Γρηγόρης Βαλτινός στο TheOpinion: «Είχα πάντα άγχος για αυτό το παρόν που, κάποτε, θα γίνει παρελθόν για τα παιδιά μου»
Ο Γρηγόρης Βαλτινός ενσαρκώνει τον Da στο ομώνυμο θεατρικό έργο και μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη
Το πολυβραβευμένο έργο του Ιρλανδού συγγραφέα Hugh Leonard, «Da», σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια με τον Γρηγόρη Βαλτινό στον πρωταγωνιστικό ρόλο, κάνει πρεμιέρα στο Θέατρο Αριστοτέλειον την Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου.
Ο Γρηγόρης Βαλτινός γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Έζησε λίγα χρόνια στην Ξάνθη και, μετά, έγινε «εσωτερικός μετανάστης» στην Αθήνα, όπως, χαριτολογώντας, μου αναφέρει.
«Όταν έρχομαι στη Θεσσαλονίκη, αισθάνομαι ότι κι εγώ έχω ρίζες. Και με τη συμμετοχή μου στο Διοικητικό Συμβούλιο του Κρατικού Θεάτρου εδώ και δέκα χρόνια, νιώθω ότι -επειδή η θέση είναι μη αμειβόμενη, είμαι αφιλοκερδώς εκεί- επιστρέφω κάτι πίσω στην πατρίδα μου. Με την εμπειρία μου. Με τη διαίσθησή μου. Με την οποιαδήποτε βοήθεια μπορώ να προσφέρω στο Κρατικό μας Θέατρο», επισημαίνει στο TheOpinion.
Και παρόλο που η αιτία της κουβέντας μας ήταν το θεατρικό έργο «Da» του Hugh Leonard, το οποίο κάνει πρεμιέρα την Παρασκευή στην πόλη μας, αφορμή για να επισπεύσω το ραντεβού μας στάθηκε ο ρόλος του στο τηλεοπτικό «Famagusta».
Λίγο καιρό μετά την προβολή του «Famagusta» και θα ταχθώ με την πλειοψηφία του κοινού ως προς την ομοιότητά σας με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, κύριε Βαλτινέ. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Πραγματικά του μοιάζω, πάντα μου το λέγανε. Μοιάζουν τα μάτια μας, είμαστε «κουκουλομάτηδες».
Με τη Βάνα Δημητρίου έχω συνεργαστεί στο παρελθόν. Και με τον Ανδρέα τον Γεωργίου είχαμε κάνει μια καθημερινή σειρά, τα «Δίδυμα Φεγγάρια», όπου εξ ολοκλήρου γυρίστηκε στην Κύπρο. Όταν, λοιπόν, ήρθε το «Famagusta» και προέκυψε ο ρόλος του Μακάριου…αυτοπροτάθηκα!
Είναι ένα έργο το οποίο διαφέρει, λιγάκι, από τα άλλα. Έχει αυτό το ιστορικό υπόβαθρο. Είναι καλό αυτά τα σίριαλ, που έχουν κι ένα άλλο περιεχόμενο πέρα από τα καθημερινά και τις μυθοπλασίες, να ενδιαφέρουν τον κόσμο.
Μας συγκλονίσατε! Δακρύσαμε, δεν ξέρω πώς αλλιώς να το θέσω…
Χαίρομαι. Αλλά θα κλάψετε και στο «Da»…

Με έβαλε σε σκέψεις, η αλήθεια είναι. Υπάρχουν άνθρωποι, σήμερα, σαν τον Da;
Νομίζω ότι υπάρχουν. Θα ήταν εξαιρετικά απογοητευτικό, αν πιστεύαμε ότι έχει χαθεί η ενσυναίσθηση, η αγάπη, η δοτικότητα, η πίστη στο καλό. Γιατί είναι συμπαντικός νόμος, το καλό γεννάει καλό. Μιλώντας για έναν φίλο ή για έναν συγγενή, μιλώντας πάνω απ’ όλα για τα παιδιά σου, εάν τους κληροδοτήσεις αγάπη, καλοσύνη, τρυφερότητα…αγάπη, καλοσύνη, τρυφερότητα θα δώσουν!
Αυτά τα συναισθήματα κι αυτές οι πράξεις της ζωής είναι ανταποδοτικές. Γιατί νιώθεις κι εσύ την ανάγκη να χαρίσεις στον άλλον αυτήν τη γλύκα της ζωής. Αυτήν την αγκαλιά. Την αλληλεγγύη. Τη βοήθεια. Την ανιδιοτέλεια. Αυτά επεξεργάζεται ο Da, μέσα από μια δραματουργική φόρμα η οποία είναι εξαιρετικά σημαντική· είναι μια φόρμα, δηλαδή, η οποία είναι πρότυπο θεατρικής γραφής. Η οποία περνάει στον θεατή τόσο οργανικά, τόσο αβίαστα…
Εν τω μεταξύ, το έργο είναι όπως ακριβώς η ζωή· μια ζέστη μια κρύο, μια συγκίνηση μια γέλιο. Γιατί, ο Da, είναι ένας χαριτωμένος άνθρωπος. Προσπαθεί να βρει το καλό στη ζωή. Είναι ευχαριστημένος με τα μικρά πράγματα. Έχει τοποθετήσει την ευτυχία σε πράγματα που μπορεί να τα ορίσει αυτός και τα οποία δεν έχουν σχέση ούτε με χρήματα ούτε με μεγαλεπήβολες επιδιώξεις. Αυτό είναι ένα μάθημα ζωής, έτσι κι αλλιώς, το να παρατηρήσεις και να μελετήσεις αυτόν τον θεατρικό χαρακτήρα, ο οποίος δεν είναι καθόλου θεατρικός. Είναι βγαλμένος μέσα από τη ζωή μας. Ο Da είναι ανάγκη της ψυχής μας.
Συμπτωματικά, το έργο είναι και αυτοβιογραφικό. Αλλά μια αυτοβιογραφία δεν θα έλεγε τίποτα, εάν ήταν μια «φωτογραφία». Το ταλέντο του συγγραφέα είναι να καταφέρει να περάσει τη δική του ζωή και να την κάνει ζωή όλων των ανθρώπων. Αυτό έχει κάνει ο Hugh Leonard, ο οποίος είναι ένας εξαιρετικά πετυχημένος και σπουδαίος συγγραφέας στην Ιρλανδία. Έχει πάρει απίστευτα βραβεία. Όπου κι αν παίζεται το «Da», έχει επιτυχία.
Κοιτάξτε τι άλλο στοιχείο έχει… Αυτό το παιδί δεν είναι δικό τους. Έτσι, λοιπόν, η αγάπη κι η ανιδιοτέλεια κι η θυσία και το δόσιμο δυο φτωχών ανθρώπων που αποφάσισαν να μεγαλώσουν, να «αναστήσουν» και να σώσουν ένα πεταμένο παιδί από τη μάνα του, γίνεται ακόμα πιο σημαντική, σπουδαία και μεγαλειώδης. Ανάστησαν έναν άνθρωπο και τον μόρφωσαν, χωρίς να έχουν ψωμί στο τραπέζι τους. Και καταλαβαίνουμε πόσο μεγαλύτερη αξία έχει η δική τους αγάπη. Γιατί αν είναι βιολογικό σου παιδί, ε λειτουργούν και οι ορμόνες βρε αδερφέ.
Εδώ είναι τελείως πρότυπο ζωής και πρότυπο κοινωνικό, να αγαπάς έναν ξένο άνθρωπο σαν να είναι παιδί σου. Κατά συνέπεια, να αγαπάς όλα τα παιδιά του κόσμου. Και, εν τέλει, όλα τα παιδιά του κόσμου είναι παιδιά μας. Δείτε τι αναγωγές γίνονται!

Κύριε Βαλτινέ, ποια είναι τα κριτήρια ως προς την επιλογή των έργων στα οποία συμμετέχετε;
Το έργο, καταρχάς, πρέπει να συγκινήσει εμένα. Εάν δεν με συγκινήσει, δεν θα μπορέσω να το αγαπήσω, να το «ερωτευτώ» και, κατά συνέπεια, δεν θα μπορέσω να το δώσω στον κόσμο. Δεν μπορώ, δηλαδή, να κάνω κάτι που δεν με συγκινεί.
Ίσως ήταν κι ένας από τους λόγους που με οδήγησαν να κάνω δικό μου θέατρο, δικές μου παραγωγές, να κάνω σκηνοθεσίες… Ακριβώς, για να έχω τον έλεγχο της επιλογής. Να μην είμαι αναγκασμένος -προκειμένου να υπάρξω στην τέχνη αυτήν, να δουλέψω, να βιοποριστώ- να πάω ακόμα και σε πράγματα που δεν μου αρέσουν.
Βέβαια, αυτό έχει το ρίσκο του. Αλλά το κάθε πράγμα έχει την τιμή του και πρέπει να την πληρώσεις. Πολλές φορές την πληρώνεις με προσωπικό κόστος· με υπερβολική κούραση, με υπερκόπωση κάνοντας πολλά πράγματα ταυτόχρονα ή μην προσέχοντας πολύ τον εαυτό σου. Βάζεις «πολλά καρπούζια στη μασχάλη». Δεν πειράζει, όμως. Το ‘χεις διαλέξει εσύ.
Εκτός από όσα προαναφέρατε, θεατρικού περιεχομένου, κηπουρικές εργασίες κάνετε; Ή είναι απλώς μέρος του ρόλου;
Θα ‘θελα πάρα πολύ, γιατί μ’ αρέσει. Παλαιότερα θα σας πω ότι έκανα, αλλά τώρα τα εγκατέλειψα. Τώρα πάω στα σούπερ μάρκετ. Κάνω τον «κηπουρό» εκεί, στα καφάσια.
Ανάμεσα στους συντελεστές, «τράβηξε» την προσοχή μου η Ευανθία Ρεμπούτσικα και η μουσική της, που πλαισιώνει την παράσταση.
Η Ευανθία έπιασε την «καρδιά» του έργου· δένει πολύ αρμονικά, με τον ψυχισμό του, η μουσική της Ευανθίας. Έχει και μια νοσταλγία μέσα της…
Γιατί, όλο το έργο, είναι ένα flashback· ξεκινάει από το παρόν και πάει πίσω. Και βλέπουμε το παρελθόν. Και πόσο σημαντικό είναι το παρελθόν, πόσο μεγάλο ρόλο παίζει στη ζωή μας στο παρόν. Κι ως εκ τούτου, πόσο πρέπει να προσέξουμε το παρόν. Γιατί αυτό το παρόν θα γίνει παρελθόν για τους επόμενους, τους επιγόνους, τα παιδιά μας.
Αυτό το παρελθόν, λοιπόν, πρέπει να είναι ευεργετικό όταν θα τους καθορίσει τη ζωή. Όχι δηλητηριασμένο. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί με τους ανθρώπους που έχουμε δίπλα μας, με τους ανθρώπους που γεννάμε, που μεγαλώνουμε, που «ανασταίνουμε». Γιατί θα μας κουβαλάνε για πάντα!
Πρόκειται, επομένως, για μια προσωπική στάση ζωής όντας και πατέρας…
Ακριβώς! Εγώ είχα πάντα άγχος για το παρόν· αυτό το παρόν που, κάποτε, θα γίνει παρελθόν για τα παιδιά μου. Το πώς θα το εκλάβουν, το πόσο καλό θα τους κάνει στην ψυχή τους. Τι αγάπη θα τους αφήσει…
Κι αυτό είναι μια καθημερινή δουλειά. Και πρέπει να το σκεφτόμαστε. Πρέπει να αφήσουμε στην άκρη τον εγωισμό και τον ναρκισσισμό. Να δουλεύουμε για τους δίπλα. Κι αν δουλεύουμε για τους δίπλα, δουλεύουμε και για τον εαυτό μας.
Γιατί, τα πράγματα, είναι ανταποδοτικά. Εάν κάνεις καλό στο παιδί σου, δεν θα το ξεχάσει ποτέ. Και θα ‘ναι πάντα δίπλα σου, αν θέλουμε να το πάρουμε και ωφελιμιστικά.

Ας κρατήσουμε, λοιπόν, το ότι «η αγάπη είναι το μόνο που μένει, όταν όλα τα άλλα έχουν χαθεί»…
Η τέχνη πρέπει να μας δείχνει το ιδανικό. Η τέχνη πρέπει να είναι ένα πρότυπο. Είτε πρότυπο καλοσύνης, αγάπης, δοτικότητας, ευαισθησίας, αισθητικής είτε πρότυπο αρνητικό. Πρότυπο κακίας, αδικίας, εκμετάλλευσης, εκδίκησης. Ώστε ο θεατής, μέσα σε αυτήν την υπέροχη αίθουσα του θεάτρου, να μπορέσει να δει και ή να ζηλέψει και να πει «Κοίταξε πόσο όμορφη θα ήταν η ζωή, αν ήταν έτσι» ή να τρομάξει και να δει τι πρέπει να αποφύγει.
Αυτή είναι η λειτουργία του θεάτρου. Αυτή η ανθρωποκεντρική τέχνη είναι εξαιρετικά δυνατή. Όσο κι αν προχωράει η τεχνολογία, όσο κι αν αντικαθίστανται άνθρωποι, ίσως το τελευταίο πράγμα που θα αντικατασταθεί, θα είναι το θέατρο.
Πληροφορίες
«Da», του Hugh Leonard
Θέατρο Αριστοτέλειον (Εθνικής Αμύνης 2, Θεσσαλονίκη)
Πρεμιέρα: Παρασκευή, 2/2 στις 21.00
Ημέρες και ώρες παραστάσεων (έως τις 25/2): Παρασκευή στις 21.00, Σάββατο στις 18.00 & 21.00, Κυριακή στις 18.30
Εισιτήρια: Πλατεία 22€ & 20€ και Μειωμένο 16€, Εξώστης 16€
Ηλεκτρονική προπώληση εισιτηρίων: more.com
Διάρκεια: 110 λεπτά (με διάλειμμα)
Τηλέφωνο επικοινωνίας: 231 026 2051
Ταυτότητα παράστασης
Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος
Σκηνοθεσία – Απόδοση: Πέτρος Ζούλιας
Πρωτότυπη μουσική: Ευανθία Ρεμπούτσικα
Σκηνικά: Μαίρη Τσαγκάρη
Κοστούμια: Νίκος Χαρλαύτης
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Φωτογραφίες παράστασης: Διονύσης Κούτσης
Δημιουργικό αφίσας: Άρης Σομπότης
Διεύθυνση παραγωγής: Νικηφόρος Βαλτινός
Παραγωγή: Θέασις Δράσεις Πολιτισμού
Πρωταγωνιστούν
Γρηγόρης Βαλτινός
Μιχάλης Οικονόμου
Γιώργος Σουξές
Νεκταρία Γιαννουδάκη
Κωνσταντίνα Κλαψινού
Λάμπρος Κωνσταντέας
Βασίλης Παπαδημητρίου
Στον ρόλο της μητέρας η Ταμίλα Κουλίεβα