Υπόγεια ύδατα σε κρίση: Η πρόκληση της Κεντρικής Μακεδονίας στον αγώνα κατά της λειψυδρίας
Άρθρο στο TheOpinion του Φίλιππου Γκανούλη, Πολιτικού Μηχανικού, π. Περιφερειακού σύμβουλου, μέλους του Πολιτικού Συμβουλίου του ΚΟΣΜΟΣ.
Άρθρο στο TheOpinion του Φίλιππου Γκανούλη, Πολιτικού Μηχανικού, π. Περιφερειακού σύμβουλου, μέλους του Πολιτικού Συμβουλίου του ΚΟΣΜΟΣ.
Η κλιματική κρίση και η συνεπαγόμενη λειψυδρία δεν είναι πλέον μια μακρινή απειλή· είναι μια καθημερινή πραγματικότητα που πλήττει όλο και εντονότερα την χώρα μας. Αν και η προσοχή συχνά στρέφεται στις επιφανειακές πηγές νερού —ποτάμια, λίμνες και ταμιευτήρες—, τα υπόγεια ύδατα αποτελούν τον αφανή πυλώνα υδροδότησης, ειδικά σε αγροτικές περιοχές και σε περιόδους ξηρασίας. Ωστόσο είναι άγνωστο στο ευρύ κοινό πως τα υπόγεια ύδατα της χώρας –και ειδικά της Κεντρικής Μακεδονίας– βρίσκονται σε επικίνδυνη τροχιά εξάντλησης.
Η κοινή αντίληψη που θέλει τα υπόγεια νερά να είναι σχεδόν ανεξάντλητα, βασισμένη στη λανθασμένη εικόνα των “τεράστιων υπόγειων δεξαμενών”, συγκρούεται με την πραγματικότητα: οι γεωτρήσεις στη Βόρεια Ελλάδα συχνά αποδίδουν πλέον αέρα αντί για νερό. Συχνά η υδροδότηση πλέον εξαρτάται από γεωτρήσεις όλο και πιο απομακρυσμένων περιοχών, ένδειξη της εξάντλησης των τοπικών αποθεμάτων. Σε περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας, όπως στον κάμπο της Ημαθίας και της Πέλλας, οι γεωτρήσεις για άρδευση ξεπερνούν πλέον τα 250 μέτρα βάθος, φανερώνοντας την απόγνωση με την οποία αναζητείται νερό σε έναν υδροφόρο ορίζοντα που υποχωρεί διαρκώς.
Η Κεντρική Μακεδονία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα περιοχής με χαμηλό ρυθμό εμπλουτισμού των υπόγειων υδροφορέων. Παρά τη φυσική ποικιλομορφία της και την παρουσία μεγάλων πεδιάδων, όπως αυτή της Θεσσαλονίκης, τα δεδομένα δείχνουν πως η περιοχή ανήκει στις λιγότερο ευνοημένες σε ό,τι αφορά την αναπλήρωση των υπόγειων αποθεμάτων. Αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες: περιορισμένες βροχοπτώσεις, αυξημένη εξατμισιδιαπνοή λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας, υπεράντληση για αρδευτικούς σκοπούς και απουσία ενιαίου δικτύου παρακολούθησης των υδάτων.
Παρά το γεγονός ότι τα επίσημα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών (ΣΔΛΑΠ) αξιολογούν την ποσοτική κατάσταση των υπόγειων υδάτων στην Κεντρική Μακεδονία ως ικανοποιητική, η εικόνα που καταγράφεται τοπικά έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη θεώρηση. Σε αρκετές περιοχές, όπως στην πεδιάδα των Γιαννιτσών, στον κάμπο της Χαλκηδόνας ή στις υπώρειες του Βερτίσκου, οι γεωτρήσεις παρουσιάζουν μειωμένη απόδοση ή έχουν οδηγηθεί σε εγκατάλειψη, γεγονός που φανερώνει πιέσεις στον υδροφόρο ορίζοντα. Η αντίφαση αυτή μεταξύ επίσημων εκτιμήσεων και πραγματικών συνθηκών πεδίου υποδηλώνει την ανάγκη για άμεση αναθεώρηση των διαχειριστικών δεδομένων και εργαλείων, ώστε να αντανακλούν τις σημερινές περιβαλλοντικές προκλήσεις.
Η Κεντρική Μακεδονία δεν είναι απλώς γεωγραφικά σημαντική —είναι πυλώνας γεωργικής παραγωγής και αστικής ανάπτυξης. Η Θεσσαλονίκη και οι γύρω περιοχές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από υπόγεια ύδατα για υδρευτικές και αρδευτικές ανάγκες. Η μείωση του υδατικού ισοζυγίου, εάν δεν ανασχεθεί άμεσα, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, ιδίως στον αγροτικό τομέα, που ήδη δοκιμάζεται.
Η επιστημονική κοινότητα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: τα δεδομένα δείχνουν ότι ο εμπλουτισμός των υπόγειων υδάτων μειώνεται δραματικά, με ιδιαίτερη επιδείνωση την τελευταία πενταετία. Οι κύριες αιτίες εντοπίζονται στη μείωση των ημερών με βροχή, στην αύξηση της θερμοκρασίας και στην αυξανόμενη ζήτηση νερού, ειδικά για αρδευτική χρήση. Οι όποιες ραγδαίες βροχοπτώσεις δεν επαρκούν να αναπληρώσουν τα αποθέματα, καθώς η ένταση και η διάρκεια τους δεν επιτρέπουν τη φυσική διήθηση στο έδαφος.
Η Κεντρική Μακεδονία χρειάζεται άμεσες, στοχευμένες παρεμβάσεις. Αυτές περιλαμβάνουν:
- Κατασκευή έργων εμπλουτισμού και αποθήκευσης νερού, όπως μικρά φράγματα, τεχνητοί υγρότοποι, λιμνοδεξαμενές και συστήματα διήθησης, καθώς και αναβάθμιση των υφιστάμενων αρδευτικών δικτύων για μείωση απωλειών
- Επέκταση και επικαιροποίηση του δικτύου παρακολούθησης υδάτων, με αξιοποίηση σύγχρονων τεχνολογιών όπως δορυφορικά δεδομένα και τεχνητή νοημοσύνη.
- Επικαιροποίηση των ΣΔΛΑΠ με βάση τα πραγματικά δεδομένα πεδίου, ώστε να αποτυπώνεται η υποβάθμιση και να σχεδιάζονται αποτελεσματικές πολιτικές.
- Θέσπιση αυστηρών ορίων χρήσης νερού ανά γεωργική περιοχή, στη βάση της φέρουσας ικανότητας του υπόγειου υδροφορέα.
- Καλλιέργεια της υδατικής συνείδησης στους πολίτες και στους φορείς τοπικής αυτοδιοίκησης, ώστε να προωθείται η υπεύθυνη χρήση του νερού.
Η κρίση των υπόγειων υδάτων είναι ένα σύνθετο, αλλά όχι άλυτο πρόβλημα. Η Κεντρική Μακεδονία μπορεί —και πρέπει— να αναδειχθεί σε παράδειγμα ορθής υδατικής διαχείρισης. Με σχέδιο, επιστημονική τεκμηρίωση και πολιτική βούληση, η επαναφορά της ισορροπίας στον κύκλο του νερού είναι εφικτή. Η αδράνεια σήμερα θα μας κοστίσει πολύ ακριβότερα αύριο —και όχι μόνο σε κυβικά νερού, αλλά σε κοινωνική και παραγωγική σταθερότητα.