Σήμερα για πρωινό «έφαγα» ρατσισμό

Ένα πρωινό δρομολόγιο που είχε την πιο δυσάρεστη «γεύση».

Κυριακή πρωί. Μια τρομερή μέρα, ηλιόλουστη στη Θεσσαλονίκη, η οποία προσπαθεί να συνέλθει από τον τρόμο, την οργή και το «γιατί». 

Μπαίνω στο 2Κ του ΟΑΣΘ μετά από ένα εξάμηνο που έχω να χρησιμοποιήσω λεωφορείο. Κάπου στη Βούλγαρη μπαίνει ένας νεαρός και έρχεται κάθεται δίπλα μου. Πιάνει κουβέντα με έναν κύριο – γνωστό του απέναντι    Γνωρίζονται, σκέφτομαι. Ξεκινούν μια έντονη κουβέντα μεταξύ τους κάνοντας φασαρία. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. 

Όλα ξεκινούν από τη δολοφονία του Άλκη. Αφού αναλύουν το γεγονός και συμφωνούν στην τραγικότητα του, ξεκινούν να συζητούν για την καταγωγή του 23χρονου φερόμενου ως δράστη. Κατά τους ίδιους το γεγονός ότι είναι από την Αλβανία ευθύνεται για όλα. Γιατί αν τον είχαν μπροστά τους αυτοί «θα τον σκότωναν τον αλήτη», γιατί «που να ξυπνήσουν οι Έλληνες και να καταλάβουν τι έχουν βάλει στα σπίτια τους» και γιατί «εγώ δεν τους γουστάρω όλους αυτούς τους Αλβανούς, Πακιστανούς κλπ. Ας μας φέρουν Γάλλους και Άγγλους που έχουν πολιτισμό τουλάχιστον». Γυρνάω και τους κοιτάω, σκέφτομαι δε μπορεί να ξεστομίζει κάποιος τέτοιες κουβέντες τόσο απλά. Δε γίνεται να «ξερνάει» κάποιος τέτοιες ρατσιστικές αντιλήψεις το 2022. 

Φυσικά αφού ανέλυσαν αυτές τις «φιλικές» σκέψεις και κατέληξαν πως η καταγωγή του 23χρονου φταίει για όλα με τη φράση «δεν τους γουστάρω εγώ όλους αυτούς με το βρόμικο αίμα. Γιατί βρόμικο είναι όχι όπως των Ελλήνων» στη συζήτηση μπήκε και ο εμβολιασμός κατά του κορονοϊού. Για κάποιο άγνωστο λόγο πάνε χέρι χέρι αυτά. Οι δυο τους λοιπόν ξεκίνησαν λέγοντας τα κλασικά περί τσιπ και Μπιλ Γκέιτς (μου έκανε εντύπωση ότι ήξεραν και ποιος ήταν) και κατέληξαν σε ένα σημείο ότι οι Έλληνες τους τελευταίους μήνες που εμβολιαστήκαμε «δεν ξέρουν τι τους γίνεται και τους κάνουν ότι θέλουν». 

Δεν άκουσα άλλα. Κατέβηκα τρεις στάσεις νωρίτερα προκειμένου να σταματήσω να τους ακούω. Όσο τα σκέφτομαι, ακόμα δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω το μίσος που είχε ο λόγος τους. Πίστευα ότι μετά από συζητήσεις Χρυσαυγιτών που έπεφταν στην αντίληψη μας πριν 6-7 χρόνια, δε θα ξανά ακούγαμε τέτοιες ακραίες και επικίνδυνες κουβέντες ξανά. Κι όμως, φαίνεται πως ζουν δίπλα μας, άνθρωποι που έχουν κάνει σημαία τους ότι για όλα φταίνε οι αλλοδαποί, οι οποίοι ήρθαν στη χώρα για να τη διαλύσουν. 

Ντράπηκα πολύ και εκνευρίστηκα. Και το κυριότερο, που δε μπορώ να διώξω από την ώρα που άκουσα τη συζήτηση, είναι ότι φοβήθηκα. Έπιασα τον εαυτό μου να μαζεύεται στην καρέκλα και να σφίγγεται τόσο από στην οργή που ένιωθα, όσο και από τον φόβο. Έχω πολλούς φίλους και γνωστούς που έτυχε να είναι από την Αλβανία (όπως αντίστοιχα κι εγώ έτυχε να είμαι από τη Θεσσαλονίκη) και ασυναίσθητα πέρασε από το μυαλό μου η σκέψη κι αν όντως μια μέρα γίνει αυτό; Κι αν κάποιος Ελληνάρας που δε «γουστάρει» όλους αυτούς σηκώσει ένα όπλο και σκοτώσει κάποιον; Τρόμαξα και μόνο στην ιδέα ότι μπορεί ένας άνθρωπος να χάσει τη ζωή του λόγω της καταγωγής του σε μια χώρα που ζει, πήγε σχολείο και εργάζεται. Και τότε δε θα έχουμε το δικαίωμα να πούμε πως δεν ξέραμε, δεν είχαμε ακούσει ή δεν το είχαμε δει να έρχεται. Κρίμα…