Σαν σήμερα η πρώτη πράξη αντίστασης από έναν τολμηρό Τουμπιώτη
Μπορεί να μην είναι ευρέως γνωστό αλλά η πρώτη πράξη αντίστασης κατά της Χούντας της 21ης Απριλίου έγινε στη Θεσσαλονίκη και είχε… τόλμη, πάθος, αγάπη για την Ελευθερία αλλά και τρέλα!
Ήταν η κίνηση ενός Τουμπιώτη του Λάκη Μαρίνου να προβάλλει προς τους Θεσσαλονικείς στις 4 Αυγούστου του 1967 ένα φλεγόμενο «114», άρθρο σύμβολο της Δημοκρατίας της εποχής. Σήμερα, 58 χρονιά μετά, ο Λάκης Μαρίνος γυρνάει τον χρόνο πίσω και διηγείται στο TheOpinion όλα όσα συνέβησαν εκείνη την ημέρα.
«Δεν μπορούσα να ησυχάσω, δεν άντεχα»
«4 Αυγούστου 1967, το πρωί κατέβαινα από το σπίτι της αρραβωνιαστικιάς μου στην Άνω Τούμπα, στο πατρικό μου, που βρισκόταν στη Διογένους. Στη διαδρομή για το σπίτι μου είδα σε όλες τις κολώνες της ΔΕΗ καρφωμένους θυρεούς. Εκείνη την ώρα σκέφτηκα να είχα ένα μπουκάλι οινόπνευμα να τα βάλω φωτιά. Δε μπορούσα να χωνέψω ότι στη χώρα που γεννήθηκε η Δημοκρατία είχαμε Χούντα. Μάλιστα, το βράδυ θα γινόταν σε ένα καφενείο στη γωνία των οδών Κονίτσης (σημερινή Λαμπράκη) και Διαγορά γιορτή από το Γ’ Σώμα Στρατού για την επέτειο της δικτατορίας του Μεταξά. Πήγα στο σπίτι, δε μπορούσα να ησυχάσω, δεν άντεχα», διηγείται ο Λάκης Μαρίνος.
Τότε μας λέει του έρχεται η ιδέα να φτιάξει μια κατασκευή με το «114» που ήταν το σύμβολο για κάθε μία διαδήλωση που γινόταν εκείνη την εποχή υπέρ της διαφύλαξης των δημοκρατικών αξιών. Με τη βοήθεια δύο φίλων του βάζει το σχέδιο του σε εφαρμογή.
«Μαζί με τον Πρόδρομο Α. πήγαμε στα Κωνσταντινοπολίτικα και πήραμε δύο κολώνες του ΟΤΕ και τις πήγαμε σπίτι. Πήγα στην οικοδομή που δούλευα και πήρα τρία μαδέρια, ένα μεγάλο και άλλα δύο για να φτιάξουμε το «4». Κάρφωσα τα μαδέρια, πήρα και τρεις λάμες και άρχισα να «ντύνω» τα 2 «1» και το «4» με πανιά, σεντόνια, ό,τι έβρισκα. Και σχημάτισα το «114», τυλιγμένο με πανιά και με σύρματα. Πήγα στο μπακάλη μαζί με τον Πρόδρομο και πήρα 3 μπιτονάκια πετρέλαιο. Το απόγευμα ήρθε μαζί μας και ο Κώστας Φ., πήραμε τις κολώνες, ανεβήκαμε το ρέμα στη Διογένους που έφτανε μέχρι τη στροφή Τριανδρίας και από εκεί φτάσαμε στο λόφο της Τούμπας».
Οι ώρες είναι κρίσιμες για την εφαρμογή του σχεδίου. Στο σημείο υπάρχει μία σειρήνα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και καταφέρνουν να στήσουν τις κολώνες με το «114».
«Βλέπω ένα ζευγαράκι που ήταν ραντεβού, τους πλησιάζω και τους λέω να φύγουν από το σημείο. Με το που γυρίζω στη σειρήνα ο Πρόδρομος και ο Κώστας είχαν εξαφανιστεί και μένω μόνος μου. Ανέβηκα στη σειρήνα. Βάζω φωτιά το «4», βάζω φωτιά το «1», είχε όμως ένα αεράκι και μου τέλειωσαν τα σπίρτα. Κατεβαίνω από τη σειρήνα, παίρνω το «1» με τις λαμαρίνες το ακουμπάω στο άλλο «1» παίρνει φωτιά και φεύγω», περιγράφει ο κ. Μαρίνος.
Θυμάται να διασχίζει βιαστικά το Σέιχ Σου και να πηγαίνει κατευθείαν στο σπίτι του πεθερού του. Το φλεγόμενο «114» ήταν ήδη ορατό σε όλη την ανατολική Θεσσαλονίκη. Η πράξη του αυτή έδωσε ανάσα στους καταπιεσμένους Θεσσαλονικείς, που βλέποντας το φλεγόμενο σύνθημα αναθάρρησαν και σκέφτηκαν ότι αφού γίνονται τέτοιες ενέργειες, τότε υπάρχει ελπίδα για τον τόπο.
«Άρχισαν να χτυπάνε οι σειρήνες. Όλη η Τούμπα ήταν ανάστατη. Την επόμενη μέρα είδα ένα λόχο ολόκληρο στο λόφο και είχαν γκρεμίσει τη σειρήνα», αναφέρει ο κ. Μαρίνος.

Το κυνήγι για τον εντοπισμό του
Αμέσως ξεκινά κυνηγητό για τον εντοπισμό του και στις 27 Αυγούστου, ημέρα Παρασκευή τον συλλαμβάνουν.
«Κοιμόμουν σε πάρκα, σε οικοδομές για να μη με πιάσουν. Την Παρασκευή 27 Αυγούστου ήμουν στο Ντορέ και θα ερχόταν ένας φίλος να με πάρει και να με κρύψει σε ένα σπίτι. Συμπωματικά περνάει ένας Τουμπιώτης που ζούσε στη Γαλλία και είχε έρθει για διακοπές και του λέω: ‘Μιχάλη με κυνηγάνε, φεύγω…’ και αυτός με καρφώνει στην Αστυνομία. Με περικυκλώνουν τρία αυτοκίνητα της Ασφάλειας στο πάρκο του Λευκού Πύργου και με πηγαίνουν στην πλατεία Δημοκρατίας, πρώην Μεταξά, όπου υπήρχε το κόκκινο σπίτι της Ασφάλειας. Και εκεί άρχισαν τα βασανιστήρια… Εκεί βρήκα τον Μήτσο Σαχίνη και τον γιο του Αγάπιο, που τους είχαν συλλάβει για τη δική μου υπόθεση αν και δεν είχαν καμία σχέση. Μας κράτησαν μία βδομάδα και από εκεί μας έστειλαν στις νέες φυλακές. Είχαν συλλάβει και τη μάνα μου και την αδελφή μου», θυμάται.
Στις 31 Αυγούστου γίνεται με συνοπτικές διαδικασίες το Στρατοδικείο. «Εκεί είχαν φέρει και άλλους που δεν είχαν σχέση απλά για να δείξουν ότι είμαστε ομάδα. Καταδίκασαν και τη μικρή μου αδερφή που ήταν 16 χρονών. Μας απαγγέλθηκαν οι κατηγορίες του νόμου 507 περί ανατροπής καθεστώτος δία βίαιων μέσων. Οι ποινές που μας ανακοινώθηκαν ήταν ισόβια στο Μήτσο Σαχίνη, 20 χρόνια στον Αγάπιο και 18 σε μένα και 3 χρόνια στον ανήλικο Αντώνη Χαχούμη. Μας πήγαν στις νέες φυλακές και από εκεί στην φυλακή της Αλικαρνασσού, στη Κρήτη που ήταν η πιο σκληρή φυλακή εκείνης της εποχής».
Όταν τον ρωτάω από που είχε αντλήσει το θάρρος για την πράξη του αυτή μου απαντά «ήταν πράγματι τρελό, μπορώ να πω άγνοια κινδύνου. Δε μπορούσα να διανοηθώ ότι το έκανα».
Ο Λάκης Μαρίνος άτομο επαναστατικό, ασυμβίβαστο και ανήσυχο δεν θα μπορούσε να στριμωχτεί μέσα στα πειθαρχημένα πλαίσια ενός κομματικού μηχανισμού. Όταν μπήκε στο χώρο της Αριστεράς είχε μέντορά του τον Χρόνη Μίσσιο. Ήταν στο ΔΣ της Νεολαίας της ΕΔΑ και μέχρι το 1980 σημαίνον στέλεχος της ΚΝΕ οπότε και τον διέγραψε ο Χαρίλαος Φλωράκης γιατί «είχα νεωτεριστικές ιδέες. Ξέρετε, το καθεστώς των κομμάτων, είτε αριστερά είτε δεξιά, εμπεριέχει ανθρώπους που δε θέλουν να χάσουν τις καρέκλες τους. Εγώ δεν πήγαινα με τον κομματικό μηχανισμό. Δε τους άντεχα».
Στη συνέχεια δραστηριοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία στο χώρο του φαρμάκου και των παρασκευασμάτων και διαθέτει εδώ και χρόνια μια από τις πιο γνωστές εταιρίες του χώρου με έδρα τη Θεσσαλονίκη.

ΥΓ. Τη φωτογραφία από το στρατοδικείο «τράβηξε» ο αείμνηστος φωτορεπόρτερ Γιάννης Κυριακίδης με τον οποίον τον συνέδεε μακροχρόνια φιλία.