Όταν δεν υπάρχει πια να… «κόψουμε από κάπου»

Άρθρο στο TheOpinion του Χάρη Κυπριανίδη, προέδρου του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Θεσσαλονίκης.

Όταν δεν υπάρχει πια να… «κόψουμε από κάπου»

Άρθρο στο TheOpinion του Χάρη Κυπριανίδη, προέδρου του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου Θεσσαλονίκης.

 

Μετράμε ήδη δυο μήνες από την αύξηση του κατώτατου μισθού δια στόματος του ιδίου του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και η πραγματικότητα διαψεύδει τις προσδοκίες όσων «έβλεπαν» βελτίωση των οικονομικών και «ανάσα» των νοικοκυριών.

Μόλις πρόσφατα, ανακοινώθηκε πως για τον μήνα Ιούνιο ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ξεπερνά το 12%, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη ο πληθωρισμός έφτασε το 8,6%, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Eurostat.

Ανάλογες είναι οι αυξήσεις που καταγράφονται στη χώρα μας σε βασικά είδη κατανάλωσης αλλά και στις τιμές σε τρόφιμα, ενέργεια κλπ. Η Ελλάδα «φιγουράρει» στις πρώτες θέσεις σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, ενώ βρισκόμαστε και στις «πρωτιές» σε ό,τι αφορά τις τιμές των καυσίμων.

Οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες του ιδιωτικού τομέα, όπως σχεδόν το σύνολο των Ελλήνων πολιτών από παντού «κάτι κόβουν» ώστε να μπορέσουν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους και να μην χρωστούν. Κόβουν την ψυχαγωγία και τη διασκέδαση, κόβουν περιττές μετακινήσεις με το αυτοκίνητο, κόβουν ημέρες διακοπών ή όλες τις διακοπές, «ρίχνουν» την ποιότητα προϊόντων και υπηρεσιών σε μια προσπάθεια να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες τους με μικρότερο κόστος, κόβουν τα δώρα στα παιδιά και οι συνταξιούχοι στα εγγόνια τους. Γιατί απλά ο μισθός δεν φτάνει και ο λογαριασμός δεν βγαίνει. Και θα συμπληρώσουμε πως τα χρήματα δεν φτάνουν για να βγάλουν τον μήνα. Εξαφανίζονται πριν μπει η τρίτη εβδομάδα του μήνα.

Πρόσφατη έρευνα που δημοσιοποιήθηκε, αποκαλύπτει πως ένας στους δυο Έλληνες δυσκολεύεται ή αδυνατεί να πληρώσει το ενοίκιο του, ενώ έξι στους δέκα έχουν προχωρήσει σε περικοπές άλλων βασικών αγαθών προκειμένου να μπορέσουν να καλύψουν το ποσό. Την ίδια ώρα, σύμφωνα με επαγγελματίες του κλάδου οι Έλληνες δαπανούν περίπου έναν από τους δυο μισθούς που μπαίνουν σε ένα σπίτι για το ενοίκιο.

Ας αναφέρουμε τα «βασικά» έξοδα μιας μέσης ελληνικής οικογένειας: φροντιστήρια, βενζίνες, ρεύμα, ενοίκιο, έκτακτα έξοδα, εξωσχολικές δραστηριότητες παιδιών, φαγητό κ.α. Όλα αυξάνονται. Το μόνο που μένει ίδιο είναι το εισόδημα.

Εύλογα αναρωτιέται κάποιος εάν τα μέτρα που ανακοινώνονται επαρκούν για να εξασφαλίσουν στους πολίτες, όχι πολυτελή διαβίωση, αλλά μια ζωή χωρίς εξαθλίωση κι αν θα πρέπει να συνδυαστούν κι από άλλες αποφάσεις όπως για παράδειγμα είναι το «πλαφόν» στις αυξήσεις των ενοικίων, η επιπλέον ενίσχυση των οικονομικά αδυνάμων κ.α.

Δυστυχώς για τους περισσότερους δεν υπάρχει κάτι επιπλέον για να κοπεί.

Ως συνδικαλιστικό κίνημα διεκδικούσαμε αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και αύξησή του στη συνέχεια έως ότου καταστεί ίσος με το 60% του διάμεσου μισθού πλήρους απασχόλησης, δηλαδή τα 809 ευρώ, κάτι που δυστυχώς δεν εισακούστηκε.

Η πρόσφατη υπογραφή της νέας Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, με παράταση χρόνου της ισχύουσας σύμβασης μέχρι 30/6/2023 από τους κοινωνικούς εταίρους είναι ένα βήμα. Η ενίσχυση των εισοδημάτων των εργαζομένων πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα Πολιτείας και επιχειρηματιών, δεδομένου ότι ο κόσμος της μισθωτής εργασίας αποτελεί σημαντικό κρίκο της οικονομικής αλυσίδας.