Την μεγάλη διαπεριφερειακή ανισότητα σε οικονομικό επίπεδο ανάμεσα στις 13 περιφέρεις της Ελλάδας, αναδεικνύει η έκθεση κοινωνικών και οικονομικών τάσεων στις ελληνικές περιφέρειες, του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται, ο Οικονομικός βηματισμός της Κεντρικής Μακεδονίας είναι πολύ πιο αργός από αυτόν της Αττικής και ενώ αυτό αποτελεί μια διαχρονική και αποδεκτή πραγματικότητα λόγω της διαφοράς πληθυσμού, άρα και καταναλωτικού κοινού, συγκέντρωσης όλων των υπηρεσιών διοίκησης, καταλληλότερων και πιο επαρκών υποδομών και επίσης συγκέντρωσης της μεγαλύτερης οικονομικής δραστηριότητας ως πρωτεύουσα σε ολόκληρη τη χώρα, η διαφορά σε κομβικούς δείκτες είναι τόσο μεγάλη που χρήζει προβληματισμού και κινητοποίησης.
Η εικόνα για την Κεντρική Μακεδονία
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους με χαρακτηριστικό παράδειγμα την συνεισφορά των περιφερειακών οικονομιών στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) , με τα στοιχεία της έκθεσης να προέρχονται από το 2021. Όπως καταδεικνύεται μπορεί η Αττική να είναι στην πρώτη και η Κεντρική Μακεδονία στην δεύτερη θέση, ωστόσο η προσφορά της περιφέρειας Αττικής στο ΑΕΠ ανέρχεται στις 47,2%, με την Κεντρική Μακεδονίας να προσφέρει σε ποσοστιαίες μονάδες μόλις 13,7% δηλαδή, ούτε το ένα τρίτο από αυτό της Αττικής.
Ειδικά στους δείκτες που αφορούν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ η ψαλίδα ανοίγει ακόμη περισσότερο, με την Αττική να παραμένει στην πρώτη θέση με 23.000 ευρώ και την Κεντρική Μακεδονία να βρίσκεται πολύ κάτω μόλις στην 8η θέση ανάμεσα στις 13 περιφέρεις με 13.400 ευρώ, τη στιγμή που το σύνολο της χώρας βρίσκεται στα 17.000 ευρώ. Το στοιχείο αυτό δίνει μάλιστα και μια ξεκάθαρη εικόνα της οικονομικής πραγματικότητας που βιώνουν οι εργαζόμενοι στην Κεντρική Μακεδονία σε σχέση με τους μισθούς και γενικότερα τις αποδοχές τους.
Η διαπεριφερειακή ανισότητα αντικατοπτρίζεται και όσον αφορά τις επενδύσεις. Εκτός από το γεγονός ότι οι περιφέρειες της Αττικής και της Κεντρικής Μακεδονίας συνεισέφεραν σχεδόν το μισό των συνολικών εγχώριων επενδύσεων το 2020, το πιο πρόσφατο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σε επίπεδο περιφερειών, η ψαλίδα ανάμεσα σε αυτές τις δυο περιφέρειες είναι ενδεικτική. Η συνεισφορά της περιφέρειας Αττικής στις εθνικές επενδύσεις το 2020 ήταν στο 36,7% με τη Θεσσαλονίκη να μην ξεπερνά 14,2%. Η Αττική ως μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας δικαίως και λαμβάνει την «μερίδα του λέοντος» από την επενδυτική «πίτα» της χώρας. Τη στιγμή όμως που οι επενδυτικές ροές αποτελούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και την ανάπτυξη, δεν μπορεί παρά να προβληματίζει το γεγονός της παραπάνω ποσοστιαίας διαφοράς και να επιβάλει την υλοποίηση πολιτικών οικονομικής αποκέντρωσης. Οι επενδύσεις σημαίνουν «ζεστό» χρήμα για τις περιοχές που υλοποιούνται, νέες θέσεις εργασίας και αύξηση του κύκλου εργασίας για μικρομεσαίες επιχειρήσεις που θα έχουν όφελος από την υλοποίηση της επένδυσης, ακόμη και συνεργασία, ειδικά όταν και η πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό φαίνεται να περιλαμβάνεται στη λίστα διαπεριφερειακών ανισοτήτων.
Κίνδυνος φτώχειας
Σύμφωνα με την έκθεση του ΙΟΒΕ ο δείκτης ροών τραπεζικών χορηγήσεων (δανείων) αναδεικνύει έντονη συγκέντρωση στην Αττική (σχεδόν στο 11%) , καθώς και οι 12 υπόλοιπες περιφέρειες παρουσιάζουν δείκτη μικρότερο του μέσου όρου της επικράτειας που είναι 7%. Η ΠΚΜ καταγράφει ποσοστιαία συγκέντρωση τραπεζικών χορηγήσεων της τάξης σχεδόν του 5,5%.
Στην κοινωνικο – οικονομική διάσταση και όσον αφορά το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας το 2022, η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ-27 κατά περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες (18,8% του πληθυσμού έναντι 16,5% ). Σύμφωνα με τον επικρατέστερο ορισμό της φτώχειας, το ποσοστό του ευάλωτου πληθυσμού ορίζεται ως εκείνο του οποίου το εισόδημα είναι χαμηλότερο από το 60% του διάμεσου διαθέσιμου ισοδύναμου οικογενειακού εισοδήματος, μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (πλην των συντάξεων)
Στην ΠΚΜ το «καμπανάκι» χτυπά δυνατά καθώς το ανάλογο ποσοστό ανέρχονταν σε 23,8% το 2022. Με δεδομένο πως το οικονομικό περιβάλλον δεν έχει ιδιαίτερες αλλαγές από το 2022 έως σήμερα, σημαίνει ότι σχεδόν ένας στους τέσσερεις πολίτες της συγκεκριμένης περιφέρειας , μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με συνθήκες φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτό μόνο στα ψηλά γράμματα δεν μπορεί να περάσει από την πολιτεία και τις αρμόδιες τοπικές αρχές και υπηρεσίες οι οποίες πρέπει άμεσα να προχωρήσουν στην υλοποίηση πολιτικών που θα βάλουν «φρένο» σε αυτή την πολύ άσχημη κατάσταση.