Ε. Γερασιμίδου στο ΤheOpinion: «Οι γυναίκες στο Ιράν συμβολίζουν έναν αγώνα. Δεν κόβουν μια τουφίτσα και τη διορθώνουν στο κομμωτήριο»
Η Ελένη Γερασιμίδου, με αφορμή την παράσταση «Πάτα το Κουμπί» στο Θέατρο Αμαλία, μιλά στο TheOpinion για όλα
Η Ελένη Γερασιμίδου, με αφορμή την παράσταση «Πάτα το Κουμπί» στο Θέατρο Αμαλία, μιλά στο TheOpinion για όλα: για την καλλιτεχνική και πολιτική της καριέρα, για το σπίτι που παραδόθηκε στις φλόγες το φετινό καλοκαίρι, για τη σχέση της με τη Θεσσαλονίκη.
Μετά την περιπέτεια που αντιμετώπισε με την υγεία της, η Ελένη Γερασιμίδου, ούσα πιο δυνατή από ποτέ, επιστρέφει στη γενέτειρά της με την πολιτική ιλαροτραγωδία «Πάτα το Κουμπί», στις 18, 19 & 20 Νοεμβρίου, και για τρεις μόνον εμφανίσεις.
«Πάτα το Κουμπί», μία συνύπαρξη οικογενειακή επί σκηνής, σε κείμενο του Άγγελου Πυριόχου και σε σκηνοθεσία του Παναγιώτη Μπουγιούρη. Πείτε μας λίγα λόγια για την παράσταση.
Δεν είναι η πρώτη φορά που συνυπάρχουμε, είναι η πολλοστή θα έλεγα. Έχουμε κι άλλους συνεργάτες, βέβαια. Δεν έχουμε περιθώρια για πάρα πολύ κόσμο, γιατί το κύριο μέλημά μας είναι να πληρώνονται οι άνθρωποι που δουλεύουν μαζί μας.
Πρόκειται για ένα θέμα που «καίει» στις μέρες μας, και δεν ξέρουμε που θα καταλήξουμε και τι «κουμπιά» θα πατηθούν. Ελπίζουμε να μην πατηθεί κανένα κουμπί για τον όλεθρο.
Το κείμενο έχει ένα υπέροχο περιεχόμενο, με πάρα πολλές αιχμές. Κι αυτός είναι ο στόχος μας ως καλλιτέχνες, να αφυπνίζουμε με τον τρόπο μας. Με τον Άγγελο είναι η δεύτερη φορά που συνεργαζόμαστε στο «Από Κοινού» θέατρο· το περασμένο καλοκαίρι με το «Μπουρλότο» και τώρα με το «Πάτα το Κουμπί». Χρησιμοποιεί στοιχεία φάρσας μεν, αλλά σαν καλλιτεχνικό ρεύμα, όχι ουσιαστικής φάρσας.
Ο Παναγιώτης είναι πολύ καλός σκηνοθέτης. Είχαμε κάνει πριν χρόνια, στο θέατρό μας, ας πούμε έναν διαγωνισμό Θεατρικού Αναλογίου και είχαμε πολλή μεγάλη συμμετοχή. Είδαμε μία σκηνοθεσία του και μας άρεσε πάρα πολύ ο τρόπος του. Έτσι τον καλέσαμε και τον χρησιμοποιήσαμε και πήγαμε πολύ καλά.
Πρόκειται, λοιπόν, για μία οικογένεια φτωχών ανθρώπων, οι οποίοι αδυνατούν να πληρώσουν το ρεύμα. Έχουν ένα ψυγείο παμπάλαιο, που δεν λειτουργεί, αφού δεν υπάρχει ρεύμα. Ανάβουν κεριά. Ο πατέρας, ωστόσο, κατά σύμπτωση, μοιάζει με τον άνθρωπο που κυβερνάει τον τόπο· αυτό, δεν σημαίνει, βέβαια, ότι είναι η Ελλάδα ντε και καλά. Μπορεί να είναι οπουδήποτε αυτός ο τόπος. Είναι ένας άνθρωπος που πιστεύει στην κυβέρνηση που υπάρχει και έχει και μία καταπληκτική ομοιότητα με τον πρωθυπουργό της χώρας, της όποιας χώρας. Έχει μία γυναίκα λίγο χαζοχαρούμενη, η οποία ξέρει τα προβλήματα, έχει χιούμορ, αλλά φλερτάρει και με τον παπά, αφού ο τελευταίος την βάζει στην εκκλησία να βλέπει τον «Άγιο Παΐσιο» σε γιγαντοοθόνη. Πηγαίνει εκεί, του δίνει και λίγο θάρρος μπας και βγάλει καμιά φωτογραφία. Είναι λίγο εξυπνο-χαζούλα, θα το δείτε.
Η κόρη πιστεύει ότι είναι αναρχική. Τη λένε Αγγελική, αλλά θέλει να τη φωνάζουν Αγκάθα. Και θυμώνει, γιατί δεν υπάρχει αναρχική που να λέγεται Αγγελική. Αυτή είναι και λίγο πιο «ελεύθερο» πλάσμα. Φτιάχνει μολότοφ μέσα στο σπίτι. Αλλά είναι και λίγο ζωηρούλα. Θα πάει με τον εναερίτη της ΔΕΗ για να της συνδέσουν το ρεύμα, να λειτουργήσει ξανά το ψυγείο για να φάει η μαμά της καρπουζάκι. Είναι σύνθετοι χαρακτήρες.
Καταφθάνει, στο σπιτάκι αυτό το φτωχικό και κυνηγημένος από σκυλιά, ο πρωθυπουργός της χώρας. Κι εκεί αρχίζουν οι παρεξηγήσεις, καθώς είναι ολόιδιος ο πατέρας. Διαφέρει απλώς στο κεφάλι, έχει μαλλιά. Δεν θα σας πω τι μαλλιά είναι αυτά και τι αποδεικνύεται μετά.

Αναφερθήκατε, προηγουμένως, στο «Από Κοινού» θέατρο…
Με τη βοήθεια της φίλης μας της αρχιτεκτόνισσας, της Ελένης Καράπα, βρήκαμε αυτόν τον χώρο. Όταν τον είδαμε, απελπιστήκαμε. Αλλά μας είπε ότι, ο συγκεκριμένος χώρος, πληροί όλες τις προϋποθέσεις για να γίνει ένα ασφαλές και νόμιμο θέατρο. Μικρό, των 50 ατόμων, αλλά με πολύ άνετους χώρους. Υπάρχει και τουαλέτα για ΑμεΑ, όπως και το πρανές για να μπαίνει καροτσάκι.
Τα περισσότερα θέατρα της Αθήνας, δυστυχώς, δεν είναι έτσι. Φυσικά και δεν θέλει κανείς μας να κλείσουν ούτε τα μικρά ούτε τα υπόγεια ούτε τα χωρίς έξοδο κινδύνου. Κι όταν ήμουν βουλευτής, κι όλοι όσοι ήμασταν από όλα τα κόμματα, είχαμε εγείρει διαμαρτυρία να μην κλείσουν τα μικρά θέατρα. Ίσως να είναι ένα από τα λίγα θέατρα που πληρούν τις προδιαγραφές για την ασφάλεια τη δική μας και του κόσμου που έρχεται μέσα. Έγινε με πάρα πολύ κόπο, χωρίς καμία οικονομική υποστήριξη. Φτιάχνοντάς το, πληρώναμε συγχρόνως και τα ενοίκια.
Το «Από Κοινού» βρίσκεται στο Γκάζι, κοντά στο μετρό του Κεραμεικού. Είναι ένα κουκλάκι, για το οποίο είμαστε πάρα πολύ περήφανοι και κάνουμε τα πάντα για να το κρατήσουμε. Ξεκίνησε να φτιάχνεται πριν τον κορωνοϊό. Τον φάγαμε τελικά στη μάπα, όπως πολλοί άλλοι.
Εκτός από τις συνέπειες της πανδημίας, ήσασταν ανάμεσα σε εκείνους που επλήγησαν από τη φωτιά στην Παλλήνη.
Στην αρχή δεν χρειάστηκε να δημοσιοποιήσω κάτι, γιατί βρισκόμουν σε ανάρρωση και θα με «πέθαιναν» στα τηλέφωνα. Αν και τώρα που το ‘μαθαν, αυτοί που παίρνουνε είναι φίλοι που δεν το ήξεραν και στους οποίους δεν είπα κάτι, καθώς ήθελα να γίνω πρώτα καλά και μετά να το μάθουνε. Υπάρχουν φίλοι που πονάει η ψυχή τους. Ήθελα να γίνω καλά, να τους μιλάω όπως σε εσάς τώρα.
Και μου κάνει εντύπωση γιατί, ενώ έχει μαθευτεί, από αυτές τις εκπομπές που συνήθως «ενοχλούν», δεν έχει πάρει ακόμη κανένας…
Τα μόνα χρήματα που πήραμε είναι από την κρατική Αρωγή, που σου δίνει ένα x ποσό για οικοσκευή. Στατικά είναι εντάξει το σπίτι, αλλά δεν έχει απομείνει μέσα απολύτως τίποτα. Έπρεπε να καλυφθεί το σημείο της στέγης που έμεινε ανοιχτό, με την πρώτη βροχή κατέβαινε το νερό μέχρι κάτω. Είχα απελπιστεί.
Ευτυχώς τα προλάβαμε, πάλι με προσωπική δουλειά του συζύγου μου, Αντώνη Ξένου. Βάλαμε κάποιες πόρτες, από διάφορα παλαιοπωλεία, για να καλύψουμε. Τώρα έρχεται και χειμώνας.
Εκείνο που είναι σκανδαλώδες είναι το εξής: τα πρώτα 600€ μέχρι 6.000€, έπρεπε να τα πάρουμε από την κοινωνική υπηρεσία του Δήμου, τα οποία πάλι το κράτος τα δίνει, το Υπουργείο Εσωτερικών τα δίνει. Και μάλιστα μάθαμε ότι το Υπουργείο Εσωτερικών δίνει «έτοιμα» του Δημάρχου αυτά που ζητάει. Ο Δήμαρχός μας, λοιπόν, δεν ξέρω για ποιον λόγο, ζήτησε πολύ λιγότερα λεφτά. Υπήρχαν άνθρωποι που δεν είχαν ούτε φαγητό. Και τους στήριξαν άλλες συλλογικότητες και οργανώσεις. Τώρα, μετά από τρεις μήνες, θα δώσει μόνον τα 600€;
Μάθαμε τώρα κι εμείς, όμως, και δεν «καθόμαστε στα αυγά μας». Πήγαμε και στο Υπουργείο Εσωτερικών και μάθαμε ότι αυτά ζήτησε, αυτά του έδωσαν. Η Αρωγή ανταποκρίθηκε αμέσως, μετά από λίγες ημέρες. Κι εκεί έγινε περικοπή, μας δώσανε ωστόσο.
Δεν μπορούμε να φτιάξουμε το σπίτι μας, κυρίως, όμως, τις αναμνήσεις μας. Μένουν στη ψυχή μας μόνον. Η κόρη μου λέει ότι δεν έχει τίποτα από την παιδική κι εφηβική της ηλικία. Είχα δώρα από την αδερφή μου, που είχε κάποια στιγμή μια γκαλερί με παλιά έπιπλα. Είχα από τον πατέρα μου, από τον άντρα μου που τα μάζευε και τα αναστήλωνε. Επίσης, είχα κι ένα αρχείο πολιτιστικό, πάρα πολύ σοβαρό. Γιατί, ξέρετε, η ιστορία του θεάτρου γίνεται κι από τα προσωπικά αρχεία του κάθε καλλιτέχνη. Υπήρχε μία σοφίτα γεμάτη κοστούμια, καπέλα, αντικείμενα που χρησιμοποιήθηκαν σε παραστάσεις…
Ήρθε πολύς κόσμος και βοήθησε. Εκτός από τους συντρόφους μου, εκτός από τα παιδιά της ΚΝΕ, ήρθαν και άλλοι άνθρωποι. Και άγνωστοι άνθρωποι. Γιατί, εντάξει, κερδήθηκε αυτή η αγάπη με πολύ κόπο, 50 χρόνια τώρα.
Υπάρχει ανθρωπιά, αλλά υπήρξαν κι ένας – δύο των οποίων η κακία ήταν απίστευτη.

Ας επιστρέψουμε στη Θεσσαλονίκη, όπου ταξιδεύετε αυτό το διάστημα και με την παράσταση. Μία πόλη στην οποία γεννηθήκατε, μεγαλώσατε και χτίσατε τη ζωή σας.
Κι όχι μόνον. Ένα από τα πρώτα θέατρα που έπαιξα είναι το Αμαλία, με το Θεατρικό Εργαστήρι Θεσσαλονίκης. Όχι απλώς έπαιξα, το καθαρίζαμε κιόλας. Ξέρετε, ήταν συλλογικές οι δουλειές τότε.
Το Θεατρικό Εργαστήρι Θεσσαλονίκης είναι η πρώτη ομάδα πρωτοποριακού θεάτρου, όπως το λέγαμε τότε, που έγινε στην Ελλάδα. Και προερχόταν, επίσης, από το πρώτο θεατρικό τμήμα πανεπιστημίου που έγινε στην Ελλάδα. Άμα σας πω ποιοι ήταν εκεί: Βαλαβανίδης, Καμπερίδης, Κοτανίδης, Σοφία Σπυράτου… Σας αναφέρω τους πιο γνωστούς. Να πάρουμε και Θεσσαλονικείς: Κώστας Γακίδης, Λιάνα Οικονόμου, Ελένη Μακίσογλου, Στέλιος Γούτης, οι οποίοι αποτέλεσαν, και μετά, κομμάτια των θεάτρων που υπήρχαν στη Θεσσαλονίκη.
Και μάλιστα η Καθημερινή, η παλιά, στο ένθετό της είχε κάνει αφιέρωμα στο Εργαστήρι. Είχα γράψει κι εγώ ένα άρθρο. Έγραφα και στην Καρφίτσα.
Αυτό που λέω, όμως, είναι ότι δεν αξίζει στη Θεσσαλονίκη να φέρεται έτσι στους καλλιτέχνες της. Ένα μεγάλο κοινό περιμένει να πας από την Αθήνα. Αυτούς που είναι εκεί, δεν τους τιμάει όσο πρέπει.
Η Θεσσαλονίκη είναι η πατρίδα μου. Οι μνήμες μου είναι εκεί. Τα πρώτα μου βήματα. Οι πρώτες τρέλες, οι μπουάτ, μετά η παραλία μέχρι το πρωί…
Υπάρχουν κάποιοι χαρακτήρες που, εσάς τους ηθοποιούς, σας «στιγματίζουν». Για πολλούς εξακολουθείτε, ενδεχομένως, να είστε η «Ελενίτσα» από τους Δέκα Μικρούς Μήτσους ή η «Παρθένα Ουσταμπασίδου» από το Εμείς κι Εμείς. Σας ενοχλεί που σας έχουν ταυτίσει με συγκεκριμένους ρόλους, παρά τη μακρά σας πορεία;
Στην αρχή, επειδή κι εγώ ήμουν κουλτούρ μουλτούρ, που λέει κι ο Ξανθούλης, με ενοχλούσε το να είμαι με το Εθνικό Θέατρο –και δεν το λέω ξιπασμένα, δεν έχω τέτοια θέματα- και να κάνουμε πρόβες στους Φιλίππους για τη Λυσιστράτη, με την Κάτια Δανδουλάκη τότε, να πάω στη λαϊκή στην Καβάλα και να φωνάζουν «Παρθένα, Παρθένα, Παρθένα».
Τότε με ενοχλούσε. Είχα μια άρνηση, κακώς την είχα. Γιατί έδειχναν πολύ μεγάλη αγάπη. Και να σας πω και κάτι; Μπορεί να γνωρίζουμε όλο τον κόσμο από την τηλεόραση ή, το χειρότερο που μπορεί να συμβεί, να γνωρίζουμε κάποιον όσο παίζεται ένα έργο. Με εμένα δεν συμβαίνει αυτό. Δεν ξέρετε πόσο χαίρομαι με το «Αχ, η Ελενίτσα». Το «Ελενίτσα» έχει μείνει, είναι το όνομά μου, βέβαια, αλλά έτσι με φώναζαν στο χωριό μου. Ελενίτσα ο κόσμος με λέει από το σίριαλ, δεν με φωνάζει πια κανείς Παρθένα κι ας παίζεται κάθε χρόνο. Είμαι η Ελενίτσα των Μήτσων, είμαι η Ελενίτσα τους. Αν δεν σε αγαπήσουν μέσα από τους ρόλους, σημαίνει ότι κάτι δεν έχεις κάνει καλά.
Δεν είναι μόνον η τηλεόραση. Είναι και το σινεμά, τα βραβεία, είναι και οι μεγάλες παραστάσεις στα λεγόμενα εμπορικά θέατρα και στο Εθνικό. Δεν μπορώ να πω ότι δεν με τίμησαν. Εντάξει, μπορεί κάποιοι να μην ξέρουν ότι έπαιξα στο Εθνικό Θέατρο, ότι έχω περάσει από όλα τα αρχαία θέατρα· έχω παίξει μέχρι και στη Δημητριάδα του Βόλου, που δεν λειτουργεί εδώ και χρόνια. Εκεί έπαιξα με το Θεατρικό Εργαστήρι Θεσσαλονίκης.

Πλέον, πώς θα χαρακτηρίζατε τη σχέση σας με την τηλεόραση;
Όπου με καλούν, πηγαίνω. Πηγαίνω, βέβαια, λίγο επιλεκτικά. Όχι αισθητικά επιλεκτικά, αν και το φροντίζω και αυτό. Δεν έχω κάνει πράγματα που να ντρέπομαι. Έπαιξα και σε βιντεοταινίες, όταν χρειάστηκε, γράφοντας σενάρια και για την αδερφή μου. Μου είχε πει ο αξέχαστος Θύμιος Καρακατσάνης: «Ξέρεις τι μ’ αρέσει σ’ εσένα; Ακόμα κι όταν κάνεις κάτι που δεν σ’ αρέσει, το κάνεις καλά». Λέω: «Ναι, γιατί πληρώνομαι από αυτό το πράγμα. Είναι η δουλειά μου».
Με έχει κουράσει λίγο η τηλεόραση. Την έχω κάνει πάρα πολλά χρόνια, ήταν ανάγκη να το κάνω. Ανάγκη οικονομική, αλλά έχω κάνει και καλά πράγματα. Απλώς, πηγαίνω ως guest πια. Έκανα guest στους «Συμπέθερους απ’ τα Τίρανα» που πήγε και πολύ καλά, έγινε viral που λένε και οι νέοι. Έπαιξα στα Nεοκλασικά του Alpha, στην Κόμισσα της Φάμπρικας. Έχω κάνει δύο ταινίες και μόλις τέλειωσα προχθές μία ταινία του Βασίλη Ραΐση, που λέγεται Επαγγελματίας Υπνοβάτης· μία κωμωδία ανατρεπτική.
Δεν μπορώ, όμως, να πω. Έχουμε βγάλει λεφτά από την τηλεόραση αρκετά, γιατί ήμασταν στην ακμή της ιδιωτικής τηλεόρασης. Και έτσι κάναμε το σπίτι που κάηκε.
Ξεχωρίζετε κάποιο από αυτά τα «τέρατα» της υποκριτικής που έχετε συνεργαστεί;
Ναι, υπάρχουν άνθρωποι που δεν θα τους ξεχάσω και μου λείπουν πάρα πολύ. Μου λείπει πολύ ο Χάρρυ Κλυνν, αξέχαστη συνεργασία. Μου μένουν αξέχαστοι ο Σωτήρης Μουστάκας -σε ανθρώπινο επίπεδο κι όχι μόνον ταλέντου- κι ο Μίμης Χρυσομάλλης. Η Ντίνα η Κώνστα… Παίξαμε στην ελληνική version των Χρυσών Κοριτσιών, μαζί με τη λατρεμένη μου Μίρκα Παπακωνσταντίνου και την Υβόννη Μαλτέζου, στην ΕΡΤ. Και την Άννα Παναγιωτοπούλου έχω λατρέψει…
Ξέρετε ποιο είναι το καλύτερο; Έχω αγαπηθεί πολύ κι έχω αγαπήσει τους συναδέλφους μου. Και θα τους υποστηρίζω με νύχια και με δόντια, τα δικαιώματά τους και τους ίδιους.
Κυρία Γερασιμίδου, θα ήθελα να κλείσουμε την κουβέντα μας με το κομμάτι της πολιτικής σας καριέρας.
Θα πρεσβεύω κάποιες αξίες μέχρι να πεθάνω. Πάντα ασχολούμουν με τα κοινά, μου ζητήθηκε κι είπα ότι, αφού θεωρούν ότι μπορώ έτσι να βοηθήσω, θα το κάνω. Και το έκανα.
«Επιστρατεύτηκα», όπως μου έλεγε η Αλέκα. Και αυτό από κάποιους παρεξηγείται, αλλά δεν είναι καθόλου παρεξηγήσιμο. Μερικοί λένε: «Δηλαδή τι είστε, στρατιωτάκια»; Εσείς που κόβετε μια τούφα από τα μαλλιά σας, δεν είστε στρατιωτάκια; Ντεμέκ επαναστάτες! Οι γυναίκες στο Ιράν συμβολίζουν έναν μεγάλο αγώνα. Δεν κόβουν μια τουφίτσα και στη συνέχεια τη διορθώνουν στο κομμωτήριο. Τι είναι αυτά; Λυπάμαι που το λέω, γιατί το έκανε και μια Θεσσαλονικιά δημοσιογράφος που εκτιμώ πάρα πολύ, αλλά το έκανε και μία άλλη κυρία που είναι υπόλογη για πολλά. Αυτό είναι η επανάσταση;
Ή το άλλο, το χυδαίο. Να πηγαίνεις να πετάς στους πίνακες, τους μεγάλους πίνακες αυτών των ιστορικών ζωγράφων, ζουμιά και δεν ξέρω τι; Αυτό είναι επανάσταση; Είναι αυτό ακτιβισμός; Νευρίασα! Ή επιστρατεύεσαι σε κάτι που πιστεύεις πραγματικά ή δεν γίνεσαι ντεμέκ επαναστάτης! Αυτό είναι αισχρό! Και πάνε και πετάνε ζουμιά στα Ηλιοτρόπια του Βαν Γκογκ; Έχουμε και μια υποχρέωση!
Πληροφορίες
«Πάτα το Κουμπί»
Θέατρο Αμαλία (Αμαλίας 71, Θεσσαλονίκη)
Ημέρες & Ώρες Παραστάσεων: Παρασκευή 18, Σάββατο 19 και Κυριακή 20 Νοεμβρίου, στις 21:00
Τιμές εισιτηρίων: 15€ Κανονικό, 13€ Μειωμένο (Άνεργοι, Φοιτητές, ΑμεΑ)
Τηλέφωνο κρατήσεων: 231 084 2509 (καθημερινά 10:30 – 14:30 & 17.30 – 21:30)
Συντελεστές
Κείμενο: Άγγελος Πυριόχος
Σκηνοθεσία: Παναγιώτης Μπουγιούρης
Παίζουν: Ελένη Γερασιμίδου, Αντώνης Ξένος, Αγγελική Ξένου
Σκηνικά – Κοστούμια: Από Κοινού
Μουσική Επιμέλεια: Panos Tziniolis Sextet
Φωτισμοί: Γιώργος Ζιώγαλας
Βοηθός σκηνοθέτη- γραφιστικά: Κωνσταντίνος Καραγάνης
Εκτέλεση κοστουμιών: Ελένη Κομνηνού
Hair stylist: Ζωή Σκανδάμη
Φωτογραφίες- video: Νίκος Μυτιληναίος