«Έφυγε» από τη ζωή το περασμένο Σάββατο σε ηλικία 62 ο Θεσσαλονικιός μαέστρος, συνθέτης και στιχουργός Δημήτρης Μαρκατόπουλος. Η κηδεία του έγινε σε στενό οικογενειακό κύκλο.
Τον Δημήτρη Μαρκατόπουλο τον γνώρισε το ελληνικό κοινό μέσα από το Φεστιβάλ Τραγουδιού του 1993 όπου και μαζί με τον στιχουργό Χρίστο Παπαδόπουλο κατέκτησαν το πρώτο βραβείο με το τραγούδι «Απόψε άργησα» που ερμήνευσε ο Μανώλης Χατζημανώλης.
Ακολούθησαν περισσότερα από 50 τραγούδια με τη φωνή του Χατζημανώλη, του Παντελή Θεοχαρίδη, του Δημήτρη Νικολούδη, του Δημήτρη Μπάση, της Αφροδίτης Μάνου, του Μάριου Φραγκούλη και άλλων.
Ο Χρίστος Παπαδόπουλος ήταν ο άνθρωπος που δημοσιοποίησε και την είδηση του θανάτου του επιστήθιου φίλου και συνεργάτη του με μια ανάρτηση στο Facebook όπου αναλυτικά ανέφερε τα εξής:
«Αυτός ο Οκτώβρης αποδείχτηκε αδίστακτος. Ορφάνεψα για τρίτη φορά. Ορφάνεψα γιατί μετά τους γονείς μου, η πιο οδυνηρή απώλεια μου είναι αυτή του ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΡΚΑΤΟΠΟΥΛΟΥ, που έφυγε το απόγευμα του Σαββάτου μετά από μια άνιση αλλά παλικαρίσια μάχη, στα 62 του χρόνια.
Οσοι με ξέρουν,ξέρουν πως ο Δημήτρης δεν ήταν μόνο ο συνθέτης/ενορχηστρωτής της δισκογραφημένης τριλογίας μας . Δεν ήταν μόνο ο συνθέτης δεκάδων τραγουδιών στο συρτάρι και μερικών ακόμα στη δισκογραφία. Ο Δημήτρης ήταν τα νιάτα μου. Τα πρώτα μου τραγούδια όταν παρέα βγήκαμε στο δρόμο ανήξεροι.
Τα όνειρα της αθωότητας μας, τα πιο δημιουργικά μας χρόνια , και τα φιλιά και τα χαστούκια που φαγαμε μαζί. Ο άνθρωπος που με γνώριζε καλύτερα απ’ όλους, που με ξεκλείδωσε και με απελευθέρωσε στιχουργικά, που με απέρριπτε δημιουργικά ρίχνοντας με στην κόλαση για να με σηκώνει ο ίδιος πανηγυρικά στα σύννεφα στις επόμενες προσπάθειες, μέχρι που βρήκαμε εκείνο το μυστικό κώδικα της επικοινωνίας μεταξύ μας, χωρίς πολλά πολλά λόγια.
Ήταν η ζωή που μοιράστηκα ,οι απέραντες ώρες στο στούντιο στην ταράτσα, το μαιευτήριο των τραγουδιών μας. Ήταν η ζυγαριά των επιλογών μου, ο απόλυτος κριτής μου ακόμα και στις συνεργασίες μου με άλλους, ήταν η επιβεβαίωση ότι υπάρχω . Το δισκογραφικό μου ταίρι εξ απαλών ονύχων, η ακριβή μου προίκα , το καλλιτεχνικό-κι όχι μόνο- alter ego μου.
Θα περηφανεύομαι πάντα που ήμουν η αιτία να ασχοληθεί με το τραγούδι και θα ντρέπομαι πάντα για τους λόγους που τον ανάγκασαν να αποσυρθεί ουσιαστικά σχεδόν πριν τα σαράντα του χρόνια ! Ήταν το 1984 -1985, δυο χρόνια μετά τη γνωριμία μας, οι πρώτες μας απόπειρες, 2-3 τραγούδια με στιχάκια δικά μου , μουσική του Δημήτρη και τη φωνή της Τέσας, της αδερφής του, ηχογραφημένα πιάνο φωνή στο σπίτι του, με τη βοήθεια ενός από τους πρώτους υπολογιστές, Atari, αν θυμάμαι καλά , για να τα στείλουμε στο Φεστιβάλ τραγουδιού Θεσσαλονίκης, προσπαθεια που διέκοψε για να επανέλθει μια πενταετία μετά και τελικά σ’ αυτό το φεστιβάλ που χρόνια αργότερα, το 1993, πήρε το Α βραβείο, το τραγούδι μας «Απόψε άργησα»
αλλά δεν το παραλάβαμε μαζί επί σκηνής στο κατάμεστο Παλαι ντε σπορ , γιατί το είχε στείλει με την υπογραφή της αδερφής του. Καθόλου δεν τον ένοιαξε γιατι δεν τον ενδιέφερε η προβολή. Εκείνον το καιρό που υποβάλλαμε το τραγούδι, ήταν να ξεκινήσουμε να ηχογραφούμε «Τα τραγούδια του χαμένου ποιητή» στο στούντιο «Αγροτικό» του Παπάζογλου κατ’ επιθυμίαν του Μάνου Χατζιδάκι και ήθελε ναναι ξεκάθαρο το προφιλ του. Τελευταία εμφάνιση του στη δισκογραφία το 2010 με «το φτερό του δράκου», βασισμένο σε μουσικές του ιδέες της δεκαετίας του 90, ως επί το πλείστον, αν θυμάμαι καλά. Από δω και πέρα, αυτό το « αν θυμάμαι καλά» θα σηματοδοτεί την απουσία του και θα επισφραγίζει το ζωτικό μου έλλειμμα.
Δίχως του, άλλος θα ‘μαι πια. Είναι σαν να μου ξερίζωσαν τις ρίζες της μνήμης. Ξεριζώθηκε ο παρατηρητής των βημάτων μου και μαζί του ένα μεγάλο κομμάτι της ψυχής μου. Σαν να ήρθα από τα 19 μου στα 58 μου μ’ ένα δρασκέλισμα, αφού χάθηκε ο δρόμος που περπάτησα, ο τοίχος που κρατιόμουν να μην πέφτω,το τείχος των δακρύων μου, ο αδιάψευστος μάρτυρας της ζωής μου όλης.
Ο Δημήτρης, ο προσγειωμένος Δημήτρης, ο περήφανος Δημήτρης, ο πρωτοπόρος της τεχνολογίας, ο εμπνευσμένος, ο σεμνός, ο ντροπαλός, ο ευγενικός, ο δημιουργικός συνθέτης και ενορχηστρωτής, ο καλλιτεχνικός Διευθυντής του Θερμαϊκού Ωδείου, ο φίλος, ο άνθρωπος που πίστεψα περισσότερο απ’ όλους τους συνεργάτες μου, αυτός που ταυτίστηκαν απόλυτα τα καλλιτεχνικά μας αιτήματα , αυτός που θαύμασα, αυτός που με διαμόρφωσε καλλιτεχνικά, αυτός που δεν καταδέχτηκε το παιχνίδι των δημοσίων σχέσεων και των δισκογραφικών εταιριών , αυτός που δεν άπλωσε στιγμή το χέρι να διεκδικήσει οικονομικές απολαβές , ουτε καν τις αυτοδίκαιες, αυτός που από επιλογή σταμάτησε να ασχολείται με τη σύνθεση όταν είδε ότι δεν μπορεί να επικοινωνήσει με το σύστημα το δισκογραφικό, αυτός που μ’ έκανε Τούρκο με το μεγάλο του όχι, χωρίς να μετανιώσει ποτέ για την άρνηση του να απέχει όχι μόνο από τη δισκογραφία αλλά και από την ίδια τη δημιουργία .Όσες φορές κι αν προσπάθησα όχι πάντα μου ξανάλεγε κι ας τον κατέβαλλε αυτό το όχι, το σωστό, σε όλη του τη ζωή.
Ο Δημήτρης Μαρκατόπουλος δεν μένει πια εδώ. Τελευταία του επιθυμία που σεβάστηκε η πυρηνική του οικογένεια, σύζυγος ,κόρες και αδερφή , όσο κι εμείς οι πυρηνικοί του φίλοι , ο Θωμάς κι εγώ, η εξόδιος ακολουθία να γίνει νωρίτερα σήμερα, με τον τρόπο και ατον τόπο που επέλεξε, σε ιδιαίτερα κλειστό οικογενειακό κύκλο, ώστε να τον θυμόμαστε όλοι οι υπόλοιποι -μηδ’ εμού εξαιρουμένου- χαμογελαστό όπως τον ζήσαμε. Ευτυχείς που ομόρφυνε τη ζωή μας με την παρουσία του, με τις μουσικές του, με το ήθος του, με τις ταχυδακτυλουργικές του γνώσεις στα ηλεκτρονικά που μας έσωζαν πάντα, με την αφοσίωση του στη φιλία, το δοτικό του χαρακτήρα του και την πίστη του στον άνθρωπο.
Γελούσε πάντα όταν του έλεγα, από την πρώτη στιγμή που το γράψαμε, ότι το παρακάτω τραγούδι μας θέλω να ναι το ξόδι μου και να παίζει όταν η ψυχή μου ταξιδεύει για το επέκεινα. Του το χαρίζω τώρα να τον συνοδεύει στο δικό του ταξίδι , ως το πιο ακριβό που μπορούσα να…
Το βίντεο είναι χειροποίητο από τα χέρια του Δημήτρη. Το «Σφουγγαράκι» το γράψαμε κατακλυσμιαία εκείνο το χειμωνιάτικο μεσημέρι του 1991-1992, όταν του έστειλα με φαξ στις 3, τα στιχάκια που ξεκίνησα να γράφω στις τρεις παρά δέκα και με ειδοποίησε ένα τέταρτο αργότερα, να πάω σπίτι του μετά τη δουλειά για να το ακούσω έτοιμο. Είναι το μοναδικό στιχάκι μου που μελοποίησε (σε όλα τα υπόλοιπα έγραψα εγώ στίχους πάνω στις μουσικές του).
Αυτό το τραγούδι είχε επιλέξει ο Μάνος Χατζιδάκις για σήμα σε μια μουσική εκπομπή που σχεδίαζε να παρουσιάσει εκείνη την εποχή στο τηλεοπτικό σταθμό Seven x , εκπομπή που δεν παρουσιάστηκε τελικά ποτέ. Ήταν 11.11.1992, όταν βάφτισε τον κύκλο τραγουδιών που του προτείναμε «Τα τραγούδια του Χαμένου ποιητή» κι αποφάσισε να τα εκδώσει από το Σείριο.
Δημήτρη μου, ξέρω, θα θύμωνες πολύ με τόση φλυαρία και όλα αυτά που κάθομαι και γράφω. Σ’ ακούω να λες στραβομουτσουνιασμένα , με αποστροφή «Ελα, ρε Χριστάκη, τι ν’ αυτά τώρα;».
Ακόμα δεν έφυγες καλά καλά και τό ‘χασα το μέτρο , που σ’ έχασα. «Την ώρα που ταξιδεύεις κι ομορφαίνεις το σύμπαν….», φως μου ιλαρό, στο αιώνιο φως, η αγάπη μου μαζί σου. Σ’ ευχαριστώ για όλα, ακριβέ μου, και για σαράντα χρόνια και για τα 3 λεπτά του -εν γνωσει μας – μυστικού μας αποχαιρετισμού, στις 19 Αυγούστου, το βράδυ που με άφησες να σε δω κατ εξαίρεση πριν φύγω απο Θεσσαλονίκη, , τα πιο αμήχανα λεπτά της ζωής μου».
Ο Δημήτρης Μαρκατόπουλος σπούδασε Ανώτερα Θεωρητικά και Σύνθεση, με τον μαέστρο Λάζαρο Δεληδήμο.
Ήταν πτυχιούχος Αρμονίας, Αντίστιξης, Ωδικής, Ενοργάνωσης Πνευστών Οργάνων και διπλωματούχος Σύνθεσης. Το 1985, με τον αείμνηστο Πέτρο Τσεντόγλου ίδρυσαν τη «Σύγχρονη Μουσική Σχολή Θεσσαλονίκης», το πρώτο αναγνωρισμένο από το κράτος μουσικό ίδρυμα εκτός κέντρου της πόλης. Από το 1997 ήταν διευθυντής του «Θερμαϊκού Ωδείου» στους Αμπελόκηπους Θεσσαλονίκης.
Με την ιδιότητα του συνθέτη και του ενορχηστρωτή, το 1991 πήρε μέρος στους Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Καλαμάτας, που οργάνωσε ο Μάνος Χατζιδάκις.
Το 1992 στον Διαγωνισμό Ελληνικού Τραγουδιού της ΑΕΠΙ, πήρε το 1ο το 2ο και το 3ο βραβείο. Το 1993 πήρε το 1ο βραβείο τραγουδιού στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και το 1ο βραβείο στο Φεστιβάλ χορών ΕΟΚ και Κύπρου.
Έγραψε μουσική σε δέκα θεατρικές παραστάσεις που παρουσιάστηκαν στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα. Το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, συμπεριέλαβε 5 τραγούδια του στις παραστάσεις «Στις παιδικές ψυχές στα πάρκα», το 2014 και 2015.