Το Δ.Σ. του Επαγγελματικού Σωματείου με την επωνυμία «ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΔΗΜΟΥ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ» συνεδρίασε την προηγούμενη Πέμπτη 30/6 και αποφάσισε να υποβάλλει μήνυση κατά του Δημάρχου Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνου Ζέρβα όσο αφορά παραβιάσεις στην εργασιακή και συνδικαλιστική νομοθεσία.
Η μήνυση που κατέθεσε το σωματείο στον εισαγγελέα αναφέρει:
Κύριε Εισαγγελεύ,
Μηνύουμε ενώπιόν Σας τον Κωνσταντίνο Ζέρβα, Δήμαρχο Θεσσαλονίκης, κάτοικο Θεσσαλονίκης, οδός Βασιλέως Γεωργίου Α΄ αρ. 1, για τις παρακάτω άδικες και καταλογιστέες πράξεις και ζητούμε την κατά νόμο τιμωρία αυτού:
Είμαστε επαγγελματική επιχειρησιακή οργάνωση, η οποία ιδρύθηκε και λειτουργεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1264/1982, η πλέον αντιπροσωπευτική, όπως προσδιορίζεται με τις διατάξεις του ίδιου νόμου. Έχουμε, σύμφωνα με το καταστατικό, ως μέλη μας, σχεδόν όλους τους εργαζόμενους στο Δήμο Θεσσαλονίκης 2.545 μέλη, με σύμβαση εργασίας δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, όλων των ειδικοτήτων. Μεταξύ των μελών μας συγκαταλέγονται και οι εργαζόμενοι του Δήμου Θεσσαλονίκης, των Διευθύνσεων Καθαριότητας και Διαχείρισης Οχημάτων (900 εργαζόμενοι), Ανακύκλωσης (80 εργαζόμενοι), Διαχείρισης Πρασίνου και Περιβάλλοντος (60 εργαζόμενοι), Κατασκευών και Συντηρήσεων (50 εργαζόμενοι), Βιώσιμης Κινητικότητας και Δικτύων (70 εργαζόμενοι) και του Τμήματος Διαχείρισης Κοιμητηρίων (20 εργαζόμενοι). Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ. 4 του Ν. 1264/1982, ο οποίος ρυθμίζει τα ζητήματα των επαγγελματικών συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων όλης της χώρας, ορίζεται ότι : «1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν σκοπό τη διαφύλαξη και προαγωγή των εργασιακών, οικονομικών, ασφαλιστικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών συμφερόντων των εργαζομένων… 3. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις δικαιούνται μεταξύ άλλων : α) να αναφέρονται στις διοικητικές και άλλες αρχές για κάθε ζήτημα που αφορά τους σκοπούς τους, τα μέλη τους, τις εργασιακές και γενικότερα επαγγελματικές σχέσεις και τα συμφέροντα των μελών τους, β) να καταγγέλλουν και να εγκαλούν στις διοικητικές και δικαστικές αρχές τις παραβιάσεις της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας και των κανονισμών ή οργανισμών που αφορούν τις ίδιες ή τα μέλη τους».
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρ. 2 του καταστατικού μας, μεταξύ των σκοπών του συλλόγου μας περιλαμβάνονται και οι ακόλουθοι : «1) Η ενιαία και συλλογική δράση των μελών του για την διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών, εργασιακών, ασφαλιστικών και κοινωνικών συμφερόντων του… 3) Η φροντίδα για βελτίωση και εφαρμογή της υπαλληλικής, εργατικής Νομοθεσίας για καλύτερες συνθήκες δουλειάς, διαβίωσης, επαγγελματικής κατάρτισης, ποιοτικό ανέβασμα της δουλειάς των εργαζομένων του Δήμου και η επίβλεψη για την εφαρμογή της… 8) Η συμβολή στη διεύρυνση και αναβάθμιση του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η βελτίωση της οργάνωσης και λειτουργίας των υπηρεσιών του Δήμου, σε τρόπο που να ανταποκρίνονται και να εξυπηρετούν καλύτερα τα λαϊκά συμφέροντα και τις ανάγκες των δημοτών και της πόλης… 11) Η ουσιαστικά και γνήσια αντιπροσωπευτική εκπροσώπηση του ΣΕΔΘ στα συλλογικά όργανα διοίκησης, σχεδιασμού, ελέγχου κοινωνικής πολιτικής του Δήμου και όπου η εκπροσώπηση του ΣΕΔΘ είναι δυνατή ή θα κατακτηθεί».
Με τις παραπάνω διατάξεις καθίσταται προφανές και εύλογο το έννομο συμφέρον μας προς άσκηση της παρούσας μηνύσεως, με την οποία ζητούμε την κατά νόμο τιμωρία του Δημάρχου Θεσσαλονίκης για τις παρακάτω άδικες πράξεις. Ειδικότερα :
Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3850/2010 «Κώδικας νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων», ο οποίος ισχύει από 1 Ιουλίου 2010 και οι διατάξεις του οποίου αντικατέστησαν τις όμοιες διατάξεις του Ν.1568/1985 (βλ. άρθρο δεύτερο -ακροτελεύτιο- παρ. 1 και 3 Ν.3850/2010), ορίζονται τα εξής: «Ο παρών κώδικας έχει ως αντικείμενο την εφαρμογή μέτρων για την προαγωγή της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων κατά την εργασία»(άρθρ.1 εδ. α),«Οι διατάξεις του κώδικα εφαρμόζονται, εφόσον δεν ορίζεται αλλιώς, σε όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.» (άρθρ. 2 παρ. 1),«Ο εργοδότης οφείλει να συντηρεί τους τόπους εργασίας και να μεριμνά για την κατά το δυνατό άμεση αποκατάσταση των ελλείψεων, που έχουν σχέση με την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων. Αν από τις ελλείψεις αυτές προκαλείται άμεσος και σοβαρός κίνδυνος για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, πρέπει να διακόπτεται αμέσως η εργασία, στο σημείο που εμφανίζονται οι ελλείψεις, μέχρι την αποκατάσταση τους» (αρθρ. 31 παρ. 1),«1. Ο εργοδότης οφείλει να παίρνει μέτρα, ώστε να αποφεύγεται ή να ελαχιστοποιείται η έκθεση των εργαζομένων σε παράγοντες, όσο είναι πρακτικά δυνατό. Σε κάθε περίπτωση το επίπεδο έκθεσης πρέπει να είναι κατώτερο από εκείνο που ορίζει η “οριακή τιμή έκθεσης”. 2. Ο εργοδότης, για να συμμορφωθεί με τις διατάξεις της παραγράφου 1, υποχρεούται να παίρνει κατά σειρά τα πιο κάτω μέτρα : α) να αντικαθιστά, όσο είναι πρακτικά δυνατό, τους παράγοντες που είναι επιβλαβείς για την υγεία των εργαζομένων ή επικίνδυνοι με άλλους αβλαβείς ή λιγότερο επιβλαβείς, καθώς και να περιορίζει τη χρήση τους στο χώρο εργασίας, β) να αντικαθιστά, όσο είναι πρακτικά δυνατό, παραγωγικές διαδικασίες, μεθόδους και μέσα που δημιουργούν στους χώρους εργασίας παράγοντες, οι οποίοι θεωρούνται επιβλαβείς για την υγεία ή επικίνδυνοι, με άλλες που δε δημιουργούν καθόλου τους παράγοντες αυτούς ή τους δημιουργούν σε επίπεδο χαμηλότερο από εκείνο που ορίζει η κατά περίπτωση “οριακή τιμή έκθεσης”, γ) να περιορίζει, όσο είναι πρακτικά δυνατό, τον αριθμό των εργαζομένων που εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε παράγοντες και το χρόνο έκθεσης τους και δ) να παρέχει μέτρα και μέσα ατομικής προστασίας στους εργαζομένους, όταν δεν είναι πρακτικά δυνατό να αποφευχθεί η επιβλαβής έκθεση τους με τους τρόπους, που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή.» (άρθρ. 38), «Ο εργοδότης οφείλει: α) … β) Να καθορίζει τα μέτρα προστασίας που πρέπει να ληφθούν και, αν χρειαστεί το υλικό προστασίας που πρέπει να χρησιμοποιηθεί.»(άρθρ. 43 παρ. 1 περ. β’ ), «2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δύναται, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, να χορηγούνται και είδη ατομικής προστασίας στους εργαζομένους σε επικίνδυνες ή ανθυγιεινές απασχολήσεις ή χώρους.» «Κάθε εργοδότης, που παραβαίνει με πρόθεση τις διατάξεις της νομοθεσίας, για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται με εξουσιοδότηση της τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών ή με χρηματική ποινή τουλάχιστον εννιακοσίων ευρώ (900,00 Ε) ή και με τις δύο αυτές ποινές. … Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων από αμέλεια οι παραπάνω δράστες τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους ή με χρηματική ποινή» (άρθρ. 72 παρ. 1 εδ. α’ και γ’ ).
Κατ’ εξουσιοδότηση της ανωτέρω διατάξεως, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 43726/2019 (ΦΕΚ 2208/8-6-2019) Κοινή Υπουργική Απόφαση «Παροχή μέσων ατομικής προστασίας σε υπαλλήλους των OTA α και β βαθμού και των νομικών προσώπων αυτών και μέτρα προληπτικής ιατρικής». Στην εν λόγω απόφαση ορίζεται ότι : «Στους μόνιμους υπαλλήλους και στους υπαλλήλους με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου, Αορίστου και Ορισμένου Χρόνου, καθώς και στους συμβασιούχους μίσθωσης έργου των OTA α και β βαθμού και των νομικών προσώπων αυτών, ανάλογα με τον κλάδο/ειδικότητα, τον χώρο και το αντικείμενο εργασίας, παρέχονται τα αναγκαία μέσα ατομικής προστασίας (ΜΑΠ), καθώς και οι απαραίτητες ιατρικές εξετάσεις και εμβολιασμοί για την ατομική προστασία αυτών, που περιλαμβάνονται, αντίστοιχα, στις ακόλουθες περιπτώσεις Ι και II: