Συναγερμός σε ολόκληρη την Ευρώπη από την έξαρση κρουσμάτων πανομοιότυπα με την ηπατίτιδα Α.
Mεγάλος αριθμός κρουσμάτων πανομοιότυπων ή στενά συγγενικών στελεχών της ηπατίτιδας Α έχουν καταγραφεί σε τουλάχιστον επτά ευρωπαϊκές χώρες, με τα περισσότερα να έχουν εντοπιστεί στην Ουγγαρία, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων.
Σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ-ΜΠΕ, μέχρι τις 29 Σεπτεμβρίου 2022 είχαν καταγραφεί συνολικά 303 περιπτώσεις με πανομοιότυπα στελέχη της ηπατίτιδας Α (HAV) και συγκεκριμένα στην Αυστρία 7, τη Γερμανία 8, την Ουγγαρία 161, την Ολλανδία 8, τη Σλοβενία 35, τη Σουηδία 8, και το ΗΒ 76. Τα επί του παρόντος διαθέσιμα επιδημιολογικά και μικροβιολογικά δεδομένα, υποδηλώνουν ότι έχει γίνει μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο και πιθανόν και μέσω μολυσμένων τροφίμων.
Στις 15 Φεβρουαρίου 2022, η Ουγγαρία ανέφερε ένα ξέσπασμα του γονότυπου IB HAV με την έναρξη της νόσου του πρώτου κρούσματος στις αρχές Δεκεμβρίου 2021, ενώ μέχρι σήμερα, 161 περιπτώσεις έχουν επιβεβαιωθεί με αυτό το στέλεχος, στο Εθνικό Εργαστήριο Αναφοράς Ηπατίτιδας της χώρας. Σύμφωνα με το ECDC, αρκετά μολυσμένα άτομα αυτοπροσδιορίστηκαν ως άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άνδρες , υποδηλώνοντας πιθανή μετάδοση μέσω των σεξουαλικών επαφών.
Τον Ιούλιο του 2022, υπήρχε υποψία τροφογενούς επιδημίας σε εστιατόριο στην Ουγγαρία, όπου 16 άτομα αρρώστησαν με λοίμωξη από HAV IB. Κάποιοι από τους ασθενείς ανέφεραν ότι είχαν καταναλώσει κρύα σούπα με κατεψυγμένα μούρα. Στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει εντοπιστεί σαφής πηγή μόλυνσης, αλλά οι επιδημιολογικές έρευνες μέχρι στιγμής δείχνουν πιθανές τροφιμογενείς λοιμώξεις, εκτός από τη μετάδοση από άτομο σε άτομο. Η Γερμανία, η Ολλανδία, και η Σουηδία έχουν αναφέρει συνολικά εννέα περιπτώσεις μολύνσεων με στελέχη που ταιριάζουν με τις αλληλουχίες του στελέχους του Ηνωμένου Βασιλείου.
Οι έρευνες αυτών των περιπτώσεων δεν βρήκαν σαφείς παράγοντες κινδύνου για μόλυνση, όπως ιστορικό ταξιδιού ή κατανάλωση μούρων. Περαιτέρω έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη.
Ο HAV είναι εξαιρετικά μεταδοτικός μέσω μολυσμένου νερού, τροφίμων και μέσω των κοπράνων και της στοματικής οδού μεταξύ των στενών επαφών, με μέση περίοδο επώασης τεσσάρων εβδομάδων, που κυμαίνεται από δύο έως έξι εβδομάδες. Ο ιός είναι ιδιαίτερα ανθεκτικός στις περιβαλλοντικές συνθήκες, καθώς και σε διάφορες μεθόδους συντήρησης. Επομένως, η πιθανή μετάδοση μέσω των τροφίμων θα πρέπει να διερευνάται όταν αναφέρονται πολλά κρούσματα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Το ECDC τονίζει τη σημασία της καλής υγιεινής των χεριών, συμπεριλαμβανομένου του σχολαστικού πλυσίματος των χεριών με σαπούνι μετά τη χρήση του μπάνιου και πριν από την προετοιμασία του φαγητού.