Ένας καλλιτέχνης που επιλέγει να παίζει στον δρόμο – Ο Θωμάς Αποστολίδης στο TheOpinion (ΦΩΤΟ)
Ο Θωμάς Αποστολίδης μιλά στο TheOpinion και την Αφροδίτη Μιχαηλίδου
Συνηθίζω να λέω κατά καιρούς πως η Θεσσαλονίκη είναι οι μουσικοί των δρόμων της.
Έχω στο φωτογραφικό αρχείο μου σχεδόν κάθε πλανόδιο μουσικό που έχω συναντήσει στην πόλη της Θεσσαλονίκης και με πολλούς έχουμε συνομιλήσει. Είναι αδύνατον να προσπεράσω αδιάφορα μια μπάντα ή έναν καλλιτέχνη που κατά κανόνα, καταθέτει την αισθητική του, τα χρόνια σπουδών και μελέτης στα ωδεία και φυσικά το ταλέντο του σε μας, που τυχαία περνάμε από κει. Δεν μου αρκεί να δώσω απλώς χρήματα και να φύγω. Όσο και να βιάζομαι είναι πάνω από τις δυνάμεις μου να μην κοντοσταθώ να φωτογραφίσω και πιο πολύ να μείνω να παρατηρώ τους περαστικούς και πως οι εκείνοι αντιδρούν απέναντι στον θεσμό των πλανόδιων μουσικών, των μουσικών του δρόμου ή όπως αλλιώς θα ήθελε κανείς να τους περιγράψει.
Κάπως έτσι γνώρισα τον Θωμά Αποστολίδη. Κάπου στην πολύβουη Τσιμισκή, ανάμεσα σε σακούλες καταστημάτων και τη φασαρία των αυτοκινήτων, ακούγονταν τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή, του Άλκη Αλκαίου και άλλων. Όαση στους γρήγορους ρυθμούς, την βιασύνη και το άγχος που εκπέμπει το αστικό περιβάλλον της πόλης. Πολύς ο κόσμος που σταματούσε να τους πει καλή μια καλή κουβέντα έστω στα γρήγορα. Κάπως έτσι καταφέραμε κι εμείς να πούμε δύο λόγια. «Είμαι επαγγελματίας ζητιάνος» είπε με χιούμορ, χωρίς φυσικά να είναι καθόλου έτσι.

Θωμά έχεις σπουδάσει και ποια είναι ακριβώς η σχέση σου με την μουσική;
Ναι, είμαι απόφοιτος του πανεπιστημίου Μακεδονίας. Η σχέση μου με τη μουσική ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία, από το δημοτικό από την έκτη όταν και ξεκίνησα να παίζω κιθάρα. Έφτασα μέχρι την τρίτη μέση, που θεωρείται ένα μέσο επίπεδο και μετά μόνος μου άρχισα να βγάζω τραγούδια, να μελετάω τα γυρίσματα και όλα τα τεχνικά κομμάτια ενός τραγουδιού. Σιγά σιγά ολοκληρώνοντας τις σπουδές στο πανεπιστήμιο άρχισα να ασχολούμαι και επαγγελματικά.
Πότε βγήκες πρώτη φορά στον δρόμο;
Πρώτη φορά ήταν το 2016 με άλλα δύο παιδιά, τον Στάθη Βασιλειάδη και τον Μηνά Νικολαϊδη, ήταν οι πρώτοι συνεργάτες, οι πρώτοι που ξεκινήσαμε να παίζουμε παρέα. Είχαμε ένα γκρουπ τότε, που το λέγαμε «Χάσμα γενεών».
Πώς πήρατε την απόφαση να βγείτε στον δρόμο; Ήταν μια καλή λύση για ένα μεροκάματο, ήταν η ανάγκη επικοινωνίας με κόσμο; Πρέπει κανείς να ξεπεράσει μια ενδεχόμενη ντροπή να εκτεθεί στους περαστικούς, να μην διστάζει να διαχειριστεί κάτι έκτακτο πχ να τον διώξουν και άλλα παρόμοια θέματα.
Θεωρώ ότι αυτό που με κράτησε στο δρόμο ήταν το γεγονός ότι δεν το κάναμε για τα χρήματα. Έχω παίξει και σε μαγαζιά, αλλά έβλεπα μουσικούς που έβγαιναν στον δρόμο πριν το κάνω κι εγώ και το ζήλευα. Είναι μια δραστηριότητα που σου δίνει ένα πλαίσιο ελευθερίας που δεν σου δίνουν οι άλλοι χώροι, χωρίς βεβαίως να υποτιμώ ούτε τα μαγαζιά ούτε το να παίζει κανείς σε αυτά. Οι μουσικές σκηνές έχουν πλεονεκτήματα αλλά ήθελα να έχω άλλη ελευθερία. Αρχικά από τα ωράρια. Είμαι αυτό που λένε πρωινός τύπος, το προτιμώ από το να παίζω βράδυ. Μου αρέσει αυτή η ελευθερία του να στήνεις εσύ μόνος σου από την αρχή το πρόγραμμά σου και να παρουσιάσεις τον εαυτό σου όπως εσύ θέλεις.
Πόσο συχνά παίζατε;
Βγαίναμε δύο τρεις φορές την εβδομάδα και μας άρεσε που επικοινωνούσαμε με τον κόσμο χωρίς να υπάρχουν περιοριστικά πλαίσια.

Πώς είναι η διάδραση με τον κόσμο; Εγώ παρατηρώ πως οι άνθρωποι δεν αφήνουν απλώς χρήματα. Τις περισσότερες φορές ή κάτι θα πουν, ή θα σας χαμογελάσουν ή θα σας κοιτάξουν με τρυφερότητα, κάπως πάντως το πράγμα θα πάει λίγο παραπέρα από τα κέρματα που θα ρίξουν.
Η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος μας έκανε να νιώθουμε σημαντικοί. Εμείς δεν είχαμε και δεν έχουμε την εντύπωση ότι κάνουμε κάτι εξεζητημένο. Ανταμοιβή για μας είναι και τα χαμόγελα και αυτό που θα σου πουν, τα καλά λόγια για το παίξιμο. Ακούμε κάποιες φορές «μου φτιάξατε τη διάθεση» κλπ. Σταθήκαμε όμως και τυχεροί γιατί ήταν και επικερδές για εμάς. Οι οικονομικές απολαβές ήταν καλές και μπορούσαμε να το συνεχίσουμε ως επάγγελμα. Το οικονομικό ωστόσο ήταν το μέσο αλλά ποτέ ο αυτοσκοπός. Ούτε ξεκίνησε για αυτό, ούτε συνέχισε για αυτό. Και να μην πήγαινε καλά οικονομικά θα το συνεχίσαμε με κάποιον τρόπο για όλα αυτά τα στοιχεία.
Κάποια στιγμή άρχισαν να διώκουν τους μουσικούς του δρόμου. Ευτυχώς ήταν μικρό το διάστημα. Έπαιζες τότε;
Αυτός ήταν ένας προϋπάρχων νόμος, που δεν βρέθηκε κανείς να τον καταργήσει. Ο γνωστός νόμος του Μεταξά, που αφορούσε όσους ήταν πλανόδιοι ή πλανόδιοι χωρίς άδεια – γιατί είναι κι ένα επάγγελμα που δεν μπορείς να βγάλεις άδεια, δεν είναι νομιμοποιημένο στην Ελλάδα. Οπότε βάση εκείνου του νόμου που υπήρχε μέχρι και το 2017, αντιμετωπιζόσουν από το κράτος ως ζητιάνος, επαίτης. Οπότε θεωρητικά θα μπορούσαν να σε συλλάβουν για επαιτεία. Αυτό που έκανε τα πράγματα να αλλάξουν, ήταν η σύλληψη μια κοπέλας, που της έκαναν κανονικά προσαγωγή και τότε οργανώθηκε ο Σύλλογος Μουσικών Βορείου Ελλάδος κι ασχολήθηκε με θέμα και κατάφεραν να καταργήσουν τον νόμο περί επαιτείας. Έκτοτε σίγουρα δεν μπορούν να σε συλλάβουν, το μόνο που μπορούν είναι να σου ζητήσουν να χαμηλώσεις το ηχείο ή την ένταση που παίζεις.
Ωστόσο δεν υπάρχει κάποια άδεια που μπορείς να βγάλεις ακόμη.
Από όσο ξέρω όχι γιατί προσπάθησα και μέσω του δημαρχείου. Έχω καιρό να το ψάξω αλλά από όσο μιλώ και με άλλους μουσικούς δεν έμαθα να έχει αλλάξει κάτι. Η μόνη άδεια που μπορεί κάνεις να βγάλει είναι του «πλανόδιου» που όμως υπάγεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Απλά επειδή έχουμε ήχο στη δουλειά μας δεν ξέρω κατά πόσο είναι εφαρμόσιμο.

Έμενες κάποτε Θεσσαλονίκη, έχεις μετακομίσει στην Αθήνα. Το βιώνεις διαφορετικά τώρα στην πρωτεύουσα;
Υπάρχουν περισσότερες επιλογές. Μπορείς να παίξεις σε πολλά σημεία στην Αθήνα, να πας στον Πειραιά, μπορείς να επιλέξεις μια στάση του μετρό και γενικά είναι πιο συνηθισμένο, τους φαίνεται πιο οικείο. Εδώ υπάρχει ακόμη αυτό το στοιχείο της έκπληξης παρά το γεγονός ότι υπάρχει παράδοση στην μουσική του δρόμου. Και στην επαρχία είναι έτσι, δεν είναι κάτι σύνηθες αλλά η εξοικείωση έρχεται κάποια στιγμή. Στην Αθήνα είναι πιο συνυφασμένο με την καθημερινότητα του κόσμου, το έχουν δει πιο πολύ κι εκ των πραγμάτων το δέχονται ευκολότερα.
Μόνος σου πότε ξεκίνησες να παίζεις;
Το καλοκαίρι του 2017 στην Χαλκίδα, στις διακοπές. Μόνος χωρίς ενισχυτή. Πήγε καλά και το συνέχισα στην πόλη αυτή και στη Θεσσαλονίκη για περίπου ενάμιση δύο χρόνια. Μου αρέσει να μετακινούμαι.
Ο κόσμος σου κάνει παραγγελιές; Όσοι ώρα ήμουν εγώ εδώ δύο άνθρωποι ήδη σου ζήτησαν να τους παίξεις κάτι που ήθελαν.
Ναι, αρκετά συχνά κιόλας. Ό,τι μου αρέσει και μου ταιριάζει το παίζω. Τα υπόλοιπα με τρόπο τα αποφεύγω. Μου έχουν ζητήσει από χασικλίδικα μέχρι την ενάτη του Μπετόβεν. Ευγενικά απάντησα «ε, δεν είναι ιδιαίτερα εύκολο αυτό να γίνει!».
Νιώθεις την ανασφάλεια που έχουν οι νέοι καλλιτέχνες σήμερα; Πέρα από το ότι δεν είναι κάτι σταθερό και μόνιμο αυτό που κάνεις, μιλώντας γενικά για την επαγγελματική δυσκολία των καλλιτεχνών με τις συνθήκες που υπάρχουν σήμερα. Πριν καιρό είδαμε τους καλλιτέχνες να βγαίνουν και να διεκδικούν τα αυτονόητα επαγγελματικά τους δικαιώματα.
Υπάρχουν μεγάλα προβλήματα στον κλάδο, όπως κι ευρύτερα σε πολλά επαγγέλματα. Εγώ αναλαμβάνω την ευθύνη των επιλογών μου. Είχα την ευκαιρία να μπω καθηγητής σε σχολείο και την απέρριψα. Η ανασφάλειά μας σε κάθε επίπεδο και κοινωνικό, ολοένα μεγαλώνει για όλους. Έχω σκεφτεί ότι μπορεί να μην μπορώ να το κάνω για πάντα, αλλά αποτελεί συνειδητή επιλογή μου, είναι αυτό που μου προσφέρει την ελευθερία που θέλω. Έχω το πτυχίο, υπάρχει plan B και βλέπουμε. Μέχρι στιγμής με κάνει χαρούμενο και πάει καλά. Κάνω ιδιαίτερα μαθήματα παράλληλα, παίζω και σε μαγαζιά κατά καιρούς αλλά έχω βρει και αυτό που μου ταιριάζει πολύ.

Σου έχει τύχει κάποιο άσχημο περιστατικό; Να βιώσεις αγένεια, ρατσισμό ή οτιδήποτε από κάποιον;
Πολλά περιστατικά. Αλλά σε σχέση με τα καλά είναι λίγα. Συνέβησαν πράγματα αλλά δεν μπορώ να σου πω κάτι που μου έμεινε γιατί δεν εστιάζω σε αυτά. Όμως αν δεχθώ ή ακούσω σχόλια ομοφοβικά, ρατσιστικά και άλλα τέτοιου είδους από άνθρωπο που μου αφήνει χρήματα, του τα επιστρέφω. Έχει συμβεί αρκετές φορές. Δεν υπάρχει περίπτωση να δεχθώ χρήματα από άνθρωπο που την ώρα που μου αφήνει κάτι, εκφραστεί άσχημα ή με αγένεια. Όχι μόνο γιατί είμαι αντίθετος με αυτές τις απόψεις αλλά και γιατί πιστεύω πως πρέπει να περνάμε και κάποιο μήνυμα τόσο μέσα από τη μουσική μας αλλά και με τη στάση μας. Δεν γίνεται να τραγουδώ στίχους που μιλούν για την ειρήνη των λαών και να παίρνω χρήματα από κάποιον που θα εκφράσει το αντίθετο.
Τι ρεπερτόριο επιλέγεις να παίζεις;
Έχω μεγάλη αδυναμία στον Σταύρο Κουγιουμτζή. Μου αρέσει το λαϊκό της εποχής της δεκαετίας του ’70. Καλδάρας, Λοϊζος, Πάνου. Βέβαια υπάρχουν και άξιοι συνεχιστές του σήμερα. Ο Κορακάκης, ο Λάκης Ορφανίδης, ο Δημήτρης ο Ψαρράς, ο Ηλίας Γκίζας, ο Χρήστος Βιδινιώτης. Με γοητεύει το πάντρεμα του κάπως πιο λόγιου στίχου με τις καταβολές του ρεμπέτικου. Τα τραγούδια που γράφω κι εγώ είναι παρεμφερή.
Να πούμε τέλος αν θέλεις για τη δισκογραφική σου διαδρομή.
Έχω τη χαρά να συμμετέχω στο δίσκο «Μαγεμένα τραγούδια» ενός εξαιρετικού λαϊκού καλλιτέχνη από τη Χαλκίδα που ανέφερα και πριν, του Ηλία Γκίζα. Ωστόσο ο πρώτος δίσκος που συμμετείχα ήταν κάνοντας φωνητικά στο άλμπουμ του Στάθη Βασιλειάδη από την Ξάνθη. Υπήρξα τυχερός επίσης που συνεργάστηκα με την Σοφία Παπάζογλου, την Ελένη Καπηλίδου. Από κει και πέρα ξεκίνησα κι εγώ να γράφω τα δικά μου τραγούδια αλλά και φίλοι όπως ο Βασίλης Μασσαλάς πρόσφατα, μου δίνουν δικά τους. Έχει κυκλοφορήσει πλέον και το νέο μας τραγούδι «Παράλογο» σε μουσική και στίχους δικούς μου κι ερμηνεία της Βασιλικής Τσιφτσή.
Είναι γεγονός πως η κάθε μας εξόρμηση στους δρόμους για δουλειές ομορφαίνει αν συναντήσουμε κάποια παρέα μουσικών. Εκ πείρας λέω πως οι περισσότεροι το κάνουν από άποψη, όπως ο Θωμάς. Όπως και να ΄χει και όποιο και να είναι το κίνητρο του καθενός, παίρνουμε και μεις λίγο από αυτό το κομμάτι της ελευθερίας και της περιπλάνησης.





