παραδοσιακή ελληνική μυθοπλασία.

Το δυνατό χαρτί της σειράς είναι, αναμφίβολα, το καστ. Ο Ατζαράκης κουβαλά την αφήγηση με συνέπεια, περνώντας με ευκολία από τον κωμικό πανικό στον «deadpan» σαρκασμό. Ο Θανάσης Αλευράς είναι απολαυστικός ως υπερβολικός, σχεδόν θεατρικός μαφιόζος, ενώ οι συμμετοχές των Μαίρης Συνατσάκη, Μαρία Καβογιάννη, Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, Γιάννη Μποσταντζόγλου και άλλων, λειτουργούν άλλοτε υποστηρικτικά, άλλοτε σαν μικρές εκπλήξεις που διανθίζουν την αφήγηση.

Αν κάτι αξίζει να σημειωθεί, είναι ότι η σειρά απευθύνεται περισσότερο σε θεατές που ήδη γνωρίζουν – ή έστω εκτιμούν – το ιδιαίτερο χιούμορ των δημιουργών. Οι αναφορές, η γλώσσα και ο ρυθμός δεν προσπαθούν να γίνουν «για όλους». Αντιθέτως, δείχνουν να αγκαλιάζουν τη δική τους «περίεργη» ταυτότητα — και καλά κάνουν. Αυτό όμως μπορεί να αποξενώσει ένα πιο παραδοσιακό κοινό, που περιμένει από την κωμωδία κάτι πιο εύπεπτο ή τυπικά τηλεοπτικό.

Η Κακές Ιδέες δεν είναι τέλεια – ούτε προσποιείται ότι είναι. Δεν κρύβει τα ερασιτεχνικά της ξεσπάσματα, ούτε φοβάται να εκτεθεί. Κι αυτό ακριβώς είναι που την κάνει ενδιαφέρουσα. Είναι ένα προσωπικό project δύο δημιουργών που είχαν κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό τους και κατάφεραν να το υλοποιήσουν με συνέπεια, ψυχή και αρκετή δόση αυτοσαρκασμού.

Δεν ξέρω αν η σειρά θα κάνει μεγάλη επιτυχία ή αν θα μείνει ως cult παρακαταθήκη στους φαν του Ατζαράκη και του Ζάμπρα. Ξέρω όμως ότι βλέποντάς τη, ένιωσα πως κάποιος στην ελληνική τηλεόραση τόλμησε κάτι διαφορετικό – και αυτό, από μόνο του, είναι μια καλή (και όχι κακή) ιδέα.

«The Animal Kingdom»: Όταν η φύση «ξαναγράφει» τον άνθρωπο (VIDEO)