«Μάλο μόμε» της πραγματικής ζωής και της καρδιάς μας – Η Νάντια Δαλκυριάδου στο TheOpinion
Η Νάντια Δαλκυριάδου μιλά στο TheOpinion και την Άλκηστη Σπυρέλλη για την παράσταση «Μάλο Μόμε» της Χαρούλας Αποστολίδου.
Της προσφυγιάς η μοίρα, ο πόνος του ξεριζωμού που προκαλεί εν πρώτοις «βαθιά σιωπή» και μέγιστη συναίσθηση του φόβου που φέρει είναι πάντα ένα ζήτημα επίκαιρο και φλέγον.
Συνέντευξη: Άλκηστις Σπυρέλλη
Δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική στον τρόπο που μπορεί να ιδωθεί η ανάγκη για μετανάστευση σε έναν χώρο ξένο και συνηθέστατα, ολότελα διαφορετικό από τον τόπο καταγωγής, από την πατρίδα καθενός που είναι συνδεδεμένη άρρηκτα με ό,τι φέρει ο ίδιος ως προσωπικό βίωμα, τρυφερή ανάμνηση, ακόμη και μυρωδιές μέσα από την κοιλιά της μάνας. Ο αναγκαίος αποχωρισμός της πατρίδας είναι μία από τις βιαιότερες πράξεις που μπορεί να υποστεί ανθρώπινη ψυχή και η βία αυτή μένει αποτυπωμένη στο βλέμμα και στις πράξεις «ες αεί».
Το «Μάλο Μόμε» της Χαρούλας Αποστολίδου που μας έχει συνηθίσει στην καταγραφή των δύσκολων συνθηκών και εποχών της ελληνικής κοινωνίας, με εύγλωττη, κάθε φορά απόδοση του βαθέως συναισθήματος και της αύρας που αποπνέει η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, είναι αυτή ακριβώς η πάλη. Η αναμέτρηση των ηρώων με τη δυσκολία, στα ίσα και με κάθε είδους πρόκληση- υπαρξιακή ή πνευματική- που αυτή ενέχει. Εδώ, τίθεται κι ένα δεύτερο επίπεδο, καθόλου δευτερεύον, εξίσου επίπονο, η «κατάρα» αυτού που μένει.
Η Νάντια Δαλκυριάδου, μία νέα γυναίκα, -βορειοελλαδίτισσα στην καταγωγή -κλήθηκε να μεστώσει τις λέξεις, να τους δώσει ψυχή και λόγο, μέσα από τη σκηνοθετική ματιά της. Ούσα η ίδια ένα πλάσμα με βαθιά ενσυναίσθηση και ανεπτυγμένη συναισθηματική νοημοσύνη, «έπλασε» το κείμενο αποδίδοντας την αλήθεια των ηρωΐδων, σε ένα αντιπροσωπευτικά διαφορετικό επίπεδο για καθεμιά, ορισμένο από την πλευρά και την οπτική της.
Η Νάντια, λοιπόν, μου μίλησε και ιδού…

Έχεις ασχοληθεί ως τώρα, από το μετερίζι της σκηνοθεσίας, με έργα σύγχρονα, εμβληματικά για τη θεματολογία τους. Σε ενδιαφέρει ένας ουσιαστικός διάλογος με την κοινωνία;
Με ενδιαφέρει ένας ουσιαστικός και τίμιος διάλογος κατ’ αρχάς με τους συντελεστές κάθε παράστασης και μετά με το κοινό. Δεν θα έλεγα ότι νιώθω ότι έχουμε άμεση αλληλεπίδραση με την κοινωνία, καθώς είναι μεγάλη συζήτηση για το ποιο κομμάτι της κοινωνίας τελικά πάει στο θέατρο και πως επηρεάζεται.
Το αποτύπωμα μιας παράστασης χρειάζεται να είναι διαυγές και να μιλά στην ψυχή του θεατή;
Ναι, νομίζω ότι είναι προϋποθέσεις αυτές για να υπάρχει αποτύπωμα αρχικά.
Ποια είναι τα στοιχεία που απαρτίζουν τη δική σου υποκριτική σύνθεση και δίνουν το σκηνοθετικό σου στίγμα;
Η ειλικρίνεια, το «εδώ και τώρα», η ουσία. Νομίζω ότι αυτά είναι στοιχεία που βρίσκει κανείς στις δουλειές της ομάδας.
«Το μικρό κορίτσι» που αποτελεί το ήμισυ της εξίσωσης σχετικά με την επίδραση της ξενιτιάς στο έργο, ποια είναι η βασικότερη πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει;
Και οι τρεις γυναίκες της παράστασης είναι μικρά κορίτσια ουσιαστικά. Και στις τρεις συνέβη ένα βίαιο μεγάλωμα, μια αναταραχή στα παιδικά χρόνια, ένα ξερίζωμα και είναι σαν να έμειναν μικρά κορίτσια, σαν να μην πρόλαβαν να ζήσουν την παιδική ηλικία για να μπορέσουν, κατοχυρώνοντας κάποια βιώματα να πάνε παρακάτω σοφότερα, ίσως. Και η βασική πρόκληση που έχουν να αντιμετωπίσουν είναι η απότομη ενηλικίωση, η βαριά ευθύνη της προσαρμογής στη βίαιη αλλαγή.
Υπάρχει κάποιο κομμάτι του έργου της Χαρούλας Αποστολίδου με το οποίο ταυτίστηκες περισσότερο, σε συγκίνησε και είπες μέσα σου ότι σε αυτό θα βασίσεις τη δική σου θεατρική διασκευή;
Δεν είναι κάποιο κομμάτι που ταυτίστηκα. Αλλά θα έλεγα ότι θαύμασα και συγκινήθηκα από το θάρρος της Χαρούλας Αποστολίδου. Να σηκώσει το χαλί και να μιλήσει για όσα κρύβονται από κάτω.

Αν η ξενιτιά είναι το αναγκαίο κακό, είναι βασική ανάγκη του ανθρώπου να επιστρέφει σε όσα τον καθορίζουν;
Δεν ξέρω αν είναι βασική ανάγκη να επιστρέψει κάποιος. Αν, για παράδειγμα η επιστροφή σημαίνει φτώχεια, πώς γιατί να επιστρέψει; Μπορεί, δηλαδή, να αγαπάει κανείς το χωριό που έζησε τα παιδικά του χρόνια, που τον καθόρισαν αλλά η ξενιτιά να αποτελεί, για πολλούς λόγους, αναβάθμιση της ζωής του. Είναι ένα ερώτημα, μπορεί;
Μπορεί η ελληνική πραγματικότητα να γίνει, αυτή τη στιγμή, επιδίωξη για επιστροφή στα πάτρια για κάποιον ο οποίος έχει ζήσει έστω για λίγο στο εξωτερικό;
Εξαρτάται που έχει ζήσει κάποιος, τι τον κρατάει εκεί , ποιες είναι οι ανάγκες που έχει ορίσει για τον εαυτό του και οι προτεραιότητες. Γνωρίζουμε ανθρώπους που φεύγουν και γυρίζουν πίσω κι είναι αυτό επιδίωξη και προϋπόθεση και άλλους που δε γυρίζουν ποτέ. Σίγουρα, η ελληνική πραγματικότητα δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστική, αλλά από την άλλη ο καθένας έχει τη δική του εικόνα για την ευτυχία.
Κάπως έτσι, μία φιλόλογος πεδίου- που λέω κι εγώ-, επιστήμων του αντικειμένου στην πράξη, με χρόνια υπηρεσίας μέσα στις σχολικές αίθουσες, επιλέγει να ασχοληθεί με το δύσκολο ζήτημα της μετανάστευσης, σε χρόνους προκλητικά αβέβαιους για την ελληνική πραγματικότητα, σε ένα έργο που αγγίζει χορδές του νου και της ψυχής, μοιράζεται τη «δουλειά» με ένα κορίτσι που καθοδηγείται- λόγω και έργω- από το νεανικό πάθος της εύγλωττης απόδοσης της Δικαιοσύνης των πραγμάτων. Πώς θα μπορούσε το «Μάλο Μόμε» τους να μην είναι μια κορυφαία στιγμή σκηνικής δημιουργίας;
κα Αποστολίδου και Νάντια… Σας περιμέναμε καιρό στη Σαλονίκη

Άλκηστις Σπυρέλλη