Λίγο «έσχες» και καθόλου «πόθεν»

Κάποια λίγα νούμερα, ανούσιες λεπτομέρειες, μπερδεμένα στοιχεία και τίποτα περισσότερο.

Λίγο «έσχες» και καθόλου «πόθεν»

Κάθε χρόνο υπάρχει ένα άτυπο τελετουργικό με τη δημοσιοποίηση των δηλώσεων «Πόθεν Εσχες» των Ελλήνων πολιτικών. Όλα τα σάιτ «τσιμπάνε» νουμεράκια αναγνωσιμότητας διότι… ιντριγκάρει η διερεύνηση των περιουσιακών στοιχείων των ανθρώπων που «αγαπάμε να μισούμε», δηλαδή των πολιτικών. 

Κάθε χρόνο, ωστόσο, η δημοσιοποίηση αυτών των στοιχείων προκαλεί στο τέλος απογοήτευση. Αυτό έγινε και χθες. «Άνθρακας ο θησαυρός». Κάποια λίγα νούμερα, ανούσιες λεπτομέρειες, μπερδεμένα στοιχεία και τίποτα περισσότερο. Η ανάγνωση των δηλώσεων δεν μας κάνει σοφότερους, ούτε επηρεάζει τον τρόπο που θα ψηφίσουμε. Για την ακρίβεια, είναι μια απλή παράθεση αριθμών που δε συνοδεύονται από λεπτομέρειες για το πώς προέκυψαν αυτά τα περιουσιακά στοιχεία και αν είναι μεγαλύτεροι ή μικρότεροι οι αριθμοί σε σχέση με παρελθόντα έτη. Στην ουσία δεν ισχύει καν ο τίτλος «Πόθεν έσχες» στη διαδικασία αυτή αφού πουθενά δε δικαιολογείται αναλυτικά το «από πού» ενώ αμφισβητείται ξεκάθαρα και το «έσχες» εφόσον η κάθε δήλωση πολιτικού εναπόκειται αποκλειστικά στη δική του ευχέρεια, χωρίς να διασταυρώνεται, ούτε να ελέγχεται η σύνδεση άλλων περιουσιακών στοιχείων συγγενών ή φίλων και το ενδεχόμενο να είναι αυτά «βιτρίνα».

Μέχρι να αλλάξει αυτή η «για τους τύπους» και… «για ξεκάρφωμα» διαδικασία, θα θέλαμε να σημειώσουμε κάποια χρήσιμα συμπεράσματα που βγαίνουν από τη δημοσιοποίηση των δηλώσεων «Πόθεν Εσχες» των ανθρώπων που μας κυβερνούν:

οι περισσότεροι πολιτικοί έχουν ανοιχτά δάνεια. Πολλά είναι τεράστια σε αριθμό και κάποια, ΔΕΝ εξυπηρετούνται (γεγονός προκλητικό). Ποτέ κανένας δεν κινδύνεψε να χάσει το σπίτι του, σε αντίθεση με τους απλούς πολίτες των οποίων βγαίνει στο σφυρί ακόμα και η πρώτη κατοικία πλέον.

Η δήλωση «δανείου» είναι ο ασφαλέστερος τρόπος να «ασπρίσεις» την κατοχή ενός περιουσιακού στοιχείου που απέκτησες και δεν μπορείς να δικαιολογήσεις. Αυτά τα μαθαίνουν στο «πρώτο μάθημα λογιστικής».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ένας πάμπλουτος Έλληνας, ωστόσο παραμένει ακατανόητο το πώς μεγαλώνει την περιουσία του όταν αποδεδειγμένα δεν έχει εργαστεί πριν ασχοληθεί με την πολιτική ενώ οι αμοιβές του ως αιρετού είναι συγκεκριμένες.

Ο βασικός αντίπαλος του πρωθυπουργού, Αλέξης Τσίπρας, έχει περιουσιακά στοιχεία λιγότερα από τον μέσο έλληνα πολίτη, ωστόσο αυτό είναι κάτι που δεν τονίζεται από κανέναν την ίδια ώρα που υπάρχουν πολιτικοί με 20,30 ή και περισσότερα ακίνητα. Γεροί να είναι να τα χαίρονται ωστόσο ίσως θα έπρεπε να μας προβληματίσει η επιλογή μας να στέλνουμε στη Βουλή ανθρώπους οι οποίοι έχουν εντελώς διαφορετικά προβλήματα απ’ ότι εμείς.

Τα χρήματα που λαμβάνουν οι πολιτικοί μας ως «αμοιβή» για τις υπηρεσίες τους, είναι λίγα, τόσο σε σχέση με τη γενικότερη περιουσία τους, όσο και σε σχέση με τις απολαβές στελεχών μεγάλων επιχειρήσεων. Αναρωτιόμαστε, όταν μια προεκλογική καμπάνια ξεπερνά τις 200.000 ευρώ, πού βρίσκει κανείς τα χρήματα να πολιτευτεί και με ποιο κίνητρο τα ξοδεύει;

Προσωπικά, θεωρώ πως οι αιρετοί της αυτοδιοίκησης και της κεντρικής πολιτικής σκηνής θα έπρεπε να αμείβονται πολύ καλύτερα. Με τα διπλάσια χρήματα. Επίσης θα έπρεπε να υπάρχει πρόβλεψη μεγαλύτερης αμοιβής για όσους δεν έχουν μεγάλα εισοδήματα και ακίνητα. Τέλος, όλη η οικονομική τους δραστηριότητα θα έπρεπε να ελέγχεται ηλεκτρονικά και τα έξοδά τους να γίνονται ΜΟΝΟΝ διατραπεζικά. Ουτοπικό; Ίσως. Σίγουρα πάντως θα αποκαθιστούσε το κύρος του λειτουργήματος που κάποιοι «τσαλαπατούν» διαχρονικά.