«Ρόζα», η πέτρα του σκανδάλου για έναν ολόκληρο κόσμο! – H Ανδρομάχη Μπάρδη και ο Ιωάννης Καμπούρης στο TheOpinion

Συνέντευξη στην Άλκηστι Σπυρέλλη

«Ρόζα», η πέτρα του σκανδάλου για έναν ολόκληρο κόσμο! – H Ανδρομάχη Μπάρδη και ο Ιωάννης Καμπούρης στο TheOpinion

Τους αγαπάμε γιατί είναι ωραίοι τύποι και πολύ ωραίοι σε ό,τι κάνουν. Γιατί βλέπουν το Θέατρο με αυτήν ακριβώς τη χαρακτηριστική αυθεντικότητα του μικρού παιδιού που πρωτοπιάνει παιχνίδι που λαχταρά καιρό στα χέρια. Κι η λαχτάρα εκτινάσσει τον ενθουσιασμό, του δίνει τη δύναμη που πρέπει για να μετουσιωθεί σε σκηνική πράξη πρωτότυπη, αυθεντική κι αυτή!

Με τη «ΡΟΖΑ» του Maurice Pons έρχονται τώρα και μία νεοσύστατη ομάδα, τη dipus apterus, να μας βάλουν ξανά στον κόσμο τους, να δείξουν πώς βλέπουν τώρα, όσα ξέρουν καλά για τον κόσμο και για ό,τι τους αφορά σ΄ αυτόν.

Ο Ιωάννης κι η Ανδρομάχη κατεβαίνουν για λίγο απ’ το σανίδι, κοντά σ’ όλους μας, να καταλάβουμε λίγο καλύτερα τι φτιάχνουν όλοι μαζί, δίχως χωριστή μπαγκέτα ενός, ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, με τα υπόλοιπα παιδιά της ομάδας, με αυτό το εκλατινισμένο Πλατωνικό όνομα του Όντος με τα «δύο πόδια και τα δύο φτερά»!!!

Η πόλη, σας γνωρίζει από τις δουλειές σας εδώ, χωριστά τον καθένα αλλά και μαζί, κατά περιπτώσεις παραστάσεων. Τι έφερε αυτή τη σύνδεση, την ένωση δυνάμεων τώρα, σε αυτήν τη χρονική συγκυρία;

Α.Μ.: Από την στιγμή που τελειώσαμε τη σχολή (Τμήμα Θεάτρου Α.Π.Θ.), εργαζόμαστε στο θέατρο, κυρίως στην Θεσσαλονίκη και οι δυο. Οι λόγοι που αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε από κοινού μια ομάδα είναι πολλοί. Πρώτα απ’ όλα, συνειδητοποιήσαμε μέσα από διάφορες συνεργασίες μας ότι μεταξύ μας υπάρχει μια καλή επικοινωνία και ότι μας αρέσουν στο θέατρο κοινά πράγματα, μας αρέσουν οι όμορφες ιστορίες, μας αρέσει η ιδέα του να έχουν και οι ηθοποιοί ακόμα πιο ενεργό ρόλο στην τελική μορφή μιας παράστασης. Σπουδάσαμε ευτυχώς σε ένα Τμήμα που μας έμαθαν από την αρχή να ασχολούμαστε με το θέατρο εξ ολοκλήρου. Μπορεί να επιλέξαμε την κατεύθυνση της Υποκριτικής, αλλά γνωρίσαμε στην πράξη της τη σκηνοθεσία, τη σκηνογραφία, την ενδυματολογία και όλα όσα έχει ανάγκη μια παράσταση για να δημιουργηθεί.

Δεν ξέρω αν αυτό είναι καλό ή κακό στον αιώνα της ολοένα και αυξανόμενης τάσης για εξειδίκευση, αλλά σίγουρα στην δικά μας δουλειά είναι πολύ πιο δημιουργικό. Ένας λοιπόν λόγος είναι και το γεγονός ότι μέσω της ομάδας μας ευελπιστούμε να καταφέρουμε να φτιάχνουμε παραστάσεις που θα μας αντιπροσωπεύουν περισσότερο, έχοντας οι ίδιοι πιο ενεργό ρόλο μέσα σε αυτές. Επιπλέον, τίθεται πάντα στην πόλη που έχουμε επιλέξει να ζήσουμε και να δουλέψουμε το ζήτημα της παραμονής μας εδώ. Εμείς θέλουμε να μείνουμε στην Θεσσαλονίκη, αγαπάμε αυτήν την πόλη και το όνειρο μας είναι να έχει κάποια στιγμή μεγαλύτερη επαγγελματική αποκατάσταση για τους ηθοποιούς της. Θεωρούμε ότι είναι άδικο η Αθήνα να είναι μονόδρομος για να μπορεί να ζήσει από την δουλειά του ένας ηθοποιός σήμερα.

Η πρώτη παράσταση της ομάδας μας θα παρουσιαστεί στα πλαίσια της Ανοιχτής Θεατρικής Σκηνής της Πόλης 2025, με την υποστήριξη του Δήμου Θεσσαλονίκης. Αυτό για παράδειγμα είναι μια σημαντική ώθηση για εμάς, τις νέες ομάδες και θα ήταν κάτι το ιδανικό ο Δήμος, το κράτος να παρέχει στήριξη σε ομάδες σαν την δική μας, για να μείνουμε και να παλέψουμε για το θέατρο σε αυτήν την πόλη.

Είμαστε νέοι και θέλουμε ο κόσμος της πόλης, ο νέος κόσμος να έρθει στο θέατρο. Προσωπικά, θεωρώ ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν πάει ποτέ σε μια παράσταση μετά τα σχολικά τους χρόνια. Ζούμε στην εποχή του TikTok και της γρήγορης πληροφορίας. Χωράει η τέχνη του θεάτρου άραγε μέσα σε αυτά τα νέα δεδομένα; Αντέχει ο νέος άνθρωπος να παρακολουθήσει μια παράσταση χωρίς να βαρεθεί; Πιστεύω πως πρέπει να βρεθούν τα μέσα και οι τρόποι που θα προσελκύσουν τον κόσμο και πάλι στο θέατρο. Έχουμε την όρεξη και ακόμα την αντοχή να το προσπαθήσουμε και να κάνουμε κι εμείς ό,τι μπορούμε για να συνεχίσει να υπάρχει το θέατρο της Θεσσαλονίκης.

Τι ήταν αυτό που κινητοποίησε τη σκέψη σας προς την επιλογή αυτού του έργου, για το ντεμπούτο της ομάδας; Αντιπροσωπεύει τον χαρακτήρα που Θα θέλατε να δώσετε;

Ι.Κ.: Είμαστε υπέρμαχοι της ποικιλομορφίας και του πλουραλισμού στο θέατρο. Μας αρέσει που ο καθένας και η καθεμία εκπροσωπεί κάτι διαφορετικό, που ακολουθεί έναν δικό του/της αισθητικό δρόμο, που συμβάλλει στη διατήρηση της καλλιτεχνικής ανομοιογένειας. Εμείς, χωρίς να έχουμε ακριβή και προκαθορισμένη καλλιτεχνική γραμμή, ξέρουμε ένα πράγμα: μας αρέσουν οι ωραίες ιστορίες.

Μόλις εντοπίζουμε κάποια ενδιαφέρουσα ιστορία (οποιουδήποτε ύφους, οποιασδήποτε εποχής και οποιασδήποτε θεματολογίας) που κάνει τη φαντασία μας να τρέχει όπως όταν ήμασταν παιδιά, θέλουμε να την μεταφράσουμε σε σκηνική πραγματικότητα. Δεν ξέρουμε γιατί, δε γνωρίζουμε από που πηγάζει αυτή η ανάγκη και φοβόμαστε πως αν ποτέ το ανακαλύψουμε, θα πάψει να μας συμβαίνει. Συνεπώς, η «ΡΟΖΑ» είναι μία ωραία (σύμφωνα με τα δικά μας κριτήρια) ιστορία, η οποία κατάφερε και άγγιξε ορισμένες από τις πιο χονδροειδείς ως τις πιο ευαίσθητες χορδές μας και την οποία θέλαμε να δούμε να ζωντανεύει επί σκηνής. Δεν προδιαγράφει ούτε την πορεία ούτε τον μέλλοντα χαρακτήρα της ομάδας.

Μία εικόνα, ένα μικρό περιστατικό, μία απλή φράση είναι ικανά σήμερα να προκαλέσουν, να ξεσηκώσουν, να γίνουν ίσως η αφορμή για κάτι μεγάλο. Συμβαίνει το ίδιο με τη Ρόζα, την ταβερνιάρισσα του μυθιστορήματος και της δικής σας παράστασης;

Α.Μ.: Η παράσταση ξεκινάει με το μεγάλο πρόβλημα της εξαφάνισης πολλών στρατιωτών από το στρατόπεδο του Πριγκιπάτου του Βάσκελχαμ. Ως εξ ουρανού, έρχεται στον Συνταγματάρχη του στρατοπέδου η πληροφορία ότι όλοι οι στρατιώτες που εξαφανίστηκαν εθεάθησαν στην ταβέρνα της Ρόζας. Από εκεί και πέρα, ξεκινά ένας κύκλος μυστικών αποστολών, παρακολουθήσεων της ταβέρνας και ανακρίσεων της ίδιας της Ρόζας από τον Συνταγματάρχη και τον Ταγματάρχη.

Πράγματι, μια μικρή και φαινομενικά ασήμαντη πληροφορία εκκινεί όλη την δράση και μέχρι το τέλος παραμένει μυστήριο το αν όντως αυτή η Ρόζα βοηθάει τους στρατιώτες να λιποτακτήσουν ή τους κάνει κάτι και τους εξαφανίζει. Επιπλέον, στην παράσταση ακούμε απ’ την ίδια τη Ρόζα ότι οι στρατιώτες που πηγαίνουν στην ταβέρνα της και ύστερα περνούν την νύχτα μαζί της είναι όλοι τους Δυστυχισμένοι. Μια απλή φράση, μια διαπίστωση της ίδιας κάνει τον Συνταγματάρχη να αναστατωθεί και να στήσει όλα του τα σχέδια με βάση αυτό. Στέλνει στη Ρόζα, λοιπόν, πειραματόζωα στρατιώτες που μοιάζουν στ’ αλήθεια απογοητευμένοι από την ζωή τους, θλιμμένοι και αδύναμοι. Οπότε ναι, συμβαίνει!

Όχι μόνο σήμερα, αλλά πάντα, κάτι ασήμαντο, ένα απλό θρόισμα μέσα στην ησυχία μπορεί να προμηνύει καταιγίδα!

Η ίδια η Ρόζα είναι μια απλή γυναίκα που εργάζεται στην ταβέρνα έξω από το στρατόπεδο, τίποτα το σημαντικό δεν έχει ή είναι, τίποτα το διαφορετικό απ’ όλες τις άλλες γυναίκες του κόσμου. Κι όμως, η ίδια καταλήγει πέτρα του σκανδάλου για έναν ολόκληρο κόσμο. Η απλή της ύπαρξη γίνεται, κατά κάποιον τρόπο, αφορμή για κάτι μεγάλο.

Όπως αναφέρεται και στο βιβλίο: «Η παράσταση είναι ένα πιστό χρονικό των γεγονότων που έλαβαν χώρα κάποια Χριστούγεννα στο Βάσκελχαμ, συμπεριλαμβανομένων και των αποκαλύψεων αναφορικά με την παράξενη δύναμη κάποιας Ρόζας, η οποία άθελά της ευεργετούσε τους δυστυχέστερους των ανθρώπων».

Στην απόφαση η σκηνοθεσία να είναι όλων, ποια θεωρείτε τη μεγαλύτερη δυσκολία ή ευλογία του εγχειρήματος;

Ι.Κ.: «Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει» λένε. Και είναι αλήθεια, αργεί! Αυτό δε σημαίνει, όμως, πως δεν ξημερώνει. Ξημερώνει. Και ενδέχεται να ξημερώνει και μια πολύ όμορφη μέρα! Το εγχείρημα αυτό έγινε με άτομα που εμπιστευόμαστε πολύ, δε θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Η μεγαλύτερη δυσκολία ενέκειτο στο ότι δεν υπήρχε πάντα το εξωτερικό μάτι που θα επιβεβαιώσει ή θα απορρίψει αυτό που κάνεις. Εκεί χρειάζεται λίγη εμπιστοσύνη στο ένστικτο σου, στα αισθητικά σου κριτήρια, αλλά και στους επί σκηνής συνοδοιπόρους σου. Και επειδή τα άτομα που συμμετείχαν στη δημιουργία της «ΡΟΖΑΣ» έχουν Εμπειρία από πίσω τους (όχι τεράστια, αλλά ποιοτική!), έπρεπε να αφεθούμε ο ένας στον άλλον, χωρίς φόβο.

Από την άλλη, η μεγαλύτερη ευλογία είναι τελικά πως η παράσταση ανήκει το ίδιο σε όλους! Πολλές φορές, όταν ένας ηθοποιός, σκηνογράφος, κινησιολόγος κλπ. καλείται να συμμετέχει σε μία παράσταση που δεν τον εκφράζει ιδιαίτερα, δε νιώθει ότι η παράσταση αυτή του ανήκει ή τουλάχιστον, ότι του ανήκει ολοκληρωτικά. Στην δική μας περίπτωση, έτσι όπως έγινε, ακόμα κι αν δεν τον εξέφραζε, έπρεπε να βρει τον μηχανισμό να τον εκφράσει, εφόσον – εκ των πραγμάτων – η ίδια η δουλειά επέβαλε έναν πιο άμεσο τρόπο εμπλοκής.

Ποιο ήταν για εσάς το πιο ιντριγκαδόρικο στοιχείο επικαιρότητας που φέρει μια ιστορία που εκτυλίσσεται στα τέλη του προηγούμενου αιώνα;

Α.Μ.: Δεν θα μπορούσα να πω ότι υπάρχει κάτι συγκεκριμένο και επίκαιρο ως προς τη θεματική του έργου μας. Η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα σε ένα στρατόπεδο. Τα στρατόπεδα όλων των αιώνων μοιάζουν κάπως, οι συμπεριφορές μοιάζουν. Το μόνο που αλλάζει είναι οι στρατιωτικές στολές και τα ντουβάρια. Επομένως, δεν είναι το ιντριγκαδόρικο στοιχείο επικαιρότητας, αυτό που φέρνει ένα έργο οποιουδήποτε αιώνα σε συνομιλία με το σήμερα -ίσως συμβαίνει σε ορισμένες περιπτώσεις έργων, αλλά όχι στην δική μας!

Αυτό που αφορά – και θα πρέπει να αφορά – είναι πάντα ο Άνθρωπος (στην τέχνη εν γένει, αλλά φυσικά και στο θέατρο). Η ύπαρξη του, τα συναισθήματα του, τα ερωτήματα που πάντα θα προσπαθεί να λύσει. Στο έργο γίνεται λόγος για την Ευτυχία και τη Δυστυχία στον κόσμο και πώς αυτή αντικατοπτρίζεται στον άνθρωπο. Γίνεται λόγος, επίσης, για τη βία που θεωρούμε κανονικότητα. Κυρίως, όμως, ασχολείται με ένα μικρό παράθυρο Ευτυχίας που πάντα υπάρχει, κάπου υπάρχει, ίσως είναι μπροστά στα μάτια μας αλλά εμείς έχουμε κατεβάσει το παντζούρι και δεν το βλέπουμε.

Επιλέγουμε πολλές φορές τη δυστυχία, διότι το να δυστυχήσεις είναι εύκολο και η συνήθεια του “τέρατος” κάνει το τέρας κατοικίδιο και φιλικότερο απ’ το ρίσκο να ανοίξει το παράθυρο, να γίνει η επανάσταση, να μπει κανείς στον κόπο να πηδήξει έξω από εκεί με την ελπίδα να δει πώς ακριβώς μοιάζει η ευτυχία. Αρά, ναι, είναι ιντριγκαδόρικο και πάντα επίκαιρο το θέμα της δυσκολίας του ανθρώπου να δει την ομορφιά μέσα στην σαπίλα μιας κοινωνίας που βρίσκεται σε σήψη. Και αυτό νομίζω πως τελικά είναι το διαχρονικό ζήτημα διαπραγμάτευσης!

Γιατί «δίpus άpterus»;

Ι.Κ.: Ο θρύλος λέει πως, όταν ο Πλάτων προσπάθησε να ορίσει εν συντομία τον Άνθρωπο, διατύπωσε τον ορισμό: «Ζώον δίπουν άπτερον» (= ζώο με δύο πόδια και χωρίς φτερά). Τότε, ο Διογένης ο Σινωπεύς εμφανίστηκε στην Αγορά με έναν μαδημένο πετεινό, φωνάζοντας: «Ιδού ο άνθρωπος του Πλάτωνος!». Εμείς, εκλατινίζοντας τον ορισμό του Πλάτωνα (για ηχητικούς λόγους), φτιάξαμε το όνομα «δίpus άpterus». Παρ’ όλα αυτά, αν ρίξετε μια ματιά στο λογότυπο της ομάδας μας, θα δείτε έναν άνθρωπο με δύο πόδια, αλλά και δύο φτερά!

Έτσι, δημιουργώντας αυτό το οξύμωρο σχήμα, αναρωτιόμαστε κι εμείς ( όπως ο Διογένης) αν ο ορισμός του Πλάτωνα είναι επαρκής ή αν, ίσως, πού και πού, ο άνθρωπος μπορεί και να βγάλει φτερά!

Κι είναι όσα τους ενώνουν, ό,τι κάνει κι εμάς, το κοινό τους να ενωνόμαστε μαζί τους…

Γι’ αυτό τους καλωσορίζουμε, για άλλη μια φορά και τους περιμένουμε με μάτια και καρδιές ορθάνοιχτα, να χειροκροτήσουμε το πάθος και την αγάπη τους για αυτό που δε θέλω να το πω “δουλειά”….

Θα το πω… Δημιουργία!

Για το έργο

ΡΟΖΑ Εμπνευσμένο από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Maurice Pons

Χριστούγεννα, κάπου στα μέσα του 19ου αιώνα. Πριγκιπάτο του Βάσκελχαμ. Ένας δεκαετής πόλεμος έχει αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια του σε αυτήν την μικρή πόλη της Βόρειας Γαλλίας. Οι απλοί πολίτες έχουν εκλείψει, τα μαγαζιά έχουν κλείσει. Πλειοψηφία των κατοίκων; Ο στρατός του Βάσκελχαμ. Ένα παράξενο φαινόμενο έχει αρχίσει να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στις τάξεις του στρατοπέδου: απλοί στρατιώτες αλλά και βαθμοφόροι εξαφανίζονται μυστηριωδώς. Λιποταξία ή συντεταγμένη επιχείρηση του εχθρού; Μια πληροφορία έρχεται εξ ουρανού: όλοι οι «λιποτάκτες» εθεάθησαν τη νύχτα της εξαφάνισής τους στην ταβέρνα της «Ρόζας» και, πιο συγκεκριμένα, κοιμήθηκαν με την θελκτική ταβερνιάρισσα. Ο κλοιός στενεύει, η παρακολούθηση της ταβέρνας γίνεται εντατική, πειραματόζωα-στρατιώτες αποστέλλονται μέσα μήπως και καταφέρουν να αποσπάσουν κάποια πληροφορία. Μα τίποτα. «Μια κοινή ταβέρνα, όπως όλες οι άλλες» αναφέρει κάποιος. Τι συμβαίνει τελικά μέσα σε αυτήν την μυστηριώδη ταβέρνα;

Η παράσταση είναι ένα πιστό χρονικό των γεγονότων που έλαβαν χώρα κάποια Χριστούγεννα στο Βάσκελχαμ, συμπεριλαμβανομένων και των αποκαλύψεων αναφορικά με την παράξενη  δύναμη κάποιας Ρόζας, η οποία άθελά της ευεργετούσε τους δυστυχέστερους των ανθρώπων.

Ταυτότητα παράστασης

Εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα «Ρόζα» του Maurice Pons Κείμενο παράστασης: Ιωάννης Καμπούρης, Ανδρομάχη Μπάρδη Σκηνοθεσία: η ομάδα Σκηνογραφία / Ενδυματολογία: Νίκη Αγγελίδου Φωτισμοί: Σωτήρης Ρουμελιώτης Επί σκηνής: Ιωάννης Καμπούρης, Γιώργος Κωνσταντίνου, Ανδρομάχη Μπάρδη, Σωτήρης Ρουμελιώτης Παραγωγή: δίpus άpterus

Εισιτήρια: more.com