Η Ελλάδα στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας 2025: Από την σημαντική άνοδο στα σημάδια μιας ώριμης και σταθερής μετάβασης

Αρθρογραφεί στο TheOpinion ο Διονύσης Μαγουλάς, Πολιτικός Επιστήμονας.

Η Ελλάδα στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας 2025: Από την σημαντική άνοδο στα σημάδια μιας ώριμης και σταθερής μετάβασης
Πηγή: Pixabay

Η είδηση ότι η Ελλάδα ανέβηκε δεκαπέντε θέσεις στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας 2025, φτάνοντας στην 55η θέση παγκοσμίως, δεν είναι απλώς μια αριθμητική μεταβολή. Είναι το απόσταγμα μιας πορείας που ξεκίνησε μέσα στην κρίση, όταν οι θεσμοί μας έμοιαζαν εύθραυστοι και η επιχειρηματικότητα αντιμετωπιζόταν αν όχι με εχθρότητα, τουλάχιστον με καχυποψία. Σήμερα, η βελτίωση αυτή δείχνει ότι η χώρα σταδιακά μετακινείται από την αβεβαιότητα προς ένα περιβάλλον πιο σταθερό, πιο ανοιχτό και πιο ελκυστικό για επενδύσεις.

Ο δείκτης που εκδίδει το Fraser Institute δεν είναι τυπικό στατιστικό μέτρο. Αξιολογεί κρίσιμες διαστάσεις της οικονομικής ζωής: την προστασία της ιδιοκτησίας, το μέγεθος και την αποδοτικότητα του κράτους, το ρυθμιστικό πλαίσιο, την πρόσβαση στις αγορές. Το γεγονός ότι η Ελλάδα κατέγραψε βελτίωση σε τομείς όπως η φορολογική σταθερότητα, η ευκολία στις συναλλαγές και η λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι ενδεικτικό μιας αλλαγής που έχει βάθος. Η εκρηκτική ανάπτυξη των ψηφιακών υπηρεσιών του Δημοσίου, η μείωση της γραφειοκρατίας σε βασικές διαδικασίες, η δυνατότητα ηλεκτρονικής αδειοδότησης ή πληρωμής φόρων αποτελούν απτά παραδείγματα μιας χώρας που αφήνει πίσω της το παρελθόν.

Ασφαλώς, η διαδρομή δεν είναι ανέφελη. Η Ελλάδα παραμένει χαμηλότερα από πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες και οι καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη, το κόστος στέγασης ή η περιορισμένη πρόσβαση των μικρομεσαίων σε χρηματοδότηση εξακολουθούν να προβληματίζουν. Όμως εδώ ακριβώς βρίσκεται η αξία της πρόσφατης ανόδου: δείχνει ότι ακόμη και σε αυτό το πλαίσιο, οι μεταρρυθμίσεις αποδίδουν. Κι αν η πρόοδος μπορεί να μετρηθεί τώρα σε δεκαπέντε θέσεις, τότε είναι ρεαλιστικό να προσδοκούμε ότι με συνέπεια και επιμονή μπορούμε να ανέβουμε ακόμη ψηλότερα.

Η σύγκριση με χώρες που κάποτε βρέθηκαν σε παρόμοια θέση είναι διδακτική. Η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, που πριν από χρόνια αντιμετώπιζαν κρίσεις αντίστοιχες με τη δική μας, κατόρθωσαν μέσα από σταθερές πολιτικές να μετατραπούν σε πρότυπα ανάπτυξης. Η Κύπρος, μικρότερη σε μέγεθος, αξιοποίησε τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα για να κατακτήσει υψηλότερη θέση. Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον σε μια φάση ώριμης μετάβασης: έχει αφήσει πίσω της την εποχή της αβεβαιότητας και μπορεί να μπει σε τροχιά σύγκλισης με τους εταίρους της, εφόσον κεφαλαιοποιήσει τη θετική δυναμική.

Η άνοδος στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας δεν είναι, λοιπόν, απλώς “επικοινωνιακό καύσιμο”. Είναι εργαλείο που στέλνει μήνυμα αξιοπιστίας σε αγορές και επενδυτές, ενώ ταυτόχρονα λειτουργεί ως πυξίδα πολιτικής για το εσωτερικό. Κάθε βελτίωση στην κατάταξη σημαίνει λιγότερα εμπόδια για τον επιχειρηματία, περισσότερες επιλογές για τον καταναλωτή, πιο καθαρούς κανόνες για τον επενδυτή. Και, τελικά, περισσότερες ευκαιρίες για τον πολίτη.

Η μεγάλη πρόκληση είναι να μεταφραστεί αυτή η πρόοδος σε καθημερινή εμπειρία. Να δει ο μικρομεσαίος ότι η αδειοδότησή του πέρα από ψηφιακά, γίνεται σε εβδομάδες κι όχι σε μήνες. Να διαπιστώσει ο νέος εργαζόμενος ότι μπορεί να σχεδιάσει το μέλλον του χωρίς να φοβάται την ανασφάλεια. Να αισθανθεί ο πολίτης ότι το κράτος δεν είναι τροχοπέδη, αλλά σύμμαχος. Αν αυτή η αίσθηση γίνει κυρίαρχη, τότε οι δείκτες θα έχουν εκπληρώσει τον ρόλο τους: θα έχουν αποτυπώσει μια πραγματική μεταμόρφωση.

Το 2025 βρίσκει την Ελλάδα σε μια καμπή. Δεν είναι πια το «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης, αλλά ούτε και μια ολοκληρωμένα ανταγωνιστική οικονομία. Είναι όμως μια χώρα που αλλάζει και το αποδεικνύει. Η άνοδος στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας είναι το πιο πρόσφατο σημάδι ότι η αλλαγή αυτή δεν είναι απλώς ευχή, αλλά πραγματικότητα. Και αν συνεχιστεί με σταθερότητα, μπορεί να γίνει το θεμέλιο πάνω στο οποίο θα χτιστεί μια νέα σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στον πολίτη, την πολιτεία και την αγορά.

Γιατί η οικονομική ελευθερία δεν είναι απλώς αριθμοί και κατατάξεις. Είναι η δυνατότητα να ζει κανείς, να εργάζεται, να επιχειρεί χωρίς αδικαιολόγητα εμπόδια. Είναι η καθημερινή εμπειρία ότι η Ελλάδα μπορεί – και πλέον, θέλει – να προσφέρει περισσότερες επιλογές στους πολίτες της. Αν κάτι μας δείχνει η φετινή βελτίωση, είναι ότι βρισκόμαστε επιτέλους στον δρόμο προς αυτήν την κατεύθυνση.