Ζερβουδάκης στο TheOpinion: «Αποκλεισμένος στη Σαλονίκη» – Σαράντα χρόνια δημιουργικής διαδρομής
«Κάθε φορά που γονατίζω, κάθε φορά θα πω όχι, τώρα σήκω και προχώρα. Ο Ελύτης το είπε. «Ο άνθρωπος πεθαίνει όταν πεθάνουν τα όνειρά του».
Με αφορμή το αφιέρωμα του Φεστιβάλ Επταπυργίου στον Δημήτρη Ζερβουδάκη, μου δόθηκε μια ευκαιρία που ζυμώνονταν καιρό μέσα μου για μια εφ’ όλης της ύλης, κατά το δυνατό, συζήτηση μαζί του.
Εικόνες: Αφροδίτη Μιχαηλίδου
Μεγάλος καλλιτέχνης, με σπουδαία διαδρομή κι ευλογημένες συνεργασίες, ένας εργάτης της πόλης μας. Καιρό τώρα διασταυρώνονταν οι δραστηριότητές μας, κι όπως λέει και ο ίδιος στη συνέντευξη, στην εσωτερική ζωή της Θεσσαλονίκης, τους καλλιτέχνες τους συναντάς στην καθημερινότητά σου. Τον Δημήτρη λοιπόν, πάντα θα τον δει κανείς στους κοινωνικούς αγώνες της πόλης. Τον έχω φωτογραφίσει σε συναυλίες για βαθιά κοινωνικούς σκοπούς, και μάλιστα κάποιες φορές με προσωπική του πρωτοβουλία, σε διαδηλώσεις στον δρόμο, αλλά και στην πρόσφατη ενασχόλησή του με την πολιτική. Πάντα ενεργός πολίτης και δραστήριος καλλιτέχνης, τόσο ατομικά όσο και συλλογικά, επιδιώκει το απόλυτο και το εκφράζει απερίφραστα. Είναι μεγάλη μου χαρά η παρακάτω κουβέντα μας, με πολύ ανθρώπινη χροιά και σημαντική κίνηση η πρωτοβουλία του Φεστιβάλ να τον τιμήσει.
Να ξεκινήσουμε από τον τίτλο του αφιερώματος. «Αποκλεισμένος στη Σαλονίκη», τίτλος με αναφορά στο ομώνυμο τραγούδι του Γιώργου Ζήκα που κυκλοφόρησε το 1996.
Ναι, έτσι. Κυκλοφόρησε τότε, το είχαμε γράψει βέβαια νωρίτερα. Με τον Γιώργο ξέρεις δουλεύαμε σαν παρέα πολλοί φίλοι μουσικοί από τη Θεσσαλονίκη και η διαδικασία της δημιουργίας ήταν πολύ όμορφη.

Νιώθω ένα διττό περιεχόμενο στον τίτλο. Από τη μια αντιλαμβάνομαι την εκούσια παραμονή στην πόλη, μια ένδειξη αγάπης το να μείνεις να δημιουργείς εδώ, από την άλλη αναρωτιέμαι μήπως υπάρχει κάποιας μορφής πικρία στον όρο «αποκλεισμένος» από ό,τι επιστρέφει στους δημιουργούς της η ίδια η πόλη.
Αυτό που λες ισχύει στο έπακρο. Από την άλλη όμως πρέπει να το δούμε γενικότερα σαν κοινωνία. Έχουμε μια συμπλεγματική σχέση με την ίδια μας τη ζωή τελικά. Έχει να κάνει και με τους όρους συμ- πρωτεύουσα, συμ-βασιλεύουσα και με αυτό το πρόθεμα που δεν επιτρέπει κάτι κυρίαρχο να είναι μπροστά. Έχουν γίνει πολλές προσπάθειες από ευφάνταστες προσωπικότητες πολιτικές εξουσίες πάνω στην νομή έτσι ώστε να αποκεντρωθεί λίγο και να έρθει σε ένα επίπεδο πρώτης γραμμής και η Θεσσαλονίκη ως μητρόπολη στα Βαλκάνια αλλά δυστυχώς, δεν το έχουμε καταφέρει σε όλα αυτά τα χρόνια και συνεχίζουμε να πορευόμαστε μέσα σε αυτή τη συμπλεγματική μας ιδιοτροπία. Αυτό έχει μαζέψει και ανεκπλήρωτους πόθους, προδομένες προσδοκίες δυστυχώς. Από την άλλη πλευρά υπάρχει και μια εσωτερική ζωή στην πόλη η οποία λειτουργεί αδιαλείπτως, είμαστε κι εμείς ένα κομμάτι της ζωής αυτής, η οποία συνεχώς δίνει, συνεχώς τροφοδοτεί το κεντρικό ρεύμα του ποταμού με υλικό, με νεράκι, με καθαρό και γάργαρο νεράκι. Ειδικά σε ό,τι αφορά την τέχνη. Δεν υπάρχει κάποιο χρονικό σημείο που να μην έδωσε κάτι η Θεσσαλονίκη στην κοινή συλλογική μνήμη και προσπάθεια. Πάντα είχε μια αιρετική, μια πειραματική και προχωρημένη πρόταση, προκειμένου να καταδείξει τις κεντρομόλους δυνάμεις που μας κρατάν όλους εδώ πέρα αλλά και τις φυγόκεντρες, που μας κάνουν να θέλουμε να ανοίξουμε τα φτερά μας στην υπόλοιπη Ελλάδα και γιατί όχι σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη, τώρα που πια οι γειτονιές ήρθαν τόσο κοντά η μία με την άλλη στη σύγχρονη εποχή. Νομίζω πως σε ό,τι αφορά στην αντίληψη πως μας έχουν καταδικάσει να λειτουργούμε με την πολύ κακώς εννοούμενη επαρχιώτικη νοοτροπία, πρέπει να το δούμε. Δεν ισχύει πως ό,τι έρχεται από την Αθήνα είναι πάντα σίγουρο και ποιοτικό, το έχουμε διαπιστώσει συχνά πολύ σκληρά αυτό σαν κοινότητα της Θεσσαλονίκης κι έχει σημασία να μην θαμπωνόμαστε εύκολα. Εδώ βέβαια σε μας, παύει να λειτουργεί και ο μύθος, γιατί τον καλλιτέχνη τον βλέπεις πχ. δίπλα σου στην αγορά να κινείται σε μια καθημερινότητα. Απογυμνώνεται έτσι από την απαιτούμενη μυθοπλασία που πρέπει να υπάρχει γύρω από το έργο του καλλιτέχνη και τον ίδιο. Αλλά και πάλι, είναι ένας τρόπος αυτός εδώ στη Σαλονίκη που εγώ τον αγαπώ, γιατί να σου πω την αλήθεια έχω κακή σχέση με το θέαμα. Το θεωρώ δηλαδή από ένα σημείο και μετά ιδιαίτερα εξουσιαστική σχέση με το κοινό και είμαι πάρα πολύ προσεκτικός στη διαχείριση και της εικόνας μου και του ονόματός μου και της διαδρομής μου όλα αυτά τα χρόνια.
Παρόλα αυτά όμως Δημήτρη χωρίς να παύεις να είσαι αυθεντικός και να εκτίθεσαι, εννοώ να διατηρείς μια εξωστρέφεια στις απόψεις, τις ιδέες σου και τις επιδιώξεις των βασικών αξιών σου.
Αφροδίτη αυτό είναι ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο για μένα, κι ως ένα παιδί της δημοκρατικής Θεσσαλονίκης οι καταβολές μου είναι αυτές που είναι, δεν τις έχω κρύψει ποτέ και δεν έχω κανένα λόγο να τις κρύψω. Δεν έχω τέτοια φοβικά σύνδρομα, είναι κάτι που δεν το διαπραγματεύομαι. Είναι η άποψή μου, είναι η ιδεολογία μου, είναι οι αρχές μου και το ξέρω πάρα πολύ καλά, ότι υπάρχει και το αντίστοιχο αντίτιμο όταν υπερασπίζεσαι τις ιδέες σου κι αυτές έχουν το χαρακτηριστικό της αντιεξουσίας και του αγώνα για μια πιο δίκαιη κοινωνία.
Η αλήθεια είναι ότι όσο θέλω να μιλάω μαζί σου για τέχνη άλλο τόσο θέλω να μιλάω για πολιτική. Είναι σημαντικό ένας καλλιτέχνης πέρα από το ταλέντο που διαθέτει, να τοποθετείται θαρρετά με δημόσιο λόγο διατηρώντας μια συνέπεια ανάμεσα σε αυτά τα οποία λέει και πράττει κι εσύ αναμφισβήτητα το κάνεις.
Προσπαθώντας να τοποθετήσω τις κατάλληλες λέξεις για να διατυπώσω αυτό που πρόκειται να συμβεί στο φεστιβάλ Επταπυργίου, ουσιαστικά τραβώ μια γραμμή που πάει πίσω στο «Σχετικά παράνομο» μέχρι το σήμερα και η γραμμή αυτή διαπερνά μια πορεία σαράντα χρόνων. Το εντόπισα σωστά;
Ναι, πολύ καλά το εντόπισες. Αν βάλουμε ως ορόσημο την πρώτη μας δισκογραφική απόπειρα η οποία ξεκίνησε να ηχογραφείται εκεί στο ’83 – ΄84, ουσιαστικά μιλάμε για σαράντα χρόνια. Είναι πολλά πραγματικά, κι εγώ έχω «τρομάξει»!
Είναι όντως πολλά για οποιονδήποτε κι εσύ είσαι ένας νέος άνθρωπος που έχει πολλά ακόμη να προσφέρει. Μπορείς να συλλάβεις το εύρος του χρόνου και να νιώσεις όλη αυτή την μακροχρόνια δημιουργική διαδρομή;
Νομίζω ότι το αντιλαμβάνομαι μέσα από την ενηλικίωση των παιδιών μου. Το ίδιο το γεγονός αυτό μέσα από την τέχνη, όχι. Είναι μια μαγική στιγμή, σαν ένα ανοιγοκλείσιμο των ματιών. Αλλά όταν βλέπεις σιγά σιγά τα φοιτητάκια σου να αυτονομούνται, να πεταρίζουν και να αρχίζουν σιγά σιγά τις πρώτες δοκιμαστικές πτήσεις, εκεί σιγά σιγά αντιλαμβάνεσαι τι είναι ο χρόνος μέσα από μια συγκριτική ματιά, πέρα της βιολογικής φθοράς δηλαδή, γιατί πρέπει να το πούμε κι αυτό!

Πάμε σε εκείνο το παρεάκι των πρώτων χρόνων; Σιδηρόπουλος, Παπάζογλου στα πρώτα βήματα…
Ναι… Επίσης ο Πουλικάκος πολύ αγαπητός μου, ο Νίκος ο Ξυδάκης, ο Ρασούλης που μας έβγαλαν και από εκείνη τη στόφα της μεταπολιτευτικής μουσικής που είχε την αξία της δεν λέω, αν κι ένα κομμάτι της ήταν ιδιαίτερα στρατευμένο και μόνο ιστορικά μπορεί κανείς πλέον να το δει, γιατί ήδη δεν έχει αντέξει. Νομίζω έχει οπισθοχωρήσει πάρα πολύ στη συλλογική μνήμη. Ωστόσο εκείνη η περίοδος είχε ένα δοξαστικό χαρακτηριστικό για τον λαό μας, γιατί νιώσαμε αυτήν την απελευθέρωση από την δικτατορία, το νιώσαμε σαν ένα δικό μας επίτευγμα ως λαός, έφερε μια τάση στην αναζήτηση κάποιων ποιοτικών χαρακτηριστικών καλύτερων για την κοινωνία και την δημοκρατία μας και υπήρξε μια συνέχεια και βέβαια μια συζήτηση γύρω από αυτά τα χρόνια. Αλλά εκείνο το στρατευμένο κομμάτι της τέχνης ουσιαστικά απομυθοποιήθηκε από αυτούς τους ανθρώπους, που θέλησαν μέσα από την τέχνη τους, να προσδιορίσουν ξανά το άτομο μέσα στο σύνολο. Δεν επαναπαύονταν δηλαδή σε αυτή την καθήλωση της ατομικής χειραφέτησης αποκλειστικά μέσα από το κοινωνικό σύνολο, αλλά και μέσα από την προσωπική βελτίωση του καθενός, για να προχωρήσει η ευρύτερη αλλαγή. Αν δηλαδή αλλάξω εγώ, αλλάξεις εσύ, αλλάξει ο διπλανός μας, κάτι καλό θα γίνει για τον κοινό μας μέσο όρο. Έτσι το αντιληφθήκαμε.
Ένας επαναπροσδιορισμός του προσώπου δηλαδή που θα αποδώσει αναπόφευκτα και τον επαναπροσδιορισμό της κοινωνίας.
Ακριβώς ακριβώς…Έτσι το είδαμε, έτσι το νιώσαμε.
Ήταν λοιπόν θα λέγαμε ένας τρόπον τινά απογαλακτισμός της δικής σας γενιάς και όλων αυτών των ανθρώπων που συνυπήρξατε τότε από το κυρίαρχο, που ήταν το μεταπολιτευτικό στρατευμένο με μια ταυτόχρονη μετάβαση στο αστικό, λαϊκό τραγούδι;
Και αυτό έγινε, ξέρεις επειδή είχαμε σημείο αναφοράς το ρεμπέτικο που κακά τα ψέματα το ρεμπέτικο είναι ένα πολύ ασφαλές λιμάνι, είναι πολύ δικό μας πράγμα. Είναι πολύ βαθιά τολμώ να πω τη λέξη ελληνικό, είναι τα τραγούδια της προσφυγιάς, των πόλεων, των αστικών κέντρων και πάνω εκεί βασίστηκαν και μεγαλούργησαν άνθρωποι που ποιόν να πρωτοπείς, είναι η μήτρα μας. Και συχνά μας…επαναφέρει και στην τάξη! Να το πω έτσι γλαφυρά.

Αυτό είναι μεγάλη αλήθεια και διαφαίνεται και από γεγονός, πώς διαχειρίζεται και η νέα γενιά το ρεμπέτικο, με όλα αυτά τα μικρά στέκια της πόλης που δημιουργήθηκαν, αφότου έκλεισαν τα περισσότερα πιο μεγάλα μαγαζιά ελέω κρίσης και μικρά σχήματα δύο τριών ατόμων κάνουν ρεμπέτικα λάιβ.
Έτσι είναι. Αυτοί οι κύκλοι συνεχώς ανοίγουν και κλείνουν. Και αυτό θα γίνεται συνεχώς, είναι το βασικό μας όχημα για το μέλλον και τη στοιχειοθέτηση της ταυτότητάς μας σαν λαός. Το ρεμπέτικο είναι ένα συστατικό ζυμωμένο με το DNA μας, όπως είναι το δημοτικό τραγούδι, η βυζαντινή μουσική. Έχουμε πολύ πλούτο.
Σε αυτή την βραδιά που θα παρουσιαστεί στο Επταπύργιο, που θα εμπεριέχει το ρεμπέτικο και που θα έχει την καλλιτεχνική αρτιότητα και τον πλουραλισμό που γενναιόδωρα μας έχει συνηθίσει το συγκεκριμένο φεστιβάλ και η Άννα Μυκωνίου, συμμετέχουν 100 περίπου καλλιτέχνες, σωστά;
Είναι μια παραγωγή πραγματικά μεγάλη. Είμαι πάρα πολύ χαρούμενος που έγινε μια τέτοια κίνηση προς τους εν ζωή καλλιτέχνες της Θεσσαλονίκης, επίτρεψέ μου να τον χρησιμοποιήσω αυτόν τον όρο, γιατί για άλλους ανθρώπους δεν προλάβαμε. Αυτή είναι η αλήθεια. Και τώρα ψάχνουμε να κάνουμε αφιερώματα κλπ., πράγματα που εγώ τα ακούω με πολύ σκεπτικισμό. Για να σου δώσω ένα παράδειγμα. Και σαν Σύλλογος Μουσικών Βορείου Ελλάδος, εκφράσαμε εδώ και πάρα πολλά χρόνια προς την δημοτική αρχή, να μετονομαστεί το Θέατρο Δάσους σε θέατρο Νίκος Παπάζογλου. Δεν αξίζει; Μιλάω λίγο συναισθηματικά ίσως, δεν θέλω να γίνω μελό, αλλά δεν παύει να είναι ένα αιτούμενο.

Μα δεν γίνεται να δαιμονοποιούμε συνέχεια το συναίσθημα στο βωμό της καθαρής λογικής, πρέπει να μπορούμε να εκφραζόμαστε πέρα από τα στεγανά της.
Έτσι. Να δούμε τι θα γίνει τώρα και από το φθινόπωρο, έρχονται κι εκλογές. Ωστόσο έχει γίνει μια σοβαρότατη προσπάθεια από το Κέντρο Πολιτισμού, με το οποίο δεν σου κρύβω ότι εγώ είχα και αντιπαράθεση και σε προσωπικό επίπεδο, για ζητήματα που αφορούν το καλλιτεχνικό δυναμικό της πόλης και κυρίως την αξιοποίησή του, την προβολή του και, κατά τη δική μου άποψη, την εξαγώγιμη δυνατότητά του. Πιστεύω πως εδώ και αρκετά χρόνια παράγουμε εξαιρετικό καλλιτεχνικό προϊόν, με εξαιρετικούς μουσικούς. Το έζησα όλες αυτές τις μέρες με τα παιδιά της Jovenata, για τα οποία δεν έχω λόγια, δεν ξέρω πώς να εκφράσω τον θαυμασμό μου, την αγάπη μου, τη συγκίνησή μου. Ειλικρινά ό,τι και να πω είναι λίγο. Δεν μπορεί λοιπόν αυτό το δυναμικό παρά να αποτελεί μια σοβαρή κινητήρια δύναμη για να προβληθεί και η Θεσσαλονίκη στα Βαλκάνια ως μητρόπολη, σε ευρωπαϊκό επίπεδο και γιατί όχι σε παγκόσμιο. Έχουμε τη δυνατότητα. Έχουμε για παράδειγμα την νέα παραλία, η οποία μπορεί να φιλοξενήσει τεράστια διεθνή φεστιβάλ. Αρκεί να υπάρξει πολιτική βούληση.

Αυτή η τελευταία σου φράση, ίσως είναι η φράση κλειδί να περιγράψει την κατάσταση. Και είσαι ένας καλλιτέχνης που στηρίζει τους νέους.
Όχι, δεν είναι έτσι. Ειλικρινά Αφροδίτη, δεν είναι έτσι. Στηρί-ζομαι στους νέους και από τους νέους καλλιτέχνες. Οι επάρκειες και το ταλέντο που διαθέτουν αυτά τα παιδιά σήμερα, είναι για μένα εκπληκτικό. Ένα πραγματικό θαύμα.
Με ακαδημαϊκού επιπέδου γνώσεις στη μουσική…
Με ευγένεια, με άποψη, με κοινωνική ενσυναίσθηση… Είναι ένα θαύμα αυτό που ζω… Σήμερα ας πούμε στην πρόβα, ανυπομονώ να πάω, να τα δω, να τα αγκαλιάσω να τα μιλήσω… Και η Άννα Μυκωνίου που έχει αναλάβει ένα πόστο αρκετά δύσκολο, πρέπει οπωσδήποτε να μπει μπροστά, και το λέω και στην ίδια με πολύ θάρρος, από το πανεπιστήμιο είμαστε φίλοι. Να μπει μπροστά και να συνενώσει τους λιγοστούς αλλά δυναμικούς φορείς της πόλης, όπως η ΔΕΘ, ο δήμος, το Μέγαρο Μουσικής, η Κρατική Ορχήστρα, η Δημοτική Ορχήστρα, τα Δημήτρια πάνω απ’ όλα να συντονιστούν και να δούμε πώς ακριβώς κατ’ επανάληψη, μπορεί να ενισχύεται και να εξελίσσεται το καλλιτεχνικό δυναμικό της πόλης. Να βοηθηθούν τα νέα παιδιά να αποκτήσουν οντότητα, να γραφτούν στο καλλιτεχνικό μητρώο. Υπάρχουν πολλά ζητήματα που είναι στον αέρα και να τα βάλουμε κάτω να τα συζητήσουμε όλοι εμείς που έχουμε κάνει αυτή τη διαδρομή που έχουμε κάνει και γνωρίζουμε. Δεν έχω απαίτηση από τα νέα παιδιά να γνωρίζουν. Έχω απαίτηση όμως από τη δική μου ηλικία, επιτέλους να μην σφυρίζουμε αδιάφορα.
Έχεις ένα ενωτικό όραμα που ενδεχομένως όταν μεσολαβεί κάποιο συμφέρον για να προβληθεί ο εκάστοτε φορέας παραπάνω, δεν το συμμερίζεται.
Γι’ αυτό και ασκούμε δημόσια κριτική διαφορετικά δεν έχει νόημα ο ρόλος τους…Αυτοαναιρούνται, δε μπορεί να συνεχιστεί… Παρόλα αυτά δεν είναι δύσκολο για τη Θεσσαλονίκη να το πετύχει αυτό και να δώσει και την πρωτοτυπία και τη διέξοδο από όλο αυτό…
Πολλοί οι άνθρωποι λοιπόν που θα καταθέσουν το προσωπικό τους στίγμα σε μια συλλογική σύμπραξη επί σκηνής.
Ναι έτσι, αναφέραμε τη Jovenata που είναι ένα συμφωνικό υποσύνολο που θα μας απασχολήσει τα επόμενα χρόνια, νέα παιδιά ταλαντούχα 20, 21, 22 χρονών που οφείλουμε να ενισχύουμε. Μετά να πω για τα πιτσιρίκια μας, που θεωρώ τον βασικό μας πλούτο, την παιδική χορωδία από το ιδιαίτερα μαχητικό Ωδείο Νικόπολης, στη δυτική Θεσσαλονίκη παρακαλώ. Στη συνέχεια τη Μαίρη Κωνσταντινίδου με την Μεικτή Χορωδία Θεσσαλονίκης, που θα έρθει κι αυτή με ένα κλιμάκιο να μας τιμήσει. Να πω μιας και κάναμε και την αναφορά πριν στο ρεμπέτικο, για το αγαπημένο σχήμα της Πριγκηπέσσας, που ήταν για μένα μια κίνηση αγάπης κι εμπιστοσύνης πάνω από όλα, ώστε να μπορέσουν να αποδοθούν με τον πιο γνήσιο και πηγαίο τρόπο, όλα τα λαϊκά μου μοτίβα. Είναι πολύ συγκινητικό, έχουμε κάνει απίστευτες πρόβες με τα παιδιά και είναι μεγάλη τιμή για μένα η συμμετοχή τους και βέβαια το γεγονός ότι αποδίδουν με τη δεξιότητά τους τα τραγούδια μου. Θα τραγουδήσουν ο Χρήστος Μαστέλλος, η Μαρία Φραγκούλη, ο Δημήτρης Σφίγγος. Στο μπουζούκι θα είναι ο Τριαντάφυλλος Χαλκιάς, ο Μίλτος Τσαλιγόπουλος στο μπάσο, Κώστας Ράπτης ακορντεόν. Περνώντας στη δική μας ορχήστρα, ο Χρήστος ο Τσαπράζης στο μπάσο, μια φιλία σαράντα χρόνων δεν είναι τυχαίο κάτι τέτοιο. Παρέα και ο Διαμαντής Καραγιαννακίδης στο πιάνο και στα πλήκτρα, ο Αλέξης Αποστολάκης στα τύμπανα, ο Στέλιος Φράγκος στην ηλεκτρική κιθάρα. Στο τρίχορδο μπουζούκι ο Παναγιώτης Κουτσούρας, ο οποίος συμμετέχει και με την Πριγκηπέσσα, συμμετέχει και με μας κι εκτός αυτού και με μια πρωτότυπη συμμετοχή, θα αποδοθεί ένα τραγούδι του, οι «Κυκλάδες» που το έχουμε ηχογραφήσει πριν από λίγα χρόνια παρέα, στη συναυλία και είμαι πολύ χαρούμενος και γι’ αυτό καθώς πρόκειται για ένα υπέροχο και συγκινητικό τραγούδι. Στον ήχο θα είναι ο Άλκης Στάγκος, χρόνια φίλος και επαγγελματίας της πόλης μας.
Κλείνοντας, αφήνουμε και μια χαραμάδα ανοικτή να επιστρέψουμε ξανά σε μια κουβέντα με νέα δυναμική αφορμή… Πιστεύεις έχουμε το περιθώριο, αν και αποκλεισμένοι, να κοιτάμε προς την ουτοπία μας; Την προσωπική και την κοινωνική… Την άλλη εβδομάδα θα τα πούμε και στις πολύπαθες Σκουριές στο δεκαήμερο. Μήπως καταλήγουμε ρομαντικοί και συναισθηματικοί ονειροπόλοι;
Αφροδίτη θα σου μιλήσω από την καρδιά μου πραγματικά. Υπάρχουν πολλές στιγμές που λιγοψυχώ. Στο λέω με πολύ μεγάλη ειλικρίνεια. Είναι στιγμές που θέλω να εξαφανιστώ από προσώπου γης. Ανθρώπινα. Με ενοχλεί που όλα για κάποιους είναι τόσο καλά. Αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει, με ενοχλούν οι απολύτως πετυχημένοι. Κάτι άλλο συμβαίνει υπάρχει μια άλλου είδους παθογένεια. Το άσπρο χρειάζεται το μαύρο, η ευτυχία τη δυστυχία, η αγάπη το μίσος, το φως το σκοτάδι. Για να μπορέσει ακριβώς το ένα να προσδιορίσει και να ετεροπροσδιοριστεί από το άλλο. Έτσι είναι αυτή η ενέργεια. Λοιπόν, δεν μας παίρνει. Εγώ αυτό έχω να πω. Έχω φτάσει εδώ που έχω φτάσει με μια διαδρομή καθ’ όλα δύσκολη, αγαπώ τόσο πολύ την τέχνη μου που φτάνω στο σημείο να αξιολογώ ξανά και ξανά τα πράγματα. Και κάθε φορά που γονατίζω, κάθε φορά θα πω όχι, τώρα σήκω. Σήκω και προχώρα. Δεν γίνεται αλλιώς. Ο Ελύτης το είπε. «Ο άνθρωπος πεθαίνει όταν πεθάνουν τα όνειρά του». Δεν γίνεται να το αφήσουμε να συμβεί αυτό. Είναι άδικο για μας και δεν μας αξίζει. Το πιστεύω πολύ βαθιά μέσα μου αυτό. Μπορεί να φαίνεται απέλπιδα η προσπάθειά σου, για παράδειγμα στις Σκουριές. Όχι δεν είναι. Παράγει αισθητική, παράγει συντροφικότητα, παράγει αλληλεγγύη, παράγει συλλογικότητα, κόντρα στην εποχή της ατομικής ανέλιξης, του αμοραλισμού και των ηλίθιων αριβιστών. Δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε αυτά τα παιδιά που πηγαίνουν με τέτοια ευαισθησία και το αίσθημα της θυσίας και δένονται πάνω στα δέντρα, για να μην κοπούν αυτά τα δέντρα. Δεν μπορώ να δω κάτι άλλο, μπορεί να έχω εγώ θέμα!! Αλλά από ότι βλέπω είμαστε αρκετοί που έχουμε θέμα!
Είμαστε αρκετοί! Και καλό είναι να τα επικοινωνούμε αυτά να παίρνουμε κουράγιο… Η ανατροπή έρχονταν από τους λίγους…ευγνώμων για αυτήν την από καρδιάς κουβέντα μας…
Έτσι… κι εγώ ευχαριστώ…Καλή μας αντάμωση…