«Ο Πομάκος και ο Έλληνας» – Ο Γ. Παπαδόπουλος στο TheOpinion για το νέο του βιβλίο

Κυκλοφόρησε το νέο δίτομο έργο του δημοσιογράφου Γιάννη Παπαδόπουλου, που έχει τίτλο "Ο Πομάκος και ο Έλληνας".

«Ο Πομάκος και ο Έλληνας» – Ο Γ. Παπαδόπουλος στο TheOpinion για το νέο του βιβλίο

Κυκλοφόρησε το νέο δίτομο έργο του δημοσιογράφου Γιάννη Παπαδόπουλου, που έχει τίτλο “Ο Πομάκος και ο Έλληνας”.

Μέσα απ’ τις σελίδες του ο αναγνώστης μεταφέρεται στην πιο ταραγμένη περίοδο της νεότερης ελληνικής ιστορίας: Στη δεκαετία του ’40 με τον πόλεμο , την κατοχή, την αντίσταση και στη συνέχεια τον αδελφοκτόνο εμφύλιο.

Μέσα σ’ αυτή τη δίνη των γεγονότων, ένας Πομάκος, ο Φαΐκ, κάτοικος του χωριού Κοτύλη της Ξάνθης, συναντάται με τον Κώστα, που εγκαθίσταται στο χωριό ως γραμματέας της κοινότητας, ως εκπρόσωπος του ελληνικού κράτους που προσπαθεί να αναδιοργανωθεί, μετά την απελευθέρωση από τους Ναζί.

Ανάμεσα στους δύο αναπτύσσεται μια σχέση εμπιστοσύνης και συνεργασίας. Η κοινή αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων ενισχύει τη σχέση αυτή και την μετατρέπει σε στέρεη φιλία.

Είναι καλύτερα, ωστόσο, να αφήσουμε τον ίδιο το δημιουργό να μας γνωρίσει τους πρωταγωνιστές του ιστορικού μυθιστορήματος.

Αγαπητέ συνάδελφε, γιατί ξεκινάτε με ένα διαχωρισμό, όπως είναι ο Πομάκος και ο Έλληνας; Οι Πομάκοι δεν είναι Έλληνες;

Σας ευχαριστώ για το χρόνο και το χώρο που μου δίνετε προβάλλοντας τη συγγραφική μου προσπάθεια. Έλληνας είναι όποιος νιώθει Έλληνας. Δεν κάνω κανένα διαχωρισμό. Άλλωστε εγώ δεν γράφω ιστορία, αλλά ένα απλό μυθιστόρημα, γοητευμένος από τη ζωή αυτών των ανθρώπων, των Πομάκων. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Ξάνθη. Γνώρισα αυτούς τους ανθρώπους. Έζησα μαζί τους. Είχα και συμμαθητές στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Είναι ένας λαός, περίπου 35.000 ψυχές, με τη δική τους γλώσσα, τη δική τους κουλτούρα. Περήφανος και ταυτόχρονα κατατρεγμένος. Καταπιεσμένος από Οθωμανούς, Βούλγαρους και, ας μην κρυβόμαστε, Έλληνες.

Πώς ωρίμασε η ιδέα για να γράψετε ένα τέτοιο έργο, όπου αναμειγνύονται διαφορετικοί άνθρωποι, παραδόσεις και θρησκείες;

Μα, η ίδια η Ξάνθη, όπως και η Κομοτηνή και ένα τμήμα του Έβρου στην πλευρά προς τη Βουλγαρία, είναι ένα σταυροδρόμι πολιτισμών. Είναι, εδώ και πολλά χρόνια, οι πραγματικές πολυπολιτισμικές κοινωνίες. Η φωνή του μουεζίνη που καλεί τους πιστούς για προσευχή ακούγεται -σχεδόν- ταυτόχρονα με την καμπάνα των εκκλησιών. Η μίξη αυτή στέλνει το μήνυμα της συνεργασίας, της συμπόρευσης. Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ξάνθη κατοικούσε και μια εβραϊκή κοινότητα 500 ανθρώπων. Χάθηκαν στη διάρκεια της κατοχής, όταν οι ναζί τους έστειλαν στα στρατόπεδα του θανάτου. Θέλω να δείξω ότι μπορούν να δημιουργηθούν ισχυροί δεσμοί μεταξύ των ανθρώπων, διαφορετικών πολιτισμών. Κυρίαρχο στοιχείο της πορείας αυτής είναι η εμπιστοσύνη. Αυτή σφυρηλατεί τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων.

Επιλέξατε ο ένας πρωταγωνιστής να είναι μουσουλμάνος και ο άλλος χριστιανός, γιος ιερέα. Συμβολίζει κάτι αυτή η επιλογή;

Συμβολίζει πολύ απλά ότι οι άνθρωποι μπορούμε να συμβιώσουμε, χωρίς να  δίνουμε μεγάλη σημασία στη διαφορετική γλώσσα, τη διαφορετική θρησκεία, το διαφορετικό χρώμα. Κι ο μουσουλμάνος και ο χριστιανός κάτοικος της περιοχής αντιμετωπίζει τα ίδια προβλήματα. Έχει τις ίδιες αγωνίες. Θέλει ευημερία, πρόοδο και ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά του. Αρκεί να αναγνωρίσεις και να σεβαστείς τα δικαιώματα και τα «πιστεύω» του άλλου. Αυτό κατάφεραν , όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, ο Φαΐκ με τον αδελφό του τον Χασάν και ο Κώστας.

Τι ρόλο έπαιξε η ιστορική συγκυρία για την προσέγγιση αυτή;

Μεγάλο. Πρέπει να γνωρίζει ο αναγνώστης ότι στην ανατολική Μακεδονία και στη Θράκη εκτός του Έβρου, η κατοχή ήταν βουλγαρική. Σκληρή. Άγρια. Με πείνα και διώξεις, με αρπαγές περιουσιών και ανθρώπων, με βιασμούς και δολοφονίες. Και οι Πομάκοι υπέστησαν πολλά, όπως και οι κάτοικοι των άλλων περιοχών. Κάποιοι συνεργάστηκαν, όπως έγινε και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Ο Φαΐκ και ο Χασάν τους πολέμησαν τους Βούλγαρους. Είχαν επιλέξει να είναι με τους Έλληνες. Έτσι καλοδέχθηκαν τον Κώστα, όταν ανέβηκε στην Κοτύλη, μετά την απελευθέρωση, για να αναλάβει τη νέα του θέση. Αλλά και πάλι ήρθε ένας άλλος πόλεμος, αυτήν τη φορά εμφύλιος, για να ταράξει τη ζωή τους.

Ο Κώστας έγινε στόχος των ανταρτών; Σώθηκε; Και αν ναι, πώς;

Στο πρόσωπό του οι αντάρτες έβλεπαν το κράτος των μοναρχοφασιστών, όπως έλεγαν. Ο Κώστας θα πλήρωνε με τη ζωή του. Τότε, σαν από μηχανής Θεός, εμφανίστηκε ένα οικείο πρόσωπο. Ο καπετάνιος που θα έπαιρνε την απόφαση για τη ζωή ή το θάνατο του Κώστα ήταν ένας παιδικός του φίλος. Μαζί είχαν μεγαλώσει στην ίδια γειτονιά. Τα συναισθήματα, όταν ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο ήταν έντονα. Ο καπετάνιος ένιωσε να κλονίζεται. Από τη μια ήταν ο στόχος που έπρεπε να επιτευχθεί, όπως τον είχε καθορίσει το κόμμα και οι ανώτεροί του. Από την άλλη, τον κυρίευαν οι αναμνήσεις. Τα γέλια, τα παιχνίδια, τα πρώτα καρδιοχτύπια για τις γειτονοπούλες. Όλα αυτά ζωντάνεψαν στο μυαλό του . Η μάχη ήταν φοβερή.

Ποια πλευρά νίκησε; Του αντάρτη ή του φίλου;

Ο αντάρτης πήρε την απόφασή του. Θα την κρίνει θετικά ή αρνητικά ο αναγνώστης.