Το Θεϊκό δικαίωμα των φτωχών και η δεύτερη ευκαιρία όλων των ανθρώπων
Στα 20 μου χρόνια υπηρετούσα τη θητεία μου στο ναυτικό. Θα φεύγαμε ταξίδι με το καράβι. Βγήκα έξω, σχεδόν άφραγκος, για έναν καφέ. Πριν επιστρέψω στο νησί της Σαλαμίνας, θυμήθηκα ότι δε θα μου έφταναν οι μπαταρίες για το γουόκμαν. Μπήκα σε ένα σούπερ μάρκετ, πήρα τέσσερις μικρές μπαταρίες και έκανα να φύγω χωρίς να τις πληρώσω.
Μέχρι τότε δεν είχα κλέψει ούτε από τα ψιλά του γέρου μου που έχασκαν προκλητικά στο τραπέζι του σπιτιού. Είχα την αίσθηση ότι κάτι με έβλεπε από εκεί ψηλά. Δεν είχα άντερα για την παραμικρή αλητεία. Αλλά τις μπαταρίες τις πήρα. Δεν το σκέφτηκα καν. Δεν προβληματίστηκα. Δεν είχα καθόλου λεφτά και θα ταξίδευα τέσσερις ολόκληρες μέρες. Αλλη παρέα από τα γουόκμαν μου και τα βιβλία δεν είχα. Το έκανα ασυναίσθητα. Σαν μια κάποια λύση στο πρόβλημά μου.
Από τις κάμερες με είδε ένας σεκιουριτάς στην ηλικία του γέρου μου. Έκανα μπαμ ότι μπήκα ύποπτα και ήθελα να φύγω βιαστικά. Με πήρε στην άκρη και μου ζήτησε τις μπαταρίες. Του τις έδωσα έχοντας 200 σφυγμούς. Θόλωσα. Ζαλίστηκα. Ήθελα να μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω. Να μην έχω μπει ποτέ σε αυτό το σούπερ μάρκετ (στην οδό Αθηνάς ήταν).
Περίμενα υπομονετικά να έρθει η αστυνομία. Έτσι πίστευα. Έδωσα την ταυτότητά μου στον υπεύθυνο, είδε ότι ήμουν ναύτης, είδε και την ηλικία, την καταγωγή, το επώνυμο. Με κοίταξε στα μάτια και μου την έδωσε πίσω. Μού εξήγησε ότι αν καλούσε την αστυνομία θα είχα μεγάλο πρόβλημα με την υπηρεσία μου. Το ήξερα καλά αυτό. Πέρασαν δύο λεπτά σαν αιώνας. Με άφησε να φύγω χωρίς να πει τίποτα, χωρίς να προλάβω καν να του πω ευχαριστώ.
Μπορεί να μην μιλήσαμε καθόλου οι τρεις μας, εγώ, ο σεκιουριτάς και ο υπεύθυνος του σούπερ μάρκετ αλλά καταλάβαμε πολλά. Εγώ σίγουρα κατάλαβα πολλά. Οι άνθρωποι, προφανώς έμπειροι από τέτοια θέματα, έκριναν ότι το μάθημά μου το είχα πάρει. Ζύγισαν ότι η αυστηρότητά τους εκείνη τη στιγμή περισσότερο κακό και λιγότερο καλό θα έκανε. Να είναι καλά οι άνθρωποι. Το μάθημά μου πράγματι το πήρα και το θυμάμαι κάθε φορά που μπαίνω σε ένα σούπερ μάρκετ. Αντανακλαστικά.
Το θυμάμαι όμως κι άλλες φορές το μάθημα με τις κλεμμένες μπαταρίες: Όταν κάποιος άλλος κλέψει κάτι. Ειδικά αν είναι πολύ νέος ή πολύ αδύναμος. «Σκοπός της τιμωρίας δεν είναι η εξόντωση αλλά ο παραδειγματισμός του δράστη και των άλλων». Ιστορία τέταρτης δέσμης, Τρίτης Λυκείου. Το μάθαμε απέξω τότε, όταν ήμασταν περίπου στην ηλικία αυτών των παιδιών που σήμερα μπλέκουν σε καυγάδες, κλέβουν, πληγώνουν, σκοτώνουν.
Σήμερα μια ηλικιωμένη γυναίκα πήρε κάποια πράγματα από το σούπερ μάρκετ χωρίς να τα πληρώσει. Δεν είχε χρήματα. Την έπιασαν και σκόπευαν να της κάνουν μήνυση όμως επενέβη ο κόσμος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και η εταιρεία αναδιπλώθηκε. Τέλος καλό όλα καλά. Η ηλικιωμένη δε θα έχει άλλους μπελάδες. Οι απλήρωτοι λογαριασμοί και η ανημποριά της είναι ήδη πολλοί μπελάδες.
Όλοι έχουμε δικαίωμα για μία ακόμα ευκαιρία. Και η ηλικιωμένη, και οι πιτσιρικάδες παραβάτες, και οι εγκληματίες. Και η εταιρεία που σκόπευε να κάνει μήνυση και τελικά υπαναχώρησε έχει δικαίωμα σε μια δεύτερη ευκαιρία. Η σκληρότητα του υπαλλήλου και του υπευθύνου του καταστήματος δεν είναι κάτι απόλυτο. Αλλάζουν τα συναισθήματα των ανθρώπων, αλλάζουν – ακόμα περισσότερο – και οι πράξεις τους. Εστω και μετά από ώρες. Τέλος καλό, όλα καλά.
Υ.Γ.: Κάποια στιγμή πριν πολλά χρόνια είχα ξεκινήσει να διαβάζω τους «Αθλιους», του Ουγκό. Το παράτησα. Θα το ξεκινήσω σύντομα. Κάθε άνθρωπος πρέπει να διαβάσει αυτό το βιβλίο που γράφτηκε δύο αιώνες πριν αλλά παραμένει διαχρονικό και τώρα και για πάντα.
Υ.Γ.2: Με ύφος μεγαλόσχημο κάποιοι μάς αποκαλούν μίζερους επειδή μιλάμε για ακρίβεια και για φτωχοποίηση. Η μεγάλη εικόνα της Ελλάδας αυτή είναι, όσο κι αν εντέχνως αποσιωπάται. Οι άνθρωποι ζορίζονται. Οι ανάγκες τους, πραγματικές και επίπλαστες, είναι απείρως μεγαλύτερες από τα εισοδήματά τους. Αν δεν κάνει κάτι η πολιτεία γι αυτό κι αν δε σταματήσει η συγκεκριμένη κυβέρνηση να απαντά με ύφος Μαρίας Αντουανέτας, ας μην περιμένουμε η κοινωνία να σταματήσει να είναι οργισμένη, απελπισμένη, εξαχρειωμένη. Όλα έχουν αφετηρία την φτώχεια που μάς κυκλώνει από παντού. Χωρίς αξιοπρέπεια, χωρίς προοπτική, χωρίς όνειρα, η κοινωνία θα γεννά νέα φαινόμενα παθογένειας όπως τα συναντάμε καθημερινά σε καφενεία χωριών, στενά δρομάκια και κερκίδες γηπέδων.
Υ.Γ.3: «Το Θεϊκό δικαίωμα των φτωχών πάνω στα υπάρχοντα των άλλων…» Τάσος Λειβαδίτης από το ποίημα «Τα μοναχικά βήματα».
Άκης Σακισλόγλου