TechCrunch Mobility: Οι δύο μεγάλες μάχες που θα κρίνουν το μέλλον των ρομπο-ταξί
Η ιδέα των αυτόνομων οχημάτων για χρόνια παρουσιαζόταν ως μια «κούρσα ταχύτητας». Μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες, φιλόδοξες startups και τεχνολογικοί κολοσσοί περιγράφονταν ως δρομείς σε έναν αγώνα όπου η πρώτη θέση θα σήμαινε την κατάκτηση μιας αγοράς δισεκατομμυρίων. Σήμερα όμως είναι σαφές ότι η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας θυμίζει περισσότερο μια μακρά και δαιδαλώδη πορεία, γεμάτη καμπύλες και εμπόδια, όπου ο πραγματικός αντίπαλος δεν είναι οι ανταγωνιστές αλλά η ίδια η πολυπλοκότητα του εγχειρήματος, η ασφάλεια, η αξιοπιστία και, τελικά, η κερδοφορία.
Το πρώτο αφορά τα αεροδρόμια. Η εμπειρία των υπηρεσιών ride-hailing, όπως η Uber και η Lyft, έχει δείξει ότι η πρόσβαση στα αεροδρόμια αποτελεί στρατηγικό πλεονέκτημα. Τα αεροδρόμια είναι σημεία υψηλής ζήτησης, με ταξιδιώτες που αναζητούν γρήγορες και αξιόπιστες μετακινήσεις. Οι εταιρείες ρομπο-ταξί, με προεξάρχουσα τη Waymo, στοχεύουν να κατακτήσουν αυτό το έδαφος. Ήδη προσφέρουν διαδρομές από και προς το Sky Harbor του Φοίνιξ, ενώ πρόσφατα εξασφάλισαν άδειες δοκιμών στα διεθνή αεροδρόμια του Σαν Φρανσίσκο και του Σαν Χοσέ. Η Tesla, από την πλευρά της, επιχειρεί επίσης να διεκδικήσει μερίδιο σε αυτό το κρίσιμο κομμάτι. Η μάχη στα αεροδρόμια δεν είναι μόνο συμβολική· είναι ένας άμεσος δείκτης αποδοχής της τεχνολογίας από το ευρύ κοινό.
Το δεύτερο πεδίο είναι οι δημόσιες συγκοινωνίες. Η πρόσφατη συμφωνία της Waymo με την εταιρεία λογισμικού Via ανοίγει τον δρόμο για την ένταξη των ρομπο-ταξί σε αστικά δίκτυα μεταφορών. Η συνεργασία αυτή, που ξεκινά πιλοτικά στο Chandler της Αριζόνα, δίνει στους πολίτες τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν οχήματα της Waymo μέσω του τοπικού συστήματος on-demand μετακίνησης «Chandler Flex». Αν και οι χαμηλές τιμές μόλις 2 δολάρια ανά διαδρομή δύσκολα θα αποφέρουν άμεσα κέρδη, το όφελος βρίσκεται στην εξοικείωση του κοινού και στη δημιουργία όγκου χρήσης. Εάν το μοντέλο επεκταθεί σε δεκάδες ή και εκατοντάδες πόλεις, οι συνέπειες θα είναι βαθιές: οι αυτόνομες μετακινήσεις θα πάψουν να είναι «πειραματικό προϊόν» και θα γίνουν καθημερινό κομμάτι των δημόσιων συγκοινωνιών.
Η δυναμική του κλάδου αποτυπώνεται και στο επενδυτικό μέτωπο. Η βρετανική Wayve, που επιδιώκει μια «γενικευμένη» λύση αυτόνομης οδήγησης χωρίς την υπερβολική εξάρτηση από προκαθορισμένους χάρτες, βρίσκεται σε διαδικασία νέου γύρου χρηματοδότησης Series D. Ήδη η Nvidia έχει εκφράσει πρόθεση να επενδύσει 500 εκατ. δολάρια, επιβεβαιώνοντας την πεποίθηση ότι το στοίχημα της αυτόνομης οδήγησης παραμένει ζωντανό. Παράλληλα, εταιρείες όπως η Divergent Technologies στρέφονται από την αυτοκινητοβιομηχανία στην αμυντική βιομηχανία, ενώ startups όπως η EV Realty, η Moove και η XL Batteries αντλούν κεφάλαια για να καλύψουν ανάγκες σε φόρτιση βαρέων οχημάτων, σε χρηματοδότηση στόλων και σε νέες λύσεις αποθήκευσης ενέργειας.
Οι παραδοσιακές αυτοκινητοβιομηχανίες, με τη σειρά τους, αναδιατάσσουν τις στρατηγικές τους. Η Hyundai θέτει στόχο να αυξήσει τις πωλήσεις της κατά 1,4 εκατομμύρια οχήματα έως το 2030, επενδύοντας δισεκατομμύρια στην ηλεκτροκίνηση και σε νέες γραμμές παραγωγής. Η Rivian προχωρά στην κατασκευή του εργοστασίου της στην Ατλάντα, ενώ η Stellantis επανεξετάζει τα σχέδιά της για ηλεκτρικά pick-up. Η Tesla, από την άλλη, αντιμετωπίζει πιέσεις από ρυθμιστικές αρχές για θέματα ασφάλειας, ενώ παράλληλα προχωρά σε ανακλήσεις μπαταριών στην Αυστραλία.
Το συμπέρασμα είναι σαφές. Η αυτόνομη οδήγηση δεν είναι πια μια υπόσχεση του μέλλοντος, αλλά ένα πείραμα που δοκιμάζεται καθημερινά σε πραγματικά περιβάλλοντα, από τις πύλες των αεροδρομίων μέχρι τα δρομολόγια των δημοσίων συγκοινωνιών. Η μάχη δεν θα κριθεί σε έναν αγώνα ταχύτητας, αλλά σε μικρές, τοπικές νίκες που θα καθορίσουν ποιοι θα κυριαρχήσουν σε μια αγορά δισεκατομμυρίων.