Η ώρα της Θεσσαλονίκης: Η πρόκληση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και οι δρόμοι της βιώσιμης ανάπτυξης
Αρθρογραφεί στο TheOpinion ο Διονύσης Μαγουλάς, Πολιτικός Επιστήμονας
Αρθρογραφεί στο TheOpinion ο Διονύσης Μαγουλάς, Πολιτικός Επιστήμονας
Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται ξανά σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι επενδυτικών προσδοκιών και πραγματικών δυνατοτήτων. Τα τελευταία δύο χρόνια, η πόλη έχει αρχίσει να κερδίζει τη θέση που της αξίζει στον χάρτη των ιδιωτικών επενδύσεων, προσελκύοντας μεγάλα ονόματα στους τομείς της καινοτομίας, των υποδομών και της βιομηχανίας τεχνολογίας. Οι πολυεθνικές που εγκαθίστανται στο Τεχνολογικό Πάρκο 4ης Γενιάς στη Θέρμη, το διαρκές ενδιαφέρον για το λιμάνι και οι νέες αναπτύξεις logistics και data centers δείχνουν μια σαφή δυναμική.
Την ίδια στιγμή, ο δημόσιος τομέας μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, του νέου ΕΣΠΑ και του Αναπτυξιακού Νόμου προσφέρει ισχυρά κίνητρα και υψηλές εντάσεις ενίσχυσης για επενδυτικά σχέδια στη Βόρεια Ελλάδα. Σημαντική είναι και η λειτουργία της Πλατφόρμας Κρατικών Ενισχύσεων, που απλοποιεί την πρόσβαση των ΜμΕ σε χρηματοδοτικά εργαλεία. Ωστόσο, πίσω από αυτή την εικόνα, κρύβεται μια δομική ανισορροπία: οι μεγάλες επενδύσεις καλύπτουν το επενδυτικό αφήγημα της πόλης, αλλά η ραχοκοκαλιά της τοπικής οικονομίας, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις παραμένουν εγκλωβισμένες σε χρόνιες παθογένειες.
Η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα της Θεσσαλονίκης, βιοτεχνίες, εμπορικά καταστήματα, μικρές μονάδες παραγωγής και υπηρεσιών, δίνει μάχη επιβίωσης σε ένα περιβάλλον που ευνοεί τους μεγάλους παίκτες της αγοράς αλλά δυσκολεύει τον μικρούς. Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση, ακόμη και με νέα εργαλεία όπως το ΤΕΠΙΧ ΙΙΙ, το νέο Ταμείο Μικροπιστώσεων, ή τα προγράμματα Εγγυοδοσίας της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, παραμένει δύσκολη για πολλές ΜμΕ που δεν πληρούν τις τραπεζικές απαιτήσεις ή δεν διαθέτουν επαρκείς εγγυήσεις.
Πρέπει να προστεθεί σε αυτά τα δεδομένα το υψηλό ενεργειακό κόστος, ένας παράγοντας που καθιστά τις μικρές μονάδες ευάλωτες στις διακυμάνσεις των τιμών και θα δείτε γιατί η πράσινη μετάβαση συχνά μένει στα χαρτιά. Αν και υπάρχει πλέον το πρόγραμμα “Φωτοβολταϊκά στις Στέγες Επιχειρήσεων”, καθώς και νέα σχήματα για ενεργειακές κοινότητες ΜμΕ, πολλές επιχειρήσεις δεν έχουν την τεχνική ή γραφειοκρατική υποστήριξη για να ολοκληρωθο΄λυν έργα ενεργειακής αυτονομίας.
Ένα τρίτο διαχρονικό αγκάθι είναι η ίδια η γραφειοκρατία. Η Βιομηχανική Περιοχή Σίνδου, το Καλοχώρι ή το Ωραιόκαστρο αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα περιοχών όπου η έλλειψη ξεκάθαρου ρυθμιστικού πλαισίου, η αργή αδειοδότηση και οι πολεοδομικές εκκρεμότητες εμποδίζουν ακόμη και μικρές επενδύσεις. Σημαντική ωστόσο είναι η προσπάθεια που ξεκίνησε φέτος για τον Ψηφιακό Χάρτη Βιομηχανικών Περιοχών, μια πρωτοβουλία που συντονίζεται από το Υπουργείο Ανάπτυξης και την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, ώστε να περιοριστούν οι καθυστερήσεις στις άδειες.
Παράλληλα, η Θεσσαλονίκη συνεχίζει να αντιμετωπίζει έλλειμμα εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού. Αν και διαθέτει πανεπιστημιακό οικοσύστημα με πλούσια παραγωγή πτυχιούχων, πολλές ΜμΕ αδυνατούν να βρουν τεχνικούς ή προσωπικό με δεξιότητες ψηφιακού μετασχηματισμού. Το πρόγραμμα “Δεξιότητες ΜμΕ” που υλοποιείται μέσω ΔΥΠΑ στοχεύει να γεφυρώσει αυτό το χάσμα, αλλά η συμμετοχή παραμένει περιορισμένη.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το ζητούμενο δεν είναι μόνο η απορρόφηση κονδυλίων αλλά η δημιουργία ενός σταθερού περιβάλλοντος που θα δώσει προοπτική στις ΜμΕ. Χρειάζονται συντονισμένες λύσεις σε τέσσερις άξονες – με εργαλεία που ήδη υλοποιούνται και πρέπει να διευρυνθούν.
Πρώτον, η ευέλικτη χρηματοδότηση, με το Ταμείο Μικροπιστώσεων, τα Τοπικά Κέντρα Στήριξης Επιχειρήσεων, αλλά και η ενίσχυση των Συνεταιριστικών Τραπεζών που εξετάζεται, πρέπει να δώσουν ουσιαστική πρόσβαση στη ρευστότητα ακόμη και σε επιχειρήσεις που βρίσκονται εκτός τραπεζικού δανεισμού.
Δεύτερον, η πράσινη μετάβαση με τεχνική υποστήριξη, με το νέο “Green Upgrade” του ΕΣΠΑ 2021-2027 προσφέρει χρηματοδότηση για έργα εξοικονόμησης ενέργειας, αλλά πρέπει να συνοδεύεται από γραφεία συμβουλευτικής στις Περιφέρειες που θα καθοδηγούν βήμα-βήμα την κάθε ΜμΕ.
Τρίτον, η απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης, με τη δημιουργία “One Stop Shop Επιχειρηματικότητας” στους Δήμους της Μητροπολιτικής Θεσσαλονίκης, που προβλέπεται από τον νέο Χωροταξικό Σχεδιασμό, όπου πρέπει να προχωρήσει χωρίς καθυστερήσεις.
Τέταρτον, η επένδυση στις δεξιότητες και τη σύνδεση με τα ΑΕΙ, με προγράμματα όπως το “Skills Up”, με συμπράξεις ΑΕΙ-ΜμΕ μέσω των Κέντρων Καινοτομίας και τα voucher πρακτικής άσκησης για νέους πρέπει να επεκταθούν ώστε να καλύπτουν περισσότερες ειδικότητες.
Συμπληρωματικά, σημαντικό ρόλο παίζει και το Εθνικό Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης, το οποίο στη Βόρεια Ελλάδα χρηματοδοτεί ΜμΕ που επενδύουν σε καθαρές τεχνολογίες ή κυκλική οικονομία, με μπόνους για βιοτεχνίες που διατηρούν θέσεις εργασίας.
Η Θεσσαλονίκη έχει το πλεονέκτημα του λιμανιού, της γεωγραφικής θέσης, του ισχυρού πανεπιστημιακού ιστού και της ιστορικλά εξωστρεφούς της οικονομίας. Όμως χωρίς δυνατή τη μικρομεσαία βάση, καμία μεγάλη επένδυση δεν μπορεί να ριζώσει πραγματικά. Η συζήτηση για την ανάπτυξη δεν μπορεί να μείνει σε επιδοτήσεις και θεαματικές ανακοινώσεις, αλλά πρέπει να στραφεί σε μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν την καθημερινότητα της μικρής επιχείρησης πιο εύκολη.
Η πρόκληση δεν είναι να έρθει το «μεγάλο ψάρι» στην πόλη, γιατί αυτό μπορεί να συμβαίνει ήδη, αλλά να μην αφεθούν τα μικρά ψάρια να χαθούν. Και αυτή η ισορροπία απαιτεί σχέδιο, εργαλεία και κυρίως μια νέα κουλτούρα συνεργασίας μεταξύ επιχειρήσεων, τοπικής αυτοδιοίκησης και κράτους.
Μια κουλτούρα που να βλέπει τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα όχι ως δείγμα οικονομικής καχεξίας, αλλά ως παράγοντα βιώσιμης ανάπτυξης.