«Ψωμί, Παιδεία, Όχι επαιτεία»: Ο «κόκκινος» Μάης της εξέγερσης των τυφλών το 1976
Μια άγνωστη, για πολλούς, επέτειος αναβιώνει μέσα από την εξιστόρηση στο TheOpinion του Χάρη Χουρδάκη, επικεφαλής της Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα Αναπήρων.
Από την επαιτεία και την εξάρτηση από οικογένεια και «φιλανθρώπους», στην αυτονομία, την εργασία και την εκπαίδευση.
Όσο αδιανόητη κι αν φαντάζει σήμερα, η εικόνα του τυφλού επαίτη, εικόνα που έχει περάσει στις σημερινές γενιές μέσα από σατυρικές αναφορές σε τηλεόραση και κινηματογράφο, πριν το 1976 αποτελούσε την πραγματικότητα που βίωναν χιλιάδες τυφλοί σε ολόκληρη τη χώρα.
Οι τυφλοί αντιμετωπίζονταν ως «φιλανθρωπικό έργο», με τον Οίκο των Τυφλών να λειτουργεί για 70 χρόνια ως φιλανθρωπικό ίδρυμα και τη διοίκησή του να βρίσκεται υπό τη σκέπη της Εκκλησίας και της Αρχιεπισκοπής.
Όλα αυτά όμως άλλαξαν, όταν τον Μάϊο του 1976 οι μαθητές της Σχολής Τυφλών στην Αθήνα, ξεσηκώθηκαν με αφορμή την αποβολή μαθητών οι οποίοι κατηγορήθηκαν για συνδικαλιστική δράση.
Στην κατάληψη δεν τέθηκε μόνο το ζήτημα άρσης των αποβολών των συγκεκριμένων μαθητών, αλλά και η δημοσιοποίηση της Σχολής, η δυναμική ένταξη των τυφλών στον εργασιακό στίβο, καθώς και η οικονομική κάλυψη με επιδόματα και συντάξεις σε εκείνους που δεν εργάζονται.
Η «ώρα μηδέν» για την απόκτηση βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων για τους τυφλούς σήμανε, σηματοδοτώντας ριζοσπαστικές αλλαγές και αναγκάζοντας ακόμη και την Εκκλησία σε… «οπισθοχώρηση», ίσως για πρώτη φορά στα ελληνικά χρονικά.
Μιλώντας στο TheOpinion, ο Χάρης Χουρδάκης, επικεφαλής της Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα Αναπήρων και μαθητής με ολική απώλεια όρασης που έζησε τον Μάη των τυφλών, ξετυλίγει το κουβάρι της εξέγερσης και μιλά για το μετά και το σήμερα των ατόμων με οπτική αναπηρία.
Η επίδραση του Πολυτεχνείου στον αγώνα για μια καλύτερη ζωή
«Γενικότερα οι αγώνες της νεολαίας πριν τη δικτατορία ακούμπησαν και το αναπηρικό κίνημα. Δημιουργούσαν προοδευτικά ιδανικά, μια απόρριψη όσων υπήρχαν μέχρι τότε. Ότι πολλοί τυφλοί ήταν στο περιθώριο να ζητιανεύουν κλπ. Υπήρχε η πληροφόρηση σε σχέση με τη μόρφωση, την υγεία σε άλλες χώρες. Υπήρχαν άνθρωποι για παράδειγμα που είχαν ταξιδέψει στη Σοβιετική Ένωση πριν τη δικτατορία και είδαν τι γινόταν με τους τυφλούς, με το σύστημα υγείας. Όλα αυτά επιδρούσαν. Φυσικά και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας τα παιδιά που μεγάλωναν στη σχολή τυφλών είχαν τη λογική της απόρριψης της προηγούμενης λογικής του να βρίσκονται οι τυφλοί στο περιθώριο, να εξαρτώνται από την οικογένειά τους, να ζητιανεύουν. Υπήρχε η διάθεση να μορφωθούν, να βρουν δουλειά. Αυτό κατά τα τέλη της δικτατορίας πήρε μαζικά χαρακτηριστικά. Στους μαθητές επέδρασε άμεσα το Πολυτεχνείο και τα γεγονότα της κατάληψης της Νομικής. Όλα αυτά διαμόρφωσαν γενικότερα ένα προοδευτικό ρεύμα για αγώνα για μια καλύτερη ζωή».
Οι παρωχημένες «αντιλήψεις» της διοίκησης της Σχολής Τυφλών Αθηνών και η σύσταση της παράνομης Επιτροπής Αγώνα
«Το εμπόδιο ήταν η διοίκηση της σχολής που ήταν στην εκκλησία. Είχαν παρωχημένες αντιλήψεις, μας χρησιμοποιούσαν για να μαζεύουν λεφτά. Προέβαλαν υποτίθεται τη δουλειά των μαθητών για να μαζεύουν ενισχύσεις και δωρεές για τη σχολή. Αυτό δημιουργούσε μια γενικότερη απόρριψη, που μετά την δικτατορία, πήρε μαζικά χαρακτηριστικά. Γραφτήκαμε στα Σωματεία, οργανωθήκαμε. Ενώσαμε τους δύο συλλόγους που υπήρχαν και φτιάξαμε την Επιτροπή Νεολαίας του Συλλόγου των Τυφλών. Όλο αυτό ενοχλούσε τη διοίκηση. Η μαθητική κοινότητα που συγκροτήθηκε πήρε αγωνιστικά χαρακτηριστικά. Έγινε μια πρώτη κινητοποίηση των τυφλών μετά τη δικτατορία, στις αρχές του 1975. Πήραν μέρος οι μαθητές που διεκδικούσαν δικαιώματα, δουλειά. Αυτό έδωσε μια δυναμική μέσα στο χώρο να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε. Η διοίκηση μας έβγαλε στην παρανομία. Ακύρωσε τις εκλογές της μαθητικής κοινότητας, οπότε εκλέξαμε παράνομα Επιτροπή Αγώνα. Στη λήξη της σχολικής χρονιάς του 1975 αρνηθήκαμε οι αριστούχοι μαθητές να παραλάβουμε τα αριστεία από τη διοίκηση της σχολής. Έγινε παρέμβαση, διεκδικήσαμε να πάρουν εκπρόσωποί μας το λόγο. Δεν τους τον έδωσαν και διαλύσαμε τη γιορτή. Κλείνοντας η σχολική χρονιά του 1974-1975 ήδη ο Σύλλογος των μαθητών είχε πάρει θέση αγωνιστή κόντρα στη διοίκηση».
Οι αποβολές μαθητών, οι απειλές και η αρχή της κατάληψης της Σχολής Τυφλών
«Η επόμενη χρονιά κλιμακώθηκε σε αυτή τη λογική. Άρχισαν οι διώξεις και οι απειλές. Λίγο πριν το Πάσχα του 1976 ανακοινώθηκαν κάποιες αποβολές μαθητών. Υπήρξε αντίδραση και συνεργασία με τον Σύλλογο των Τυφλών. Κάναμε συγκέντρωση την Πέμπτη πριν το Σάββατο του Λαζάρου και δηλώσαμε πως ό,τι και να γίνει κανείς δε θα γυρίσει στη σχολή μετά το Πάσχα. Την Κυριακή του Θωμά, στις 2 Μαΐου, που έπρεπε να γυρίσουμε πίσω στο οικοτροφείο, αρνήθηκαν την είσοδο σε όσους είχαν αποβληθεί. Τότε σπάσαμε τον αστυνομικό κλοιό και μπήκαμε από διάφορα σημεία και από μάντρες. Μαζεύτηκαν μεγαλύτεροι τυφλοί, φοιτητές, εργαζόμενοι και άνεργοι και -παρά την αστυνομοκρατία που υπήρχε στη Σχολή- έγινε κατάληψη. Στις 27 του Μάη αποφασίστηκε μια ομάδα να κάνει απεργία πείνας στο Σύνταγμα. Χτυπήθηκε. Με τη δύναμη του κόσμου παραμείναμε εκεί. Πήρε διαστάσεις η όλη ιστορία. Κρατήθηκε η κατάληψη και μέσα στο καλοκαίρι, με κινητοποιήσεις. Έγινε μεγάλη εκδήλωση αλληλεγγύης στο γήπεδο του Πανιωνίου στη Νέα Σμύρνη στα μέσα Ιουλίου. Είχε πάρει διαστάσεις και η εκκλησία είχε εκτεθεί χοντρά αν και έβγαζε διαγγέλματα ότι είμαστε εγκληματίες και αλήτες υποκείμενοι από τον κομμουνισμό. Είναι πολύ σημαντικό ότι κινητοποιήθηκαν μέσα από σωματεία, εργαζόμενοι, μαθητές των σχολείων μας. Εμείς πηγαίναμε και σχολείο στα σχολεία της Καλλιθέας οπότε και οι μαθητές της κοινότητας και οι μαθητές των σχολείων έκαναν κινητοποιήσεις. Κάθε βράδυ μαζευόταν πολύς κόσμος απ’ έξω με μεγάφωνα. Γίνονταν μεγάλες εκδηλώσεις. Και στο γήπεδο της Καλλιθέας έγινε μεγάλη εκδήλωση που κατέληξε με πορεία στη Σχολή με τη συμμετοχή χιλιάδων κόσμου».
«Πάγωμα» του ποινικού ελέγχου της διοίκησης σε αντάλλαγμα την υπαγωγή της Σχολής στο δημόσιο και την απόσυρση των μηνύσεων
«Μετά την έναρξη της σχολικής χρονιάς τον Σεπτέμβρη του 1976 υπήρχε επιμονή. Έγιναν καταλήψεις και στα γραφεία του Οίκου Τυφλών που άνοιξαν στην Καλλιθέα κοντά στη Σχολή απ’ όπου ήθελαν να ελέγχουν την κατάσταση. Έγιναν και συγκρούσεις με την αστυνομία οπότε είδαν ότι δεν μπορούσε να καμφθεί το κίνημα και αναγκάστηκαν να δεχθούν την υπαγωγή της σχολής στο δημόσιο. Βέβαια αυτό που δε δεχθήκαμε μεγάλο μέρος των παιδιών και του κόσμου, αλλά το δέχθηκε η πλειοψηφία ήταν η παραίτηση από τον ποινικό έλεγχο που θα έπρεπε να γίνει στη διαχείριση της περιουσίας από τους φιλάνθρωπους. Πήραν αυτοί πίσω τις μηνύσεις, αλλά και ταυτόχρονα για να δεχθούν να παραχωρηθεί στο δημόσιο η περιουσία της Σχολής που λειτουργούσε έως τότε ως φιλανθρωπικό ίδρυμα, σταμάτησε κάθε έλεγχος και δίωξη αυτών που διοικούσαν τον Οίκο Τυφλών. Ήταν άδικο γιατί υπήρχαν μεγάλες καταχρήσεις στις οποίες ήταν μπλεγμένη και η εκκλησία».
Έπειτα από 5 μήνες κατάληψης και μαζικών κινητοποιήσεων η Σχολή Τυφλών και η περιουσία της πέρασαν στα χέρια του δημοσίου, προχώρησε το διάταγμα ίδρυσης του ΚΕΑΤ, αναβαθμίστηκε η εκπαίδευση και τα μέσα που λάμβαναν μαθητές και φοιτητές, άνοιξαν πολλές θέσεις εργασίας. Τουλάχιστον το πρώτο διάστημα, σύμφωνα με τον κ. Χουρδάκη.
«Τότε ξεκίνησε το ξήλωμα των καταρτίσεων που είχαμε και να διώκονται οι μαθητές και οι καθηγητές που στήριξαν την κατάληψη, που προσπαθούσαν να λύσουν ζητήματα που διεκδικούσαμε από πριν. Έπειτα άρχισαν να λένε ότι πρέπει να κλείσουν τα ειδικά σχολεία. Κάτω από τους αγώνες λύθηκαν κάποια πράγματα, αλλά στη συνέχεια άρχισαν πάλι να χειροτερεύουν. Στην αρχή οι φοιτητές πήραν εξοπλισμό μεγάλης αξίας όταν έμπαιναν στο πανεπιστήμιο. Τότε χρησιμοποιούσαμε μπομπινόφωνα για να διαβάζουμε. Ήταν από τα πρώτα που ξηλώθηκαν από το 1983».
«Θέλουν να μετατρέψουν το ΚΕΑΤ και τη Σχολή της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας σε απλά κέντρα παροχής υπηρεσιών και όχι εκπαίδευσης»
Παράλληλα, ο ίδιος μιλά για τις συνθήκες σήμερα, για την απουσία βιβλίων braille, καθώς και εκμάθησης της γραφής, αλλά και για την απουσία Λυκείου και Γυμνασίου στο πλαίσιο των Σχολών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
«Σήμερα η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη στη Σχολή. Για παράδειγμα, είχαμε ανάγλυφους χάρτες, σήμερα δεν υπάρχουν. Τότε υπήρχε παραγωγή βιβλίου μουσικής. Παρά πολλοί τυφλοί μαθαίνουν μουσική. Σήμερα δεν υπάρχει βιβλίο μουσικής σε braille. Σήμερα υπάρχουν οι υπολογιστές και τα προγράμματα που πληρώνεις για να τα έχεις. Δεν υπάρχει δωρεάν παροχή εξοπλισμού. Τότε παίρναμε ακόμη και γραφομηχανή από τη Σχολή. Σήμερα τα παιδιά δεν παίρνουν τίποτα. Παρά πολλοί βλέποντες μαθαίνουν braille, αλλά οι τυφλοί δεν ξέρουν. Είναι πολύ λιγότεροι από παλαιότερα, γιατί δεν διδάσκονται στη Σχολή. Δεν υπάρχει παραγωγή βιβλίων braille, δεν υπάρχει παραγωγή λογοτεχνίας. Ένα βιβλίο δεν μπορεί να είναι το ίδιο για ένα παιδί που έχει πλήρη όραση και το ίδιο για ένα τυφλό. Θα πρέπει το βιβλίο να είναι πιο αναλυτικό, πιο περιγραφικό. Τα σημερινά βιβλία είναι κακέκτυπα. Επιπλέον, έχουν αφήσει τα κτίρια να ρημάζουν με τη λογική να απωθούνται οι γονείς, να μην πηγαίνουν τα παιδιά τους και να κλείσουν. Υπάρχουν ακόμα, γιατί έχουν γίνει αγώνες. Θέλουν να μετατρέψουν το ΚΕΑΤ και τη Σχολή της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας σε απλά κέντρα παροχής υπηρεσιών και όχι εκπαίδευσης. Γι’ αυτό και δεν έφτιαξαν ποτέ Γυμνάσιο και Λύκειο όπως ζητούσαμε. Έχει η Τουρκία Γυμνάσια και Λύκεια, η Γερμανία, η Γαλλία. Όταν επιχείρησαν να τα κλείσουν στη Γερμανία ξεσηκώθηκε ο κόσμος και τα ξανά άνοιξαν».