Δημήτρης Τάρλοου στο TheOpinion: «Ο τρόπος με τον οποίο μιλάει ο καλλιτέχνης, πρέπει να αντιπαρατίθεται στην όποια εξουσία»
Ο Δημήτρης Τάρλοου σκηνοθετεί τη σοφόκλεια εκδοχή της «Ηλέκτρας» και μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη.
Η «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου, παρουσιάζεται στο Θέατρο Δάσους στις 09 και 10 Ιουλίου.
Αμέσως μετά το Αργολικό Θέατρο και εκτός των τειχών της πρωτεύουσας, η Θεσσαλονίκη σηματοδοτεί τον πρώτο μεγάλο σταθμό της περιοδείας της «Ηλέκτρας» του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου.
Ο ίδιος, μάλιστα, είναι πεπεισμένος ότι, το κοινό, θα παρακολουθήσει με αδιάτρητο ενδιαφέρον τη συγκεκριμένη δουλειά: «Στην παράσταση χρησιμοποιούμε την πολύ καλή μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά. Πρόκειται για ένα ποιητικό κείμενο αλλά, ταυτοχρόνως, και πάρα πολύ καθομιλούμενο. Έγινε σοβαρή άσκηση πάνω στην εκφορά του λόγου και στα νοήματα. Είμαι βέβαιος ότι, το κείμενο, φτάνει ακέραιο στο αφτί και, κυρίως, στην ψυχή του θεατή».

Κύριε Τάρλοου, πώς το οικογενειακό σας υπόβαθρο καθόρισε τον τρόπο σκέψης αλλά και την καλλιτεχνική σας ταυτότητα;
Το οικογενειακό μου υπόβαθρο έχει διαδραματίσει έναν σημαντικό ρόλο στο ποιος είμαι, όπως και σε όλους τους ανθρώπους. Ένα κομμάτι μας είμαστε τα γονίδιά μας, ένα άλλο είμαστε το περιβάλλον μας, η ανατροφή μας, η αγωγή μας.
Θα έλεγα ότι, σίγουρα, είμαι αποτέλεσμα μίας ενδιαφέρουσας μίξης· η μάνα μου, κόρη του Καραγάτση, με καταγωγή από την Άνδρο και τη Θεσσαλία από τη μάνα της, και από την Πάτρα από τους Ροδόπουλους -Καραγάτση δηλαδή- και ο πατέρας μου από ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον: Αμερικανός Νεοϋορκέζος, με καταγωγή από Ασκεναζί Εβραίους της Ανατολικής Ευρώπης -την Πολωνία, τη Λιθουανία, την Ουκρανία.
Κοινός παρονομαστής σε όλα αυτά υπήρξε η καλλιτεχνικότητα, ο καθένας στον δικό του τομέα: συγγραφή, εικαστικά, θέατρο εγώ· ίσως, σωτήρια θέατρο θα έλεγα. Στην οικογένεια κανένας δεν είχε ασχοληθεί πριν, οπότε δεν υπήρχε, ας πούμε, κάποιο μέτρο σύγκρισης. Αυτό, ενδεχομένως, να μου έδωσε μια μεγαλύτερη ελευθερία να δοκιμαστώ.
Φυσικά, έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο η διαπαιδαγώγησή μου, όπου η τέχνη ήταν πρωτεύουσα· αντί να μαθαίνω πράγματα με άλλον τρόπο, τα μάθαινα μέσα από το θεατρικό παιχνίδι. Είχα την τεράστια τύχη, μέσα σε μια αρκετά ρομαντική Ελλάδα της δεκαετίας του ‘70, να έχω δασκάλους οι οποίοι ασχολούνταν με το θέατρο και μου έμαθαν, ταυτοχρόνως, αγγλικά και πώς να «παίζω» με τον Σαίξπηρ. Αυτό αποτέλεσε μία μοναδική εμπειρία και, ίσως, καθοριστική στο μεγάλωμά μου· έμαθα, δηλαδή, να ασχολούμαι με το θέατρο με έναν παιγνιώδη τρόπο.
Όπως, επίσης, θεωρώ πάρα πολύ καθοριστική τη σχέση και την επαφή μου με το θέατρο σκιών, με τον Καραγκιόζη, ο οποίος ήταν κι η αρχή της μίμησης για μένα. Με ενθουσίασε, μάθαινα απ’ έξω έργα, έφτιαχνα δικές μου φιγούρες. Γνωρίστηκα με τον Χαρίδημο, μου χάρισε ένα θεατράκι και από τότε, αυτή η μίμηση και η επανάληψη της κωμωδίας ήταν μία πολύ λυτρωτική και καθημερινή ασχολία.
Για την πρώτη σας κάθοδο στην Επίδαυρο επιλέξατε την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή. Γιατί τώρα και γιατί με το συγκεκριμένο έργο;
Είχα αρκετές αντιστάσεις και αμφιβολίες γι’ αυτό, και συνεχίζω να έχω. Πιστεύω ακράδαντα ότι, για να ασχοληθείς με την αρχαία τραγωδία, χρειάζεσαι χρόνο, ένα αφοσιωμένο γκρουπ για πολύ καιρό και συνθήκες άσκησης μέσα από τις οποίες θα δημιουργηθεί «κάτι».
Πιθανότατα, η ίδια η αποχώρηση της μάνας μου, ο θάνατός της πριν από έναν χρόνο, να κινητοποίησε κάτι το οποίο συμβολοποιούσε αυτό το έργο. Η «Ηλέκτρα» είναι η τραγωδία της εμμονής, της καθήλωσης, του πένθους. Αυτό δεν είναι καθόλου παθητικό πράγμα. Στα δικά μου, τουλάχιστον, μάτια, είναι αρκετά ενεργητικό.
Το πένθος της Ηλέκτρας δεν είναι βουβό. Παρότι στο τέλος του έργου παραμένει βουβή για αρκετή ώρα, όλο το υπόλοιπο είναι μία τραγωδία τεράστιας ενέργειας και η απελπισία εκφράζεται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους.
Θα έλεγα ότι υπάρχει πάρα πολύ ειρωνεία, χιούμορ, σαρκασμός, αυτοσαρκασμός, η διάθεση της Ηλέκτρας να δει τον εαυτό της απ’ έξω και να τον κρίνει -όταν δεν βρίσκεται σε κατάσταση έντονου εκνευρισμού. Όλα αυτά, κάπως, μου φαίνονται ότι ταυτίζονται με την εικόνα που έχω για τη μάνα μου και με την ατελείωτη ανάγκη της για ακεραιότητα και αλήθεια.
Όσον αφορά, όπως λέτε, την ίδια την κάθοδο στην Επίδαυρο, η ίδια η λέξη έχει χρησιμοποιηθεί τόσο πολύ τις τελευταίες δεκαετίες… Σαν να υπονοεί μια στρατιωτική επιχείρηση ή ένα άγημα τιμής το οποίο κατεβαίνει να κάνει κάτι, ενώ, το θέατρο, θα έλεγα πως είναι κάτι πιο ευαίσθητο και αβέβαιο. Όταν φτιάχνεις μια παράσταση, είτε είναι για την Επίδαυρο είτε για το Ηρώδειο είτε για το θέατρο Πορεία, παραμένει ένα καλλιτεχνικό γεγονός.
Φυσικά, το να απευθύνεσαι σε πολλούς σε έναν σημαντικό χώρο αποκτά μία συμβολική, ενδεχομένως, και φετιχιστική αξία. Εγώ δεν συμφωνώ. Νομίζω ότι, τα πράγματα, πρέπει να τα ζει κανείς όπως ο ίδιος επιλέγει, όπως θέλει να τα ζει. Αν αυτά εμπεριέχουν την πραγματική συγκίνηση του γεγονότος, τότε να δεχτώ πως, η Επίδαυρος, είναι κάτι σημαντικό. Αν είναι απλώς μια επιβεβαίωση της καριέρας και μια επιβράβευση των κόπων ή ακόμα κι ένα «ένσημο» στο βιογραφικό, τότε ευχαριστώ, δεν θέλω!

Μας βγάζετε και από τα δικά μας κλισέ, κύριε Τάρλοου…
Ο ρόλος της τέχνης είναι να μας βγάζει από τα κλισέ, να «ξεβολεύει», να λέει αλήθειες και, τελικώς, να αφυπνίζει.
Πρόσφατα, για παράδειγμα, βρέθηκα καλεσμένος σε μια τηλεοπτική εκπομπή στην οποία, πριν από μένα, καλεσμένοι σχολίαζαν το θέμα των κλοπών, της λοβιτούρας στον Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε. και δεν ξέρω πού αλλού… Μιλούσαν τόση ώρα γι’ αυτό το πράγμα, που μου ‘ρθε, μοιραία, στο μυαλό η έκφραση του Άμλετ: «Λέξεις, λέξεις, λέξεις» ή «Λόγια, λόγια, λόγια». Τόσα λόγια για το τίποτα!
Νομίζω ότι, ο τρόπος με τον οποίο μιλάει ο καλλιτέχνης, πρέπει, ακριβώς, να αντιπαρατίθεται στην όποια εξουσία και να εξοικειώνει τον κόσμο με μια άλλη μορφή ύπαρξης. Αυτός είναι ο ορισμός του καλλιτέχνη.
Θα έλεγε κανείς ότι, Άμλετ και Ηλέκτρα, συγκλίνουν στην αδυναμία του ανθρώπου να πράξει. Τυγχάνει, μάλιστα, ανάμεσα στους συντελεστές της παράστασης να συγκαταλέγονται και σαιξπηρικοί ηθοποιοί. Εσείς, πώς δημιουργήσατε τον συγκεκριμένο θίασο και τι ζητήσατε από τους ηθοποιούς σας;
Πράγματι, ο Άμλετ έχει αυτό ακριβώς που επισημάνατε, την αδράνεια. Είναι το έργο της αδράνειας, της έλλειψης της πράξης. Η πράξη υπάρχει ως φαντασίωση, η εκδίκηση ως φαντασίωση, η εμμονή ως τρόπος ύπαρξης, με συνεπακόλουθη την απελπισία όταν διαπιστώνεις ότι, όλα, καταλήγουν εκεί που καταλήγει και η σκηνή του νεκροταφείου στον «Άμλετ», με τον θαμμένο Γιόρικ να γίνεται σύμβολο.
Υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία και τα χρησιμοποιήσαμε. Ο Άμλετ έχει και μία πλευρά που σαρκάζει, παίζοντας, πραγματικά, έναν ρόλο· δηλαδή, είναι άλλος ο Άμλετ της δικής του μοναξιάς, άλλος ο Άμλετ όταν υποδύεται κάποιον, έναν γελωτοποιό. Αυτό υπάρχει ως στοιχείο και στην «Ηλέκτρα», και χρησιμοποιείται από τη Λουκία Μιχαλοπούλου επαρκέστατα.
Νομίζω ότι, ο τρόπος με τον οποίο δημιουργήθηκε ο συγκεκριμένος θίασος, ήταν αρκετά σωστός, με την έννοια ότι όλοι οι ηθοποιοί δοκιμάστηκαν ή είχαν δοκιμαστεί, στο παρελθόν, σε παραστάσεις μου. Η σύνθεση έγινε με πολύ προσεκτικό τρόπο.
Η Λουκία Μιχαλοπούλου βρίσκεται στην απόλυτα κατάλληλη στιγμή και εμφανίστηκε στη ζωή μου επίσης στην ιδανική χρονική συγκυρία. Η Ιωάννα Παππά καταθέτει μία εξαιρετική ερμηνεία ως Κλυταιμνήστρα. Ο Αναστάσης Ροϊλός είναι ο Ορέστης και, πράγματι, υπήρξε «Άμλετ» και το φέρει απάνω του.
Επί σκηνής, συνυπάρχουν ο Γιάννης Αναστασάκης, ο Νικόλας Παπαγιάννης και η Γρηγορία Μεθενίτη, η οποία για πρώτη φορά παίζει έναν τόσο σημαντικό ρόλο όσο της Χρυσοθέμιδος στην Επίδαυρο. Μου κομίζει κάτι το οποίο, επιτρέψτε μου να πω, δεν έχω δει ξανά σε παράσταση της «Ηλέκτρας» σε σχέση με το ήθος του προσώπου. «Φωτίζει» με πολύ διαφορετικό τρόπο τη σχέση των δύο αδελφών. Και, βεβαίως, ο Περικλής Σιούντας, ο οποίος είναι ο Πυλάδης, αποκτώντας μία εξόχως σημαντική παρουσία στην παράσταση.
Και ο χορός, όμως, δημιουργήθηκε με πολύ προσεκτικό τρόπο, μέσα από πολύωρες και αυθεντικότατες ακροάσεις τις οποίες ήδη είχαμε γράψει. Η μουσική του Φώτη Σιώτα ζητήθηκε να ερμηνευθεί ζωντανά από τις κοπέλες του χορού. Ασχοληθήκαμε με την καθεμία, με πάρα πολύ εμπεριστατωμένο τρόπο. Έτσι, δημιουργήθηκε ένα πολύ καλό και ισχυρό γκρουπ νέων γυναικών ηθοποιών, οι οποίες υπάρχουν διαρκώς και υπενθυμίζουν πόσο δύσκολο είναι να είσαι ο λαός, να συμπαρίστασαι, πόσο δύσκολο είναι να πάρεις αποφάσεις για το σωστό και πόσο αντιφατική είναι η ίδια η ανθρώπινη φύση.

Η αρχαία τραγωδία μας θυμίζει την «πάλη» μας με θεμελιώδη ζητήματα, μεταξύ των οποίων και η δικαιοσύνη. Πώς ορίζεται η σχέση της Ηλέκτρας με τη δικαιοσύνη;
Η σχέση της Ηλέκτρας με τη δικαιοσύνη είναι μία εσωτερική ανάγκη, η οποία, όμως, εδράζεται στη σχέση με τον πατέρα της. Αυτό, βέβαια, είναι εξαιρετικά ψυχαναλυτικό. Στις αναλύσεις που διάβασα, και διάβασα πολλές, έχει τονιστεί ότι η Ηλέκτρα έχει ένα εξαιρετικά βαθύ ψυχαναλυτικό υπόβαθρο -εξού και το «σύνδρομο της Ηλέκτρας» στις σχέσεις κορών με τους πατεράδες τους- και μέσα από αυτήν τη σχέση με τον πεθαμένο πατέρα δημιουργείται η εμμονή για τη δικαιοσύνη.
Στην πραγματικότητα, το αίτιο είναι καθαρά ερωτικό. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι το έργο είναι «πεδίο δόξης λαμπρό» για ανάλυση, για ψυχαναλυτική εργασία και, ταυτοχρόνως, για έρευνα, γιατί τα κίνητρα δεν είναι καθόλου φανερά και καθαρά μέσα στο έργο. Στην παράστασή μας «φωτίζονται» και πλευρές που, ενδεχομένως, να μην είναι προφανείς, όπως η ερωτική σχέση της Κλυταιμνήστρας με την κόρη της, με τον γιο της αλλά και με τον πεθαμένο Αγαμέμνονα ως σύμβολο. Μέσα σε αυτό το έργο υπάρχουν πάρα πολλά ψυχαναλυτικά στοιχεία.
Δεν με ενδιαφέρει να ασχοληθώ με την Ηλέκτρα υπό το πρίσμα της ψυχασθένειας, γιατί πολλοί έχουν γράψει πως έχει ακόμα και στοιχεία ψυχικής νόσου. Δεν θα ήθελα να τονιστεί καθόλου κάτι τέτοιο, παρότι το βρίσκω νόμιμο.
Η αρχαία τραγωδία ασχολείται με τα ανθρώπινα πάθη και τις αντιφάσεις, με διαφορετικό τρόπο. Ωστόσο, νομίζω ότι, μέσα στο έργο, υπάρχει ένα σύμπλεγμα ερωτικών αισθημάτων ή υποβόσκουσας ερωτικής διάθεσης από όλους σε όλους. Είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον, θεωρώ ότι αυτή είναι και η βάση της αρχαίας τραγωδίας.

Πληροφορίες
«Ηλέκτρα» του Σοφοκλή
Θέατρο Δάσους, Θεσσαλονίκη
Τετάρτη 09/07 & Πέμπτη 10/07, στις 21:30
Εισιτήρια: 22€ γενική είσοδος, 18€ εκπτωτικό
Ηλεκτρονική προπώληση εισιτηρίων: more.com
Συντελεστές
Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου
Σκηνικά – Κοστούμια: Πάρις Μέξης
Μουσική σύνθεση: Φώτης Σιώτας
Σχεδιασμός φωτισμών: Αλέκος Αναστασίου
Χορογραφίες: Μαρκέλλα Μανωλιάδη
Συνεργάτις δραματουργός: Έρι Κύργια
Σχεδιασμός ήχου: Ηλίας Φλάμμος
Βοηθοί σκηνοθέτη: Δήμητρα Κουτσοκώστα, Αρίστη Τσέλου
Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου: Δέσποινα – Μαρία Ζαχαρίου
Βοηθός χορογράφου: Μάρω Σταυρινού
Βοηθοί φωτιστή: Χάρης Δάλλας, Ναυσικά Χριστοδουλάκου
Σχεδιασμός μακιγιάζ: Olga Faleichyk
Σχεδιασμός κομμώσεων: Θωμάς Γαλαζούλας
Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας
Trailer: Θωμάς Παλυβός
Διεύθυνση παραγωγής: Στέλλα Γιοβάνη
Οργάνωση – Εκτέλεση παραγωγής: Άννα Πασπαράκη, Βασιλεία Τάσκου
Σύμβουλος επικοινωνίας – Πληροφορίες για τα ΜΜΕ: Σάσα Παπαχριστοπούλου
Διαφήμιση – Social media: Renegade Media
Διανομή
Ηλέκτρα: Λουκία Μιχαλοπούλου
Ορέστης: Αναστάσης Ροϊλός
Κλυταιμνήστρα: Ιωάννα Παππά
Αίγισθος: Νικόλας Παπαγιάννης
Παιδαγωγός: Γιάννης Αναστασάκης
Χρυσόθεμις: Γρηγορία Μεθενίτη
Πυλάδης: Περικλής Σιούντας
Χορός (αλφαβητικά)
Μαργαρίτα Αλεξιάδη
Ασημίνα Αναστασοπούλου
Ελένη Βλάχου
Ιωάννα Δεμερτζίδου
Ελένη Κιλινκαρίδου – Σίστη
Ιωάννα Λέκκα
Λυδία Στέφου
Άννα Συμεωνίδου
Χαρά Τζόκα
Μουσικοί επί σκηνής
Φώτης Σιώτας
Τάσος Μισυρλής
