Θανάση, «σε αναγνωρίσαμε κι ας έλλειπες καιρό»

Ο Άκης Σακισλόγλου γράφει για το κομμάτι της ζωής του που χθες βρέθηκε στο Θέατρο Γης.

Θανάση, «σε αναγνωρίσαμε κι ας έλλειπες καιρό»
Εικόνα: Αφροδίτη Μιχαηλίδου

Στο προχθεσινό μου σχόλιο για τον ΛΕΞ έγραφα πως: Παίζει να είμαι ο μουσικός δημοσιογράφος που έχει ακούσει λιγότερο ΛΕΞ από όλους τους συναδέλφους στο χώρο. Πιστέψτε με, δεν ισχύει το ίδιο για τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. 

Τον Θανάση τον κουβαλάω πάντα επάνω μου, είναι κομμάτι της ζωής μου. Στο ραδιόφωνο, στο σπίτι, στο Σάρωθρον, στα ταξίδια με το αμάξι, στις συναυλίες… Από τότε που άκουσα πρώτη φορά το «Στις χαραυγές ξεχνιέμαι» (πρέπει να ήταν στο ραδιόφωνο το 1994, και αρχικά νόμιζα πως πρόκειται για… θεατρικό) μέχρι και σήμερα, έχω την αίσθηση πως ο άνθρωπος αυτός έχει εκφράσει τα πιο βαθιά εσωτερικά μου «κοιτάσματα» πριν καν τα εντοπίσει στην ψυχή μου η νοητική διεργασία.

Φυσικά και δεν είμαι αντικειμενικός όταν μιλώ γι αυτόν. Είμαι «οπαδός» που έγινε δημοσιογράφος για να μπορεί να βρίσκεται κοντά στα είδωλά του. Ένα τέτοιο είδωλο είναι ο Θανάσης. Το άλλο είναι ο Μάλαμας. Τους παίρνω καμιά φορά συνέντευξη και νιώθω σαν τον Πάρη Καλημερίδη που ρωτούσε: «Νίκο Γκάλη, είσαι ο μεγαλύτερος αθλητής που πέρασε ποτέ από τα ελληνικά γήπεδα. Τι έχεις να πεις γι αυτό;» Κάπως έτσι και τα δικά μου είδωλα μπήκαν στον κόπο να απαντήσουν στις εκάστοτε συνεντεύξεις: Με αμηχανία και συστολή. Με μια ταπεινότητα που αποδεικνύει γιατί τους αγαπάμε τόσο πολύ όλα αυτά τα χρόνια. «Τι έχουν να πουν γι αυτό; Για το ότι τους θαυμάζουμε;» Συνήθως τίποτα. Προτιμούν να μιλούν με τα τραγούδια τους.

Κάνω αυτήν την εισαγωγή γιατί χθες βράδυ στο θέατρο Γης έζησα μια συναυλιακή εμπειρία η οποία σε πρώτο επίπεδο μοιάζει προσωπική, εσωτερική δική μου και άκρως υποκειμενική αλλά μάλλον δεν είναι γιατί ξεκάθαρα αφορούσε και τους 6.000 θεατές της συναυλίας αλλά και όσους δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν ένα «μαγικό χαρτάκι» και θα ανηφορίσουν στα νταμάρια απόψε ή θα επιλέξουν τα Λουτρά Πόζαρ και όπου αλλού βρεθεί φέτος το καλοκαίρι ο Θανάσης.

Αυτή η τελετουργία, η «Θεία λειτουργία» που κάποτε την κάναμε σαν σε ξωκλήσι ερημικό, χθες αλλά και πολλές φορές τα τελευταία χρόνια, ήταν μαζική, ήταν σαν Ανάσταση. Είμαστε πια πολλοί αλλά είμαστε σκόρπιοι κι έρχονται αυτές οι στιγμές που ανταμώνουμε. Αυτό ζήσαμε χθες στο θέατρο Γης από την πρώτη νότα: Μια αίσθηση πως τελικά αυτή η ανθρωπογεωγραφία που γεμίζει θέατρα για να ακούσει μουσική, δεν συναντιέται ΜΟΝΟ για τη μουσική. Η μουσική είναι η αφορμή.

Τέσσερα ολόκληρα χρόνια πέρασαν από την τελευταία φορά που ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου ανέβηκε στη σκηνή. Μεσολάβησε μια πανδημία, ένας πόλεμος, ακρίβεια, αβεβαιότητα. Μεσολάβησε αυτό που λέμε «ματαίωση όλων των βεβαιοτήτων μας», ίσως για πρώτη φορά μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Κι όμως, μπορεί οι άνθρωποι να πληγώθηκαν, οι ιδέες μας να «τσαλακωθήκαν», τα όνειρα και οι προσδοκίες να ακυρώθηκαν αλλά τα ίδια τα τραγούδια που τόσο αγαπήσαμε στον Θανάση, παρέμειναν ολοζώντανα, επίκαιρα, επιδραστικά. Ίσως περισσότερο κι από παλιά γιατί τώρα τα έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη. Έχουμε ανάγκη την ομορφιά ως αυταξία. Έχουμε ανάγκη την αλήθεια ως απάντηση στις αυταπάτες. Έχουμε ανάγκη να εστιάσουμε στον άνθρωπο γιατί τελικά μόνον αυτό έχουμε: Τον εαυτό μας και τους άλλους.

Ήταν πολύ συγκινητικά χθες στο θέατρο Γης. Ήταν μυσταγωγικά. Προσπάθησα να συγκρατήσω τα δάκρυα όταν ανέβηκε στη σκηνή η Μελίνα Κανά. Δεν ήταν εύκολο. Μιλάμε για μια ολόκληρη ζωή που τελικά την περάσαμε μαζί τους. Μεγαλώνουν όμορφα τα είδωλά μας. «Γερνάνε επιτυχώς». Παραμένουν αληθινοί κι έτσι δεχόμαστε και το γρέζι στη φωνή τους και την αλλαγή στην όψη τους και την αδυναμία να μείνουν τρεις ολόκληρες ώρες στη σκηνή. Δεν τα δεχόμαστε απλώς. Τα θεωρούμε κομμάτι της γοητείας τους. Κρυφή δική τους μαγική δύναμη που τους γιγαντώνει. Μαζί τους μεγαλώνουμε κι εμείς και βλέπουμε νέες γενιές δίπλα μας να το ζουν με τον ίδιο παθιασμένο τρόπο που το ζούσαμε κι εμείς πριν 30 χρόνια. Είναι ευλογία αυτό, έτσι το νιώθω. Ήμουν χθες σε έναν τόπο με ανθρώπους που αγαπάμε τα ίδια τραγούδια, είχα δίπλα μου τον άνθρωπό μου και όλοι μαζί βιώσαμε μια «παύση χρόνου».

Τον τελευταίο δίσκο του ο Θανάσης τον ονόμασε «Απροστάτευτος». Έτσι ένιωσε αυτά τα χρόνια για μια σειρά από λόγους. Και ήρθε το φετινό καλοκαίρι να του αποδείξει πως μόνον απροστάτευτος δεν είναι. Η αγάπη του κόσμου είναι ο απόλυτος προστάτης του (με την Χαριποτερική έννοια). Τον καλεί όταν νιώσει πως κινδυνεύει κι εκείνος σπεύδει εκεί πάντα την κατάλληλη στιγμή γιατί έχει φτιαχτεί από απόλυτα και αυθεντικά ανθρώπινα συναισθήματα.

Θανάση Παπακωνσταντίνου να το ξέρεις: Δεν είμαστε αθάνατοι κι αυτό είναι μια συνειδητοποίηση που φέρνει πόνο και συχνά απελπισία. Δεν είμαστε, όμως, ούτε απροστάτευτοι. Εμείς έχουμε εσένα κι εσύ εμάς. Θα τραγουδάμε και γι αυτούς που δεν είναι ανάμεσα μας μιας και δεν ήταν ούτε αυτοί αθάνατοι. Θα τραγουδάμε και θα περιμένουμε να μάς θυμηθούν οι επόμενοι όταν πια θα λείπουμε (ατάκα του χθες πριν πει την Ανδρομέδα).

Θανάση, χθες το βράδυ στο θέατρο Γης έγινε κάτι μαγικό που είμαι σίγουρος πως βαθιά μέσα σου το γνώριζες κι εσύ από πάντα: «Σε αναγνωρίσαμε κι ας έλλειπες καιρό».

Υ.γ.: Εγώ τραγούδησα χθες για κάποιον που έλλειπε. Για μια ψυχή που «έφυγε» πριν από έναν χρόνο ακριβώς τέτοια μέρα, τον φίλο και συνάδελφό μου Χρήστο Παυλίδη. Τι λέω συνάδελφο… τον «αδελφό μου» Χρήστο Παυλιδη εννοώ. Έναν άνθρωπο που μόνο καλό μπορούσε να κάνει με το να υπάρχει στον κόσμο κι όμως βιάστηκε να γίνει «σκόνη αστρική» και να βρει εκείνη «τη θέση του ουρανού / ανάμεσα στον Βέγα, τον Ντενέμπ και τον Αλτάιρ». Καλή αντάμωση Χρηστάρα. Ως τότε θα τραγουδάμε και για σένα πίνοντας σφηνάκια Ολμέκα σοκολάτα.