Μια οφειλόμενη απάντηση στους «Ράδιο Αρβύλα»

Στο όνομα της σάτιρας, κρύβονται πίσω από το άσυλο των «ορίων»

Μια οφειλόμενη απάντηση στους «Ράδιο Αρβύλα»
Στιγμιότυπο βίντεο

Οι ποιητές, όπως και να τους παρουσιάσει κανείς, βρίσκονται μέσα στον κόσμο, είναι διαχρονικοί και οικουμενικοί. Αντίθετα με ό,τι παράγεται στην σύγχρονη τηλεόραση που είναι ό,τι πιο εφήμερο και αλλοτριωμένο.

Τους Ράδιο Αρβύλα δεν τους παρακολουθώ ποτέ. Ακόμη και η ψυχαγωγία είναι θέμα αισθητικής.

Αφορμή για να ασχοληθώ, δεν είναι η δήθεν διακωμώδηση ενός ανθρώπου, που ούτως η άλλως δεν είναι η πρώτη και σίγουρα όχι η τελευταία φορά, αλλά η ανάρτηση – απάντηση του εμπλεκόμενου προσώπου, του εκδότη και ποιητή Γιώργου Αλισάνογλου. Ενός ανθρώπου σεμνού και αθόρυβου, που υπηρετεί από το μετερίζι του τόσο τον πολιτισμό με την ευρύτερη έννοια, όσο και τον προσωπικό χαρακτήρα της πόλης μας που κάποιοι μαχόμαστε να αναδείξουμε κάτω από το επιφανειακό και εύπεπτο. Με άλλα λόγια, νιώθω την ανάγκη να πάρω θέση γιατί έτσι εκφράζω τη στήριξή μου σε έναν άνθρωπο που προσφέρει αυτό το οποίο έχουμε ανάγκη για να αντέχουμε το σύστημα που μας επιβάλλεται και το οποίο υπηρετεί τέλεια η συγκεκριμένη εκπομπή.

Μια εκπομπή άκρως αυτοαναφορική, που κρίνει με το χρίσμα της αυθεντίας των παρουσιαστών τις άλλες τηλεοπτικές περσόνες που κλείνοντας το ρημάδι το κουμπί στο χαζοκούτι, αυτόματα παύουν και να υπάρχουν, καθώς δεν προσφέρουν απολύτως τίποτα στο κοινωνικό γίγνεσθαι του τόπου με το προϊόν το οποίο συχνά παράγουν. Δήθεν έξυπνα τσιτάτα, μέχρι πρότινος κρύα ανέκδοτα ενός καταδικασμένου πλέον κακοποιητή και ανακύκλωση προγραμμάτων που δηλώνουν ξεκάθαρα έλλειψη πρωτοτυπίας. Στο τέλος, γέλια και χαχανητά από τους ίδιους, για αυτά που γράφουν οι ίδιοι και που μοιάζει με αυτό που κάποιος κάνει μια ανάρτηση στα social και μετά βάζει και καρδούλα στην δική του ανάρτηση.

Στο όνομα της σάτιρας, κρύβονται πίσω από το άσυλο των «ορίων» ανάμεσα στο επιτρεπτό και μη επιτρεπτό, εξαγιάζοντας κάθε αστοχία στις επιλογές τους με το δικαίωμα να πραγματεύονται ελεύθερα σαν να είναι τίποτα διάδοχοι του Αριστοφάνη.

Πέρα από την πολιτική ορθότητα, μια τάση της εποχής που καλώς γεννήθηκε και διόρθωσε πολλά, όσο και αν ισοπεδώνει κάποιες φορές μερικές απόψεις και αναγκάζει τον δημόσιο λόγο να αυτολογοκρίνεται, υπάρχει και ηθικό κομμάτι. Το κομμάτι που αφορά την αισθητική, τις αξίες και τις προτεραιότητες του καθενός και είναι αυτό που καθορίζει την πολιτική στάση και την αίσθηση του χιούμορ. Δεν πρόκειται για σάτιρα όταν υποβόσκει ρατσισμός. Δεν πρόκειται για σάτιρα όταν το χιούμορ προσωποποιείται και αποκτά συγκεκριμένη απεύθυνση. Και αν δεν γνωρίζουν οι Ράδιο Αρβύλα την ποίηση του Πάτζετ, και αν δεν είδαν την ταινιάρα του Τζιμ Τζάρμους «Πάτερσον», αν ακόμη δεν καταλαβαίνουν ποίηση να τους πούμε ότι σε καμία περίπτωση δεν είναι υποχρεωμένοι. Είναι όμως καλό, στη θέση που βρίσκονται να ανεβάσουν λίγο τον πήχη των απαιτήσεών τους.

Είναι πολύ, πάρα πολύ παρωχημένο να εγκλωβίζουν την ποίηση και τους ποιητές σε μια εικόνα που αντιστοιχεί σε περασμένες δεκαετίες, η οποία παρουσίαζε τους λογοτέχνες αποκομμένους από τον κόσμο, κουλτουριάρηδες και δήθεν. Αντιαισθητικά ξεπερασμένο να κάνουν περιπαικτικά λόγο για βραδιές ποίησης στην εκπομπή τους λες και έχουν μονίμως απέναντί τους τον «Φαρφάρα» του Δημήτρη Ψαθά (και εν συνεχεία του Δαλιανίδη) από το «Ξύπνα Βασίλη». Αυτό δεν είναι σάτιρα. Είναι ρατσιστική επίθεση στον πολιτισμό, στους ανθρώπους που ματώνουν να κρατήσουν την ομορφιά κάπως ψηλά γιατί εκείνη είναι που στο τέλος θα μας σώσει. Όλα αυτά μάλιστα, με οικονομικές στερήσεις έναντι των οραμάτων τους. Οι ποιητές, όπως και να τους παρουσιάσει κανείς, βρίσκονται μέσα στον κόσμο, είναι διαχρονικοί και οικουμενικοί. Αντίθετα με ό,τι παράγεται στην σύγχρονη τηλεόραση που είναι ό,τι πιο εφήμερο και αλλοτριωμένο. Ελεύθερα λοιπόν ο καθένας εκφράζει ό,τι τον αντιπροσωπεύει γυρνώντας γύρω γύρω από αυτό σε μια στάσιμη κυκλική τροχιά. Ή αν θέλει, εξελίσσεται και πάει παράκατω, επενδύοντας στην μόρφωση και όχι βλέποντας κακού είδους τηλεόραση.