Όλη η ΔΕΘ ένα Πάρκο, Όλη η Θεσσαλονίκη ένα Τσιμεντένιο Δάσος, ή Όλη η Ελλάδα ένα Real Estate Project; Σκέψεις μιας ξένης

Αρθρογραφεί στο TheOpinion η Δανάη Θεοδωρίδου, μέλος της Σύμπραξης: Όλη η ΔΕΘ ένα Πάρκο

Όλη η ΔΕΘ ένα Πάρκο, Όλη η Θεσσαλονίκη ένα Τσιμεντένιο Δάσος, ή Όλη η Ελλάδα ένα Real Estate Project;  Σκέψεις μιας ξένης
EUROKINISSI

Αρθρογραφεί στο TheOpinion η Δανάη Θεοδωρίδου, μέλος της Σύμπραξης: Όλη η ΔΕΘ ένα Πάρκο, σκηνοθέτρια, ερευνήτρια των σύγχρονων παραστατικών τεχνών και ακαδημαϊκός που ασχολείται με τη σχέση πολιτισμού και δημοκρατίας. 

Τους τελευταίους δύο μήνες εξελίσσεται στη Θεσσαλονίκη μια εξαιρετικά σημαντική διαπραγμάτευση σχετικά με το μέλλον του χώρου της ΔΕΘ. Για δύο λόγους θεωρώ μέγιστης σημασίας τη διαπραγμάτευση αυτή. Ο πρώτος αφορά τον τρόπο που θα τοποθετηθεί η κοινωνίας της πόλης απέναντι στο κομβικό ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και της προστασίας του περιβάλλοντος, νούμερο ένα πολιτικό ζήτημα παγκοσμίως αυτή τη στιγμή καθώς σχετίζεται άμεσα με την ίδια μας την επιβίωση. Ο δεύτερος αφορά τον τρόπο που η Θεσσαλονίκη θα ανταποκριθεί στη βαθιά κρίση της δημοκρατίας που αντιμετωπίζει σήμερα όχι μόνο η χώρα αλλά και η Ευρώπη και όλος ο δυτικός κόσμος, κρίση που παίρνει τη μορφή αδιαφορίας των λαών για την πολιτική, απόλυτης έλλειψης εμπιστοσύνης προς την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, και συνεχούς απουσίας των λαών από τη λήψη σοβαρών πολιτικών αποφάσεων.

Στην εν λόγω διαπραγμάτευση, από τη μία μεριά βρίσκεται η διοίκηση της ΔΕΘ και του Δήμου Θεσσαλονίκης που επιθυμούν την αποκαλούμενη «ανάπλαση» του χώρου με τη δημιουργία πέντε νέων τεράστιων κτιρίων στη θέση των υπαρχόντων. Από την άλλη μεριά βρίσκεται η Σύμπραξη: Όλη η ΔΕΘ ένα Πάρκο (που αποτελείται από δεκάδες συλλογικότητες της πόλης) και δύο πολιτικές παρατάξεις (η Θεσσαλονίκης για Όλους και Η Πόλη Ανάποδα). Οι τρεις αυτές μαζί αποτελούν την Οργανωτική Επιτροπή Δημοψηφίσματος για τη ΔΕΘ που διεκδικεί όχι μόνο τη δημιουργία πάρκου υψηλού πρασίνου στο χώρο της Έκθεσης χωρίς την προσθήκη περισσότερου τσιμέντου στην πόλη, αλλά και το δικαίωμα να έχουν οι πολίτες άμεσο λόγο σε παρόμοιες αποφάσεις, μέσα από τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη ΔΕΘ. Για το σκοπό αυτό, από τον Απρίλη έχει ξεκινήσει μια σοβαρή και εκτεταμένη εκστρατεία ενημέρωσης των κατοίκων της πόλης και η συλλογή υπογραφών προκειμένου να υποχρεωθεί ο Δήμος Θεσσαλονίκης να διεξάγει δημοψηφίσμα. Η σειρά αυτή των κειμένων που ξεκίνησε πριν εννιά βδομάδες και ολοκληρώνεται σήμερα αποτελεί μέρος της ίδιας προσπάθειας.

«Τσιμεντένιο Δάσος», αποκάλεσε τη Θεσσαλονίκη η Άννα Κοκκινίδου στο κείμενο που έγραψε για τη σειρά πριν από δύο βδομάδες. Για όσες αποφασίσαμε να φύγουμε από την Ελλάδα (όπως η Άννα, αλλά και εγώ πριν από δεκαοκτώ χρόνια) προς αναζήτηση μιας καλύτερης καθημερινότητας, και έχουμε πια την εμπειρία ζωής σε άλλες χώρες της Ευρώπης όπου τα πάρκα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της μέρας μας, μας είναι αδιανόητο να σκεφτούμε πόλεις χωρίς μεγάλα πάρκα και αστικό σχεδιασμό που να παίρνει υπόψη του την ποιότητα ζωής των κατοίκων και να περιλαμβάνει οπωσδήποτε πράσινο σε κάθε γειτονιά. Για αυτό και το γεγονός ότι στην Ελλάδα χρειάζεται ακόμα να διαπραγματευόμαστε για παρόμοια ζητήματα που αλλού είναι λυμένα προ πολλού, μας κάνει να νιώθουμε ξένες στον τόπο μας.

Με τα μάτια της ξένης, λοιπόν, κοιτώ τους τελευταίους δυο μήνες τα όσα διαδραματίζονται στη Θεσσαλονίκη σχετικά με το θέμα της ΔΕΘ. Η πόλη έχει το λιγότερο πράσινο στην Ευρώπη ενώ έχει καταδικαστεί επανειλημμένα για την αδιαφορία της προς το περιβάλλον. Ποιος όμως νοιάζεται πραγματικά για αυτό; Ταυτόχρονα, η Θεσσαλονίκη (όπως και όλη η χώρα) υποφέρει οικονομικά από την ακρίβεια και την εκτόξευση των ενοικίων που έχουν ως αποτέλεσμα το κλείσιμο επιχειρήσεων και την ύπαρξη δεκάδων άδειων εμπορικών και άλλων χώρων στην πόλη. Δεδομένης της κατάστασης αυτής, υπάρχει όντως κάποιος που πιστεύει ότι η πόλη πάσχει από έλλειψη επιχειρηματικών χώρων, ανάγκη που θα καλύψει η ανάπλαση και η δημιουργία νέου επιχειρηματικού κέντρου σε αυτή; Ή μήπως υπάρχει κανείς που θεωρεί ότι η ύπαρξη της (εμφανώς παρηκμασμένης εδώ και δεκαετίες) ΔΕΘ στο κέντρο της πόλης είναι αυτό στο οποίο πραγματικά βασίζεται η οικονομία της Θεσσαλονίκης που θα καταστραφεί αν μεταφερθεί αλλού η ΔΕΘ; Ή, τέλος, πιστεύει κάποιος ότι το πρόβλημα είναι οι υποδομές και ότι μόλις φτιαχτούν τα νέα υπερσύγχρονα κτίρια, που είναι αυτό που λείπει από τον χάρτη οργάνωσης εκθέσεων τον 21ο αιώνα, θα αρχίσουν να συρρέουν τα πλήθη που θα εκτινάξουν την οικονομία της πόλης και του Δήμου στα ύψη;

Η θεωρητικός των παραστατικών τεχνών Bojana Kunst έχει γράψει ότι καμιά φορά έχει νόημα, προκειμένου να κερδίσεις έδαφος σε μια διαπραγμάτευση, να παίξεις με τα επιχειρήματα του αντίπαλου. Να προσπαθήσεις, ας πούμε, στην προκειμένη περίπτωση, να πείσεις για το αυτονόητο. Οτι δηλαδή η Θεσσαλονίκη έχει μεγαλύτερη ανάγκη οικονομικά από ένα μητροπολιτικό πάρκο άθλησης και πολιτισμού που θα επανεφεύρει την πλούσια κοινωνική κίνηση της παλιάς ΔΕΘ, αλλάζοντας τη φυσιογνωμία της πόλης, αποτελώντας πόλο έλξης για μεγαλύτερο αριθμό επισκεπτών καθώς και λόγο μεγαλύτερης (και οικονομικής) κινητικότητας των ίδιων των κατοίκων.

Υπάρχουν και περιπτώσεις όμως, συνεχίζει η Kunst, που είναι επιζήμιο (αν όχι επικίνδυνο) να κινηθεί κανείς με τη λογική του αντιπάλου, σε περιπτώσεις που η λύση είναι η έξοδος από αυτή τη λογική και η πρόταση ενός νέου παραδείγματος. Η υπόθεση της ΔΕΘ θεωρώ πως είναι μια τέτοια περίπτωση. Γιατί οι επείγουσες προκλήσεις του 21ου αιώνα το έχουν κάνει ήδη καθαρό πως επιβάλλεται άμεσα η κοινωνική και πολιτική αλλαγή τρόπου σκέψης και πράξης προκειμένου να μην δούμε πράγματα που ούτε στους χειρότερους μας εφιάλτες δεν θα βλέπαμε μόλις μερικά χρόνια πριν. Αφενός η περιβαλλοντική κρίση αλλά και η πρόσφατη πανδημία (τις συνέπειες της οποίας βιώσαμε και βιώνουμε με δραματικό τρόπο και στην Ελλάδα) επιβάλλουν να βάλουμε επιτέλους το περιβάλλον και την υγεία μας πάνω από το όποιο πιθανό οικονομικό όφελος (για ποιους άραγε;). Αφετέρου, η άνοδος της ακροδεξιάς και του φασισμού που επωφελούνται πολιτικά από την κρίση της δημοκρατίας σήμερα, επιβάλλει την αμεσότερη και δημοκρατικότερη συμμετοχή των πολιτών σε αποφάσεις που σχετίζονται άμεσα με τη ζωή τους προκειμένου να μην βιώσουμε τη φρίκη πολέμων του περασμένου αιώνα.

Αντί για μια υποτυπώδη έστω προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή, όμως, από μεριάς της εξουσίας, με το έκπληκτο βλέμμα της ξένης παρακολούθησα πρόσφατα τη ζωντανή μετάδοση του ντιμπέιτ για το μέλλον της ΔΕΘ που διοργάνωσαν την Κυριακή 18 Μαΐου στο Ολύμπιον η Parallaxi και το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ, όπου είδα τον πρόεδρο της ΔΕΘ να ξεκινά σχεδόν όλες τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που του γίνονταν από τους διοργανωτές, πρώτα υποτιμώντας τη συνομιλήτρια του (και μέσω αυτής και τους πολίτες που στηρίζουν το αίτημα δημιουργίας πάρκου και δημοψηφίσματος) ως αδαή που λέει ανενημέρωτες ανοησίες. Με πραγματική απορία άκουγα επίσης, σε όλη τη διάρκεια της εκδήλωσης, μέρος του κοινού που ήταν στην αίθουσα και τοποθετείται υπέρ της ανάπλασης της ΔΕΘ, να σχολιάζει αρνητικά σχεδόν όλες τις απαντήσεις της δεύτερης συμμετέχουσας στο ντιμπέιτ, καθηγήτριας της Νομικής Σχολής ΑΠΘ Ιφιγένειας Καμτσίδου, καθώς αυτή μιλούσε. Ενώ πραγματικά άφωνη είδα και τη θλιβερή διάλυση της εκδήλωσης από τους υποστηρικτές της ανάπλασης λίγο πριν το τέλος της και πριν τη συζήτηση για τη συμμετοχή των πολιτών (τι ειρωνεία!). Από πότε, πώς και γιατί έγινε η γνώση συνώνυμο της εξουσίας; Από πότε το να κατέχεις θεσμικές θέσεις σημαίνει και ότι ξέρεις καλύτερα (ακόμα και από επιστήμονες και ερευνητές, για παράδειγμα, που ασχολούνται εκτενώς με παρόμοια θέματα); αναρωτιόταν διαρκώς το ξένο βλέμμα μου που δεν μπορούσε να φανταστεί σε ποια άλλη χώρα θα μπορούσε να υπάρχει παρόμοιος δημόσιος λόγος.

Το τι θα απογίνει ο χώρος της ΔΕΘ δεν σχετίζεται με καμία περισσότερο ή λιγότερο αποδεκτή γνώση αλλά με μια πολιτική επιλογή. Όμως για να παίξω λίγο ακόμα, κλείνοντας, με τη λογική του αντιπάλου, θα ήθελα να υποστηρίξω ότι αν όντως θέλουμε να μιλάμε για γνώση και για το ποιοι είναι εκείνοι που ως αδαής επιμένουν να μην θέλουν καμία αλλαγή για την πόλη (κάτι για το οποίο συχνά κατηγορούνται όσοι και όσες υποστηρίζουν τη δημιουργία πάρκου), τότε αυτοί σίγουρα δεν είναι όσοι αγωνίζονται για μια ζωή που βάζει στο επίκεντρο της την υγεία μας και την προστασία του περιβάλλοντος. Δεν είναι τα τρία έφηβα κορίτσια (και τόσοι νέοι ακόμα νέοι άνθρωποι) που μου έκαναν την τιμή να γράψουν στη σειρά αυτή για τα όνειρα τους για τη Θεσσαλονίκη, δεν είναι τα μέλη της Σύμπραξης που με αυταπάρνηση δίνουν τον σημαντικό αυτό αγώνα για το μέλλον της πόλης, δεν είναι όσοι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του λαού στο Συμβούλιο του Δήμου Θεσσαλονίκης ακούν τις προσταγές της εποχής. Είναι εκείνοι που έχουν μετατρέψει τη χώρα σε ένα τρομακτικό real estate project που καταπατά βουνά και παραλίες και εξακολουθεί να ξεπουλά τα πάντα στο βωμό του οικονομικού κέρδους λίγων. Εκείνοι, δηλαδή, που εμμονικά επιμένουν στο καταστροφικό καπιταλιστικό οικονομικό μοντέλο του 20ου αιώνα που είναι υπεύθυνο για τις μεγαλύτερες (οικονομικές, πολιτικές, υγειονομικές) κρίσεις που αντιμετωπίζουμε σε παγκόσμιο επίπεδο σήμερα, αρνούμενοι να αλλάξουν και να προσαρμοστούν στα δεδομένα του νέου αιώνα.

Είτε το θέλουν όμως είτε όχι, ο αιώνας έχει αλλάξει. Μαζί του και οι πολίτες και οι προτεραιότητες τους. Τα υπόλοιπα θα τα δείξει η Ιστορία.

Ευχαριστώ από καρδιάς όλες και όλους όσους ανταποκρίθηκαν με θέρμη στην πρόσκληση μου να γράψουν στη σειρά αυτή. Ευχαριστώ το theopinion.gr για τη φιλοξενία και τη στήριξη. Αν ψηφίζετε στον Δήμο Θεσσαλονίκης (προσοχή, σύμφωνα με τον σχετικό νόμο, μόνο οι εγγεγραμμένοι/ες στον Δήμο Θεσσαλονίκης, και όχι σε άλλους δήμους της πόλης, μπορούν να υπογράψουν) μπορείτε να συμβάλλετε καθοριστικά στην προσπάθεια διεξαγωγής δημοψηφίσματος για τη ΔΕΘ προσθέτοντας την υπογραφή σας εδώ: https://parkodeth.gr/