Μαριτίνα Πάσσαρη στο TheOpinion: «Ίσως να φοβάμαι μην ξεχάσω…»
Η Μαριτίνα Πάσσαρη, με αφορμή την παράσταση «Τηλεφώνησε ο γιος σου», μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη.
Το έργο «Τηλεφώνησε ο γιος σου», σε σκηνοθεσία και δραματουργία Μαριτίνας Πάσσαρη, συνεχίζει το καλλιτεχνικό του ταξίδι στη Θεσσαλονίκη, στο Sureal Art Space, από την Παρασκευή 9 έως και το Σάββατο 10 Μαΐου.
Χούλια και Τερέζα, δύο γυναίκες μόνες. Και οι δύο έχουν γιους. Η μία φροντίζει την άλλη. Η μία μιλάει πολύ, η άλλη σχεδόν καθόλου. Στη μνήμη που χάνεται, στην αγάπη που απομακρύνεται, η μία βρίσκει «καταφύγιο» στην άλλη.
Το θεατρικό «φωτίζει» την εγκατάλειψη των ηλικιωμένων και τη μοναξιά των φροντιστών, ισορροπώντας ανάμεσα στη θλίψη και το γέλιο. Περισσότερο από μια ιστορία για την Τρίτη Ηλικία, εξετάζει πολυδιάστατα τις σχέσεις των παιδιών με τους ηλικιωμένους γονείς, την αμηχανία απέναντι στην αρρώστια, το χάσμα μεταξύ των γενεών αλλά και τη θεραπευτική αξία της αφήγησης ιστοριών ως μία από τις τελευταίες χαρές της ζωής.
«Είναι ένα έργο που αγαπάμε και νομίζουμε ότι δεν έχει εξαντλήσει τον κύκλο του», επισημαίνει η Μαριτίνα Πάσσαρη στο TheOpinion, επιβεβαιώνοντας τη συνέχειά του και την επόμενη σεζόν.
Κάτι ακόμα που αξίζει να σημειωθεί είναι πως, μετά την πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη, θα ακολουθήσει συζήτηση με ψυχοθεραπεύτρια, προσφέροντας, έτσι, στους θεατές μια βαθύτερη επαφή με τα θέματα που πραγματεύεται η παράσταση.

Κυρία Πάσσαρη, καταπιαστήκατε με ένα ακόμα ανθρωπιστικό έργο, το οποίο «εκμεταλλευτήκατε» για να επαναπροσδιορίσετε τον ρόλο της σιωπής στην εν λόγω παράσταση.
Πράγματι, η ηλικιωμένη έχει κανονικά φωνή στο δικό μας έργο. Μιλάει, βέβαια, όσο μπορεί να μιλήσει, αλλά είναι ισότιμος ο ρόλος της.
Ακόμη και τώρα, δηλαδή, βρίσκουμε πράγματα και τον εμπλουτίζουμε, θέλαμε να κάνουμε ένα έργο για δύο πρόσωπα. Με ενδιαφέρουν οι σχέσεις πάνω στη σκηνή.
Υπάρχει, επομένως, περίπτωση, να δούμε κάποια προσθήκη που δεν υπήρχε πριν σε παράσταση της Αθήνας;
Είναι πολύ πιθανόν. Μας έρχονται συνέχεια καινούργιες ιδέες, πάνω στην πρόβα όλο και κάτι βγαίνει… Επιπλέον, έχω πολύ πράγμα να σκεφτώ και να προσθέσω και στον δικό μου ρόλο.
Αυτό είναι υπέροχο!
Έχουμε ταιριάξει πολύ ωραία με τη φίλη, Μαριλένα Μακρή. Ήταν πολύ σημαντικό το γεγονός πως δουλέψαμε μαζί.
Το έργο το έχω διασκευάσει αρκετά· έχω προσθέσει και μια σκηνή ολόκληρη, δεν είναι ότι, απλώς, έχω βάλει κάποιες ατάκες. Έχει γίνει ένα έργο, που είναι για δύο πρόσωπα.
Είναι, λοιπόν, πολύ σημαντικό που είμαστε μαζί, γιατί γνωριζόμαστε και έχουμε εμπιστοσύνη η μία στην άλλη. Έτσι, μπορέσαμε να δουλέψουμε δημιουργικά και χωρίς αναστολές.
Αποκωδικοποιώντας τους δύο χαρακτήρες, έχουμε από τη μία πλευρά τη Χούλια την οποία και υποδύεστε· μια μετανάστρια – φροντίστρια…
Αυτό που έχουμε φτιάξει ως έργο, δεν καθορίζει από πού έρχεται ή αν είναι μετανάστρια κι αν έχει ένα τρομερό παρελθόν. Είναι μια φροντίστρια, η οποία προφανώς είναι από κατώτερη τάξη, φτωχή -δηλαδή, δεν έχει άλλον τρόπο να ζήσει, δεν έχει άλλη δουλειά- αλλά πρόκειται για ένα πολύ «πλούσιο», εσωτερικά, πρόσωπο. Είναι ένα πρόσωπο με αντιθέσεις, με γούστο που δεν περιμένει κανείς ότι μπορεί να έχει· της αρέσει πάρα πολύ ο κινηματογράφος, της αρέσει να ακούει ραδιόφωνο.
Αυτό είναι, που ξεκινάει τη σχέση της με την Τερέζα. Επειδή δεν έχει τι να της πει και στην αρχή δεν της «ανοίγει» τη ζωή της, αρχίζει να της διηγείται τις ταινίες που βλέπει. Εδώ υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο το οποίο κι εγώ, που παίζω τη φροντίστρια, άργησα λίγο να το συνειδητοποιήσω.
Η Τερέζα, η ηλικιωμένη, είναι αυτή που χάνει τη μνήμη της. Η άλλη δεν χάνει τη μνήμη της, είναι, ας πούμε, μια χαρά. Αλλά, όταν διηγείται τις ταινίες, ανακαλύπτει -γιατί πηγαίνει και τις βλέπει δύο φορές- ότι έχει καταλάβει κάτι άλλο. Η μνήμη δεν είναι κάτι «τσιμεντοποιημένο», κάτι πολύ σταθερό, ακόμα κι όταν είσαι υγιής. Επενδύει κανείς στο τι έχει διαλέξει να κρατήσει στη μνήμη του.
Είναι ένα θέμα, που εξακολουθεί να με ερεθίζει στο έργο· η μία έχει ένα πρόβλημα με τη μνήμη, αλλά η άλλη, που θυμάται τα πάντα, τελικά δεν τα θυμάται…

Χούλια και Τερέζα, ωστόσο, έχουν σίγουρα κάτι κοινό: βιώνουν ένα είδος μοναξιάς.
Βιώνουν την απόλυτη μοναξιά! Δεν το συνειδητοποιούν από την αρχή, γιατί έχουν την ψευδαίσθηση ότι θα έρθουν οι γιοι τους. Στην πραγματικότητα, όμως, το μόνο που έχουν είναι η μία την άλλη…
Ξεκινάει σαν μια σχέση εξάρτησης. Η Τερέζα δεν μπορεί να είναι μόνη της, το ίδιο και η Χούλια επειδή πρέπει να εργαστεί. Πρόκειται για μια πραγματική σχέση εξάρτησης, και οικονομικής εξάρτησης, η οποία σιγά σιγά αλλάζει. Γίνεται όλο και πιο βαθιά.
Το ενδιαφέρον είναι ότι η ηλικιωμένη, η Τερέζα, δεν ξέρουμε ποτέ ακριβώς τι και πόσα καταλαβαίνει. Με ενδιέφερε πάρα πολύ αυτή η αίσθηση, που μπορεί να έχει το κοινό, σχετικά με το τι συμβαίνει σε αυτήν τη σχέση.
Είναι σαν να πατάμε σε ένα ολισθηρό έδαφος. Ποτέ δεν ξέρουμε ακριβώς τι συμβαίνει, παρόλο που βλέπουμε πως υπάρχουν στιγμές που συμφωνούν και βρίσκουν η μία στην άλλη και την αγάπη και την τρυφερότητα. Δεν συμβαίνει, όμως, συνέχεια. Είναι μία περίεργη σχέση κι αυτό, εμένα, με «τράβηξε» θεατρικά.
Βασισμένη σε αυτά που έχετε εισπράξει έως τώρα, είναι το ζήτημα της περιθωριοποίησης των ηλικιωμένων ή η σχέση των δύο γυναικών που συγκινεί, τελικά, τον αποδέκτη;
Όπως ξέρετε, το κοινό δεν είναι ένα. Κάθε παράσταση είναι διαφορετική, το κοινό είναι ο τρίτος συμπαίκτης μας.
Υπήρξαν παραστάσεις, όπου αισθανθήκαμε ότι το κοινό συγκινήθηκε πάρα πολύ. Σε άλλες ότι ήταν πολύ σκεπτικό σε σχέση με ό, τι θίγεται στο έργο.
Το θέμα είναι με ποιον ταυτίζεσαι, όταν είσαι στο κοινό. Ταυτίζεσαι με την ηλικιωμένη, ταυτίζεσαι με τη φροντίστρια ή ταυτίζεσαι με τα παιδιά;
Εκεί πέρα, έχω δει κι έχω αισθανθεί πολλούς γιους και πολλές κόρες να έχουν συγκινηθεί ιδιαίτερα. Έχω βιώσει, επίσης, περίπτωση ηλικιωμένης, η οποία συμφωνούσε μαζί μου ενώ θα έπρεπε να συμφωνεί με την Τερέζα. Και το φώναζε κιόλας. Δεν ξέρεις με ποιον θα συμφωνήσει ή θα ταυτιστεί το κοινό… Δεν μπορούμε να το ορίσουμε.

Αυτές οι αντιδράσεις, στο τέλος της ημέρας, νομίζω πως είναι και τα πιο τρανταχτά μαθήματα.
Εννοείται! Προσωπικά, επηρεάζομαι πάρα πολύ. Μ’ αρέσει πολύ να το αισθάνομαι όλο αυτό.
Καμιά φορά, ίσως οι αντιδράσεις να είναι λίγο υπερβολικές, αλλά εμένα μ’ αρέσει. Με διασκεδάζει και μ’ ευχαριστεί πολύ. Είναι ωραίο το θέατρο να «περνάει» στο κοινό και να του δημιουργεί την ανάγκη να μιλήσει στον ηθοποιό.
Τη Μαριτίνα Πάσσαρη τι τη φοβίζει περισσότερο: να ξεχάσει ή να την ξεχάσουν;
Είναι δύσκολο να σας απαντήσω… Μάλλον, με φοβίζει περισσότερο να ξεχάσω! Εκτός εάν -επειδή δεν το ξέρουμε- όταν βρεθεί κανείς σε μια τέτοια κατάσταση, μπορεί, πια, να μην έχει και σημασία…
Δεν ξέρω πώς αισθάνονται αυτοί οι άνθρωποι. Με έχει απασχολήσει, έχουμε ρωτήσει και ειδικούς ιατρούς και γηριάτρους. Δεν ξέρω πόσο υποφέρουν οι άνθρωποι, που ξεχνούν. Όπως έχω μάθει, υπάρχουν στιγμές που υποφέρουν πολύ. Συνήθως, αυτές οι στιγμές είναι οι στιγμές της διαύγειας.
Ίσως να φοβάμαι μην ξεχάσω…
Πληροφορίες
«Τηλεφώνησε ο γιος σου», των Ιγνάθιο δελ Μοράλ & Μαργαρίτα Σάντσεθ
Sureal Art Space (Χριστοπούλου 12, Θεσσαλονίκη)
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή 09/05 & Σάββατο 10/05 στις 21:15
Εισιτήρια: 15€ κανονικό, 12€ μειωμένο (ανέργων, φοιτητικό, ΑμεΑ)
Ηλεκτρονική προπώληση εισιτηρίων: ticketservices.gr
Διάρκεια: 80 λεπτά
Ταυτότητα παράστασης
Συγγραφέας: Ιγνάθιο δελ Μοράλ & Μαργαρίτα Σάντσεθ
Μετάφραση: Μαρία Χατζηεμμανουήλ
Σκηνοθεσία – Δραματουργία: Μαριτίνα Πάσσαρη
Σκηνικά – Φωτισμοί: Ζωή Μολυβδά – Φαμέλη
Μουσική επιμέλεια – Ηχητικό περιβάλλον: Στάθης Ιωάννου
Κίνηση: Αλίκη Καζούρη
Βοηθός σκηνοθέτη: Λένα Μπαμπασάκη
Βοηθός παραγωγής: Έφη Ψυχογιού
Φωτογραφίες: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Επικοινωνία: Νταίζη Λεμπέση
Επιστημονική συνεργάτις: Ευρυδίκη Κραββαρίτη
Social Media: Eλένη Βαζάκα
Παίζουν
Μαρία – Ελένη Μακρή
Μαριτίνα Πάσσαρη