Φεστιβάλ Επταπυργίου: «Ένας ζωντανός οργανισμός που αναπνέει με την τέχνη των ανθρώπων του»
Η Άννα Μυκωνίου και ο Αθανάσιος Κολαλάς μιλούν στο TheOpinion για τη φετινή 7η διοργάνωση.
Λιγότερος από ένας μήνας απομένει για την έναρξη του 7ου Φεστιβάλ Επταπυργίου, που έρχεται για να «φωτίσει» και φέτος το καλοκαίρι μας.
Ο πολιτισμός επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, που με επίκεντρο το εμβληματικό Επταπύργιο, γίνεται για ακόμη μία χρονιά «πρωταγωνίστρια» με τον δικό της τρόπο, μέσα από τις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ. Απο τις 21 Ιουνίου έως και τις 26 Ιουλίου, το Επταπύργιο γεμίζει με 7 παραγωγές, 14 παραστάσεις, 230 καλλιτέχνες. Στο Φεστιβάλ που οι ίδιοι δημιούργησαν βήμα – βήμα, από την αρχή του ακόμη, μάς… ξεναγούν, μέσα από την κοινή τους συνέντευξη στο TheOpinion, η Πρόεδρος και Καλλιτεχνική Διευθύντρια του Κέντρου Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, Άννα Μυκωνίου και ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ, Αθανάσιος Κολαλάς,
Αναφέρονται στις μικρές καλλιτεχνικές ομάδες της πόλης μας, που, όπως τονίζουν, αποτελούν την ψυχή της διοργάνωσης, στησυνεργασία των φορέων που επισημαίνουν ότι αποτελεί επίσης ένα βασικότατο άξονα καλλιτεχνικών επιλογών, αλλά και στα σχέδιά τους για το μέλλον.
Κ. Μυκωνίου, κ. Κολαλά, γεμίζει φως, γεμίζει τέχνη, γεμίζει ζωή το εμβληματικό Επταπύργιο με αυτό το Φεστιβάλ, που – κακά τα ψέματα – εσείς οραματιστήκατε πριν λίγα χρόνια. Σας ικανοποιεί η πορεία από το πρώτο Φεστιβάλ του 2019 έως σήμερα;
Διανύουμε τον 7ο χρόνο του Φεστιβάλ Επταπυργίου που διοργανώνεται από το Κέντρο πολιτισμού Περιφέρειας κεντρικής Μακεδονίας. Το Επταπύργιο, τα τελευταία καλοκαίρια ανοίγει τις βαριές του πύλες αφήνοντας τη μουσική και την τέχνη να πλημμυρίσουν τα πέτρινα μονοπάτια του. Οι βαριές σκιές του παρελθόντος, που συνδέθηκαν με τον χώρο όσο ήταν φυλακή, απομακρύνονται χρόνο με τον χρόνο. Κάθε νότα, στίχος, θεατρική ατάκα απαλύνει το βάρος της ιστορίας και οι καλλιτέχνες που ανηφορίζουν στο Επταπύργιο τον εξαγνίζουν με τις μελωδίες, τις λέξεις και τα όνειρά τους.
Η πορεία του Φεστιβάλ μας ικανοποιεί απόλυτα. Κάθε καλοκαίρι είναι σαν ένα όνειρο που ξαναγεννιέται στις πέτρες του Επταπυργίου. Εκεί όπου στην αρχή κυριαρχούσε η σιωπή, τώρα υπάρχει ζωή, φως, μουσική. Και το πιο σπουδαίο; Το κοινό επιστρέφει ξανά και ξανά, αγκαλιάζει τις παραστάσεις, γεμίζει τα τείχη με γέλια, δάκρυα, χειροκροτήματα. Είναι η απόδειξη πως όταν η τέχνη ριζώνει σε έναν χώρο με ιστορία, δεν ξεθωριάζει ποτέ. Γίνεται κομμάτι του, χτυπά μαζί με την καρδιά του. Κάθε καλοκαίρι, οι στιγμές που ζούμε εκεί, γίνονται αναμνήσεις που κουβαλάμε μαζί μας, μέχρι να επιστρέψουμε ξανά, να τις ξαναζήσουμε, πιο δυνατά, πιο μαγικά, πιο αληθινά.

Κυρία Μυκωνίου, διαβάζουμε στο πρόγραμμα πολύ δυνατά ονόματα. Μήπως όμως η δύναμη τελικά αυτού του Φεστιβάλ είναι ότι, μέσα από τις παραγωγές του, δίνει λόγο και φωνή και στις πιο «μικρές» καλλιτεχνικές ομάδες της περιοχής, που επίμονα δημιουργούν και συνεχίζουν να δημιουργούν, παρά τις αντιξοότητες;
Η δύναμη του Φεστιβάλ έγκειται – και θα το πω με απόλυτη βεβαιότητα – στις μικρές καλλιτεχνικές ομάδες της πόλης μας. Αυτές οι ομάδες αποτελούν την ψυχή της διοργάνωσης. Είναι η φλόγα που καίει ακούραστα, η δημιουργική σπίθα που αναζωπυρώνει την τέχνη ξανά και ξανά. Επιλέγοντάς τες, τους δίνουμε βήμα να εκφραστούν, να ακουστούν και να βιοποριστούν μέσα από την τέχνη τους.
Κάθε παράστασή τους είναι ένα κομμάτι της Θεσσαλονίκης, μια αναπνοή αυθεντικής δημιουργίας που χτίζεται με πάθος και όνειρα. Στις φωνές τους, στις κινήσεις τους, στις νότες που σκορπίζουν στον αέρα, η πόλη ανασαίνει και πάλλεται. Αυτό είναι το πιο όμορφο κομμάτι του Φεστιβάλ: να βλέπεις τη Θεσσαλονίκη να μιλά μέσα από τους ανθρώπους της, να αφουγκράζεσαι τις ιστορίες τους, να ζεις την ψυχή τους. Φέτος παρουσιάζουμε ένα αφιέρωμα στον Σταύρο Κουγιουμτζή που έχει επιμεληθεί ένα εξαιρετικό μουσικό σχήμα οι Plaza ensemble. Με έχει συγκινήσει η δουλειά τους, η αφοσίωση και η ευαισθησία με την οποία προσεγγίζουν το έργο του μεγάλου δημιουργού.
Εξίσου σημαντική όμως είναι και η ενθάρρυνση των συνεργασιών, στις καλλιτεχνικές μας επιλογές. Οι ομάδες της πόλης μας, οι μεγάλες ορχήστρες, οι χορωδίες μας έχουν την ευκαιρία να συμπράττουν με καλλιτέχνες από την Αθήνα ή άλλες περιοχές, δημιουργώντας από κοινού παραστάσεις. Αυτές οι συμπράξεις δεν αποτελούν μόνο μια γιορτή της τέχνης, αλλά και μια ζωντανή απόδειξη ότι η δημιουργία δεν γνωρίζει σύνορα. Είναι η απόδειξη πως, όταν οι φωνές ενώνονται, ο αντίκτυπος πολλαπλασιάζεται και η τέχνη αποκτά ακόμα μεγαλύτερη δύναμη.
Το Φεστιβάλ αυτό, λοιπόν, δεν είναι απλώς μια σειρά εκδηλώσεων· είναι ένας ζωντανός οργανισμός που αναπνέει με την τέχνη των ανθρώπων του και ενώνεται με καλλιτέχνες από όλη την Ελλάδα, υφαίνοντας γέφυρες πολιτισμού, αλληλεγγύης και δημιουργικής έκφρασης.
Μια ερώτηση για τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Φεστιβάλ: Κλασική μουσική αλλά και λαϊκή, ο Λόρκα και η Μοσχολιού, θέατρο, μουσικοκινητική δράση… «Θέλετε να μας «ξεναγήσετε» στους βασικούς άξονες του φετινού Φεστιβάλ Επταπυργίου φέτος;
Έχουμε καταφέρει σε αυτά τα επτά χρόνια ζωής του Φ.Ε. να χτίσουμε μια πολύ συγκεκριμένη «ταυτότητα», που αναγνωρίζεται και εκτιμάται πλέον και από το κοινό. Την ταυτότητα αυτή τη χτίζουν άξονες σχεδιασμού που θέσαμε από το πρώτο Φεστιβάλ. Από το 2019 οι εκδηλώσεις που παρουσιάζουμε συμβαδίζουν με την αισθητική του μνημείου, αλλά παράλληλα είναι πρωτότυπες και ιδιαίτερες – ένας επιχορηγούμενος δημόσιος φορέας πρέπει να μπορεί να καταθέτει προτάσεις που κάποιος θα τις θεωρούσε «αντιεμπορικές» αλλά που έχουν ένα δικό τους ισχυρό καλλιτεχνικό αποτύπωμα.
Είναι «τολμηρό» να κάνεις βραδιές ποίησης και μουσικής, να παρουσιάζεις ένα μπαλέτο Μπετόβεν χορογραφημένο σε σύγχρονη κίνηση, να κάνεις μια βραδιά Κουγιουμτζή σε λόγιο ύφος, ή Μοσχολιού με συμφωνική ορχήστρα, αλλά αυτό το «αναπάντεχο» είναι που κάνει τις παραγωγές μας να ξεχωρίζουν και να αφήνουν το αποτύπωμα τους. Έτσι λοιπόν η πολυσυλλεκτικότητα είναι ένας από τους βασικούς άξονες που κατευθύνουν τον καλλιτεχνικό σχεδιασμό με στόχο ένα φεστιβάλ για όλους.
Παράλληλα η ανάγκη για συμμετοχή στο φεστιβάλ όσο το δυνατόν περισσοτέρων νέων καλλιτεχνών αποτελεί έναν ακόμα άξονα. Θεωρούμε υποχρέωσή μας να δίνουμε βήμα στους νέους δημιουργούς και ερμηνευτές που ζούνε και δραστηριοποιούνται στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Έτσι μόνο διατηρείται ενεργό το καλλιτεχνικό δυναμικό, αλλά δημιουργούνται και οι συνθήκες για εξέλιξη και καλλιτεχνική άνθηση. Εξάλλου οι νέοι είναι το μέλλον. Κάθε χρόνο, στοχευμένα, επιλέγουμε να στήνουμε κάποιες από τις παραγωγές μας, με νεανικά καλλιτεχνικά σύνολα (ορχήστρες, χορωδίες κλπ ).
Τέλος η συνεργασία των φορέων αποτελεί επίσης ένα βασικότατο άξονα καλλιτεχνικών επιλογών. Οι συνέργειες είναι αυτές που πραγματικά μπορούν να παράξουν μεγάλο έργο, γιατί μαζί είμαστε όλοι δυνατότεροι. Γενικά οι συνεργασίες δεν είναι εύκολες στην πόλη μας, Άλλοι θεωρούν τιμή τους να συνεργαστούν με φορείς των Αθηνών, εμείς επιμένουμε να στηρίζουμε αλλά και να στηριζόμαστε από φορείς της Πόλης και της Περιφέρειας μας.

Κυρία Μυκωνίου, τι δεν θα χάνατε με τίποτα απο το φετινό πρόγραμμα αν βρισκόσασταν από την πλευρά των θεατών;
Αγαπώ όλες τις παραγωγές μας, που στήνονται με κόπο- λιθαράκι λιθαράκι. Αλλά από το περσινό Φεστιβάλ μου έμεινε μια πικρία με την παράσταση-αφιέρωμα στον Λόρκα. Βροχές και αναποδιές δεν μας βοήθησαν να έχουμε το αποτέλεσμα που ονειρευόμασταν και γιαυτό αποφασίσαμε -με τον Θανάση Κολαλά- να την επαναλάβουμε και να την «ξαναχτίσουμε». Και αυτό που χτίζεται, φέτος, στα δικά μου μάτια είναι υπέροχο, είναι αυτό που οραματίστηκα όταν έγραφα τα κείμενα και έστηνα -νοερά-την παράσταση. Αν βρισκόμουν από την πλευρά των θεατών, δεν θα έχανα λοιπόν με τίποτα το φετινό αφιέρωμα στον Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα.
Φέτος, το αφιέρωμα αποκτά ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς εξελίσσεται σε μια μοναδική βραδιά ποίησης και μουσικής, με τη Μαρία Φαραντούρη και τον Μανώλη Μητσιά να ερμηνεύουν μελοποιημένα έργα του Λόρκα, και τον Γρηγόρη Βαλτινό να απαγγέλλει ποιήματα με τη απαράμιλλη θεατρική του δεινότητα. Είναι μια συνάντηση κορυφής, όπου η μουσική, η ποίηση και η αφήγηση συνυπάρχουν, δημιουργώντας μια εμπειρία αισθητικής πληρότητας και πνευματικής ανάτασης. Ιδιαίτερη στιγμή της βραδιάς αποτελεί η παρουσία χορευτών που θα προσθέσουν μια διάσταση σωματικής έκφρασης συμπληρώνοντας τη μουσική και τον λόγο. Μέσα από τις χορογραφίες θα ζωντανεύουν εικόνες της Ανδαλουσίας αποτυπώνοντας την ψυχή και την παράδοση του τόπου που ενέπνευσε τον Λόρκα.
Για μένα, το αφιέρωμα αυτό στις 30 Ιουνίου και 1 Ιουλίου δεν είναι απλώς μια παράσταση· είναι ένα ταξίδι στην καρδιά του ισπανικού πολιτισμού, μια βουτιά στις πιο βαθιές πτυχές της ανθρώπινης ψυχής, εκεί όπου η αγάπη, ο πόνος και η ελευθερία στροβιλίζονται σε έναν αέναο χορό. Είναι μια εμπειρία που δεν θα ήθελα με τίποτα να χάσω.
Κύριε Κολαλά, σάς άκουσα να δίνετε ιδιαίτερη έμφαση στη συνέντευξη Τύπου στην ειρήνη. Γιατί είναι αφιερωμένο στην ειρήνη το φετινό Φεστιβάλ; Γιατί φέτος; Η τέχνη είναι η «απάντηση» σε όσους επιμένουν να υψώνουν τείχη μεταξύ των ανθρώπων;
Δυστυχώς ζούμε μια εποχή με πολλά εμπόλεμα μέτωπα σε όλο τον κόσμο. Πόλεμοι που ήδη κρατούνε δεκαετίες αλλά και νέοι που ξεπηδούν κάθε μήνα. Εάν δε μας προβληματίσει -σαν άτομα- αυτή η ολοένα αυξανόμενη ένταση θα συνεχίσει να διαιωνίζεται με άγνωστη κατάληξη, αφιερώνουμε λοιπόν το φετινό Φ.Ε. στη ΕΙΡΗΝΗ για να υπογραμμίσουμε στην κοινή συνείδηση την αξία της και να κάνουμε τον κόσμο να προβληματιστεί σχετικά με το τί συμβαίνει γύρο μας.
Και ναι, η τέχνη πρέπει να είναι η «απάντηση» σε όσους επιμένουν να υψώνουν τείχη μεταξύ των ανθρώπων και να ανάγουν αυτά που μας χωρίζουν σε μείζονος σημασίας σε σχέση με αυτά που μας ενώνουν. Έτσι λοιπόν σε έναν κόσμο που ξεχνάει τις αξίες της συνύπαρξης και του αλληλοσεβασμού, η τέχνη πρέπει να είναι εδώ για να επισημάνει τη σημαντικότητά τους.
Στόχος είναι να αφουγκραστούμε ουσιαστικά τί συμβαίνει παγκοσμίως και να πάψουμε να θεωρούμε τους πολέμους σαν «δεδομένες καταστάσεις της διπλανής πόρτας», το να θεωρείται μια κατάσταση δεδομένη είναι το πρώτο βήμα της αποδοχής της και ως εκ τούτου της νομιμοποίησης. Θέλουμε να ευαισθητοποιήσουμε το κοινό και μέσα από μια πορεία γόνιμου προβληματισμού να σκεφτούμε τι ενδεχομένως μπορούμε να αλλάξουμε εμείς για να αλλάξει και ο κόσμος μας. Ας μη ξεχνούνε ότι ο κάθε ένας μας είναι μια πολύ μικρή ψηφίδα του ίδιου όμως μεγάλου παγκόσμιου ψηφιδωτού.
Κυρία Μυκωνίου, χρόνο με τον χρόνο, βλέπουμε ένα Φεστιβάλ που «μεγαλώνει»… Θα θέλατε να το δείτε να μπαίνει στον χάρτη των Διεθνών Φεστιβάλ που προσελκύουν κόσμο και εκτός συνόρων;
Αναμφίβολα, θα ήθελα να δω το Φεστιβάλ να μπαίνει στον χάρτη των Διεθνών Φεστιβάλ που προσελκύουν κοινό και εκτός συνόρων. Η καλλιτεχνική του πορεία, ο πλουραλισμός των εκδηλώσεων και η αφοσίωση στις αυθεντικές καλλιτεχνικές φωνές, αποτελούν ήδη στέρεες βάσεις για να χτιστεί αυτή η προοπτική.
Το Φεστιβάλ μεγαλώνει χρόνο με τον χρόνο, ανοίγοντας διαύλους επικοινωνίας με δημιουργούς από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Η εξωστρέφεια είναι το επόμενο βήμα: να γίνουν συμπράξεις με καλλιτέχνες διεθνούς φήμης και να δημιουργηθούν συνέργειες με άλλα φεστιβάλ του εξωτερικού.
Η Θεσσαλονίκη έχει τις δυνατότητες και το πολιτισμικό υπόβαθρο να υποδεχτεί ένα διεθνές κοινό, αναδεικνύοντας τον πλούτο της τοπικής δημιουργίας μέσα από ένα παγκόσμιο πρίσμα. Αυτό που επίσης μας ενδιαφέρει είναι η εξωστρέφεια των δικών μας παραγωγών. Οι παραστάσεις και τα καλλιτεχνικά δρώμενα που στήνονται στο Φεστιβάλ μας έχουν τη δυναμική να ταξιδέψουν, να παρουσιαστούν σε άλλες πόλεις της Ελλάδας και στο εξωτερικό, μεταφέροντας το δημιουργικό μας αποτύπωμα και πέρα από τα σύνορα της πόλης. Είναι ένα όραμα ρεαλιστικό και εφικτό, αρκεί να συνεχίσουμε να επενδύουμε στην ποιότητα, τη συνεργασία και την καινοτομία.
Τέλος μια ερώτηση και για τους δύο: Υπάρχουν κάποιες σκέψεις για το μέλλον; Το Φεστιβάλ θα μπορούσε, για παράδειγμα, να «μεγαλώσει» σε διάρκεια ή να αποκτήσει ένα δίδυμο φεστιβάλ, κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ίσως σε κάποιον άλλο χώρο; Τελικά, πόσα Φεστιβάλ «χωρά» η Θεσσαλονίκη;
Οι σκέψεις μας για το μέλλον του Φεστιβάλ Επταπυργίου είναι ήδη στο προσκήνιο, με όραμα την περαιτέρω ανάπτυξη και την ενίσχυση της πολιτιστικής ζωής της Θεσσαλονίκης. Η ιδέα της επέκτασης της διάρκειάς του είναι κάτι που μας απασχολεί έντονα, καθώς θα δώσει την ευκαιρία σε ακόμα περισσότερους καλλιτέχνες να εκφραστούν και στο κοινό να ζήσει μοναδικές εμπειρίες, σε έναν χώρο που από μόνος του εκπέμπει ιστορία και τέχνη.
Όσο για ένα “χειμερινό δίδυμο” του Φεστιβάλ, η αλήθεια είναι πως δεν αποτελεί μέρος του οράματός μας. Το Φεστιβάλ Επταπυργίου είναι απόλυτα συνυφασμένο με τον μαγευτικό χώρο του Επταπυργίου—ένα μνημείο που αναδεικνύεται στο έπακρο κάτω από το καλοκαιρινό φως και την ανοιχτή αύρα της Θεσσαλονίκης. Η ενέργεια αυτού του χώρου είναι αναντικατάστατη, και αυτό είναι που το κάνει πραγματικά μοναδικό.
Όσον αφορά το πόσα Φεστιβάλ “χωρά” η Θεσσαλονίκη, θα λέγαμε πως η πόλη έχει αποδείξει ότι μπορεί να φιλοξενήσει πολλά και σπουδαία πολιτιστικά γεγονότα. Το ζητούμενο, όμως, δεν είναι απλώς η ποσότητα, αλλά η ποιότητα και η αυθεντικότητα. Το Φεστιβάλ Επταπυργίου ξεχωρίζει γιατί δεν είναι μια ακόμα “στάση” στον πολιτιστικό χάρτη της πόλης· είναι μια εμπειρία που ταξιδεύει τον επισκέπτη μέσα στον χρόνο, στην καρδιά της ιστορίας και της τέχνης. Αυτό το αίσθημα είναι που θέλουμε να διατηρήσουμε και να εξελίξουμε στο μέλλον.