«Μ’ αρέσει να ξεκινάω, πάντα, από το τι θα κάνω εγώ για ‘μένα» – Η Δρ. Νάνσυ Μαλλέρου στο TheOpinion
Η διεθνώς βραβευμένη Master Coach, Δρ. Νάνσυ Μαλλέρου, μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη
Η Δρ. Νάνσυ Μαλλέρου είναι μία εκ των πρωτοπόρων του Coaching και από τις πιο περιζήτητες ομιλήτριες στην Ελλάδα. Μέσα από τα σεμινάρια, τις ομιλίες, τα άρθρα και τα βιβλία της έχει επηρεάσει θετικά τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων.
Τη Δρ. Νάνσυ Μαλλέρου είχα την τιμή να τη γνωρίσω λίγο πιο προσωπικά πριν μερικούς μήνες κι, έκτοτε, ομολογώ ότι κάθε κουβέντα μαζί της αποτελεί μια «συνεδρία» Coaching και για εμένα την ίδια.
Διαβάστε επίσης: Δρ. Νάνσυ Μαλλέρου στο TheOpinion: «Αυτά που ψάχνουν οι άνθρωποι δε διαφέρουν – Χτίσε δεξιότητες για να είσαι ένα θετικό αποτύπωμα για όλους»
Σε παλαιότερη συνομιλία είχε μοιραστεί μαζί μας ότι, έπειτα από ένα καθολικό burnout που έπαθε, ανακάλυψε το Coaching ως μέθοδο για να προχωρήσει παρακάτω τη ζωή της.
Κάπως έτσι, και σε συνδυασμό με τους «τρελούς» ρυθμούς ζωής, δόθηκε η κατάλληλη ευκαιρία να ερμηνεύσουμε τον ορισμό του burnout, του συνδρόμου επαγγελματικής εξουθένωσης. Το γεγονός, επίσης, ότι οι πολλές ώρες δουλειάς απομυζούν τον χρόνο μας. Ή μήπως, τελικά, έχουμε χρόνο, αλλά τον σπαταλούμε σε άλλα, ανούσια πράγματα; Και πώς τα social media συναινούν σε όλη αυτήν την κατάσταση;
Κυρία Μαλλέρου, να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πώς «μεταφράζεται» ο όρος του burnout;
Ο ορισμός του burnout -για να μην «πετάμε» και λέξεις αλόγιστα, το ακούω να γίνεται και αυτό- είναι η ψυχική, σωματική, συναισθηματική και πνευματική εξουθένωση. Άρα, σε όλα τα επίπεδα, ο οργανισμός έχει περάσει τα όρια αντοχής του κι αρχίζει να καταρρέει.
Αυτό τι σημαίνει; Σωματικά το καταλαβαίνεις, καθώς, πια, ασθενείς. Νοσείς. Συναισθηματικά ερμηνεύεται ως πολύ μεγάλη απώλεια ψυχραιμίας ή μεγάλα ανεβοκατεβάσματα της διάθεσης. Ψυχικά είναι αυτή η αίσθηση ότι δεν αντέχεις το «βάρος». Δεν έχεις το σθένος, δεν μπορείς να ανταποκριθείς. Και πνευματικά, ένα από τα βασικά που παρατηρούμε, είναι η απώλεια μνήμης και η αδυναμία συγκέντρωσης.
Υπάρχει κι ένα άλλο χαρακτηριστικό, που το λένε αποπροσωποποίηση. Αυτό, λοιπόν, είναι περισσότερο γνώρισμα των ανδρών. Αποτραβιέμαι, κλείνομαι, λέω ότι θα το λύσω μόνος μου και δεν ζητάω ποτέ βοήθεια από κανέναν. Κι έτσι κατέληξαν ότι το burnout δεν είναι γυναικεία νόσος, γιατί ήταν αρκετά στιγματισμένο. Δεν μέτραγαν την αποπροσωποποίηση, όμως. Όταν το έκαναν, είδαν ότι το burnout είναι 50-50. Θέλω να καταλήξω ότι, όλοι, διατρέχουμε τον ίδιο κίνδυνο.

Με σοβαρές, κατ’ επέκταση, επιπτώσεις και σε πιο προσωπικό επίπεδο.
Μα, γι’ αυτό είπα ότι υπάρχουν πάρα πολλές διακυμάνσεις. Έχει παντού επιπτώσεις. Γιατί, όταν εσύ έχεις διακυμάνσεις και σου φταίνε όλα και νιώθεις ότι δεν μπορείς να ανταποκριθείς ούτε στο κομπλιμέντο ούτε στον καβγά, προφανώς, μετά, δεν υπάρχει θέση στην οποία κάποιος θα κερδίσει μαζί σου.
Και τι κάνουμε; Πώς το αντιμετωπίζουμε, όταν καταλάβουμε ότι πάσχουμε από το «κάψιμο» των εργαζομένων; Γιατί, θεωρητικά, καλά τα λέμε. Πρακτικά -και για να γίνω ο αντίλογος- ποιος παρατάει σήμερα τη δουλειά του, όταν οι εκκρεμότητες και οι υποχρεώσεις αγγίζουν το ζενίθ;
Καταρχάς, να πω ότι, όταν μιλάμε για burnout ή για κλινικό burnout, δεν σώζεται η κατάσταση με το ότι δυο μέρες δεν θα πάω στο γραφείο. Άρα, ο λόγος να συζητήσουμε για αυτό το θέμα, για ‘μένα, είναι για να μάθουμε να «ακούμε» το σώμα μας και να δούμε τα σημάδια πριν φτάσουμε να έχουμε κλινικά θέματα. Αυτή είναι η ουσία του πράγματος.
Έχει υπολογιστεί ότι, περίπου, 50% των εργαζομένων αυτήν τη στιγμή, post covid, κινδυνεύουν από burnout. Που πάει να πει ότι πρέπει να είσαι alert και να δεις τα συμπτώματα και να τα προλάβεις. Και αυτό μπορεί να γίνει. Υπάρχει το κομμάτι του τι κάνουν οι εταιρείες για ‘μας -σημαντικό κι ενδιαφέρον- κι υπάρχει και το κομμάτι τι θα κάνουμε εμείς, για ‘μας. Εμένα μ’ αρέσει να ξεκινάω, πάντα, από το τι θα κάνω εγώ για ‘μένα, χωρίς να περιμένω τι θα κάνουν οι άλλοι.
Υπάρχουν διάφορες τεχνικές, τώρα, για να προλάβουμε κι είναι ανάλογα με το που σε έχει «χτυπήσει» περισσότερο. Το πρώτο είναι να διαπιστώσουμε που βρισκόμαστε και να αρχίσουμε να «ακούμε» τα σημάδια· το σώμα, μας δίνει σημάδια. Δηλαδή, όταν αρχίζουν και ιδρώνουν τα χέρια σου πάρα πολύ ξαφνικά, κάτι λέει αυτό, αν δεν ίδρωναν χθες. Αν έχεις στομαχόπονο, επίσης κάτι λέει, αν δεν είχες μέχρι χθες. Αν σου πέφτουν τούφες από τα μαλλιά σου, αν δεν κοιμάσαι καλά, αν νιώθεις παραπάνω κόπωση… Υπάρχουν σημάδια, πάρα πολλά σημάδια. Οπότε, το ένα είναι να επιμορφωθείς σε σχέση με αυτά. Να «ακούσεις» το σώμα σου, να το σεβαστείς και να ψάξεις να βρεις τι είναι αυτό. Όχι με υστερίες. Δεν θέλει υστερία, δεν θέλει google treatment. Αλλά τα συμπτώματα μπορείς να τα δεις. Και μετά, ο καθένας έχει την ευθύνη του εαυτού του. Που χάνει; Ποια είναι τα triggers; Πώς ενεργοποιείται περισσότερο στο παραπάνω στρες που μας κάνει και είμαστε δυσλειτουργικοί; Γιατί υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό του στρες που μας κάνει παραγωγικούς, καινοτόμους… Αλλά υπάρχει κι ένα κομμάτι που μας αφήνει τελείως «ακίνητους».
Είναι στο χέρι μας να διακρίνουμε ή να πάρουμε τη βοήθεια ενός coach ή ενός ψυχολόγου ή ψυχιάτρου. Ο καθένας είναι διαφορετικός, επομένως να δούμε: τι πρέπει να κάνουμε; Το δουλεύεις και το μετράς. Γιατί, θεωρώ, ότι πρέπει να βλέπεις αν αυτό που κάνεις έχει αποτέλεσμα. Μην το κάνεις και περιμένεις να δεις σε έξι μήνες. Δες πώς δουλεύει και χτίσε πάνω σε αυτό· αυτό είναι η καλύτερη τεχνική που μπορώ να σας πω.
Μέσα σε αυτά, κάποια αφορούν στη διατροφή. Κάποια στις ώρες δουλειάς, στην ποιότητα του περιβάλλοντός σου, στην ποιότητα των σχέσεών σου, στη δυνατότητα να πεις όχι, να βάλεις όρια στον εαυτό σου και στους άλλους.
Μήπως κινδυνεύεις από Burnout; Κάνε το τεστ: https://namagroup.gr/burn-out-test/
Αναφερθήκατε στις ώρες δουλειάς… Και κάπως έτσι, όλοι ή σχεδόν όλοι, καταλήγουμε στο ότι δεν έχουμε χρόνο. Και «φεύγει» η ζωή, περιμένοντας το Σαββατοκύριακο.
Προκαλώ οποιονδήποτε λέει «Δεν έχω χρόνο», να ανοίξει το κινητό του και να πάει στο screen time. Ο χρόνος που λέμε ότι δεν έχουμε, δεν ισχύει. Έχεις χρόνο, απλώς τον διαθέτεις σε άλλα πράγματα.
Το screen time του μέσου ανθρώπου, αυτήν τη στιγμή, είναι 5-8 ώρες καθημερινά. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι δεν έχεις μία ώρα. Την έχεις. Ελάχιστοι άνθρωποι δεν έχουν κι αυτοί είναι, συνήθως, άνθρωποι που κάνουν δυο δουλειές και μεγαλώνουν δυο παιδιά. Αν έχεις τρεις ώρες screen time, εκεί είναι κρυμμένος ο χρόνος που σου λείπει για να κάνεις τα υπόλοιπα. Πριν αρχίσεις, λοιπόν, να λες ότι σου φταίει η δουλειά σου και να παραιτηθείς, ξεκίνα από ‘κει.
Το δεύτερο, είναι να δεις τη δουλειά σου. Είσαι δέκα ώρες, για παράδειγμα, δεν θα πω οκτώ. Είσαι παραγωγικός και τις δέκα; Στατιστικά, απίθανο. Άρα γιατί δεν γίνεσαι πιο παραγωγικός και να μείνεις λιγότερες ώρες; Λέω εγώ τώρα…
Νομίζω ότι περνάμε στην εποχή που τα αφεντικά θέλουν το αποτέλεσμα. Και δεν κοιτάνε πόσες ώρες είσαι στο γραφείο. Αυτή είναι η αίσθησή μου, μιλώντας σε εταιρείες κάθε μέρα. Προφανώς, όμως, δεν είναι όλοι έτσι.

Αυτό είναι ένα μοντέλο που τείνει να υιοθετείται όλο και πιο συχνά στο εξωτερικό. Δεν ξέρω κατά πόσο ισχύει το ίδιο κι εντός συνόρων…
Οι ελληνικές εταιρείες είναι προφανώς διαφορετικές. Οι μικρές επίσης. Οι πολυεθνικές άλλο. Γενικά, τώρα, αρχίζει και πηγαίνει στη λογική του ότι «Δεν θέλω να είσαι δώδεκα ώρες available, θέλω να μου βγάλεις τη δουλειά που περιμένω». Δεν έχω δει αφεντικό που θα του βγάλεις τη δουλειά που περιμένει και θα σου πει να κάτσεις και δυο ώρες να κοιτάς τα αστέρια. Κανείς δεν σε θέλει, του καις ρεύμα και νερό.
Τώρα από την άλλη, το ότι «Δεν θα έρθω στο γραφείο, αλλά θα σου κάνω τη δουλειά που θέλεις», ούτε αυτό είναι εφικτό. Ήταν το μοντέλο του covid. Πολύς κόσμος δεν θέλει να γυρίσει στις δουλειές του, αλλά αυτό θα αλλάξει. Γιατί έχεις μια απώλεια της κουλτούρας της εταιρείας, χάνεται η συνεργασία. Και εταιρείες πολύ προοδευτικές, όπως είναι η Google, η Microsoft, αρχίζουν και τους γυρίζουν πίσω.
Ορμώμενη, τώρα, από τις ώρες που περνάμε πάνω από μία συσκευή, καλωσορίζουμε την εικονική πραγματικότητα που μας απορροφά. Θα μπορούσε να οδηγήσει στο burnout, έτσι δεν είναι; Βλέπεις μια «ιδεατή» ζωή. Θέλεις να την αποκτήσεις και καταβάλλεις μία υπεράνθρωπη προσπάθεια. Χωρίς, όμως, να έχεις τις ίδιες αντοχές ή τα ίδια μέσα.
Προσπαθείς να αποκτήσεις κάτι το οποίο δεν είναι έτσι. Είναι ψεύτικο και έχει δεκαπέντε φίλτρα. Είναι πειραγμένα. Είναι ένας λόγος που «καίγεται» ο κόσμος, γιατί προσπαθεί για κάτι που δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει τέλειος γάμος, τέλεια σχέση, τέλειο σώμα, όπως το ορίζει κάποιος.
Υπάρχει και κάτι άλλο για ‘μένα, που έχει μεγαλύτερο βάρος στο burnout κι έχουν γίνει κι έρευνες. Στις γενιές του ’60 – ’70 είχε μετρηθεί το attention span. Δηλαδή, η δυνατότητα να διατηρήσει κάποιος, στα τέλη της εφηβείας και ενήλικας, την προσοχή του. Αυτό ήταν, τότε, 15-20 λεπτά. Αυτός ο χρόνος, πόσο έχει πάει τώρα; Είδα την έρευνα και τρόμαξα! Είναι 3-4 λεπτά. Γι’ αυτό βγάζουν ότι, όλα τα παιδάκια, έχουν ΔΕΠΥ. Δεν έχουν ΔΕΠΥ, οι ρυθμοί έχουν αλλάξει. Και δεν έχει προσαρμοστεί και το σύστημα στο να μετράει αυτήν την αλλαγή του ρυθμού.
Όταν, λοιπόν, μέσα στο Instagram, στο Tik Tok, στο YouTube, βλέπεις πράγματα τα οποία έχουν διάρκεια 30-40 δευτερόλεπτα -εξήντα maximum- και μέσα σε ένα λεπτό μπορεί να έχεις δει και πέντε τέτοια, κατευθείαν η δυνατότητα να συγκεντρώνεσαι μικραίνει πάρα πολύ γρήγορα. Εν τω μεταξύ, φορτώνεις τον εγκέφαλό σου με πολλή πληροφορία. Πόσα να σηκώσει, πόσα να προλάβει να ξεχωρίσει; Πόσα να κάνει process; Αυτό συνιστά πάρα πολύ στο burnout, θεωρώ.