Μαρία Παπαφωτίου στο TheOpinion: «Η ελευθερία έχει αρχίσει να στερεύει γενικά στη ζωή»

Η ηθοποιός, Μαρία Παπαφωτίου, μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη.

Μαρία Παπαφωτίου στο TheOpinion: «Η ελευθερία έχει αρχίσει να στερεύει γενικά στη ζωή»

Το έργο του Χριστόφορου Χριστοφή, «Ο Τύραννος και η κόρη», παρουσιάζεται στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης την Παρασκευή 21 και το Σάββατο 22 Νοεμβρίου.

Η Μαρία Παπαφωτίου άφησε για λίγο τις τηλεοπτικές της υποχρεώσεις στον «Άγιο Έρωτα» για να βρεθεί στη θεατρική σκηνή της Θεσσαλονίκης, ενσαρκώνοντας την κόρη του Σοβιετικού ηγέτη, Ιωσήφ Στάλιν.

Και παρόλο που η ηθοποιός απολαμβάνει ιδιαίτερα την ομαδική δουλειά, κατά πάσα πιθανότητα η επόμενη σεζόν τη βρίσκει να πραγματοποιεί το ντεμπούτο της σε μονόλογο· ένα είδος με το οποίο επιθυμεί να καταπιαστεί εδώ και πολύ καιρό.

Μαρία, πριν από τρία χρόνια σε άφησα ως τηλεοπτική «Κυβέλη» και σε συναντάω ξανά σε μια σειρά εποχής, αυτήν τη φορά στον «Άγιο Έρωτα». Οι συγκεκριμένοι ρόλοι σού ταιριάζουν, είναι στο στοιχείο σου…

Η αλήθεια είναι πως τις περισσότερες φορές, ακόμα και για ρόλους που δεν αναλαμβάνω τελικά, σε τέτοιες ακροάσεις με καλούν. Αρχικά, θεωρώ ότι σχετίζεται με το physique· μου λένε ότι υπάρχει κάτι επάνω μου, μια «μελαγχολία» εποχής.

Μου αρέσουν πάρα πολύ οι ρόλοι εποχής, ειδικά όταν πρόκειται για υπαρκτά πρόσωπα και όλο αυτό συνδυάζεται με την ιστορία. Είναι ένα πεδίο που με ενδιαφέρει και μελετάω ούτως ή άλλως, άσχετα με την υποκριτική. Μου αρέσει το παρελθόν, νοσταλγώ πράγματα του παρελθόντος. Το ρομαντικό, το πιο τρυφερό καλλιτεχνικό μου κομμάτι συνδέεται έντονα.

Βέβαια, πρέπει να σου πω ότι κατά τη δική μου, ταπεινή γνώμη -γιατί προέχει αυτή του κοινού και μετά η δική μας, των συντελεστών- η πιο καλή και ολοκληρωμένη τηλεοπτική μου ερμηνεία δεν ήταν σε ρόλο εποχής. Ήταν στον «Σκαραβαίο», στον Alpha.

Υπεραγάπησα την «Κυβέλη», εννοείται ότι αγαπάω τον ρόλο μου, τώρα, στον «Άγιο Έρωτα», πέρασα καταπληκτικά κοντά στον Μανουσάκη και νιώθω πολύ τυχερή για αυτήν τη συνεργασία, αλλά νομίζω πως η πιο μεστή ερμηνεία μου, μέχρι στιγμής, είναι σε σύγχρονο ρόλο.

Στην τελική, πρέπει να υπάρχει και ο ρομαντισμός σε κάποιες εκφάνσεις της ζωής…

Ρομαντική είμαι σε κάποια πράγματα, σε άλλα, πάλι, καθόλου. Είμαι και πραγματίστρια και πολύ μηδενίστρια σε πολλά.

«Ο Τύραννος και η κόρη»: Πώς κύλησε η παράσταση στην Αθήνα;

Πολύ καλά. Πρόκειται για μια συνεργασία, η οποία κύλησε πάρα πολύ ωραία και χάρη στον Χριστόφορο Χριστοφή -με τον οποίο συνεργαζόμαστε για τέταρτη φορά και χαίρομαι που με εμπιστεύεται ξανά και ξανά- αλλά και στην ομάδα. Έχω πολύ σπουδαίους συμπρωταγωνιστές, συμπαίκτες.

Θα ξεχωρίσω, όμως, τον Δημήτρη Πιατά, ο οποίος καταθέτει επί σκηνής την ψυχή του. Του ταιριάζει τρομερά, ήταν εκπληκτική η επιλογή ενός «κωμικού» ηθοποιού να ενσαρκώσει τον Στάλιν. Αγγίζει αποχρώσεις που δεν ξέρω αν θα αναδείκνυε ένας ηθοποιός, ο οποίος, στερεοτυπικά, κάνει πιο δραματικά πράγματα. Ο Δημήτρης έχει πάει τον ρόλο του σε άλλο επίπεδο.

Χαιρόμαστε πάρα πολύ με το Μέγαρο Μουσικής της Αθήνας, αλλά κάθε μέρα συζητάμε για τη Θεσσαλονίκη. Είναι μεγάλη η προσμονή μας.

Οι περισσότεροι καλλιτέχνες μάς το επισημαίνουν. Τι συμβαίνει, τελικά, με εσάς και τη Θεσσαλονίκη;

Μπορεί να μην πιστεύω σε τίποτα μεταφυσικό, ούτε καν στα ζώδια, στο δέσιμό μου με τη Θεσσαλονίκη, σε προηγούμενη ζωή, πιστεύω. Η αγάπη μου είναι μεγάλη.

Δεν έχω καταγωγή, ούτε τη συνδέω με κάποια ανάμνηση. Από την πρώτη στιγμή που ήρθα, κάτι με έπιασε… Νομίζω ότι μετά την Αθήνα, είναι η πόλη που ξέρω καλύτερα. Θα μπορούσα να ζήσω στη Θεσσαλονίκη.

Μαζί με την Κωνσταντινούπολη, με την οποία μοιάζουν πολύ, για μένα είναι από τις ομορφότερες πόλεις που υπάρχουν στον κόσμο. Η Θεσσαλονίκη, επίσης διατηρεί στοιχεία ιστορικότητας, του παρελθόντος, τα οποία διαχέονται στην ατμόσφαιρα της πόλης.

Επί σκηνής, λοιπόν, είσαι η Σβετλάνα, η κόρη του Στάλιν. Από όσα έχεις αναφέρει, φαντάζομαι ότι διάβασες ή έψαξες και πέρα από τον ρόλο σου…

Ναι. Τυγχάνει να ανήκω σε μια λέσχη ανάγνωσης. Έχουμε μαζευτεί πέντε – έξι άτομα, κάνουμε συναντήσεις και διαβάζουμε βιβλία πολιτικού περιεχομένου.

Από τα τελευταία, λοιπόν, ήταν η «Σκοτεινή ήπειρος» του Μαζάουερ. Το μισό βιβλίο έχει αναφορές στον Στάλιν, στην τότε εποχή. Οπότε, το είχα αρκετά πρόσφατο.

Έχω παίξει, παράλληλα, και στα «Όνειρα στο Τρίτο Ράιχ»· για τον ναζισμό, τη Σοβιετική Ένωση μετά, τους δύο πόλους που υπήρχαν στην Ευρώπη και πώς δημιουργήθηκαν. Με αφορά ιστορικά αυτή η περίοδος, τόσο για τον τρόπο που εξελίχθηκαν τα πράγματα όσο και για το πόσο κοινό παραμένει το πλαίσιο μέχρι σήμερα.

Πώς κατέληξες να σε αφορά τόσο; Γιατί, δηλαδή, πολιτική στη λογοτεχνία και όχι κάτι άλλο;

Στο σπίτι μας, οι πολιτικές συζητήσεις ήταν κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Μεγάλωσα σε μεγάλο βαθμό δίπλα στους παππούδες και τις γιαγιάδες μου, και βλέπαμε τη δίκη του Τσοβόλα.

Όσον αφορά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο παππούλης μου πολέμησε στην Αλβανία κι άκουγα ιστορίες. Ήταν ο λιγότερο βίαιος άνθρωπος, που έχω γνωρίσει, σε όλες τις εκφάνσεις του· γελαστός, ήρεμος, στωικός. Μου κάνει φοβερή εντύπωση πώς ένας άνθρωπος που είχε περάσει τόσα, που είχε πολεμήσει, δεν διέθετε τίποτα επιθετικό στη ζωή του. Νομίζω ότι αυτά, κάπως, με οδήγησαν…

Ποια η σχέση του Στάλιν με την κόρη του; Ήταν μια αγάπη υπό όρους;

Της είχε μια ιδιαίτερη αδυναμία, αλλά οι πολιτικές του ανησυχίες δεν του επέτρεψαν να επενδύσει στη σχέση με τα παιδιά του. Δεν νομίζω ότι τον αφορούσε πάρα πολύ.

Αυτή έκανε τη μεγάλη ανατροπή. Έφυγε και πήγε στην Αμερική, στο αντίπαλο δέος, και κάπως τον αποτίναξε. Φαντάζομαι ότι πρόκειται για μια πολύ κλασική συμπεριφορά αντίδρασης -αν μιλάμε με ψυχολογικούς όρους- παιδιού προς τον γονιό.

Εμείς, βέβαια, το έχουμε προσεγγίσει πολύ διαφορετικά. Στη δική μας παράσταση η σχέση είναι στενή, με όλες τις παθογένειες που μπορεί να έχει, από την άλλη πλευρά, μια τέτοια σχέση…

Πρόκειται για το κομμάτι της ζωής του, το οποίο ενέχει στοιχεία ευθραυστότητας;

Νομίζω ότι αν δεν υπήρχαν αυτά τα στοιχεία και το έργο ήταν πιο στείρο, πιο πληροφοριακό ή ακαδημαϊκό, δεν θα είχε ιδιαίτερο νόημα να το δούμε πάνω στη σκηνή. Θέλουμε να ανακαλύψουμε την ανθρώπινη πλευρά του, η οποία πάντα υπάρχει. Αυτό ήταν το ζητούμενο και από γραφής και σκηνοθετικά, το ακολουθήσαμε και ερμηνευτικά.

Αυτοί οι άνθρωποι είναι πολύ λογικό να θωρακίζονται, γιατί εκτίθενται. Δηλαδή, να φτιάχνουν μια περσόνα, η οποία είναι κατά τα φαινόμενα ισχυρή, αλλά σίγουρα υπάρχουν στιγμές που η ανθρώπινη φύση τούς ξεπερνά.

Τι θα κερδίσει από τη συγκεκριμένη παράσταση ο θεατής, ο οποίος βλέπει την ιστορία μέσα από τα μάτια εκείνων που μεγάλωσαν δίπλα στην εξουσία χωρίς να την έχουν επιλέξει;

Οι μορφές εξουσίας είναι και πάρα πολλές, ποικιλόμορφες, και πολύ ύπουλες. Εξουσία νομίζω ότι μπορεί να βιώνει ένα παιδί, χωρίς να είναι ο γιος ή η κόρη του Στάλιν· οι γονείς μπορεί να είναι εξουσιαστικοί με πολλούς τρόπους.

Στη δική μας παράσταση «φωτίζονται» κομμάτια, τα οποία μας φανερώνουν πόσο σύνθετες είναι οι καταστάσεις. Προσωπικά, αυτό με μπερδεύει. Μου αρέσει να είναι τα πράγματα πιο ξεκάθαρα. Αλλά, μεγαλώνοντας, συνειδητοποιώ ότι η ίδια η ζωή δεν είναι έτσι. Και όσο πιο πολύ αντιστέκεσαι σε αυτό τόσο πιο πληγωτικά ζεις τις καταστάσεις.

Τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, προς τις γκρι περιοχές. Το ίδιο ισχύει και με την κόρη του Στάλιν. Δεν τον μισούσε μόνο, ούτε μόνο τον αγαπούσε. Αυτός δεν ήταν μόνο τύραννος και δικτάτορας, ούτε μόνο ο άνθρωπος που μας γλύτωσε από τον ναζισμό. Μπορεί να ήταν και τα δύο. Πολλά πράγματα υπάρχουν μαζί την ίδια στιγμή, τα οποία μας φαίνονται αντιθετικά. Πόσο συχνά το βλέπουμε αυτό στη ζωή…

Για να το καταλάβουμε πιο άμεσα, μπορεί να υπάρχει ένας άνθρωπος που να σε αγαπάει πάρα πολύ και να πρέπει να σε αφήσει. Μπορεί να συμβαίνουν αυτά ταυτόχρονα. Αυτή η συνθετότητα κυριαρχεί στην παράσταση.

Μαρία, ποιο είδος κοινού σε ιντριγκάρει περισσότερο; Οι θεατές που έρχονται «διαβασμένοι» σε ένα έργο ή εκείνοι που γνωρίζουν λιγότερα;

Το ζητούμενο για μένα, και στους θεατές και στους ερμηνευτές, είναι να μην πάνε από τον δρόμο της πληροφορίας και της εγκεφαλικότητας. Θα μου πεις, είμαστε ένας συνδυασμός πραγμάτων. Δεν είμαστε μόνο η ψυχή ή ο εγκέφαλός μας.

Παρόλα αυτά, με την τέχνη έχουμε την ευκαιρία να αφήσουμε στην άκρη τα πρωτόκολλα και όσα έχουμε μάθει. Μπορεί να έρθει ένας άνθρωπος που να μην ξέρει τίποτα από την ιστορία, να μην μιλάει καν τη γλώσσα -γιατί το θέατρο είναι πάνω από αυτό- και κάτι να νιώσει.

Καμιά φορά ακούς: «Αυτό, ιστορικά, δεν έγινε έτσι». Εννοείται ότι μπορεί να μην έγινε ακριβώς έτσι, είναι μυθοπλασία. Υπάρχει κι ένα περιθώριο ελευθερίας, που είναι ένα άλλο ζητούμενο… Η ελευθερία έχει αρχίσει να στερεύει γενικά στη ζωή.

Ένιωσες να σου στερούν την προσωπική σου ελευθερία;

Αυτό που με τσακίζει, είναι όταν η ίδια στερώ την ελευθερία από τον εαυτό μου. Κάποιες φορές νομίζουμε ότι έχουμε επιλογές και ελευθερία, ενώ, στην πραγματικότητα, δεν έχουμε. Συγκρουόμαστε με πράγματα με τα οποία μεγαλώσαμε, που υπάρχουν σαν στεγανά μέσα μας και, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, μας ρίχνουν στο «πηγάδι» της ελευθερίας που εμείς βαφτίζουμε άποψη ή γούστο. 

Ζούμε και σε μια κοινωνία, η οποία, παρόλο που δίνει πάρα πολλές δυνατότητες σε πολλά επίπεδα -δυνατότητες, που δεν ξέρω αν ένας άνθρωπος θα μπορούσε να τις ονειρευτεί πριν από είκοσι χρόνια- έχει όλο και μεγαλύτερο έλεγχο.

Πληροφορίες

«Ο Τύραννος και η κόρη»

Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης (Αίθουσα «Αιμίλιος Ριάδης»)

Παρασκευή 21 και Σάββατο 22 Νοεμβρίου, στις 20:30

Ηλεκτρονική προπώληση εισιτηρίων: more.com

Διάρκεια: 90 λεπτά

Σημαντική σημείωση για το ανέβασμα του έργου: Ο εορτασμός των εκατό χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου Ρώσου συνθέτη, Ντμίτρι Σοστακόβιτς, ο οποίος έτυχε να ζει και να συνθέτει εκείνη την εποχή, και για τον οποίο ο Στάλιν έτρεφε έναν αλλόκοτο θαυμασμό.

Συντελεστές

Συγγραφέας – Σκηνοθέτης: Χριστόφορος Χριστοφής

Σκηνικά – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης

Χορογραφία: Έρση Πήττα

Σχεδιασμός φωτισμού: Αντώνης Παναγιωτόπουλος

Video Art: Τάκης Δημητρακόπουλος

Βοηθός σκηνοθέτη & χορογράφου: Μάνος Σπιτάλας

Διοργάνωση: Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης

Πρωταγωνιστούν

Δημήτρης Πιατάς: Ιωσήφ Στάλιν, Αρχηγός της Σοβιετικής Ένωσης (1922 – 1953)

Μαρία Παπαφωτίου: Σβετλάνα (η κόρη του)

Αλμπέρτο Φάις: Βασίλι (ο κακομαθημένος και χαιρέκακος γιος του)

Δημήτρης Μαύρος: Ίλια Έρενμπουργκ (γνωστός συγγραφέας)

Τζωρτζίνα Δαλιάνη: Λιόλκα (αινιγματική ύπαρξη στα όρια του φαντασιακού)

Ερμηνευτές

Κρις Θεοδοσοπούλου

Τζωρτζίνα Καλίνογλου

Απόστολος Κυδωνιεύς

Σπύρος Ντουντούμης

Magnus Pedersen (βίντεο)