Ντεπό: 3+2 εμβληματικοί χώροι στη γειτονιά του τραμ (ΦΩΤΟ)
Ίσως σε καμιά άλλη συνοικία της Θεσσαλονίκης, όσο στο Ντεπό (ή Ντεπώ για κάποιους που επιμένουν στη μη απλοποιημένη σύγχρονη γραφή) στα ανατολικά, δεν είναι συγκεντρωμένα τόσα εμβληματικά κτήρια που αν και έρχονται από το παρελθόν, «φωτίζουν» το παρόν με έναν τρόπο μοναδικό.
Κι όμως, κάποια από αυτά τα περίφημα «διατηρητέα» του Ντεπό έχουν εγκαταλειφθεί στη φθορά του χρόνου, με το μέλλον τους να είναι αβέβαιο, αν κρίνει κανείς τη μέχρι τώρα «αντιμετώπισή» τους τόσο από τους ιδιοκτήτες τους όσο και από την πολιτεία.
Είναι μάλιστα σημαντικό ότι σε μία πόλη που δύσκολα μπορεί κάποιος να βρει λίγο ανοιχτό δημόσιο χώρο, στο Ντεπό υπάρχουν τουλάχιστον τρεις μεγάλες εκτάσεις που έως και σήμερα παραμένουν αναξιοποίητες και εγκαταλελειμμένες.
Τα «διατηρητέα» του Ντεπώ περικλείουν τις σημαντικότερες αναφορές της παλιάς πόλης και στέκουν μέχρι σήμερα ως τεκμήρια της ιστορικής της μνήμης.
Παλιά αφετηρία τραμ
Η συγκεκριμένη περιοχή της πόλης έχει πάρει το όνομά της από το παλιά αφετηρία των τραμ, η οποία αυτή την στιγμή είναι «έρημη». Αρχικά ονομάστηκε «depot» (στα ελληνικά «Αποθήκη») και «βάφτισε» από τότε έως και σήμερα την γειτονιά.
«Ντεπό» ονομάστηκε το αμαξοστάσιο με τα κτήρια που κατασκευάστηκαν από την εταιρία Τροχιοδρόμων, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πιέρο Αριγκόνι (Βασ. Όλγας 186), όπου στεγάστηκε το μηχανοκίνητο τμήμα της Αστυνομίας. Το κτηριακό συγκρότημα χρησιμοποιήθηκε αρχικά για τα ιπποκίνητα τραμ που δρομολογήθηκαν το 1893 και αντικαταστάθηκαν με ηλεκτροκίνητα το 1908. Ήταν η αφετηρία της γραμμής του τραμ που έφτανε μέσω της οδού Βασ. Όλγας και της παλιάς παραλίας και αργότερα μέσω της οδού Τσιμισκή ως την πλατεία Ελευθερίας και την οδό Βενιζέλου. Σήμερα «Ντεπό» αποκαλείται η περιοχή γύρω από την παλιά αφετηρία των τραμ που καταργήθηκαν το 1957, ενώ πλέον το αμαξοστάσιο είναι πλήρως εγκαταλελειμμένο και δεν υπάρχει καμία αξιοποίηση του χώρου.

Μύλοι Αλλατίνη
Οι Μύλοι Αλλατίνη είναι από τα πιο ιστορικά κτήρια της Θεσσαλονίκης και χρονολογούνται από το 1890. Ο Βιταλιάνο Ποζέλι σχεδίασε και αυτό το κτήριο και ανήκε στην οικογένεια Αλλατίνη. Στα 1883, οι αδελφοί Αλλατίνη «έστησαν» τον περίφημο «Kυλινδρόμυλο Αλλατίνη», με πρωτοβουλία του διακεκριμένου γιατρού, Μωυσή Αλλατίνη, που έφτασε από την Φλωρεντία.
Το 1991, ολόκληρο το πρώην βιομηχανικό συγκρότημα τα κτήρια αλλά και το σύνολο του οικοπέδου αποκτούν τον επίσημο χαρακτηρισμό του ιστορικά διατηρητέου μνημείου. Το 2015, ένα 15χρονο κορίτσι έχασε τη ζωή του πέφτοντας από ύψος τριών μέτρων στο εγκαταλειμμένο κτίριο, καθώς οι ερημωμένοι Μύλοι έγιναν στέκι της νεολαίας, χωρίς όμως να υπάρχουν τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας. Σε εκείνη τη χρονική συγκυρία, μπήκε περίφραξη στον χώρο, ενώ μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει κάποιο σχέδιο για να αναδειχθεί το σημείο.


Η παλιά Ναυτική Διοίκηση
Ο χώρος βρίσκεται απέναντι από την Βίλα Αλλατίνη-Νομαρχία και στο οικόπεδο δεσπόζει το διατηρητέο κεντρικό κτήριο της Παλιάς Ναυτικής Διοίκησης. Έχουν διατηρηθεί επίσης και οι δύο σκοπιές. Σήμερα το οικόπεδο των πέντε στρεμμάτων είναι «έρημο» χωρίς κάποιο πλάνο για το μέλλον, ενώ πολύ σύντομα έξω από αυτό θα λειτουργεί ο σταθμός του μετρό προς Καλαμαριά.


Βίλα Αλλατίνη
Η Βίλα Αλλατίνη χτίστηκε το 1898, με σχέδια του αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι ως εξωτική κατοικία του πλούσιου ιταλοεβραίου Καρόλου Αλλατίνη. Στη Βίλα φυλακίστηκε (1909-1912) ο σουλτάνος Αβδούλ Χαρίτων από τους Νεότουρκους μετά την επικράτηση της επανάστασης τους. Το 1906 όταν άρχισε να λειτουργεί το πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, η Βίλα φιλοξένησε για μια χρονιά την Φιλοσοφική Σχολή του. Αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως στρατιωτικό νοσοκομείο και από το 1979 έως και σήμερα στεγάζει τις υπηρεσίες δευτεροβάθμιας αυτοδιοίκησης (Νομαρχία-Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας).
Το επιμηκές Πολιτιστικό Κέντρο, στη δυτική πλευρά της αυλής ήταν παλιό στρατιωτικό κτήριο. Στον χώρο αυτό στεγάστηκε το Τάγμα Τηλεγραφητών στο οποίο υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ο λαϊκός συνθέτης Βασίλης Τσιτσάνης γράφοντας κατά την διάρκεια της σπουδαία τραγούδια για την Θεσσαλονίκη.


Κάζα Μπιάνκα
Η Κάζα Μπιάνκα χτίστηκε από τον Εβραίο επιχειρηματία Ντίνο Φερναντεζ-Ντίαζ το 1912-1913, επίσης με σχέδια του αρχιτέκτονα Πιέρο Αριγκόνι. Η οικογένεια Φερνάντεζ ήταν ισχυρός οικονομικός παράγοντας στην Θεσσαλονίκη. Το κτήριο είναι εκτελεστικού ρυθμού και φέρει αρχιτεκτονικά στοιχεία από την Αναγέννηση και τα ευρωπαϊκά ρεύματα της εποχής. Είναι γνωστό ως Κάζα Μπιάνκα ή Βίλα Μπλανς από το όνομα της συζύγου (Μπιάνκα/Μπλανς) του Φερνάντεζ. Το αρχοντικό έχει συνδεθεί με μία ρομαντική ιστορία των αρχών του 20ου αιώνα, το ταραχώδες ειδύλλιο της κόρης του Φερνάντεζ, Αλίνης, με τον ανθυπολοχαγό του ελληνικού στρατού Σπύρο Αλιμπέρτη κατά την απελευθέρωση της πόλης το 1912. Το 1965 το αρχοντικό πουλήθηκε σε ιδιώτη και στέγασε για τρία χρόνια σχολείο. Μετά τους σεισμούς του 1978 το κτήριο απαλλοτριώθηκε από το ελληνικό κράτος, αναστηλώθηκε υποδειγματικά και παραχωρήθηκε στον Δήμο Θεσσαλονίκης. Σήμερα η Κάζα Μπιάνκα στεγάζει την Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, ενώ στον προαύλιο χώρο λειτουργεί καφετέρια-μπαρ.


