«Εξαφανίζονται» τα περίπτερα στη Θεσσαλονίκη
Ένα γνώριμο κομμάτι της ελληνικής καθημερινότητας χάνεται σιγά-σιγά από τον αστικό χάρτη. Τα περίπτερα που για δεκαετίες αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για κάθε γειτονιά, με τους πελάτες να αγοράζουν εφημερίδες, εισιτήρια και τσιγάρα -μεταξύ άλλων προϊόντων- μειώνονται με γρήγορο ρυθμό.
Μέσα σε 15 χρόνια, από το 2010 έως σήμερα, ο αριθμός τους πανελλαδικά έχει πέσει από τις περίπου 12 χιλιάδες σε λίγο περισσότερα από 5,5 χιλιάδες. Στη Θεσσαλονίκη, η εικόνα είναι χαρακτηριστική, όπου με ρεπορτάζ του TheOpinion, είχε αναδείξει ήδη από τις αρχές του χρόνου.
Σύμφωνα με τους επαγγελματίες του κλάδου, οι διαδοχικές κρίσεις, ο αυξημένος ανταγωνισμός από τα μικρά καταστήματα λιανικής για καθημερινές αγορές και οι αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο μετά το 2014 έχουν δημιουργήσει μία κατάσταση που κάνει ολοένα πιο δύσκολη τη βιωσιμότητα των περιπτέρων.
«Στη Θεσσαλονίκη τα εκτός κέντρου περίπτερα κλείνουν κυρίως λόγω του ανταγωνισμού. Σε περιοχές όπως η Καλαμαριά, η Θέρμη, το Πανόραμα και ο Λαγκαδάς, οι επαγγελματίες δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν. Ένας βασικός λόγος είναι το πολύ χαμηλό ποσοστό κέρδους στα καπνικά προϊόντα, που είναι διατιμημένα από το κράτος», αναφέρει στο TheOpinion o Λάζαρος Πίτκας, αντιπρόεδρος του Σωματείου Ενοικιαστών Περιπτέρων Νομού Θεσσαλονίκης και μέλος Διοικητικής Επιτροπής, υπεύθυνος συμβουλευτικής υποστήριξης επιχειρήσεων του ΕΕΘ.
«Ο περιπτερούχος δεν μπορεί να ορίσει την τιμή, οπότε το κέρδος του είναι ελάχιστο. Παρότι προσπαθεί να εμπλουτίσει το περίπτερο με μια μεγάλη γκάμα προϊόντων, η βασική του κατηγορία έχει τόσο μικρό περιθώριο κέρδους που δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στον ανταγωνισμό. Επιπλέον, υπάρχουν τα αυξημένα λειτουργικά κόστη φορολογικό, ασφαλιστικό, ενεργειακό. Αυτοί οι παράγοντες πιέζουν ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αντίστοιχα τα περίπτερα, ανεβάζοντας πολύ το κόστος. Η αύξηση των λειτουργικών δαπανών τα τελευταία χρόνια και ειδικά ο τεκμαρτός τρόπος φορολόγησης του 2023 αποτέλεσαν πλήγμα. Επειδή τα περισσότερα περίπτερα είναι ατομικές επιχειρήσεις, βρέθηκαν να πληρώνουν έως και τρεις φορές παραπάνω φόρο από πριν», συμπληρώνει ο κ. Πίτκας.
Μείωση 80% στα περίπτερα του κέντρου
Ο Δήμος Θεσσαλονίκης το 2010 αριθμούσε περίπου 500 περίπτερα. Σήμερα, 15 χρόνια μετά, λειτουργούν λίγο περισσότερα από 100, γεγονός που αντιστοιχεί σε μείωση κατά 80%. «Έχει μείνει μόλις το 20% των περιπτέρων, ποσοστό δεν συναντάς σε κανέναν άλλο μεγάλο δήμο της χώρας», σημειώνουν εκπρόσωποι του κλάδου.
Η συρρίκνωση αποδίδεται κυρίως στο αδειοδοτικό και νομοθετικό πλαίσιο. Μεγάλο τμήμα του κέντρου της Θεσσαλονίκης έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικός τόπος από το Υπουργείο Πολιτισμού. Ο χαρακτηρισμός αυτός επιφέρει περιορισμούς στη χρήση του δημόσιου χώρου, επηρεάζοντας άμεσα και τη λειτουργία των περιπτέρων.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση περιπτέρου στην οδό Τσιμισκή, που λειτούργησε για δεκαετίες σε κεντρικό σημείο και στη συνέχεια μεταφέρθηκε λίγα μέτρα πιο πέρα. Ο περιπτερούχος παρέδωσε τα κλειδιά του όχι λόγω εμπορικών δυσκολιών ή ανταγωνισμού, αλλά επειδή δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει νέα άδεια.
Η ιστορία του περιπτέρου
Ο θεσμός του περιπτέρου εμφανίζεται στις αρχές του 20ού αιώνα στα αστικά κέντρα της Ελλάδας, σε μια περίοδο όπου έπρεπε να βρεθεί λύση για την οικονομική στήριξη των τραυματιών και αναπήρων πολέμου. Αρχικά, τα περίπτερα λειτουργούσαν ως μέσο αποκατάστασης αυτών που επλήγησαν από τους πολέμους, προσφέροντάς τους έναν τρόπο να εξασφαλίσουν τα προς το ζην.
Τη δεκαετία του 1950, τα περίπτερα εξελίσσονται σε βασικό κόμβο επικοινωνίας, με τις τηλεφωνικές συσκευές, τα τηλέφωνα με μετρητές και αργότερα τους κερματοδέκτες να γίνονται το σημείο όπου οι πολίτες επικοινωνούν με τους δικούς τους ανθρώπους. Παράλληλα, οι προθήκες των περιπτέρων, όπου αναρτώνται οι εφημερίδες, αποκτούν καθοριστικό ρόλο στη ζωή των κατοίκων των μεγάλων πόλεων. Σε εποχές πολιτικών και κοινωνικών αναταραχών, τα περίπτερα έγιναν σημεία ενημέρωσης των πολιτών.