Ιωάννης Καμπούρης στο TheOpinion: Δημιουργικές μεταμορφώσεις, καλλιτεχνικές προκλήσεις

Ο Ιωάννης Καμπούρης μιλά στο TheOpinion και την Άλκηστη Σπυρέλλη με αφορμή την ''Sylvia'' που «ανεβαίνει» στο θέατρο Άνετον!

Ιωάννης Καμπούρης στο TheOpinion: Δημιουργικές μεταμορφώσεις, καλλιτεχνικές προκλήσεις

Ήταν «ωραίος και σέξυ» στη γουντιαλενική κωμωδία, ήταν ο αντί-ήρωας του Πιραντέλλο στον «μακαρίτη Ματία Πασκάλ» κι ήταν ταυτόχρονα κι ο Ηρακλής στην «Άλκηστι» του Ευριπίδη, μαζί και μέλος του χορού.

Ήταν και άλλα πολλά, γιατί το μπορεί και γιατί το αγαπά και το λαχταρά! Ο Chico για τα φιλαράκια, διαδικτυακά και μη, ο κατά κόσμον, Ιωάννης Καμπούρης είναι ο ορισμός του εναλλακτικού, όπως το αντιλαμβάνεται καθένας και καθεμιά, εντός της πραγματικότητας ή εκτός αυτής.

Μυθοποιεί, απομυθοποιεί, δημιουργεί εξαρχής και προβάλλει επί σκηνής, με όλο του το είναι, ήρωες και χαρακτήρες που πάντοτε αναζητούν, με τον τρόπο τους ο καθένας, την ταύτιση με τον θεατή. Κι αν όχι ταύτιση, πάντως «κλείσιμο ματιού» σίγουρα.

Το θέλει και το θέλει πολύ, μέχρι θανάτου, όπως θα γράψει ο ίδιος για τον εαυτό του και σε κάνει να υποκλίνεσαι στην επιθυμία αυτή που μετουσιώνεται σε δουλειά και πράξη κι επομένως σε ένα υποκριτικό αποτέλεσμα θαυμαστό. Σε έναν άνθρωπο της γενιάς του, με τόση αφοσίωση στο σανίδι και στον λόγο, που τραβά μαζί του το κοινό, μπαινοβγαίνοντας-δεν ξέρω πόσο εύκολα, αυτά είναι άλλωστε προσωπικά στοιχήματα-στα πρόσωπα που υποδύεται, δεν μπορεί κανείς παρά να κλίνει το γόνυ.

Παιδί της πόλης, της Δυτικής πλευράς της, με μια απολύτως οικεία οικογενειακή σύνθεση και ανάλογες παραστάσεις, είναι εξίσου αναμενόμενη και οικεία η προσαρμογή στην οπτική του ενήλικα, στην ίδια πόλη;

Επιφανειακά κοιτώντας τα πράγματα, θα έλεγα πως ναι. Ωστόσο, η εσωτερική ζωή πάντα ταράσσεται μπροστά στις ευθύνες της ενηλικίωσης (τυπικής και ουσιαστικής). Εξάλλου, υπάρχει κι η φράση: «Κανείς δεν αισθάνεται ενήλικας. Είναι το βρώμικο μυστικό του κόσμου».

Μία ακόμη κωμωδία ετοιμάζεται, σε σκηνοθεσία του Γιώργου Μιχαλάκου, ήταν πραγματική απόλαυση και το «Play it again Sam» το χειμώνα, θα μπορούσες να πεις εύκολα, μιλώντας για ‘σένα, ότι είναι «αυτά τα ωραία, τα γνωστά που σε χαρακτηρίζουν»; Είσαι σ’ αυτό; 

Περίπου. Η «Sylvia» είναι αρκετά πιο υπαινικτική και έμμεση όσον αφορά στον κώδικα του χιούμορ της. Νομίζω πως, στο μεγαλύτερο μέρος του έργου, αναρωτιέσαι αν πρέπει να γελάσεις ή να κοιτάξεις με απορία τον διπλανό σου. 

Έχεις, επίσης, γράψει για εσένα ότι «θα το έκανες μέχρι θανάτου»! Περιγράφει απλώς αυτή η φράση το βαθύτερο συναίσθημά σου για τη δουλειά ή είναι και ένας έμμεσος υπαινιγμός για την τωρινή κατάσταση του επαγγέλματος;

Φυσικά και τα δύο. Βέβαια, είχα γράψει πως αυτή η φράση δε με χαρακτηρίζει πια. Οπότε όλα καλά. 

Στη Sylvia θα παρουσιαστεί σε μια ιδιαίτερη έκφανσή του το ζήτημα του ερωτικού τριγώνου. Υπάρχουν για εσένα κόκκινες γραμμές ηθικής φύσεως στην απόδοση του θεατρικού λόγου; Είναι εύκολη υπόθεση η αναμέτρηση με πιθανές κοινωνικές αγκυλώσεις; 

Κόκκινες γραμμές υπάρχουν ασυζητητί. Για να το ανοίξω στην τέχνη εν γένει, ο Τζίμης Πανούσης έλεγε πως «η σάτιρα έχει πολύ αυστηρά όρια κι αυτά τα θέτει ο θεατής». Συμφωνώ απόλυτα ως προς την ύπαρξη ορίων, δεν είμαι σίγουρος μόνο ως προς το ποιος τα θέτει ή θα έπρεπε να τα θέτει. Ωστόσο, είμαι της άποψης ότι μπορείς να αναμετρηθείς με τα πάντα όταν δεν έχεις σκοπό να προσβάλλεις ή να πληγώσεις. 

Είμαστε σήμερα πραγματικά ελεύθεροι να γελάμε ή να κλαίμε με όσα ο καθένας μας νιώθει ότι εκφράζεται ή οι προσωπικές και κοινωνικές δεσμεύσεις δημιουργούν συγκράτηση στο συναίσθημα; Ακόμη και για λόγους εντυπώσεων.

Νομίζω πως καλό θα ήταν κάθε άνθρωπος να αποκτήσει το θάρρος και τον αυθορμητισμό να γελάει και να κλαίει με ό, τι πραγματικά τον κινεί και συγκινεί. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος εχθρός από την ενοχή, ας τελειώνουμε μαζί της μια ώρα αρχύτερα. Τέλος της ενοχής, βέβαια, δε σημαίνει πως ο άνθρωπος γίνεται αγρίμι, αλλά αυτό είναι άλλη κουβέντα. 

Εγώ, ως θεατής, θα έλεγα, με σιγουριά πια, ότι η έκφραση και το βλέμμα σου είναι  χαρακτηριστικά για όσους έχουν παρακολουθήσει δουλειές σου. Ποιο προσωπικό σου χαρακτηριστικό είναι θεωρείς αυτό στο οποίο μπορείς να «πατάς» υποκριτικά. Η Sylvia, τι πολύ δικό σου, θα μπορούσες να πεις ότι έχει;

Πιστεύω ότι το θέμα είναι η φαντασία. Όσο πιο παιδική, τόσο το καλύτερο. Η «Sylvia» μου ερεθίζει ένα πολύ συγκεκριμένο βίωμα, αυτό που λέμε «επιθυμία χωρίς αντικείμενο». Δεν υπάρχει άνθρωπος στην ιστορία του κόσμου που δεν έχει νιώσει  αυτό το «θέλω κάτι αλλά δεν ξέρω τι»! Αυτή η απροσδιόριστη επιθυμία είναι πολύ σοβαρή και μπορεί να καταστρέψει τον άνθρωπο ή να τον φτάσει στη θέωση. 

Θυμίζει μια καλά παιγμένη παρτίδα στο σκάκι, η πρόκληση της αναμέτρησης με την κωμωδία. Θέλει στυλ και ύφος μαζί με ταπεινότητα και ορθό, ουσιαστικό λόγο.

Ο Ιωάννης Καμπούρης και τα υπόλοιπα παιδιά, υπό το βλέμμα του Γιώργου Μιχαλάκου, θα είναι για μια ακόμη φορά εκεί, με τη Sylvia, του A.R. Gurney και αν μη τι άλλο…

Challenge accepted!

Δημοτικό Θέατρο Ανετον- Φεστιβάλ, “Ανοιχτή Θεατρική Σκηνή της Πόλης 2024”

8-9-10 Μαϊου, 21:15