Οι «Κύκλοι» της MasterCard και το ερώτημα της επόμενης ημέρας για την εστίαση
Αρθρογραφεί στο TheOpinion η Ιρένε Βήττα-Βαβούσκου, Επιχειρηματίας
Αρθρογραφεί στο TheOpinion η Ιρένε Βήττα-Βαβούσκου, Επιχειρηματίας
Με μια κίνηση που προκάλεσε εντύπωση και αναπόφευκτα συζητήσεις, η MasterCard εγκαινίασε πρόσφατα το πρώτο της εστιατόριο στην Ελλάδα, με την ονομασία «Κύκλοι». Ο χώρος, μοντέρνος και φιλόξενος, έχει αέρα υψηλής αισθητικής και κοινωνικής υπευθυνότητας, αφού απασχολεί άτομα από ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, δίνοντάς τους ευκαιρίες απασχόλησης και επανένταξης. Πρόκειται για πρωτοβουλία με θετικό κοινωνικό αποτύπωμα, που υπογραμμίζει τις καλές προθέσεις και τη σύγχρονη προσέγγιση μιας εταιρείας που μέχρι πρότινος περιοριζόταν στον στενό πυρήνα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών.
Η έκπληξη όμως δεν περιορίζεται στην δόμηση ή στο κοινωνικό μήνυμα. Η μεγαλύτερη απορία προκύπτει από το γεγονός ότι η MasterCard, εταιρεία που δραστηριοποιείται σχεδόν αποκλειστικά στο πεδίο των πληρωμών και των ψηφιακών συναλλαγών, επενδύει τώρα στον τομέα της εστίασης. Μια δραστηριότητα που ούτε συνδέεται με την τεχνολογία ούτε εξυπηρετεί άμεσα την κύρια επιχειρησιακή της αποστολή. Το ερώτημα γιατί μια τέτοια εταιρεία ανοίγει εστιατόριο μένει μετέωρο, αφήνοντας περιθώριο για πολλαπλές ερμηνείες. Είναι μια πράξη branding; Μια επίδειξη εταιρικής κοινωνικής ευθύνης; Ή μήπως ένας πειραματισμός σε νέα πεδία δραστηριότητας;
Το φαινόμενο αυτό δεν περιορίζεται στην Ελλάδα. Αντίστοιχες κινήσεις έχουν παρατηρηθεί και στο εξωτερικό. Η MasterCard έχει συμμετάσχει σε projects όπως pop-up εστιατόρια ή προσωρινά gourmet σαλόνια σε μεγάλες πόλεις, με στόχο να προσφέρει «εμπειρίες» στους πελάτες της, ενισχύοντας την αίσθηση του προνομίου. Ωστόσο, πρόκειται κυρίως για προσωρινές πρωτοβουλίες, χωρίς σταθερό χαρακτήρα, με προσανατολισμό στο μάρκετινγκ και όχι σε μια νέα, σταθερή επιχειρηματική δραστηριότητα. Το εγχείρημα των «Κύκλων» αποτελεί μάλλον την πρώτη περίπτωση όπου η MasterCard αποκτά έναν μόνιμο φυσικό χώρο στον χώρο της εστίασης.
Η κοινωνική διάσταση του εγχειρήματος είναι πράγματι αξιοσημείωτη. Το προσωπικό προέρχεται από πληθυσμιακές ομάδες με περιορισμένη πρόσβαση στην αγορά εργασίας και η εκπαίδευσή τους συνοδεύεται από προγράμματα ένταξης και ψυχολογικής υποστήριξης. Παρότι τέτοιες πρωτοβουλίες αξίζουν αναγνώριση, δεν παύει να προκαλείται προβληματισμός για τον ρόλο που διαδραματίζουν πλέον οι πολυεθνικές εταιρείες σε τομείς όπου μέχρι σήμερα κυριαρχούσαν μικροί επιχειρηματίες και οικογενειακές επιχειρήσεις.
Καθώς ο κλάδος της εστίασης περνά περίοδο αναταράξεων, με το αυξημένο κόστος λειτουργίας να σαρώνει μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, η είσοδος πολυεθνικών εταιρειών σε αυτόν τον χώρο δημιουργεί ένα νέο τοπίο. Αν η εστίαση μετατραπεί σε πεδίο branding και εταιρικής παρουσίας για εταιρείες τεχνολογίας ή χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, ποιο θα είναι το μέλλον του ανεξάρτητου εστιάτορα; Σε μια εποχή που το φαγητό μετατρέπεται σε «εμπειρία» και εργαλείο μάρκετινγκ, ο παραδοσιακός επαγγελματίας της γειτονιάς ενδέχεται να μην μπορεί πλέον να σταθεί στην αγορά. Αν αυτή η τάση παγιωθεί, το ερώτημα δεν θα είναι αν η MasterCard θα ανοίξει κι άλλο εστιατόριο, αλλά αν τελικά οι πολυεθνικές θα είναι οι μόνες που θα μπορούν να επενδύουν στην εστίαση.