Θανάσης Κουρλαμπάς στο TheOpinion: «Την οποιαδήποτε είδηση να διαβάσετε αυτήν τη στιγμή, θα δείτε στοιχεία της “Εκάβης” να συμβαίνουν σε όλο τον πλανήτη»
Ο ηθοποιός, Θανάσης Κουρλαμπάς, πρωταγωνιστεί στην «Εκάβη» του Ευριπίδη και μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη
Η «Εκάβη» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Ιώς Βουλγαράκη και μετάφραση Ελένης Βαροπούλου, κάνει πρεμιέρα στο Θέατρο Δάσους στη Θεσσαλονίκη, τη Δευτέρα, 10 Ιουλίου. Η παράσταση θα φιλοξενηθεί και την Τρίτη, 11 Ιουλίου.
Η «Εκάβη» του Ευριπίδη ξεκινά τη θεατρική της διαδρομή από τη Θεσσαλονίκη, στις 10 Ιουλίου.
Ο ηθοποιός, Θανάσης Κουρλαμπάς, υποδύεται τον Οδυσσέα· έναν Οδυσσέα που, αυτήν τη φορά, δεν επινοεί τεχνάσματα, αλλά παρουσιάζεται με ένα πιο «σκληρό» πρόσωπο. Επιδιδόμενος σε έναν «αγώνα» λόγου με την Εκάβη, ο Οδυσσέας υπερασπίζεται το παράλογο με λογικά επιχειρήματα και η αιχμάλωτη, πια, πρώην βασίλισσα της Τροίας, διαπραγματεύεται τη σωτηρία του παιδιού της με λογικά επιχειρήματα επίσης.
Στην «Εκάβη» τα πάντα συμβαίνουν σε έναν μεταιχμιακό χρόνο, μετά το τέλος του πολέμου. Η βία, όμως, δεν έχει τελειώσει. Κι εκεί ακριβώς, στον χρόνο της μετάβασης, η Εκάβη του πένθους γίνεται η Εκάβη της εκδίκησης, ανοίγοντας μια τολμηρή διαλεκτική με το σήμερα.
Θανάση, ξεκινάτε την περιοδεία της «Εκάβης» από τη Θεσσαλονίκη. Ισχύει και στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτό που ακούμε, κατά καιρούς, ότι οι Θεσσαλονικείς είμαστε ένα «απαιτητικό» και «δύσκολο» κοινό κι αν καταφέρει ένα θέαμα να μας «κερδίσει», έχει κερδηθεί, κατά κάποιον τρόπο, και το «στοίχημα» από μέρους σας;
Θέλω να είμαι ειλικρινής, από τη φύση μου δεν κάνω τέτοιους διαχωρισμούς. Για ένα έργο τέχνης, υπό οποιαδήποτε μορφή, δεν υπάρχει κοινό «δύσκολο» ή «εύκολο». Μία καλή παράσταση βρίσκει τα πατήματά της στις ψυχές και στο μυαλό των ανθρώπων, όπου κι αν παιχτεί. Δεν θέλω να μπω σε ορισμούς «δύσκολου» ή «εύκολου» κοινού. Τι πάει να πει δύσκολο, απαιτητικό κοινό;
Όντως υπάρχουν περιοχές, είτε επειδή υπήρξε κάποιος πόλος θεάτρου είτε μια θεατρική προϊστορία, όπου να είναι πιο «ασκημένο» το κοινό. Αλλά, πιστέψτε με, έχουμε παίξει παραστάσεις, υποτίθεται σε όχι τόσο «ασκημένο» κοινό, και η μεταξύ τους σχέση έλαμψε. Τέτοιους διαχωρισμούς, προσωπικά, δεν τους υποστηρίζω.
Η Θεσσαλονίκη είναι μια τεράστια πόλη. Με υψηλό πνευματικό επίπεδο, με ωραία θέα, με ωραίες παραστάσεις. Κάθε φορά που ανεβαίνουμε στη Θεσσαλονίκη με μια παράσταση είναι για ‘μας σημαντικό. Το Θέατρο Δάσους είναι εξαιρετικό θέατρο. Ερχόμαστε, λοιπόν, με μία καλοπροετοιμασμένη και πολύ αγαπημένη παράσταση, με εξαιρετικούς συντελεστές -πάνω και κάτω απ’ τη σκηνή- να προσφέρουμε εκεί την πρεμιέρα μας. Είναι έτσι οργανωμένη η περιοδεία μας που ξεκινάμε, με το καλό, από τη Θεσσαλονίκη μας. Κι ερχόμαστε με την «Εκάβη», σε σκηνοθεσία της Ιώς Βουλγαράκη, με πολλή αγάπη κι επιθυμία να ξεκινήσουμε το ταξίδι αυτής της κοπιώδους δουλειάς που έχουμε κάνει τόσους μήνες.

Πώς είναι, κάθε φορά, που επιστρέφεις στην Επίδαυρο;
Είχα τη χαρά και την τιμή με τον αείμνηστο τον Σπύρο τον Ευαγγελάτο, στον πλάι του οποίου βρέθηκα για πολλά έργα, να ζήσω πολλές φορές αυτήν τη μαγική εμπειρία της Επιδαύρου. Κάθε παράσταση, κάθε θέατρο έχει την τεράστια επιρροή στις ψυχές των ανθρώπων που συμμετέχουν. Αλλά η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν κάποια σημεία, όπως η Επίδαυρος, που «διογκώνονται» λίγο τα πράγματα. Η Επίδαυρος διογκώνει και το συναίσθημα και την εμπειρία. Είναι ένα θεϊκό θέατρο. Η κάθε βραδιά εκεί είναι συγκλονιστική για όποιον έχει την τύχη να πατάει στην ορχήστρα της. Χαίρομαι πάρα πολύ.
Καταλήγουμε, βέβαια, στην Επίδαυρο μετά από μια αρκετά μεγάλη περιοδεία, σχεδόν σε όλη την Ελλάδα μας. Και, μετά, υπάρχουν οι υπόλοιπες αθηναϊκές παραστάσεις. Έχουμε τη χαρά να παίξουμε και στο Ηρώδειο, ένα άλλο εμβληματικό θέατρο.
Η Επίδαυρος έχει μία ιστορία, μία ενέργεια, έχει μία μνήμη. Έχει μία αίσθηση που δεν εξηγείται εύκολα με λόγια. Αλλά όταν την υπηρετήσεις με το δέος, με την αγάπη, με το πάθος που της αρμόζουν και με τον έρωτα για αυτό που κάνεις, νομίζω ότι ανταποδίδει.
Θα μας μιλήσεις για τη σκηνοθεσία της Ιώς Βουλγαράκη και τον τρόπο που «ακουμπάει» στην παράσταση; Την προσέγγισή της; Καθώς, όμως, και για τη μετάφραση, η οποία δημιουργήθηκε, συγκεκριμένα, για αυτήν την παραγωγή;
Μία εξαιρετική μετάφραση, της κυρίας Βαροπούλου. Σπουδαία προσωπικότητα. Έχει κάνει μία πολύ ζωντανή, μία πολύ ρέουσα μετάφραση, με αρκετό λυρισμό· πηγάζει συναίσθημα από αυτήν τη μετάφραση.
Αισθάνομαι πολύ τυχερός που ανταμώθηκα, καλλιτεχνικά, με την Ιώ Βουλγαράκη. Είναι η πρώτη φορά που δουλεύουμε. Είναι ένα εξαιρετικό πλάσμα, πρώτα απ’ όλα. Και ξεκινάω από αυτό, γιατί στη ζωή, το πρώτο πράγμα που πρέπει να κερδίσεις σαν στοίχημα, είναι να είσαι ένας ωραίος άνθρωπος. Η Ιώ είναι ένας ωραίος άνθρωπος, εξαιρετικά καταρτισμένο πλάσμα στη δουλειά της. Έχει το όραμά της, τα επιχειρήματά της, τη λογική της γιατί επέλεξε το συγκεκριμένο έργο. Πώς το έχτισε μέσα της, πώς το διάβασε μέσα της. Η ανάγνωση που έχει κάνει με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Πηγάζει, από την τραγωδία τη συγκεκριμένη, αυτή η αίσθηση του θρήνου και της τεράστιας απώλειας που αφήνει κάθε πόλεμος, όπου κι όποτε κι αν έγινε, στο ανθρώπινο είδος.
Είναι μια τραγωδία για τον θρήνο, την απώλεια και το παράλογο του πολέμου. Όλοι είναι χαμένοι, και οι νικητές και οι νικημένοι. Αλλά όλοι είναι χαμένοι, συγκρουόμενοι με το παράλογο του πολέμου· άνθρωποι εξοντώνουν ανθρώπους για τον οποιοδήποτε λόγο. Και τι αυτός αφήνει πίσω του… Τι απόνερα αφήνει πίσω του και τι εγκλήματα συντελούνται και μετά το πέρας. Η Ιώ, λοιπόν, έχει αναδείξει αυτήν τη «συνομιλία» του θρήνου, της απώλειας και των νεκρών με τους ζωντανούς.
Ο Οδυσσέας, που κάνω εγώ, στη συγκεκριμένη τραγωδία και με τη μελέτη που έχουμε κάνει είναι, νομίζω, ο πιο «σκληρός» Οδυσσέας που εμφανίζεται γενικά στην κλασική λογοτεχνία, στον μύθο, στην ιστορία. Είναι ο πομπός, του οποίου ο λόγος φέρει το παράλογο αυτού του πολέμου. Ζητείται μία ανθρωποθυσία χωρίς λόγο, αφού έχει τελειώσει ο πόλεμος. Του φωνάζει κάποια στιγμή η Εκάβη: «Φτάνουν, πια, οι νεκροί! Τελείωσε ο πόλεμος!». Κι, όμως, πρέπει αυτός να φέρει στη σκηνή, στην ψυχή και στη ζωή της Εκάβης ένα ακόμα εγκληματικό και δραματικό γεγονός· ότι πρέπει να θυσιαστεί η τελευταία της κόρη, η Πολυξένη, στον βωμό και στον τάφο του Αχιλλέα, για να τιμηθεί ο πρώτος των Ελλήνων. Μην ξεχνάμε ότι, η Εκάβη, ήδη θρηνεί την απώλεια της προηγούμενης ζωής της, από βασίλισσα της Τροίας είναι σκλάβα. Και της ζητείται να αποχωριστεί κι άλλο ένα παιδί, γιατί το ζήτησε το φάντασμα του Αχιλλέα για να τιμηθεί.
Το μεγαλείο αυτού του έργου είναι το ότι, τελικά, καταφέρνει και ταυτίζει τον θεατή με τον χαμένο, με τον νικημένο. Κι, αν θέλετε, και με τον αντίπαλο. Στη συλλογική μνήμη, οι Τρώες ήταν οι εχθροί των Ελλήνων. Κι, όμως, ο θεατής ταυτίζεται με τους ηττημένους, ακριβώς γιατί πονάει μαζί τους, συγκρουόμενος με το παράλογο του πολέμου.

Περιεχόμενα κειμένων, τόσων αιώνων πριν, τα οποία καθρεφτίζουν, όμως, το σήμερα. Υπήρξε, άραγε, μετά και την συνδιαλλαγή σου με το κείμενο, κάποια εικόνα που να σου «χτύπησε» καμπανάκι;
Την οποιαδήποτε είδηση να διαβάσετε αυτήν τη στιγμή, θα δείτε στοιχεία της «Εκάβης» να συμβαίνουν σε όλο τον πλανήτη. Δυστυχώς, τόσο θλιβερά ζωντανή η συνδιαλλαγή του ανθρώπου με αυτό που λέγεται πόλεμος.
Και μόνον όταν μπαίνεις, υποδυόμενος τον νικητή Έλληνα, στον χώρο που υπάρχουν οι Τρωαδίτισσες σκλάβες – πρόσφυγες – χαμένες – θρηνούσες τους συζύγους, τα παιδιά και τους γονείς τους, κλείνεις τα μάτια και νομίζεις ότι μπαίνεις σε έναν προσφυγικό καταυλισμό. Που είναι, αυτή τη στιγμή, σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη όπου γίνονται εχθροπραξίες, πόλεμος. Είναι αμεσότατη η αναλογία και η προβολή που κάνεις. Η αλαζονεία του νικητή που, ακριβώς επειδή είναι νικητής, μπορεί να πράξει και να αποφασίσει ό, τι επιθυμεί. Ακόμα κι αν είναι παράλογο. Αλλά, ακόμα κι αν είναι παράλογο, έχει κάποιο επιχείρημα από πίσω.
Ο Οδυσσέας δεν είναι επιχειρηματολογικά παράλογος. Το αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι παράλογο και παράδοξο· το να θυσιάζεται ένας άνθρωπος, χωρίς λόγο, όταν έχει τελειώσει ο πόλεμος. Αλλά αυτός έχει επιχειρήματα. Πρέπει να θυσιαστεί η Πολυξένη, γιατί πρέπει να δει το στράτευμα ότι, όταν του φωνάζουμε να υπερασπιστεί τα πάτρια εδάφη, τι του προσφέρουμε ως ανταπόδοση του θανάτου του. Την τιμή. Επειδή, λοιπόν, η τιμή είναι το μέγιστο προσδοκώμενο αποτέλεσμα, ο μέγιστος στόχος, υπάρχει μία «λογική» που φέρει ο λόγος του Οδυσσέα. Τα επιχειρήματα, βέβαια, και η απάντηση της Εκάβης, φυσικά και είναι αποστομωτικά. Αλλά, παρόλα αυτά, ο νικητής μπορεί να κάνει αυτό που επιθυμεί. Κι έτσι η Πολυξένη θυσιάζεται…
Είσαι ένας καλλιτεχνικά και θεατρικά, ειδικότερα, «ανήσυχος» άνθρωπος. Πού αλλού να περιμένουμε να σε δούμε από τη νέα, πια, σεζόν;
Το θέατρο είναι ο βασικός τόπος της καλλιτεχνικής έκφρασης ενός ηθοποιού. Όχι ότι τα υπόλοιπα δεν είναι, απλώς είναι πολλές φορές το επιδιωκόμενο, γιατί υπάρχει η ζωντανή σχέση με τον θεατή. Το θέατρο το λατρεύω, προσπαθώ να κάνω όσο περισσότερο θέατρο μπορώ κι όσο γίνεται μέσα σε αυτό το μονοπάτι που έχω επιλέξει, με όποιες μικρότερες ή μεγαλύτερες παρεκκλίσεις.
Για του χρόνου έχω σίγουρα δύο παραστάσεις και συζητάω και για κάτι ακόμα. Η μία ανεβαίνει, με το καλό, τον Οκτώβριο στο Θέατρο Άνεσις, ο «Μάρτυρας Κατηγορίας» της Αγκάθα Κρίστι. Από τα σπουδαιότερά της δικαστικά θρίλερ. Με πολύ ωραίους συντελεστές, σε σκηνοθεσία του Νικορέστη Χανιωτάκη. Και θα επαναλάβω, για λίγους μήνες, μια δουλειά που κάνω τώρα πέντε χρόνια με τον Γιώργο τον Γαλίτη, «Τον Θάνατο του Ιβάν Ιλίτς» του Τολστόι, σε σκηνοθεσία και διασκευή της Κωνσταντίνας Νικολαΐδη. Και, παράλληλα, σκέφτομαι και κάτι με μία συνάδελφο, την Αμαλία τη Νίνου, που είχα την τύχη να δουλέψω μαζί της δύο έργα τα οποία ήταν και σκηνοθεσίες μας. Το «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα», πέρυσι το καλοκαίρι, και την «Αφροδίτη με τη γούνα», τον χειμώνα που μας πέρασε. Και σκεφτόμαστε να προχωρήσουμε σε κάτι καινούριο.
Τηλεοπτικά, έχω τη μεγάλη χαρά να είμαι ένα μέλος από την οικογένεια «Πανθέων». Στον Σπύρο Μιχαλόπουλο χρωστάω ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της τηλεοπτικής μου καριέρας, γιατί μαζί είχαμε κάνει τις «Άγριες Μέλισσες», που έκανα τον Κλεομένη. Ήταν για ‘μένα μια πολύ μεγάλη καλλιτεχνική και τηλεοπτική στιγμή. Ανταμώνουμε, λοιπόν, πάλι σε ένα εμβληματικό έργο του Αθανασιάδη, το οποίο παίχτηκε το ’77 στην ελληνική τηλεόραση με πολύ μεγάλη επιτυχία. Για να μην μπερδευτεί ο κόσμος, δεν πάμε να ξανακάνουμε τους «Πανθέους» που είχαν δει τότε. Ξαναδουλεύουμε αυτήν την ιστορία της οικογένειας με τις ανατροπές, με τα θέματά τους, τα προβλήματά τους, λίγο πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναπαράγουμε την Ελλάδα του τότε. Είναι μία σειρά εποχής με εκπληκτικά σκηνικά, κοστούμια. Με σπουδαιότατους ηθοποιούς· ένα υπέροχο καστ ηθοποιών, με μεγάλη εμπειρία και στο θέατρο και στην τηλεόραση. Και εξαιρετικά συνεργεία πίσω από τις κάμερες. Νομίζω ότι θα είναι μία σειρά που θα αρέσει στον κόσμο και θα την ακολουθήσει. Και είμαι πολύ χαρούμενος που είμαι κι εγώ ένα μέλος της οικογένειας «Πανθέων»· ο Φάνης Πανθέος, συγκεκριμένα, ο ένας από τους τρεις αδερφούς. Ένας ρόλος που με έχει ιντριγκάρει πολύ.
Πληροφορίες
«Εκάβη» του Ευριπίδη
Θέατρο Δάσους
Δευτέρα 10 & Τρίτη 11 Ιουλίου στις 21.30
Τιμές εισιτηρίων: Κανονικό 20€, Μειωμένο 17€ (φοιτητικό, μαθητικό, ανέργων, άνω των 65 ετών, παιδικό από 6 έως 12 ετών), ΑμεΑ (με κινητικά προβλήματα) Δωρεάν – Οι συνοδοί ΑμεΑ πληρώνουν φοιτητικό εισιτήριο
Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr, Στα καταστήματα Public – Media Markt – Wind, Στα ταμεία του Βασιλικού Θεάτρου, Στα εκδοτήρια της Αριστοτέλους
Διάρκεια παράστασης: 1 ώρα και 30 λεπτά
Η παράσταση θα παρουσιαστεί στο Φεστιβάλ Επιδαύρου την Παρασκευή 11 και το Σάββατο, 12 Αυγούστου 2023
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Ιώ Βουλγαράκη
Μετάφραση: Ελένη Βαροπούλου
Σκηνικά/Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού
Μουσική: Νίκος Γαλενιανός
Κίνηση: Χαρά Κότσαλη
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Βοηθός σκηνοθέτιδας: Μάγια Κυριαζή
Βοηθός σκηνογράφου/ενδυματολόγου: Δημοσθένης Κλιμενώφ
Παραγωγή: Θεατρική Διαδρομή -KMTD-Βασίλης Ζήσης
Εκτέλεση/Διεύθυνση Παραγωγής: Κώστας Μπάλλας
Οργάνωση – Επικοινωνία περιοδείας: Theater Art Company – Σάκης Μανάφης
Ηθοποιοί (με αλφαβητική σειρά)
Ταλθύβιος: Ιωσήφ Ιωσηφίδης
Πολυξένη: Μαρίνα Καλογήρου
Εκάβη: Ελένη Κοκκίδου
Οδυσσέας: Θανάσης Κουρλαμπάς
Πολύδωρος: Ερρίκος Μηλιάρης
Θεράπαινα: Ηλεάνα Μπάλλα
Πολυμήστορας: Άκης Σακελλαρίου
Αγαμέμνονας: Αλέκος Συσσοβίτης
Χορός (με αλφαβητική σειρά)
Ασημίνα Αναστασοπούλου
Άρτεμις Βαβάτσικα (μουσικός επί σκηνής)
Ελισσάβετ Γιαννοπούλου
Μαρία Κωνσταντά
Ευσταθία Λαγιόκαπα
Λυγερή Μητροπούλου
Ειρήνη Μπούνταλη
Αμαλία Τσεκούρα
Χρύσα Τουμανίδου