Η πολιτική παρακαταθήκη του Αλεξάνδρου Νικολαΐδη
Ενα σπαρακτικό μανιφέστο υπαρξιακής αγωνίας.
Η είδηση έπεσε σαν κεραυνός: «Έφυγε» σήμερα από τη ζωή ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης.
Από το πρωί όλη η Ελλάδα είναι συγκλονισμένη. Έχασε τη ζωή του ένας πολύ νέος άνθρωπος, ολυμπιονίκης, πολιτικά ενεργός, απόλυτα καθαρός σε όλο τον βίο του και άφθαρτος. Έφυγε ένας καλός άνθρωπος.
Αφήνει πίσω του πολλά ο Αλέξανδρος. Την οικογένεια του, τους φίλους του, την καριέρα και τα μετάλλιά του, τους κοινωνικούς αγώνες και τις ιδέες του αλλά, κυρίως, μια πολιτική παρακαταθήκη διατυπωμένη στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά του το οποίο προκαλεί συγκίνηση αλλά δημιουργεί και χρέος ηθικό σε όλους μας να το πάρουμε σοβαρά και να μην το ξεχάσουμε.
Το ποιος ήταν ο Αλέξανδρος και το τι σημαίνει η απώλεια της ζωής του, θα κάνουμε καιρό, ίσως και χρόνια να το συνειδητοποιήσουμε. Η απουσία του από την πολιτική και την κοινωνία, δύσκολα μπορεί να εκτιμηθεί απόλυτα. Δεν ξέρουμε τι ΘΑ έκανε ως βουλευτής, υπουργός ή μέλος κάποιας συλλογικότητας. Ξέρουμε, ωστόσο, τι έκανε όσο ζούσε. Και έκανε πολλά.
Ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης ήταν αυτός που έκανε περήφανους όλους τους Έλληνες με τις αθλητικές του επιτυχίες σε ευρωπαικούς και παγκόσμιους αγώνες και φυσικά σε τέσσερις Ολυμπιάδες. Ο ίδιος ενέπνευσε χιλιάδες παιδιά να ασχοληθούν με τον αθλητισμό μέσα από την επαφή του με τα σχολεία και τις ιστορίες που διηγήθηκε. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε φίλους τους αντιπάλους του, που ποτέ δεν κατηγόρησε κανέναν, που με ήθος και πραότητα βρέθηκε σε κερκίδες και συνελεύσεις για το Τάε Κβο Ντο και για την ομάδα του, τον Άρη. Το στοίχημα του αθλητισμού το κέρδισε νωρίς.
Το παιδί αυτό, όμως, κέρδισε και το στοίχημα της ζωής μετά την αθλητική καριέρα, μετά την δόξα και τις επιτυχίες. Πήρε θέση σε όλα τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα, εκφράστηκε δημόσια με παρρησία και συχνά κόντρα στη γνώμη των «πολλών». Υπερασπίστηκε τους αδύναμους, τα έβαλε με ρατσιστές και πατριδοκάπηλους, πάντα υπερασπιζόμενος τις δικές του απόψεις και ποτέ μειώνοντας τους άλλους ή εκφράζοντας μίσος γι αυτούς. Ο Αλέξανδρος, ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων που βρίσκονταν παντού, σε κάθε κοινωνικό αγώνα. Έτσι του γεννήθηκε η ιδέα να οργανωθεί στον ΣΥΡΙΖΑ. Να δεχτεί την πρόταση να πολιτευτεί.
Ακόμα και «χρωματισμένος» ο ολυμπιονίκης μας κατάφερε να διατηρήσει στο ακέραιο το κύρος του, την ευρεία αποδοχή του, την αντικειμενικότητά του. Έκανε πολιτική με επιχειρήματα. Στηλίτευσε γενναία τα κακώς κείμενα και επιβράβευσε με τις δηλώσεις του κάθε τι θετικό. Ακόμα κι όταν κάποιοι ανόητοι προσπάθησαν να δημιουργήσουν θέμα στη Σκύδρα με το στάδιο του έφερε το όνομα του αμφισβητώντας την αγάπη του για την πατρίδα εξαιτίας των θέσεων του για τη συμφωνία των Πρεσπών, ο Αλέξανδρος είχε την ψυχραιμία και την πραότητα να αντιπαραθέσει επιχειρήματα τα όχι κραυγές.
Πείραξαν πολλούς οι θέσεις του Νικολαΐδη. Ο τρόπος που υπερασπίστηκε τους κατατρεγμένους αλλόθρησκους που ήρθαν στην Ελλάδα σε όλη τη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης, γκρέμισε το τερατώδες αφήγημα των Ελληναράδων περί «καθαρότητας της φυλής». Το να προστατεύει τους ξένους, τους αδύναμους, ένας άνθρωπος που δόξασε την πατρίδα του και ύψωσε τη σημαία της σε διεθνή βάθρα, χάλασε την «εθνικιστική σούπα» της Χρυσής Αυγής.
Το ίδιο συνέβη και με τη συμφωνία των Πρεσπών. Γενναία και με επιχειρήματα την υπερασπίστηκε μιλώντας για αδελφοσύνη , για Ειρήνη, για βοήθεια της ισχυρής Ελλάδας προς τους πιο αδύναμους βόρειους γείτονες. Μίλησε για ανωτερότητα στη συμπεριφορά και στην πολιτική και όχι στο… dna, όπως θα περίμεναν πολλοί. Λοιδορήθηκε, αμφισβητήθηκε αλλά με τέτοιο ανάστημα, τέτοιο καθαρό βλέμμα και τέτοια επιχειρήματα, κανένας δεν μπόρεσε να τον υποβαθμίσει.
Και φτάνουμε στο άκρως πολιτικό και βαθιά ανθρώπινο σημερινό του μήνυμα. Ένα σπαρακτικό μανιφέστο υπαρξιακής αγωνίας ανθρώπου που κλείνει τους λογαριασμούς του με τα εγκόσμια. Ο Αλέξανδρος μάς ζήτησε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Να «σηκωθούμε λίγο ψηλότερα». Μάς υπενθύμισε την αξία της υγείας μας, το εφήμερο της ύπαρξης μας. Μίλησε για τις ελλείψεις στα νοσοκομεία, για τον αγώνα που δίνουν όσοι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Μάς ζήτησε να φτιάξουμε έναν λίγο καλύτερο κόσμο για τους επόμενους, έστω και χωρίς τη δική του φυσική παρουσία.
Πεθαίνεις κάθε μέρα όταν αντιμετωπίζεις έναν τόσο επιθετικό καρκίνο σαν αυτόν που έτυχε στον Αλέξανδρο. Αυτός, όμως, κατάφερε να ζήσει πολλές ζωές, όσες και οι μέρες που υπέφερε από την ασθένεια. Δεν θα ξεχαστεί ποτέ ο άνθρωπος αυτός γιατί είχε «κάτι»: Αυτήν την λάμψη στα μάτια κι αυτήν την αγάπη στην καρδιά. Είχε την ζεστασιά των απλών και ουσιαστικών ανθρώπων ο Αλέξανδρος κι ένα νοιάξιμο που ξεπερνούσε την επιφάνεια κι έφτανε βαθιά. Τα συλλυπητήρια όλων μας στην οικογένειά του και – κυρίως – στην αγαπημένη του σύζυγο, την Δώρα, με την οποία δέθηκε τόσο απόλυτα που μάς συγκινούσε κάθε φορά που τους βλέπαμε μαζί.
Δυστυχώς οι άνθρωποι συγκινούμαστε εύκολα στην είδηση του θανάτου κάποιου ανθρώπου και ξεχνάμε επίσης πολύ εύκολα. Μάς «καταπίνει» η καθημερινότητα. «Ιδιωτεύουμε» γρήγορα. Να μην ξεχάσουμε ποτέ τον Αλέξανδρο και όσα μάς ανάθεσε να συνεχίσουμε. Αυτό είναι πλέον το μεγάλο μας «στοίχημα».
Υ.γ.: «Ο,τι ζητάει ο κόσμος από έναν άνδρα, το έκανα. Έκανα παιδιά, έχτισα σπίτι, όργωσα τη γη, φύτεψα δένδρα. Το ζήτημα όμως δεν είναι να κάνεις, είναι να αφήσεις κάτι που θα αλλάξει τον κόσμο προς το καλύτερο».
Γιάννης Καλαβριανός «Μικροί πυροβολισμοί μέσα στη νύχτα»
Άκης Σακισλόγλου