«Είχα όνειρο να κάνω με τον Σιόλα αυτόν τον δίσκο – Είναι μουσουργός» – Η Αγγέλω Σφέτσου στο TheOpinion
Η ερμηνεύτρια Αγγέλω Σφέτσου, με αφορμή την κυκλοφορία του νέου της δίσκου «Πού κοιμάται ο άνεμος», μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη
Το album «Πού κοιμάται ο άνεμος», ένα μείγμα από το διακριτό ερμηνευτικό ύφος της Αγγέλως Σφέτσου και τη μουσική του Σταύρου Σιόλα, κυκλοφορεί ψηφιακά από το Ogdoo Music Group.
Ένας δίσκος, η υλοποίηση του οποίου για αρκετά χρόνια έμενε μετέωρη, πήρε «σάρκα και οστά» στις αρχές του 2023. Και με τους καλύτερους οιωνούς, όπως όλα δείχνουν, καθώς η Αγγέλω Σφέτσου όχι απλώς έχει στα χέρια της τον πρώτο προσωπικό της δίσκο «Πού κοιμάται ο άνεμος», αλλά και με τις προδιαγραφές που η ίδια ονειρευόταν· «συμπνέοντας» με δημιουργούς που εκτιμά και υπό τη μουσική επιμέλεια του «μουσουργού», όπως τον χαρακτηρίζει, και, πλέον, καλού της φίλου, Σταύρου Σιόλα.
Αγγέλω, πότε ξεκίνησε η επαγγελματική σου τριβή με τη μουσική;
Το 2010, τυχαία τελείως. Δούλευα, τότε, σε ένα εστιατόριο στο Χαλάνδρι κι έρχονταν κι έπαιζαν εκεί οι μουσικοί της ΚΟΕΜ. Μέσα σε αυτούς ήταν και ο Μανώλης ο Πάππος και ο Κώστας ο Δουμουλιάκας.
Ένα βράδυ μου λένε, στο σχόλασμα, «Θα πάμε στις “Χίλιες Και Δύο Νύχτες”, θα ‘ρθεις;». Και λέω πάμε… Με είχαν ακούσει που τραγουδούσα, έτσι χαζολογώντας στο εστιατόριο, και με σήκωσαν και τραγούδησα εκεί. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ανέβηκα σε μια σκηνή που δεν ήταν ωδείου ή πολιτιστικού κέντρου. Είναι αυτό που λένε «σου μπαίνει η μαϊμού στο κεφάλι».
Νωρίτερα, δηλαδή, δεν σου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό;
Εννοείται! Μου πέρναγε κάθε μέρα από το μυαλό. Αλλά το απωθούσα. Δεν μπορούσα να αποδεχτώ ότι αυτό το πράγμα μπορεί να γίνει επάγγελμα στην Ελλάδα.
Ήμουν ήδη φοιτήτρια στη Φιλοσοφική. Είχα αυτήν την ψευδαίσθηση της ασφάλειας ότι η ζωή μου είναι σε τάξη, οπότε δεν θα τα παρατήσω όλα, ας πούμε, για να ασχοληθώ με το τραγούδι.
Είχες, όμως, παράλληλα σπουδές και στη μουσική. Έτσι;
Ναι, κλασικού πιάνου και ανώτερων θεωρητικών. Δεν είχα μπει, όμως, ακόμη στο τρυπάκι να σπουδάσω τραγούδι. Αυτό ξεκίνησε το 2012.
Τα ‘φερε έτσι η ζωή και μπήκα σε αυτήν τη διαδικασία της τριβής και του να πάω σε μαγαζιά να τραγουδήσω και να κάνουμε μπάντες με άλλους μουσικούς. Και λέω, γιατί να μην το σπουδάσω; Αφού το αγαπάω, να εντρυφήσω σε αυτό επί της ουσίας. Μετά μπήκα, πλέον, στη «ράγα» και το ακολούθησα συνειδητά.
Υπάρχουν συνεργασίες που έχουν μείνει περισσότερο χαραγμένες;
Ο Γιάννης Σπανός ήταν μία από αυτές. Πέρασα μία περίοδο δίπλα του, που μου έκανε έναν πολύ «γλυκό» χώρο στο πρόγραμμά του. Άγνοια κινδύνου εγώ τότε, πιτσιρίκι…
Ο Νίκος ο Καλλίνης, «Εκείνος & Εκείνος», είναι μια συνεργασία που θυμάμαι με πολλή αγάπη. Με βοήθησε πάρα πολύ και του χρωστάω ευγνωμοσύνη. Ο Δαυίδ Ναχμίας, επίσης.
Οι Locomondo, που έκανα τα φωνητικά στον τελευταίο τους δίσκο και περάσαμε υπέροχα. Ήταν μία φανταστική εμπειρία. Ήμασταν κλεισμένοι σε ένα studio, νοικιασμένο, και δεν έμπαινε ούτε έβγαινε κανείς άλλος εκτός από εμάς. Ήταν σαν ένα πάρτι διαρκείας.
Και φτάνουμε, λοιπόν, στον πρώτο σου προσωπικό δίσκο «Πού κοιμάται ο άνεμος», o οποίος κυκλοφόρησε φέτος.
Αχ!, αυτός ο δίσκος. Ήταν στο μυαλό μου για πάρα πολλά χρονιά σαν ιδέα και, κατά κάποιον τρόπο, έβρισκα συνέχεια δικαιολογίες. Νομίζω ότι ήταν προσωπικές φοβίες και ανασφάλειες που με απέτρεπαν από το να το κάνω.
Συν τοις άλλοις, ενώ είχα βρεθεί με συνθέτες, με στιχουργούς, είχα πάρει υλικό στα χέρια μου, είχα όνειρο να κάνω με τον Σιόλα αυτόν τον δίσκο.
Ο τίτλος «Πού κοιμάται ο άνεμος» είναι από ένα τραγούδι το οποίο συμπεριλαμβάνεται στον επόμενο δίσκο. Και αυτό το κάναμε ώστε οι δίσκοι, μεταξύ τους, να έχουν μία αλληλουχία και μία συνέχεια.
Γνωριζόσασταν από πριν με τον Σταύρο Σιόλα;
Όχι. Είμαστε μία μέρα, με τον Παρίσση, στο studio για άλλη δουλειά και μου λέει: «Τι θα γίνει κορίτσι μου; Θα κάνεις κανέναν δίσκο; Γέρασες.». Και του είπα ότι ονειρεύομαι, θέλω να κάνω δίσκο με τον Σιόλα. Μου λέει: «Αύριο το πρωί, εδώ». Και πράγματι, την επόμενη μέρα πήγα στο studio και ήταν κι ο Σταύρος εκεί.
Προέκυψε ένας «δεσμός» από το πρώτο κοίταγμα. Αρχικά, γεννήθηκε μία φιλία η οποία είναι σημαντική και για τους δυο μας, αισθάνομαι. Και μέσα από αυτό προέκυψαν τα κομμάτια του δίσκου και το πώς κρατήθηκε αυτή η δουλειά για να φτάσει στο τέλος. Γιατί η κατάσταση ήταν δραματική· με τον covid και πότε μπορούμε να πάμε στο studio, πότε δεν μπορούμε.
Στο μεταξύ δεν πληρωνόμασταν, γιατί δεν δουλεύαμε. Οπότε και οικονομικά δεν μπορούσα να το υποστηρίξω από ένα σημείο και ύστερα. Είχα τον φόβο ότι θα μείνει στη μέση. Και πέρασαν τρία χρόνια· εμείς ξεκινήσαμε τον Νοέμβριο του ’19. Έγινε λίγο…remotely η δουλειά. Έγραφαν, εγώ ήμουν στα Άγραφα, στο χωριό μου, στην καραντίνα. Μου τα έστελναν και τα άκουγα. Δεν το έζησα, δηλαδή, εκ του σύνεγγυς.
Βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν ήταν κακό. Ίσα ίσα το αντίθετο, γιατί από τέτοιες καταστάσεις –που είναι, εντάξει, λίγο απόκοσμες. Ποιος το περίμενε να συμβεί κάτι τέτοιο;- παρόλα αυτά κάνεις ένα bucket list και λες «Ωραία, τι θέλω να ζήσω στον επόμενο δίσκο μου; Θέλω να είμαι εκεί από το πρωί ως το βράδυ. Θέλω να συζητάω με τους μουσικούς. Θέλω να το βιώσω, να συμμετέχω περισσότερο». Σου δημιουργεί όνειρα. Παρόλη τη φαινομενική αρνητικότητα, πιο πολύ σε ωθεί να ονειρευτείς καινούρια πράγματα παρά σε απογοητεύει. Έτσι το έχω αφομοιώσει, τώρα που βγήκε ο δίσκος και μου έφυγε η αγωνία.

Ποιο στοιχείο έκανε τον Σταύρο να είναι το μουσικό σου «απωθημένο»;
Στα αυτιά μου, ο Σταύρος διαφοροποιείται από συνθέτες. Είναι μουσουργός. Έχω την αίσθηση ότι έχει μια «μαγεία» από τα παλιά, είναι καθαρά ένα παιδί του Χατζιδάκι όπως είμαι κι εγώ.
Είναι ευαίσθητος πολύ, αλλά δεν είναι δραματικός. Έχει, δηλαδή, έναν τρόπο να εκφράζει την ευαισθησία του τόσο όσο χρειάζεται για να αισθανθεί ο άλλος τι είναι αυτό που θέλει να πει μέσα από τη μουσική του. Και πάντα με κέρδιζε αυτό.
Τον θαύμασα από την πρώτη στιγμή που άκουσα τραγούδι του. Που ήταν ο «Γεροπλάτανος», δεν είχα ακούσει της «Άρνης το νερό». Και είχα εντυπωσιαστεί από τον συνδυασμό του στίχου και της μουσικής και του ρυθμού· πώς ένα τέτοιο ρυθμικό τραγούδι, ράικο –γιατί η καταβολή του είναι παραδοσιακή- μπορεί να εκφράσει με τόσον ωραίο τρόπο την εσωτερικότητα του καθενός μας. Κι από ‘κει ξεκίνησα να τον παρακολουθώ κι ένιωθα μια οικειότητα, όταν άκουγα αυτά που έγραφε.
Στον δίσκο σου, βέβαια, συνέβαλαν κι άλλοι συντελεστές, συνυπογράφοντας μαζί με εσένα τους στίχους.
Το έναυσμα του ξεκινήματος του δίσκου ήταν από τον στιχουργό, τον Γιάννη Κετιπίδη, ο οποίος έχει γράψει το «Βήμα Αργό» που ερμηνεύουμε μαζί με τον Σταύρο και το «Ξένα, Άδεια Σπίτια».
Πηγαίνω εδώ και πάρα πολλά χρόνια στην Άνδρο –είμαι «ερωτευμένη» με την Άνδρο- κι από ‘κει έχω και τη φιλία με τον Γιάννη. Κι ο οποίος, επειδή γράφει στίχους, κάποια στιγμή μου είχε δώσει και μου ‘λεγε: «Κάνε κάτι, βγάλε έναν δίσκο». Και του απαντούσα: «Ναι, θα βγάλω δίσκο στην Εκκλησία». Και γελούσαμε. Όταν, λοιπόν, ξεκίνησε ο δίσκος, τα πρώτα κομμάτια που γράφτηκαν ήταν αυτά· δηλαδή, επιλέχθηκαν οι στίχοι του Γιάννη.
Ύστερα, μας έδωσε στίχους ο Πόλυς Κυριάκου, τον οποίο αγαπάω και τον ευχαριστώ πάρα πολύ. Είναι ένας άνθρωπος που έχει ένα έντονο βιωματικό στοιχείο σε αυτά που γράφει. Το ένα το κομμάτι, μάλιστα, το «μοιράστηκα» και με τον Νίκο τον Στρατάκη.
Ο Σταύρος Σταύρου μας έδωσε κι εκείνος δυο κομμάτια, το «Ρόδι» και την «Κόκκινη Φανέλα». Εκ Κύπρου ορμώμενος. Επίσης πολυγραφότατος και πολύ ιδιαίτερη μορφή ως άνθρωπος, ευρεία μορφή ανθρώπου.
Υπάρχει κι ένα κομμάτι της Ειρήνης Ψημίτη, το «Να Προσέχεις». Το αγαπάει πάρα πολύ ο κόσμος αυτό το τραγούδι, είναι βαθύ τραγούδι.
Και το «Ουράνιο Τόξο» μας, που είναι του Παναγιώτη του Στράκαρη· το δεύτερο κομμάτι που κυκλοφόρησε από τον δίσκο. Νομίζω είναι το τραγούδι των ονειροπόλων.
Θέλω, όμως, να πω και για τον αδερφικό μου φίλο, που έχουμε μεγαλώσει μαζί από παιδάκια, τον Ηρακλή Σιβιτανίδη. Μου κάνει όλα τα γραφιστικά, όλο το art work, και πάντα στηρίζει με την καινοτομία του οποιαδήποτε «τρελή» ιδέα μπορεί να μου κατέβει στο κεφάλι. Το εξώφυλλο είναι δική του δουλειά.
Οι φωτογραφίες είναι του Γιάννη Μαργετουσάκη που αγαπώ και με έχει στηρίξει πολύ όλα αυτά τα χρόνια. Και τη μεγάλη μου αγάπη για τον Κώστα Παρίσση, που αν δεν ήταν ο Κώστας δεν θα ήταν και ο δίσκος.

Γράφεις, όμως, κι εσύ… Θα το ξανάκανες; Θα ξαναέγραφες;
Κάθε μέρα! Εγώ, βέβαια, δεν έχω την εμπειρία και την τεχνική, ενδεχομένως, που έχουν οι άλλοι στιχουργοί του δίσκου. Γράφω τελείως βιωματικά.
Συλλέγεις και αναπαλαιώνεις αντίκες. Ξέρω ότι πρέπει να εναρμονιζόμαστε με την εποχή, αλλά ως ένας άνθρωπος που αγαπάει το «παλιό», πώς σου φαίνεται που μιλάμε για δίσκο εννοώντας, πια, κάτι ψηφιακό;
Θα σου απαντήσω με έναν στίχο του Διονύση Σαββόπουλου: «Η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δική σου μελαγχολία. Κι έρχεται η στιγμή για να αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θα αφήσεις».
Θεωρώ ότι όλο αυτό που συμβαίνει είναι ευχής έργον. Η αλλαγή είναι πάρα πολύ δύσκολη για όλους μας, αλλά, νομίζω, ότι αν πας μαζί μόνον κερδισμένος μπορείς να βγεις. Και το ψηφιακό, καλώς ή κακώς, είναι κάτι το οποίο μένει και υπάρχει εκεί.
Και δεν ντρέπομαι κι εγώ να πω ότι πάρα πολλές φορές έχω ανοίξει τα σκουπίδια μου και έχω πετάξει CD μέσα, γιατί δεν έχω, πια, CD player. Επομένως, δεν μπορώ να «πενθήσω» για κάτι που εγώ η ίδια δεν φροντίζω να παραμείνει ζωντανό. Προσωπικά, είμαι ευχαριστημένη με την ψηφιακή εποχιακή. Νομίζω μας δίνει πολύ μεγάλες δυνατότητες για πάρα πολλά πράγματα. Δεν μπορείς να το πετάξεις στα σκουπίδια το ψηφιακό προϊόν, εκεί θα είναι.
Αυτό που δεν μπορώ να αποχωριστώ είναι το βιβλίο. Το CD, νομίζω, ότι είναι μια ξεπερασμένη ιστορία.
Ως προς τα μελλοντικά σου σχέδια;
Έχουμε Φεστιβάλ για το καλοκαίρι. Τα περιμένω πώς και πώς, γιατί τα έχουμε στερηθεί τα τελευταία χρόνια. Έχουμε ξεκινήσει, παράλληλα, να μαζεύουμε υλικό για τον επόμενο δίσκο.
Και στη Θεσσαλονίκη θα έρθω μέσα στον Μάιο.
Info
Αγγέλω Σφέτσου: «Πού κοιμάται ο άνεμος»
Μουσική: Σταύρος Σιόλας
Στίχοι: Πόλυς Κυριάκου, Γιάννης Κετιπίδης, Σταύρος Σταύρου, Παναγιώτης Στράκαρης, Ειρήνη Ψημίτη, Αγγέλω Σφέτσου
© 2023 Ogdoo Music Group
Ενορχήστρωση: Κώστας Παρίσσης – Αλέξανδρος Κούρος
Mastering: Κώστας Παρίσσης [Studio Praxis]
Έπαιξαν οι μουσικοί
Κιθάρες – Μπάσο: Κώστας Παρίσσης
Τσέλο: Δέσποινα Σπανού
Ηλ. Κόντρα μπάσο: Χρήστος Τζελεπόπουλος
Πιάνο, Τύμπανα, Μπαγλαμάς: Αλέξανδρος Κούρος
Ακορντεόν: Βασίλης Δρογκάρης
Τρομπέτα: Κώστας Σαπούνης
Μπουζούκι: Βαγγέλης Μαχαίρας
Ακορντεόν: Ντίνος Χατζηϊορδάνου
Γκάιντα: Γιώργος Μακρής
Βιολί: Μάριος – Ιβάν Παπούλιας
Κρουστά: Κωνσταντίνος Καλατζής
Ντουντούκ: Τιγκράν Σαρκισιάν
Λαούτο: Αλέξανδρος Τζουγανάκης