Golden Visa: Ποιοι ξένοι επενδύουν στη Θεσσαλονίκη
Η νέα πραγματικότητα στις αγοραπωλησίες ακινήτων στη Θεσσαλονίκη μετά την αύξηση του ορίου
Η ριζική αλλαγή του προγράμματος Golden Visa από 1η Σεπτεμβρίου 2024 έχει προκαλέσει αναταράξεις στην αγορά ακινήτων της Θεσσαλονίκης. Η μεγάλη αύξηση του ελάχιστου ορίου, από τις 250.000 ευρώ στις 800.000 ευρώ, φαίνεται πως έχει φέρει τα πάνω κάτω στον ρυθμό των συναλλαγών, αλλά και τις επιλογές των υποψήφιων επενδυτών.
Για την Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης θεσπίστηκαν επιπλέον περιορισμοί. Η επένδυση πρέπει να αφορά ένα μόνο ακίνητο, το οποίο θα πρέπει να έχει ελάχιστη επιφάνεια 120 τ.μ. Αυτή η αλλαγή ουσιαστικά αλλάζει το μοτίβο που υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια, όπου οι επενδυτές επέλεγαν μικρά διαμερίσματα για βραχυχρόνια μίσθωση.
Η αγορά σε αναμονή
«Η άμεση επίπτωση της αύξησης του ορίου είναι η αναμονή και μια αρχική επιβράδυνση ή πάγωμα των συναλλαγών για ακίνητα μεσαίας αξίας. Η αγορά βρίσκεται σε τροχιά επενδυτικής αναμονής, καθώς οι αγοραπωλησίες γίνονται, αλλά η τελική κατάθεση φακέλων στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου αναμένει τις εξειδικευμένες διευκρινίσεις για το νέο πλαίσιο», αναφέρει μιλώντας στο TheOpinion o Φίλιππος Προγιόπουλος, γενικός γραμματέας του Συλλόγου Μεσιτών Θεσσαλονίκης.
«Παρατηρείται αυξημένο ενδιαφέρον για τις προβλεπόμενες από τον νόμο εξαιρέσεις που επιτρέπουν χαμηλότερα επενδυτικά όρια. Το όριο των 250.000 ευρώ ισχύει για επενδύσεις σε διατηρητέα κτίρια ή για τη μετατροπή επαγγελματικών χώρων σε κατοικίες, ανεξαρτήτως εμβαδού, γεγονός που ενισχύει τη ζήτηση για επαγγελματικά ακίνητα στο κέντρο της πόλης τα οποία αλλάζουν χρήση. Αντίστοιχα, το όριο των 400.000 ευρώ εφαρμόζεται στις λιγότερο περιζήτητες περιοχές εκτός της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης», εξηγεί ο κ. Προγιόπουλος.
Το νέο προφίλ του επενδυτή στη Θεσσαλονίκη
Με το νέο όριο των 800.000 ευρώ, το προφίλ των επενδυτών αλλάζει θεαματικά. Ο επενδυτής πλέον είναι υψηλής οικονομικής επιφάνειας, με ενδιαφέρον του να στρέφεται σε ακίνητα υψηλής ποιότητας, δηλαδή υπερπολυτελή διαμερίσματα, μονοκατοικίες και βίλες.
Παρά τις ριζικές αλλαγές του προγράμματος, η Θεσσαλονίκη συνεχίζει να προσελκύει επενδυτές, κυρίως λόγω της γεωγραφικής της εγγύτητας και της σύνδεσής της με τα Βαλκάνια, σύμφωνα με τον τον γ.γ γραμματέα του Συλλόγου Μεσιτών Θεσσαλονίκης.
« Οι κυρίαρχες εθνικότητες που εκδηλώνουν ενδιαφέρον από το Ισραήλ που παραμένουν ιδιαίτερα ενεργοί, από την Τουρκία που εκδηλώνουν ισχυρό ενδιαφέρον, από χώρες των Βαλκανίων, όπου η εγγύτητα και οι οικονομικοί δεσμοί παίζουν καθοριστικό ρόλο και από την Κίνα αν και παραδοσιακά προτιμούν την Αθήνα, εξακολουθούν να υπάρχει ενδιαφέρον», υπογραμμίζει ο κ. Προγιόπουλος.
«Οι αλλαγές στη Golden Visa στη Θεσσαλονίκη σηματοδοτούν μια μετάβαση από μια αγορά που κινούταν από το κίνητρο της διαμονής σε μια αγορά που απευθύνεται σε επιλεγμένους, υψηλής επιφάνειας επενδυτές», αναφέρει ο κ. Προγιόπουλος και συμπληρώνει ότι, «το νννέο καθεστώς αναμένεται να οδηγήσει σε αναβάθμιση των επενδύσεων σε πολυτελή ακίνητα και κατοικίες υψηλών προδιαγραφών και ενεργοποίηση της αγοράς των επαγγελματικών και διατηρητέων ακινήτων που μπορούν να μετατραπούν σε κατοικίες. Η Θεσσαλονίκη, αν και αντιμετωπίζει μια περίοδο προσαρμογής, διατηρεί την ελκυστικότητά της ως επενδυτικός προορισμός, στρέφοντας πλέον το ενδιαφέρον σε επενδύσεις μεγαλύτερου ύψους και ουσιαστικής ποιότητας».
Οι «χρυσές» εξαιρέσεις στη Θεσσαλονίκη
Την ώρα που το γενικό όριο επένδυσης στη Θεσσαλονίκη, εκτοξεύτηκε στα 800.000 ευρώ, ο νομοθέτης διατήρησε εξαιρέσεις που επιτρέπουν σε επενδυτές να εξασφαλίσουν την Golden Visa με το παλαιό όριο των 250.000 ευρώ. Οι εξαιρέσεις αυτές αποτελούν πλέον τον βασικό μοχλό της αγοράς για όσους δεν διαθέτουν τα κεφάλαια για ακίνητα υψηλής πολυτέλειας, σύμφωνα με τον Προγιόπουλο,
«Οι δύο βασικές οδοί για επένδυση των 250.000 ευρώ είναι πλέον η μετατροπή επαγγελματικού χώρου σε κατοικία», επισημαίνει. «Η ρύθμιση αυτή έχει προκαλέσει τη μεγαλύτερη κινητικότητα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, καθώς επιτρέπει την αγορά παλιών γραφείων, καταστημάτων ή αποθηκών και τη δέσμευση του επενδυτή να τα μετατρέψει σε κατοικίες», συμπληρώνει.
Όπως υπογραμμίζει, «το μεγάλο πλεονέκτημα είναι ότι το απαιτούμενο ποσό επένδυσης μένει στα 250.000 ευρώ, ανεξάρτητα από την περιοχή. Επιπλέον, δεν ισχύει το ελάχιστο όριο των 120 τ.μ., δίνοντας τη δυνατότητα αγοράς και ανακαίνισης μικρότερων ακινήτων. Οι επενδυτές στρέφονται σε παλαιά ακίνητα στο κέντρο, δίνοντάς τους νέα ζωή».
Η δεύτερη εξαίρεση αφορά τα διατηρητέα κτίρια. «Στην περίπτωση αγοράς διατηρητέου ακινήτου, ο επενδυτής δεσμεύεται για την αποκατάσταση και ανακαίνισή του, με το όριο επένδυσης επίσης στα 250.000 ευρώ», αναφέρει ο κ. Προγιόπουλος.
«Οι εξαιρέσεις αυτές μετατρέπουν την αύξηση του ορίου από “ταφόπλακα” σε πραγματική ευκαιρία για την αγορά της Θεσσαλονίκης», τονίζει. «Οι μεσαίοι επενδυτές αποφεύγουν το εμπόδιο των 800.000 ευρώ, παρακάμπτουν την απαίτηση για μεγάλο εμβαδόν και στρέφονται δυναμικά στο κέντρο, όπου οι αποδόσεις, μετά από ανακαίνιση, είναι υψηλότερες, είτε μέσω βραχυχρόνιας είτε μέσω μακροχρόνιας μίσθωσης».
«Συνολικά, η Θεσσαλονίκη παραμένει σε τροχιά έντονου επενδυτικού ενδιαφέροντος, με τη ζήτηση να μετατοπίζεται στρατηγικά από τα κλασικά διαμερίσματα προς τα επαγγελματικά ακίνητα που μπορούν να μετατραπούν σε κατοικίες», καταλήγει o κ. Προγιόπουλος.
«Παγώνει» η αγορά της Θεσσαλονίκης – Οι επαγγελματίες εγκαταλείπουν το κέντρο